ΝΑΡ: Οι Δήμοι και οι Περιφέρειες στην τρέχουσα περίοδο

Επεξεργασία της επιτροπής για θέματα πόλης-χώρου-περιβάλλοντος
του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
ΟΙ ΔΗΜΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΠΕΡΙΟΔΟ
Α. Ο ρόλος του τοπικού κράτους σήμερα
Βασικό στοιχείο στην πολιτική μας ανάλυση είναι ότι το τοπικό κράτος (η συγκρότηση του κράτους στο επίπεδο δήμων και περιφερειών) αποτελεί τμήμα του κρατικού μηχανισμού και αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτικής, ιδεολογικής και οικονομικής λειτουργίας του αστικού κράτους, που εξασφαλίζει την μακροπρόθεσμη αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας και εκμετάλλευσης. Οι λειτουργίες του πέραν των άλλων σχετίζονται και με σημαντικότατες πολιτικές και ιδεολογικές πλευρές, επιτρέποντας την αποτελεσματικότερη οργάνωση του συνασπισμού εξουσίας σε τοπικό επίπεδο σε κάθε περίοδο.
Η ψήφιση του Κλεισθένη παλιότερα (και του Καλλικράτη ακόμα πιο παλιά) σηματοδότησαν βασικές αλλαγές στην αντιδραστική θωράκισή του. Αντίστοιχα, στην περίοδο της πανδημίας και της πολλαπλής καπιταλιστικής κρίσης η επίφαση των όποιων δημοκρατικών πλευρών στη λειτουργία του κατέρρευσε ακόμα περισσότερο με τα αντιδραστικά νομοθετήματα Θεοδωρικάκου – Βορίδη που κατήργησαν στην πράξη ακόμα και τη στοιχειώδη αντιπροσωπευτική λειτουργία των συμβουλίων (δημοτικών και περιφερειακών).
Παράλληλα έχουμε την εκτίμηση ότι σε τοπικό επίπεδο (περιφερειών και δήμων) συγκροτείται και ένα αντίστοιχο πολιτικό σύστημα σε αναλογία και σύνδεση με το κεντρικό πολιτικό σύστημα.
Οι θεσμικές αλλαγές-τομές που προωθήθηκαν από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) έχουν διαμορφώσει μια συνολική αρχιτεκτονική διακυβέρνησης που συγκροτείται σε τρία επίπεδα με σύνδεση αλλά και σχετική αυτοτέλεια στους ρόλους τους : α’ επίπεδο το τοπικό κράτος, β’ επίπεδο το κεντρικό επιτελικό κράτος και γ’ επίπεδο οι υπερεθνικοί οργανισμοί (ΕΕ).
Το μοντέλο αυτό υπακούει στην αρχή της «πολυεπίπεδης διακυβέρνησης» που είναι μια από τις βασικές αρχές διακυβέρνησης της ΕΕ και προωθεί τη συντονισμένη δράση της ΕΕ, των κρατών μελών και των τοπικών και περιφερειακών αρχών (δηλ. τη συντονισμένη δράση σε υπερεθνικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο), για τη χάραξη και υλοποίηση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βασική συνιστώσα στην κατεύθυνση διακυβέρνησης είναι η προώθηση μιας διαρκούς διαδικασίας μεταφοράς αρμοδιοτήτων, από το κεντρικό κράτος προς τα κάτω (τοπική και περιφερειακή διοίκηση), προς τα πάνω (Ε.Ε.) και προς τα έξω (ιδιώτες και τη λεγόμενη “κοινωνία των πολιτών”).
Στη βάση αυτή διευρύνεται ο ρόλος του τοπικού κράτους, με τη μεταβίβαση σε αυτό αρμοδιοτήτων που ανήκαν στο κεντρικό κράτος, με την απευθείας σύνδεση του με την ΕΕ για την προώθηση των πολιτικών της με χαρακτηριστική έκφραση τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα – ΠΕΠ και με τη δυνατότητα να προωθεί την εκχώρηση αρμοδιοτήτων και υπηρεσιών σε ιδιώτες.
Σήμερα ωριμάζουν, παγιώνονται και ενισχύονται πολιτικές και τάσεις που είχαν διαμορφωθεί την προηγούμενη περίοδο με περιστολή του δημόσιου τομέα ή και κατάργηση στους τομείς των κοινωνικών παροχών, ενίσχυση του κεφαλαίου ντόπιου και ξένου, ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων τομέων, εκποίηση δημόσιας περιουσίας και φυσικού πλούτου, αντιδραστικοποίηση του πολιτικού συστήματος. Ταυτόχρονα, μπορούμε να πούμε πως ειδικά όσον αφορά την οικονομική λειτουργία και τις βασικές πολιτικές, η διασύνδεση με την ΕΕ και τις κατευθύνσεις του κεφαλαίου γίνεται ολοένα στενότερη, καθιστώντας τις πολιτικές σε τοπικό επίπεδο περισσότερο ελεγχόμενες και την οικονομική επιβίωση των δήμων ολοένα και περισσότερο εξαρτημένη από τις χρηματοδοτήσεις της ΕΕ και τον ιδιωτικό τομέα.
Μπορούμε πλέον να μιλάμε για ένα μοντέλο τοπικού κράτους του οποίου η μορφή, η δομή και η λειτουργία του αντανακλά και αναπαράγει τις κυρίαρχες πολιτικές. Έτσι μπορεί ανά πάσα στιγμή να προσαρμόζεται στον επιτελικό σχεδιασμό του κεντρικού κράτους και των επιλογών του κεφαλαίου και κυρίως κάνει σαφές ότι δεν μπορούν να υπάρξουν αποκλίσεις από μια συνολικότερη στρατηγική που απαιτεί συγκεκριμένους ρόλους για κάθε επίπεδο διοίκησης και εξουσίας.
Πρέπει να εκτιμήσουμε ότι με τον «Κλεισθένη Ι» οι επιχειρούμενες αναδιαρθρώσεις στο κράτος και την οικονομία διευκολύνθηκαν περισσότερο και προωθήθηκαν μέσω του πολιτικού προσωπικού του τοπικού κράτους, που τις υλοποιεί με καθολικό τρόπο ανεξάρτητα πολιτικού προσανατολισμού όπως απέδειξε και η προηγούμενη περίοδος στην οποία εφαρμόστηκαν και διαφορετικές παραλλαγές του κυρίαρχου μοντέλου. Σήμερα, πλέον, βρισκόμαστε σε μια περίοδο επιτάχυνσης ενός νέου γύρου καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, ανασυγκρότησης σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση του μοντέλου για τοπικό κράτος-εργαλείο στην προώθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων και ενίσχυσης του μοντέλου του μάνατζερ στη διοίκηση του τοπικού κράτους.
Εκτιμούμε ότι διαμορφώνεται ένα πλαίσιο που συγκροτείται από τους παρακάτω άξονες :
α) Ενίσχυση του τοπικού κράτους με περισσότερες αρμοδιότητες και ως προς τις υπηρεσίες και ως προς το ρόλο για προώθηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
«Σήμανε η ώρα του Δήμου - πολεοδόμου, του Δήμου - τεχνολόγου, του Δήμου - μάνατζερ. Και του πετυχημένου επιχειρηματία» όπως χαρακτηριστικά είπε ο Μητσοτάκης στην παρουσίαση του προγράμματος «Α. Τρίτσης» (Ιούνιος 2020)
β) Μεγαλύτερη ικανότητα ώστε να ανταποκρίνεται πιο άμεσα στις προτεραιότητες του κεφαλαίου, τις πολιτικές της ΕΕ και των αντικαπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων (βλ. κατανομή κονδυλίων ΕΣΠΑ)
γ) Αλλαγές στο πολιτικό σύστημα του για να υπηρετούν και να προστατεύουν τους παραπάνω άξονες. Αλλαγές σε αντιδραστική κατεύθυνση σε θεσμικό επίπεδο (περιορισμός της δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμικών οργάνων – ενίσχυση λήψης των κρίσιμων αποφάσεων από κλειστά κέντρα όπως οι διάφορες επιτροπές) – προστασία από το λαϊκό παράγοντα – παγίωση και ενίσχυση του μοντέλου του δήμαρχου-περιφερειάρχη manager.
Μέσα από την ίδια πραγματικότητα καταρρίπτονται και οι απόψεις που βλέπουν τους δήμους, λόγω του ότι βρίσκονται πιο κοντά στην καθημερινότητα του λαού, ότι μπορούν να λειτουργήσουν με αυτοτέλεια από τη συνολική πολιτική και να αποτελέσουν πεδίο εφαρμογής φιλολαϊκών πολιτικών.
Είναι καθαρό πως με αυτές τις πολιτικές, που ορίζονται από ΕΕ, κυβερνήσεις και κεφάλαιο, δεν μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαχείριση σε δήμους και περιφέρειες, ενώ η έννοια της «αυτοδιοίκησης» ακούγεται περισσότερο σαν φάρσα.
Β. Οι βασικοί άξονες του ρόλου και της λειτουργίας του τοπικού κράτους
- Η αντιδραστικοποίηση του πλαισίου λειτουργίας και του πολιτικού συστήματος
Μια από τις βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης της ΝΔ αμέσως μετά την εκλογή της (2019) υπήρξε η αντιδραστική αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος στο τοπικό κράτος. Γι αυτό και με διπλό τρόπο, αρχικά με το νόμο Θεοδωρικάκου και στη συνέχεια με το νόμο Βορίδη, έβαλε στο στόχαστρο της το πλαίσιο λειτουργίας δήμων και περιφερειών ενώ σε όλη τη διάρκεια της θητείας της (2019-2023) προωθήθηκαν μια σειρά από αντιδραστικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας. Συγκεκριμένα :
- Με το νόμο Θεοδωρικάκου (ν.4623/09.08.2019), τον πρώτο νόμο που ψήφισε στη θητεία της, μια σειρά από κρίσιμες εξουσίες και αρμοδιότητες μεταφέρθηκαν σε επιτροπές, στις οποίες η παράταξη του περιφερειάρχη ή του δημάρχου έχει την απόλυτη πλειοψηφία. Νόθευσε στην ουσία το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών και εξασφάλισε την πλειοψηφία στις επιτροπές και σε όλα τα νομικά πρόσωπα στην παράταξη του δημάρχου-περιφερειάρχη. Ενώ, αφαίρεσε από την αντιπολίτευση το δικαίωμα να διατυπώνει άλλη άποψη για τον Προϋπολογισμό, το Τεχνικό και Επιχειρησιακό Πρόγραμμα και τα δημοτικά τέλη, παρά μόνο αν αυτή (η αντιπολίτευση!) συντάξει εναλλακτικό προϋπολογισμό!
- Με το εκλογικό νόμο-τερατούργημα Βορίδη (ν.4804/2021), το νόμο με βάση τον οποίο θα διεξαχθούν οι τοπικές εκλογές το 2023, επιχειρείται μια σημαντική αλλαγή στο εκλογικό σύστημα για τους δήμους και τις περιφέρειες. Επαναφέρεται η 5ετής θητεία για τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια από τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2023 και μετά. Τίθεται όριο 3% για την εκλογή των παρατάξεων στα συμβούλια. Καταργείται, με άλλα λόγια, το κουτσό σύστημα της απλής αναλογικής που υπήρχε, επεκτείνοντας την καλπονοθεία των βουλευτικών εκλογών σε δήμους και περιφέρειες. Το όριο εκλογής δημάρχου ή περιφερειάρχη από τον πρώτο γύρο κατεβαίνει στο 43% αντί του 50% που ίσχυε. Εξασφαλίζεται η εκλογή των 3/5 των μελών του Συμβουλίου στον νικητή των εκλογών για τη θέση του Περιφερειάρχη ή του Δημάρχου ανεξαρτήτως ποσοστού. Μειώνεται ο αριθμός των εκλεγμένων συμβούλων σε δήμους και περιφέρειες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται παραπάνω το απαιτούμενο ποσοστό για είσοδο στα συμβούλια, παράμετρος που, σε συνδυασμό με το ότι η αντιπολίτευση μοιράζεται μόνο τα 2/5 των εδρών, καθιστά πολύ δύσκολη την εκλογή σε συμβούλια που έχουν μικρό αριθμό εδρών. Τίθεται καταληκτική ημερομηνία η 31η Αυγούστου για την κατάρτιση των συνδυασμών, ενώ οι εκλογές θα γίνονται τη δεύτερη Κυριακή του Οκτωβρίου! Καθίσταται υποχρεωτικό για την κατάθεση ψηφοδελτίου σε ένα δήμο που έχει κοινότητες, όχι μόνο να υπάρχει αριθμός υποψηφίων δημοτικών συμβούλων όσος ο αριθμός των εδρών του δημοτικού συμβουλίου, αλλά να υπάρχουν υποψήφιοι σύμβουλοι και στο 60% των δημοτικών κοινοτήτων τουλάχιστον όσοι ο αριθμός των κοινοτικών συμβούλων ενώ καταργείται η δυνατότητα να κατέβει ανεξάρτητο ψηφοδέλτιο σε μια δημοτική κοινότητα. Αυξάνονται τα παράβολα για υποψήφιους δήμαρχους και περιφερειάρχες. Γενικά τα παράβολα παραμένουν πολύ υψηλά δημιουργώντας πρόσθετες δυσκολίες στην κατάθεση ψηφοδελτίων για τους συνδυασμούς που βασίζονται μόνο στις δικές τους δυνάμεις και δεν στηρίζονται από καθεστωτικούς μηχανισμούς και οικονομικά συμφέροντα, λαμβάνοντας υπόψη και την συνολικότερη αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος. Είναι φανερό ότι όλα τα παραπάνω εμπόδια μαζί με το μεγάλο κόστος της εκτύπωσης ψηφοδελτίων και τα περίπλοκα γραφειοκρατικά εμπόδια στοχεύουν ευθέως να αποκλείσουν την εκπροσώπηση στα συμβούλια των αριστερών ριζοσπαστικών αντικαπιταλιστικών αντιδιαχειριστικών κινήσεων που ενοχλούσαν και τους χάλαγαν τα σχέδια, αλλά και να μαντρώσουν στις παρατάξεις που στηρίζονται από τα κυρίαρχα κόμματα κάθε διαφοροποίηση τοπικού παράγοντα.
- Σε άσχετο νόμο του υπουργείου Εσωτερικών, τον Ιούνιο του 2022, καταργήθηκε η δυνατότητα των επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων να θέτουν θέματα προ ημερησίας διατάξεως.
- Ακόμα και μετά τη δικαστική απόφαση του ΣΤΕ που έκρινε αντισυνταγματικές τις νομοθετικές παρεμβάσεις Θεοδωρικάκου [4623/2019 και 4625/2019] τόσο για τη μεταφορά κρίσιμων αρμοδιοτήτων των δημοτικών συμβουλίων προς τις Οικονομικές Επιτροπές και τις Επιτροπές Ποιότητας Ζωής των δήμων όσο και για τη σύνθεση των Επιτροπών αυτών, στις οποίες οι δημοτικές αρχές απέκτησαν (πλασματικές) πλειοψηφίες 3/5, η νέα τροπολογία Βορίδη επαναφέρει μόνο μερικώς τις αρμοδιότητες στα συμβούλια.
- Με τροποποίηση τον Μάρτιο του 2023 αποδόθηκαν νέες υπερεξουσίες στην Οικονομική Επιτροπή για τα έργα ΣΔΙΤ. Η Οικονομική Επιτροπή αποκτά αρμοδιότητα όχι απλώς αναθέτουσας αρχής ως προς το στάδιο της ανάθεσης, αλλά και στο στάδιο της εκτέλεσης των συμβάσεων με ΣΔΙΤ. Ενώ μπορεί να αποφασίζει για την τροποποίηση του φυσικού ή/και οικονομικού αντικειμένου των συμβάσεων.
- Στο τελευταίο νομοσχέδιο πριν το κλείσιμο της βουλής (11 Απριλίου) αξιοποιώντας και το πλαίσιο λειτουργίας που είχε επιβληθεί την περίοδο της πανδημίας, προχώρησε σε αλλαγές στη λειτουργία των συμβουλίων δίνοντας τη δυνατότητα με πλειοψηφία των 3/5 των συμβούλων (όσων εξασφαλίζει στην δημοτική και περιφερειακή αρχή ο νόμος Βορίδη) να μπορεί η συνεδρίαση να είναι κεκλεισμένων των θυρών, ενώ προβλέπεται και συνεδρίαση με τηλεδιάσκεψη ή με μικτό τρόπο μία φορά τον μήνα. Για τα περιφερειακά συμβούλια δεν υπάρχει ο περιορισμός της μίας φοράς το μήνα για τις νησιωτικές περιφέρειες, ενώ προβλέπονται αποφάσεις για διά περιφοράς αποφάσεις, με τη συμμετοχή τουλάχιστον των δύο τρίτων των μελών του περιφερειακού συμβουλίου και συνεδριάσεις σε άλλον τόπο από την έδρα του μετά από απόφαση του συμβουλίου.
- Σημαντικό στοιχείο που περιορίζει τις δυνατότητες άσκησης θετικής στάσης (μέσω ουδετερότητας) των δημοτικών αρχών σε θέματα μονιμοποίησης συμβασιούχων εργαζομένων στους δήμους μέσω δικαστικής προσφυγής είναι και η υποχρεωτική άσκηση ένδικων μέσων από τις δημοτικές αρχές κατά δικαστικών αποφάσεων για παραμονή των εργαζόμενων στην εργασία τους
- Ενισχυτικό στοιχείο του ρόλου του τοπικού κράτους είναι η ενίσχυση της δημοτικής αστυνομίας ως ένας ακόμη κατασταλτικός μηχανισμός. Με νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο 2022, η δημοτική αστυνομία αποκτά αναβαθμισμένες κατασταλτικές αρμοδιότητες, θα έχει κατάλληλο εξοπλισμό με γκλομπς, ειδικά αλεξίσφαιρα γιλέκα, χειροπέδες και θα μπορεί να συλλαμβάνει και να ανακρίνει. Τείνει να απομακρύνεται από μια σχέση δημοτικού υπαλλήλου και αποκτά πιο πολύ ρόλο ενός ακόμη κατασταλτικού σώματος.
- Μια ακόμα παράμετρος για τη εισδοχή-σύμπλεξη εταιρειών στη λειτουργία των δήμων είναι η υποχρεωτική λειτουργία «Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου» με το ν. 4795/2021 (ΦΕΚ Α΄ 62/17-04-2021, με τίτλο «Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου του Δημόσιου Τομέα, Σύμβουλος Ακεραιότητας στη δημόσια διοίκηση και άλλες διατάξεις για τη δημόσια διοίκηση και την τοπική αυτοδιοίκηση». Προβλέπει δημιουργία μονάδας για έλεγχο της «αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας των επιχειρησιακών λειτουργιών, συμμόρφωση με τους νόμους, τους κανονισμούς και τις πολιτικές που διέπουν τη λειτουργία» δήμων, περιφερειών και άλλων δημόσιων φορέων. Η μονάδα υπάγεται απευθείας στον επικεφαλής του φορέα είναι ανεξάρτητο σώμα, καταφεύγει στη «συνδρομή επαγγελματιών με τεχνογνωσία και δεξιότητες που δεν υπάρχουν εντός του φορέα», με την πρόβλεψη : «ανατίθεται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, με σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών η υποστήριξη της Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου.» εισάγοντας διαδικασίες αξιολόγησης.
Συνολικός στόχος όλων των παραπάνω είναι η πιο συντηρητική, αυταρχική θωράκιση των περιφερειών και δήμων απέναντι στον λαϊκό παράγοντα, το βάθεμα της διασύνδεσης του κεντρικού με το τοπικό κράτος στο όνομα των αναδιαρθρώσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, ο αποκλεισμός από τα συμβούλια των ενοχλητικών φωνών και η πλήρης μετατροπή τους σε βραχίονα προώθησης αντιλαϊκών και αντεργατικών πολιτικών. Στο όνομα της δήθεν «εύρυθμης λειτουργίας» των συμβουλίων και της «κυβερνησιμότητας» καταργείται οποιαδήποτε επίφαση δημοκρατικής λειτουργίας, απαξιώνεται ο ρόλος των συμβουλίων, ενισχύεται ο συγκεντρωτισμός και οι υπερεξουσίες δημάρχων-περιφερειαρχών.
Αυτό που παρατηρούμε μέσω των διαφόρων αλλαγών στον τρόπο λειτουργίας και αποφάσεων των περιφερειακών και δημοτικών οργάνων, την τελευταία δεκαετία, είναι μια διαδικασία που με βάση τις συνθήκες, την περίοδο και τους διαφορετικούς τρόπους διαχείρισης της κάθε κυβέρνησης, προωθούνται και παράλληλα δοκιμάζονται μορφές διακυβέρνησης και αλλαγές του τοπικού πολιτικού συστήματος, με στόχο να εξασφαλίσουν την απαραίτητη αποτελεσματικότητα στην προώθηση της αντιλαϊκής πολιτικής και τη μεγαλύτερη κοινωνική συναίνεση. Αυτό στην προηγούμενη περίοδο προωθήθηκε μέσω ενός μοντέλου που διευκόλυνε ευρύτερες συνεργασίες μεταξύ τοπικών δυνάμεων. Τα προβλήματα αποτελεσματικότητας που παρουσιάσθηκαν οδήγησαν σε αλλαγές που σκοπεύουν να επιλύσουν τα προβλήματα «κυβερνησιμότητας». Ταυτόχρονα όμως η πλευρά των ευρύτερων συναινέσεων προωθείται μέσα από τη διαμόρφωση «ανεξάρτητων», «αυτοδιοικητικών», «πολυσυλλεκτικών» δημοτικών παρατάξεων που έχουν την φανερή ή κρυφή υποστήριξη των αστικών κομμάτων ή και συγκροτούνται με συνεργασία των αστικών πολιτικών δυνάμεων.
Είναι βέβαια χαρακτηριστικό πως υπάρχει μια συνέχεια στις θεσμικές αλλαγές και θέλουμε να το τονίσουμε. Παρά τις σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των συμβουλίων και στο εκλογικό σύστημα, η κυβέρνηση της ΝΔ δεν πείραξε στην ουσία τους τον πυρήνα των αλλαγών που προωθήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τον “Κλεισθένη I” “Κλεισθένη ΙΙ”, και παλιότερα «Καλλικράτης» “Καποδίστριας” αφού μέσω αυτών προωθήθηκαν θεσμικές αλλαγές με στόχο την «αποτελεσματικότερη και ταχύτερη» πρόσδεση και διαπλοκή των δήμων και των περιφερειών με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και τους σχεδιασμούς τους αποτελώντας την εξειδίκευση της αντιδραστικής πολιτικής στο τοπικό κράτος. Πρώτος ο Κλεισθένης, άλλωστε, προώθησε τη λογική των ευρύτερων συναινέσεων για τα κόμματα της αστικής πολιτικής ώστε να μπορέσουν να προωθήσουν τις βασικές κατευθύνσεις της κεντρικής πολιτικής, που δεν είναι άλλες από τη λειτουργία των δήμων και των περιφερειών στην κατεύθυνση ενίσχυσης της επιχειρηματικότητάς.
Πλευρά των αλλαγών στο πολιτικό σύστημα αποτελεί και η ενίσχυση του μοντέλου του δημάρχου-περιφερειάρχη manager (πχ Παχατουρίδης, Κωνσταντάτος, Παπανικολάου, Μπέος, Μώραλης κ.λπ. σε δήμους και αντίστοιχα οι περισσότεροι περιφερειάρχες), που μπορεί να παρουσιάζεται και ως υπερ-κομματικός ή διακομματικός και να προβάλλεται με τον τίτλο του «αυτοδιοικητικού παράγοντα». Χαρακτηριστική έκφραση αυτής της τάσης είναι οι επιλογές ΣΥΡΙΖΑ για στήριξη σε τέτοιες περιπτώσεις όπως ο Παχατουρίδης (Περιστέρι), ή ο Βοσκόπουλος (Καισαριανή) κ.α. Αυτές οι δημοτικές και περιφερειακές αρχές έχουν διαμορφώσει ισχυρούς δεσμούς με τα επιχειρηματικά συμφέροντα σε κάθε δήμο και περιφέρεια για αυτό και έχουν την κρίσιμη πολιτική, οικονομική και μιντιακή στήριξη τους και με τη σειρά τους εξασφαλίζουν την ενίσχυσή του κεφαλαίου. Έχει σημασία να δούμε πως το μοντέλο αυτό προωθείται σε δήμους με μεγάλο πληθυσμό, σε δήμους που είναι σε περιοχές που είναι στο κέντρο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και χωρικών αναδιαρθρώσεων (πχ.. παραλιακό μέτωπο Ελληνικό-Αργυρούπολη-Γλυφάδα, Φιλαδέλφεια-Ριζούπολη) ή σε δήμους με μεγάλη οικονομική σημασία (πχ Πειραιάς, Περιστέρι), κλπ. Σε κάποιες περιοχές η εμπλοκή του κεφαλαίου και η στήριξη αυτού του μοντέλου γίνεται με εξόφθαλμο τρόπο (Πειραιάς, Βόλος, Ν. Φιλαδέλφεια), ενώ ρόλο αναλαμβάνει και η εκκλησία με το αζημίωτο (πχ. Πειραιάς, Φιλαδέλφεια).
Συνολικά, το αντιδραστικό πλαίσιο λειτουργίας δήμων και περιφερειών εξυπηρετεί την κίνηση και κερδοφορία του κεφαλαίου σε τοπικό επίπεδο, τους βασικούς άξονες της αστικής πολιτικής σε θέματα οικονομίας, εργασίας, εκμετάλλευσης χώρου και περιβάλλοντος και αντιδημοκρατικής θωράκισης του αστικού πολιτικού συστήματος. Ο συγκεντρωτικός ρόλος του δημάρχου και του περιφερειάρχη, η ενίσχυση του μοντέλου του δημάρχου/περιφερειάρχη - manager, η αντιδημοκρατική λειτουργία των επιτροπών, των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων, η αντιδημοκρατική συγκρότηση του τοπικού πολιτικού συστήματος και επιπλέον η οικονομική επιτροπεία στους δήμους είναι βασικά στοιχεία στην αντιδραστική ανασυγκρότηση του τοπικού κράτους, στα πλαίσια της συνολικότερης τάσης του συστήματος ενώ παράλληλα συμβάλλει στο βάθεμα της «δημοκρατικής» νομιμοποίησης της κυρίαρχης πολιτικής κυβέρνησης – ΕΕ –κεφαλαίου.
- Ο ρόλος των δήμων ως εργαλείο για την ιδιωτικοποίηση σημαντικών κοινωνικών πλευρών
Στου δήμους ενισχύεται η τάση ιδιωτικοποίησης λειτουργιών τους και η εφαρμογή ανταποδοτικών κριτηρίων. Σε αυτό παίζει ρόλο η μεταφορά ακόμα περισσότερων αρμοδιοτήτων (κυρίως στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής) από το κεντρικό στο τοπικό κράτος. Η κίνηση αυτή πάει παράλληλα με την ακρίβεια στην παροχή υπηρεσιών και εφαρμογή ανταποδοτικών κριτηρίων, με παράλληλη συνέχιση και σταθεροποίηση της ήδη μεγάλης μείωσης της χρηματοδότησης των δήμων από το κεντρικό κράτος και ενίσχυση της εξάρτησής των λειτουργιών τους από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, το ΕΣΠΑ και τα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια που εφαρμόζονται σε μια σειρά από υπηρεσίες, αποσκοπούν καταρχήν σε μια εμπέδωση ότι το δωρεάν τελείωσε για την κοινωνική πλειοψηφία, και εμμέσως σε μια αρχική τιμολόγηση, τιμή εκκίνησης, σε περίπτωση πλήρους ιδιωτικοποίησης μιας υπηρεσίας και της διασύνδεσης τους με κάθε είδους συμπράξεις με επιχειρηματικούς ομίλους.
Η λειτουργία και παροχή υπηρεσιών με ιδιωτικο – οικονομικά κριτήρια, επιδιώκεται να αγκαλιάσει το σύνολο των δραστηριοτήτων και να αποκτήσει χαρακτηριστικά και μορφή «υγιούς επιχείρησης». Ο δρόμος αυτός επιβάλλεται με τη μνημονιακή ρύθμιση και εφαρμογή της αύξησης των ίδιων πόρων, που μεταφράζεται σε ένταση της φορομπηξίας (αύξηση δημοτικών τελών), πέρασμα ακόμα περισσότερων υπηρεσιών στη σφαίρα της ανταποδοτικότητας (όσες δεν είναι ήδη) ή στην αύξηση του κόστους των υπηρεσιών για όσες είναι ήδη, εφαρμογή της ανταποδοτικότητας ακόμη και για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού.
- Η ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας του τοπικού κράτους
Η κατεύθυνση αυτή επιτυγχάνεται μέσα από τους εξής δρόμους:
α) Την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας των δήμων με την παράδοση του χώρου στο κεφάλαιο μέσω της μακροχρόνιας «αξιοποίησης» (για 99 χρόνια) οποιασδήποτε δημοτικής υπηρεσίας, πόρων και υποδομών τους, είτε αυτά είναι δημοτικές εκτάσεις ή αθλητικές υποδομές ή οτιδήποτε άλλο. Η περιβαλλοντική υποβάθμιση αποτελεί άμεση συνέπεια αυτής της πολιτικής.
β) Την παραχώρηση ολόκληρων τομέων καθώς και δημόσιας γης - ακινήτων απευθείας στο ιδιωτικό κεφάλαιο ή την εμπορευματοποίησή τους από τους ίδιους τους δήμους, την υλοποίηση των τεχνικών προγραμμάτων με ιδιαίτερα υψηλή συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο κόστος (με αντίστοιχα, φυσικά, οφέλη και προνομιακές συμβάσεις εκμετάλλευσης των έργων από τους ιδιώτες).
γ) Τη διεύρυνση της δυνατότητας συμμετοχής του τοπικού κράτους σε νομικά πρόσωπα αναπτυξιακού χαρακτήρα ή σε νομικά πρόσωπα για παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ή αξιοποίησης δημόσιων αγαθών, όπως έχει διαμορφωθεί ήδη από την πρώτη εφαρμογή του «Κλεισθένη Ι». Ζητήματα όπως αυτά της "απελευθέρωσης" της ενέργειας και της προώθησης των βιομηχανικών ΑΠΕ, μεταφορές, αγροτική παραγωγή, διαχείριση των απορριμμάτων, επιχειρηματική αξιοποίηση/παραχώρηση ακινήτων και υποδομών, φυσικών πόρων και δημοτικής γης από το τουριστικό και άλλο κεφάλαιο, μπαίνουν σε προτεραιότητα (χαρακτηριστικά η παραχώρηση “ακάλυπτων εκτάσεων” και χωρίς αναφορά στις χρήσεις γης που επιτρέπονται για 99 και 50 χρόνια!). Προφανώς, ανοίγονται νέες δυνατότητες και πεδία για την εμπορευματική λειτουργία και την αύξηση των λεγόμενων ίδιων πόρων με την εκμετάλλευση δημόσιων αγαθών και γης στο όνομα της «αξιοποίησης».
δ) Την προώθηση των Αναπτυξιακών Οργανισμών. Οι αναπτυξιακοί οργανισμοί προχωρούν πλέον με γρήγορους ρυθμούς από περιφέρειες και δήμους ή ομάδες αυτών με τη σύσταση Αναπτυξιακών Οργανισμών Ανωνύμων Εταιρειών. Ήδη έχουν ιδρυθεί από αρκετές περιφέρειες και δεκάδες δήμους σε όλη τη χώρα. Στην πραγματικότητα, αποτελούν εξέλιξη των Αναπτυξιακών Εταιρειών ΑΕ, που θεσπίστηκαν επί ΠΑΣΟΚ το 1988 και αναβαθμίστηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ, με νέες δυνατότητες σε περισσότερα πεδία δράσης και για άλλο μέγεθος, επίπεδο και λειτουργία των προϋπαρχουσών διαδημοτικών και δημοτικών επιχειρήσεων. Ενισχύεται η φιλοσοφία της επιχειρηματικής δράσης με τη σύσταση νομικών προσώπων ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, της σύμπραξης ιδιωτικού-δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ), της αυτόνομης διοίκησης, χρηματοδότησης και λειτουργίας τους στη βάση ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων καθώς και φορέα-εργοδότη με διαφορετικές σχέσεις εργασίας για τους εργαζόμενους από αυτές των εργαζόμενων στην ίδια περιφέρεια ή δήμο. Πιο συγκεκριμένα, οι Αναπτυξιακοί Οργανισμοί ως «επιστημονική, συμβουλευτική και τεχνική υποστήριξη των ΟΤΑ»: α) υποβάλουν προτάσεις στα προγράμματα του ΕΣΠΑ, του Πράσινου Ταμείου, άλλα ευρωπαϊκά και εθνικά, ως «τελικοί δικαιούχοι» β) παίρνουν τη χρηματοδότηση και έχουν την ευθύνη για τη διαχείριση και την υλοποίηση και παραλαβή του έργου και γ) μπορούν να ασκούν αρμοδιότητες των δήμων-περιφερειών και να παρέχουν υπηρεσίες προς τους πολίτες. Έτσι, οι δήμοι και οι περιφέρειες θα μπορούν να αναθέτουν στους Αναπτυξιακούς Οργανισμούς τη διοικητική και τεχνική υποστήριξή τους για θέματα αρμοδιότητας των τεχνικών υπηρεσιών. Με την «παράκαμψη» των τεχνικών υπηρεσιών θα δίνεται «αέρας» για παράκαμψη της νομιμότητας στη δόμηση, στην τήρηση περιβαλλοντικών όρων προστασίας, προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς κλπ, στο όνομα της «επιτάχυνσης» των διαδικασιών αδειοδοτήσεων των επενδύσεων.
ε) Τον κατακερματισμό του χωρικού σχεδιασμού σε όλα τα επίπεδα και στη μεταβίβαση σημαντικών αρμοδιοτήτων από την κεντρική διοίκηση προς τους δήμους, που αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο των διοικητικών και νομοθετικών μεταρρυθμίσεων που προωθήθηκαν την τελευταία 10ετία της οικονομικής κρίσης, με στόχο οι δήμοι να αποτελέσουν ισχυρές μονάδες «τοπικής ανάπτυξης» μέσα από τη μελέτη, διαχείριση και εκτέλεση προγραμμάτων οικιστικής και πολεοδομικής ανάπτυξης.
Πιο συγκεκριμένα, βασική επιδίωξη του Ν.3852/10 (πρόγραμμα Καλλικράτης), αλλά και του Ν.4555/18 (πρόγραμμα «Κλεισθένης Ι») ήταν η μεταβίβαση των πολεοδομικών αρμοδιοτήτων των πρώην Πολεοδομικών Υπηρεσιών των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων στους Δήμους και η δημιουργία των λεγόμενων Υπηρεσιών Δόμησης (ΥΔΟΜ) με αντικείμενο την έκδοση των οικοδομικών αδειών, τον έλεγχο και την επιβολή προστίμων σε αυθαίρετες κατασκευές, τον έλεγχο και την εφαρμογή πολεοδομικών σχεδίων κ.ά.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα έχει φανεί η πλήρης αποτυχία της εφαρμοσιμότητάς τους στο δημοτικό επίπεδο, ενώ οι συγκεκριμένες πολιτικές έχουν εντείνει την απουσία μίας ολοκληρωμένης εφαρμογής του χωρικού σχεδιασμού. Παράλληλα, στο πλαίσιο της προώθησης των επιχειρηματικών συμφερόντων μέσα από συγκεκριμένες αποφάσεις δήμων βλέπουμε την εφαρμογή της διαδικασίας των χορηγιών - δωρεών στην εκπόνηση μελετών κυρίως, αλλά και έργων "ανάπλασης" δημόσιων, κοινόχρηστων χώρων. Με το επιχείρημα της έλλειψης προσωπικού στις υπηρεσίες, της ταχύτητας και της εξοικονόμησης πόρων, ιδιωτικοποιείται ακόμη ένας τομέας με στόχο να παρακάμπτονται και οι όποιες νομικές προϋποθέσεις στοιχειώδους διαφάνειας σε ανάθεση - υλοποίηση μελετών και έργων. Για το πως θα είναι και θα λειτουργεί ο δημόσιος χώρος στις πόλεις αποφασίζουν επιχειρηματίες και ιδρύματα. Πρωταθλητής έχει αναδειχθεί ο δήμος Αθήνας μέσω του προγράμματος "Υιοθέτησε την πόλη σου" που εφαρμόζεται σε σημαντικούς χώρους (λόφος Στρέφη, άλσος Ακαδ. Πλάτωνα, γειτονιά Μετς, κα).
στ) Την ενίσχυση και επέκταση των ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα) στη λειτουργία δήμων και περιφερειών. Η διαχείριση των απορριμμάτων, η πρωτοβάθμια υγεία, η κατασκευή και διαχείριση των σχολικών μονάδων, τα δίκτυα ηλεκτροφωτισμού αποτελούν βασικές πλευρές των έργων που σήμερα υλοποιούνται με ΣΔΙΤ.
ζ) Το μοντέλο διακυβέρνησης σύμφωνα με τις αρχές της Ε.Ε. που συνδέεται με την κοινοτική χρηματοδότηση (εναρμόνιση των περιφερειών με τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ) και τις αναπτυξιακές κατευθύνσεις και τα κριτήρια της, έτσι ώστε οι δήμοι και οι περιφέρειες να μπορούν να ασκήσουν ολοκληρωμένες αναπτυξιακές πολιτικές σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο μέσα από ποικίλους τρόπους όπως η δυνατότητα συμμετοχής σε ευρωπαϊκούς ομίλους εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ).
η) Τη διεύρυνση αρμοδιοτήτων έτσι ώστε να υπάρχει ευχέρεια για να ενισχύουν τους τοπικούς επιχειρηματίες όπως η δυνατότητα να παρατείνεται το ωράριο λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων «μέχρι και τις 6.00 της επόμενης ημέρας» (!) με απόφαση «του κατά τόπον αρμόδιου δημάρχου, μετά από πρόταση του τοπικού εμπορικού συλλόγου» και η δυνατότητα στους δημάρχους να επεκτείνουν το άνοιγμα των καταστημάτων των δήμων τους σε όσες Κυριακές του έτους θέλουν.
- Η οικονομική πολιτική στο τοπικό κράτος
Η πολιτική όσον αφορά τους οικονομικούς πόρους για τη λειτουργία του τοπικού κράτους εντάσσεται στο πλαίσιο της «δημοσιονομικής προσαρμογής» των μηδενικών ελλειμμάτων και των ισοσκελισμένων ή/και πλεονασματικών κρατικών προϋπολογισμών που ισχύει για όλες τις χώρες – μέλη της Ε.Ε. Με αυτό τον κανόνα διαμορφώνονται και οι προϋπολογισμοί δήμων και περιφερειών και κινείται και όλο το πλαίσιο της οικονομικής πολιτικής που ακολουθούν. Το σύνολο των αντιλαϊκών, αντιδραστικών ρυθμίσεων δεν είναι ευκαιριακό, δεν τελειώνει με τη δήθεν “έξοδο από τα μνημόνια” ούτε υφίσταται κάποια ποσοτική χαλάρωση εξαιτίας της πίεσης που προκάλεσαν η πανδημία και η υγειονομική κρίση, αλλά η πιστή εφαρμογή τους θα ελέγχεται από ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ, σε καθεστώς επιτροπείας, μέχρι το 2060.
Οι άξονες εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής είναι :
α) Η μείωση των επιχορηγήσεων που καταβάλλει το κεντρικό κράτος σε δήμους και περιφέρειες, με παράλληλη μετακύλιση αρμοδιοτήτων κάτω από τη σημαία της “αποκέντρωσης”, αποτελεί κεντρικό πυρήνα αυτής της πολιτικής. Τα τελευταία χρόνια, οι λεγόμενοι ίδιοι πόροι (κυρίως προερχόμενοι από δημοτικά τέλη) απογειώθηκαν ξεπερνώντας κατά πολύ τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους (ΚΑΠ) ενώ είναι δέσμευση στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου να αυξάνονται κάθε χρόνο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού, τη διετία 2022-23 τα οικονομικά των ΟΤΑ αναμένεται να παρουσιάσουν έλλειμμα 452 εκ. ευρώ. Ειδικότερα, το έλλειμμα για το 2022 αναμένεται τελικά να διαμορφωθεί σε 304 εκ ευρώ έναντι πρόβλεψης για πλεόνασμα 60 εκ και για το 2023 το έλλειμμα αναμένεται να φθάσει τα 148 εκ.
Είναι επίσης προφανές πως τα οικονομικά των δήμων και των περιφερειών πιέστηκαν περαιτέρω υπό το βάρος της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης αδυνατώντας να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες.
Την ίδια ώρα, οι Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι (ΚΑΠ) υστερούν σημαντικά σε σχέση με τις ανάγκες. Μπορεί μάλιστα να εμφανίζονται αυξημένοι κατά 128 εκ. ευρώ έναντι του 2022 φθάνοντας συνολικά τα 2.788 εκ. ευρώ για το 2023, όμως στην πραγματικότητα η αύξηση αυτή οφείλεται στις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης και στις αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις. Ενώ, σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε, η συνολική χρηματοδότηση προς τους δήμους δε μπορεί να ξεπεράσει τα 3.2 δις ευρώ. Είναι χαρακτηριστικό πως η ονομαστική μείωση των ΚΑΠ από το 2009 μέχρι σήμερα για τους ΟΤΑ α' και β' βαθμού ξεπερνάει το 20%.
Καθηλωμένες παραμένουν από το 2014 και έπειτα οι ΣΑΤΑ (επιχορήγηση για επισκευές, συντηρήσεις και μικρές επενδύσεις), ενώ περιορίζονται σε μηδαμινά κονδύλια οι δημόσιες δαπάνες για σημαντικές ανάγκες (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων -Π.Δ.Ε.), όπως τα αντιπλημμυρικά έργα, η αντιπυρική προστασία, η αντισεισμική θωράκιση και τα κονδύλια για την κοινωνική πολιτική φτάνουν μέχρι τα όρια των περίφημων “δικτύων φτώχειας” συνεπικουρούμενα από τον εθελοντισμό που για το 2023 φθάνουν τα 215 εκ. ευρώ. .
Η μείωση των επιχορηγήσεων επιβλήθηκε με προγράμματα «εξυγίανσης» υπερχρεωμένων δήμων, εφαρμογή δεσμεύσεων, όπως οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί με τη μνημονιακή εντολή να συγκρατούν στα «χαμηλότερα δυνατά επίπεδα τις δαπάνες τους», η απαγόρευση προσλήψεων, η λειτουργία κεντρικών ελεγκτικών οργάνων όπως το «Παρατηρητήριο οικονομικής αυτοτέλειας».
Ταυτόχρονα, οι αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα και η επιβολή νέου χαρατσιού ταφής των απορριμμάτων επιβαρύνουν τα οικονομικά των δήμων, ειδικότερα αυτών στην περιφέρεια που λειτουργούν ΔΕΥΑ και προδιαγράφουν ένα νέο γύρο επίθεσης στο λαϊκό εισόδημα.
Η αποδοχή και εφαρμογή αυτής της κεντρικής πολιτικής από το σύνολο δήμων – περιφερειών οδηγεί σε τρεις δρόμους ταυτόχρονα: α) την ασφυκτική εξάρτηση από το ΕΣΠΑ, β) την ενίσχυση της λειτουργίας και παροχής υπηρεσιών με ιδιωτικο – οικονομικά κριτήρια γ) την ενίσχυση της φορομπηξίας των δημοτών και την εξεύρεση «εξωτερικών» πηγών χρηματοδότησης. Είναι χαρακτηριστική η συζήτηση για είσπραξη του ΕΝΦΙΑ από τους δήμους ως αντιστάθμισμα για την περαιτέρω συρρίκνωση των πόρων από το κεντρικό κράτος, η οποία μάλιστα αιτιολογείται ως κίνηση στα πλαίσια της ενίσχυσης του «αυτοδιοικητικού» χαρακτήρα τους.
β) Τα έκτακτα προγράμματα ενισχύσεων (Ταμείο Ανάκαμψης, Φιλόδημος, Τρίτσης) αποτελούν στην ουσία έμμεσο δανεισμό των υπερχρεωμένων δήμων, δεν καλύπτουν κοινωνικές ανάγκες και ιεραρχημένα έργα υποδομής με βάση τις πραγματικές ανάγκες περιοχών και πόλεων, αλλά αφορούν είτε έργα βιτρίνας είτε έργα όπου η ΕΕ δίνει προτεραιότητα με βάση τις κεντρικές επιλογές για “πράσινη μετάβαση”, για απεξάρτηση από το ρώσικο αέριο, είσοδο του κεφαλαίου σε υπηρεσίες του “κοινωνικού κράτους”, άμεση χρηματοδότηση κερδοφόρων δραστηριοτήτων του (πχ “Διπλή ανάπλαση” μέσω Ταμείου Ανάκαμψης).
γ) Ο ρόλος του ΕΣΠΑ. Το ΕΣΠΑ έχει οργανική σχέση με τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τα μνημόνια διαρκείας. Είναι εργαλείο εφαρμογής της μόνιμης μνημονιακής πολιτικής της ΕΕ. Είναι μοχλός και μέσο για την άμεση και ταχεία επιβολή των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην ελληνική κοινωνία, αξεχώριστο από την αντιδραστική πολιτική της ΕΕ. Στην ουσία χρηματοδοτεί την εφαρμογή της.
Δήμοι και Περιφέρειες έχουν αναλάβει κεντρικό ρόλο στην υλοποίηση των σχεδιασμών του ΕΣΠΑ.
Το ΕΣΠΑ αναδεικνύεται σε σχεδόν αποκλειστική πηγή χρηματοδότησης – και για το τοπικό κράτος - για την υλοποίηση δημόσιων έργων, κυρίως τεχνικών (οδοποιϊες, κτιριακά κ.ά), ψηφιακών, κοινωνικής πολιτικής αλλά και άλλου χαρακτήρα, που χρηματοδοτούνται με τα κριτήρια της επιλεξιμότητας της δαπάνης.
Στην προηγούμενη προγραμματική περίοδο (2014 – 2020), υλοποιήθηκαν περί τα 2.550 με Δικαιούχους Δήμους και Δημοτικές Δομές, αριθμός που αντιστοιχεί στο 36,9% του συνόλου των έργων του ΕΣΠΑ 2014 – 2020. Το γεγονός αυτό έχει επιπτώσεις τόσο στο τι έργα χρηματοδοτούνται, αλλά και ποιοι Οργανισμοί έχουν πρόσβαση σ’ αυτές τις χρηματοδοτήσεις.
Τα κονδύλια της Ε.Ε. κατευθύνονται σε συγκεκριμένους θεματικούς άξονες – προτεραιότητες, οι οποίοι κάθε άλλο παρά δεδομένο είναι ότι ταυτίζονται με τις λαϊκές ανάγκες και προτεραιότητες, προκειμένου να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην περιφέρεια. Κατά την επταετία 2014 – 2020, το 85% των επιλέξιμων δαπανών των Δήμων κατευθύνθηκε στους Θεματικούς Στόχους (ΘΣ), Προστασίας του Περιβάλλοντος και προώθησης της αποδοτικής χρήσης των πόρων (ΘΣ06), προώθησης της κοινωνικής ένταξης και καταπολέμησης της φτώχειας (ΘΣ09) και της υποστήριξης της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (ΘΣ04). Οι δημοτικοί οργανισμοί διέθεσαν τη μερίδα του λέοντος της δημόσιας χρηματοδότησης που έλαβαν στο ΘΣ06.
Έτσι εντείνεται η ένταξη δήμων - περιφερειών στο γενικότερο πολιτικό πλαίσιο της Ε.Ε., αφού προκρίνονται δράσεις επιλέξιμες από την ΕΕ.
Σκεπτόμενοι μόνο την κατάσταση που βιώνει η κοινωνική πλειοψηφία και στους τρεις προαναφερόμενους τομείς, μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί το «αποτύπωμα» που αφήνουν τα συγχρηματοδοτούμενα έργα στις ζωές εργαζομένων, νέων, ανέργων, συνταξιούχων. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι και για έργα κοινωνικά αναγκαία, όπως ένα πάρκο, μία εγκατάσταση διαχείρισης αποβλήτων κ.α., που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ, περιορίζεται δραστικά η κοινωνική τους χρησιμότητα, με δεδομένο ότι η λειτουργία και η συντήρηση αυτών εμπίπτουν στα πλαίσια των περιοριστικών δημοσιονομικών πολιτικών, με αποτέλεσμα τα οφέλη για την κοινωνική πλειοψηφία να περιορίζονται δραστικά κατά τη λειτουργία του έργου.
Επιπλέον θα πρέπει να επισημάνουμε τα έργα των Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων και της Τοπικής Ανάπτυξης με Πρωτοβουλία των Τοπικών Κοινοτήτων, τα οποία εξ’ ορισμού παρεμβαίνουν στο χώρο προκειμένου να τον καταστήσουν καπιταλιστικά πιο ανταγωνιστικό και να προάγουν την επιχειρηματικότητα, περιορίζοντας έτσι τους ελεύθερους χώρους άθλησης, αναψυχής, ερασιτεχνικής δημιουργίας κοκ
Στα παραπάνω τα οποία σχετίζονται με τις κατευθύνσεις που δίνει η ΕΕ για την αξιοποίηση των πόρων, θα πρέπει να προσθέσουμε τις παρεμβάσεις ιδιωτικών συμφερόντων (σύμβουλοι, υπεργολάβοι κλπ) που «ανθίζουν» πέριξ του Τοπικού Κράτους και οι οποίοι «στρέφουν», στο βαθμό που τους αναλογεί, τους πόρους αυτούς σε τομείς που θα ενισχύσουν το καπιταλιστικό κέρδος για ιδιοτελείς, αλλά και όχι μόνο λόγους.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι κοινωνικές υπηρεσίες (εκπαίδευση, προσχολική αγωγή, πρωτοβάθμια υγεία, βοήθεια σε ανθρώπους της τρίτης ηλικίας κ.ά) και τα έργα σχετικά με αυτές, δεν αποτελούν πρώτη προτεραιότητα, με συνέπεια η ποιότητα και η κάλυψη των αναγκών με σύγχρονους όρους να απέχουν πολύ από αυτό που θα έπρεπε να είναι.
Από την άλλη ο ρόλος του ΕΣΠΑ είναι καθοριστικός για μια σειρά από κοινωνικές υπηρεσίες. Η προσχολική αγωγή και η βοήθεια στο σπίτι για τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας, τα Κέντρα Κοινότητας, οι ξενώνες και τα συμβουλευτικά κέντρα για γυναίκες θύματα βίας, κοινωνικά παντοπωλεία και λοιπές δομές αντιμετώπισης της φτώχειας, δομές αστεγίας κτλ. στηρίζονται και εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση και το σχεδιασμό του ΕΣΠΑ με αποτέλεσμα με το τέλος του κάθε προγράμματος να είναι ερωτηματικό το πώς και αν θα συνεχιστούν. Ενώ χαρακτηριστική πλευρά της σημασίας των ΕΣΠΑ είναι ότι είναι πιο άμεση η έγκριση και η διαδικασία πρόσληψης προσωπικού για τα υλοποιούμενα έργα μέσω ΕΣΠΑ.
Επίσης στο πόσα και ποια έργα θα γίνουν τελικά παίζει ρόλο το μέγεθος (βλ. σχετ. στελέχωση υπηρεσιών, διαχειριστική επάρκεια) και η γεωγραφική θέση του Δήμου. Με βάση τα στοιχεία της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου το 92% των δήμων εμφανίζεται να είναι κύριος δικαιούχος σε ένα τουλάχιστον έργο, ενώ κατά μέσο όρο ο κάθε δήμος εμφανίζεται να είναι δικαιούχος 8,5 έργων. Ο αριθμός αυτός περιορίζεται σημαντικά όταν αναφερόμαστε στους 35 (δικαιούχοι 29) Μικρούς Ηπειρωτικούς/Ορεινούς Δήμους, αλλά και στους 34 (δικαιούχοι 18) Μικρούς Νησιωτικούς Δήμους της χώρας, όπου διαμορφώνεται σε 3,9 και 2,4 αντίστοιχα. Έτσι λοιπόν για Δήμους υποστελεχωμένους και απομακρυσμένους από το διοικητικό κέντρο, η λήψη ευρωπαϊκών κονδυλίων περιορίζεται, όπως επίσης και η κάλυψη των κοινωνικών αναγκών με τον ανεπαρκή και προβληματικό τρόπο που αυτά υπόσχονται.
- Η κοινωνική πολιτική στο τοπικό κράτος
Στο επίπεδο της κοινωνικής πολιτικής ως επιλογή αλλά και ως αποτέλεσμα της παραπάνω οικονομικής πολιτικής έχουμε:
- Συρρίκνωση ή διακοπή παροχής ή παροχή έναντι αντιτίμου κρίσιμων κοινωνικών υπηρεσιών όπως, παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί, μεταφορές μαθητών, δημοτικά ιατρεία, ΚΑΠΗ, πρόγραμμα «βοήθεια στο σπίτι», προνοιακές παροχές, κέντρα δημιουργικής απασχόλησης, προγράμματα μαζικού αθλητισμού, δημοτικά ωδεία και άλλες πολιτιστικές δομές, λειτουργία των σχολείων λόγω της υποχρηματοδότησης των σχολικών επιτροπών. Σε μια τροχιά που ξεκινά με τη δοκιμασία λειτουργίας τους (λόγω και των περιορισμών στο ύψος και τη διάρκεια των χρηματοδοτήσεων) και βαίνει στην πλήρη ιδιωτικοποίηση.
- Υποκατάστασή κοινωνικών υπηρεσιών από ευκαιριακές δομές άλλου τύπου και σχετικά ανέξοδης λειτουργίας. Στη θέση των προηγούμενων υπηρεσιών εμφανίζονται σε ορισμένους δήμους «ΚΕΠ δανειοληπτών», «ΚΕΠ υγείας». Αλλά και «Κοινωνικά παντοπωλεία», «Κοινωνικά φαρμακεία», συσσίτια, δομές που παρέχουν ανεπαρκή στήριξη και αναζητούν πόρους σε χορηγούς, σε «ιδιωτική πρωτοβουλία», «φιλανθρωπία» και εργαζόμενους σε «εθελοντές».
- Περιορισμό των όποιων παροχών προς τις εντελώς αδύναμες οικονομικά κατηγορίες της «ακραίας φτώχειας», μέσω των «προγραμμάτων αλληλεγγύης» και της σύνδεσης με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε. (κονδύλια για την αντιμετώπιση της φτώχειας). Ενδεικτική η κοροϊδία με το πρόγραμμα «Στεγαστικής Συνδρομής “ΚΑΛΥΨΗ”» όπου 5 δήμοι των Ανατολικών συνοικιών της Αθήνα συνεργάζονται για να παρέχουν στέγη για 3 χρόνια σε μόλις 8 ευάλωτους ηλικίας 25 έως 39 ετών δικαιούχων του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.
- Εμπορευματοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών και εκχώρηση τους είτε στη λεγόμενη “κοινωνική οικονομία” (Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις – ΚΟΙΝΣΕΠ), είτε σε ΜΚΟ, είτε σε δίκτυα εθελοντισμού, Οι δήμοι, στο όνομα κάλυψης των κενών, γίνονται φορείς δοκιμών του μοντέλου της «κοινωνικής οικονομίας» (3ος τομέας της οικονομίας).
- Μετακύλιση στους κατοίκους του κόστους υπηρεσιών καθαριότητας, δημοτικών έργων.
- Επέκταση της πολιτικής της ανταποδοτικότητας σε μια σειρά από υπηρεσίες επιβάλλοντας το αντίτιμο για την παροχή τους, όπως σε αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες.
- Μείωση έως εξάλειψη έργων προστασίας των ανθρώπων και του περιβάλλοντος, όπως τα αντιπλημμυρικά έργα, η δασική-αντιπυρική προστασία, η αντισεισμική θωράκιση.
- Προώθηση της ιδιωτικοποίησης στη διαχείριση των απορριμμάτων που αποτελεί και σημαντική προτεραιότητα του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών τα τελευταία χρόνια. Και σε αυτό το τοπικό κράτος παίζει καταλυτικό ρόλο καθώς αφενός αναλαμβάνει να λειτουργήσει ως μεσάζοντας των ιδιωτικών συμφερόντων και αφετέρου εξασφαλίζει τη συναίνεση των τοπικών κοινωνιών με τα αμαρτωλά αντισταθμιστικά οφέλη. Βασικές αιχμές της πολιτική αυτής είναι η διατήρηση και επέκταση υπαρχουσών χωματερών, η διαμόρφωση και λειτουργία με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια μεγάλων Μονάδων Επεξεργασίας Αποβλήτων (ΜΕΑ), η προώθηση και ενίσχυση του καρκινογόνου μοντέλου της καύσης απορριμμάτων και η ανταποδοτική λειτουργία της ανακύκλωσης. Με βασικά οικονομικά εργαλεία για τους δήμους την αρχή «Πληρώνω Όσο Πετάω» και την επιβολή του τέλους ταφής στα απόβλητα. Τέλος, με το νέο ΕΣΔΑ (Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων) ολοκληρώνεται η πλήρης ιδιωτικοποίηση μέσω ΣΔΙΤ σε κάθε επίπεδο διαχείρισης απορριμμάτων: τη συλλογή, την επεξεργασία και προφανώς την καύση τους.
- Χωρική πολιτική και τοπικό κράτος
Οι δήμοι και οι περιφέρειες με την χωρική πολιτική που προωθούν αποτελούν σημαντικό γρανάζι στην πολιτική του συστήματος για το χώρο. Συνεχίζοντας την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων και των μνημονίων βλέπουμε ότι τα τελευταία χρόνια προωθείται και εφαρμόζεται ένα πρότυπο χωρικής ανάπτυξης που αποθεώνει την επιχειρηματικότητα χωρίς «γραφειοκρατικά εμπόδια», τις φαστ-τρακ επενδύσεις, ενώ μονιμοποιεί την κατάσταση εξαίρεσης και την πλήρη διευκόλυνση των επενδυτικών σχεδίων με κάθε κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος. Οι μεγάλες επενδύσεις και παρεμβάσεις αφορούν κυρίως σε μια επιλεκτική ανάπτυξη βάσει του τρίπτυχου «τουρισμός, εμπόριο, αναψυχή», οδηγώντας με αυτό τον τρόπο σε έναν έντονο διαχωρισμό των «προνομιακών» περιοχών από τις «υποβαθμισμένες». Παράλληλα, οι λιγοστοί ελεύθεροι χώροι που αποτέλεσαν ανάσα ειδικά για τις πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές την περίοδο της πανδημίας βρίσκονται στη μέγγενη του μηχανισμού της εγκατάλειψης από τους δήμους και της εν συνεχεία εμπορευματοποίησης / επιχειρηματικής εκμετάλλευσης.
Την ίδια στιγμή οι καταστροφικές επιπτώσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της κλιματικής κρίσης έρχονται πλέον με δραματικό τρόπο κάθε χρόνο στο προσκήνιο, ενώ τόσο η κυβέρνηση όσο και το τοπικό κράτος συνεχίζουν τη λογική της αποποίησης των ευθυνών, εντείνοντας τις περικοπές δαπανών, την κατάρρευση της πολιτικής προστασίας και των κοινωνικών υποδομών, την έγκριση έργων χωρίς μέριμνα για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και χωρίς σεβασμό για τη ζωή και την υγεία των κατοίκων, τη διαιώνιση των κακών πρακτικών με στόχο να εξυπηρετηθεί το κεφάλαιο.
- Εργασιακές σχέσεις σε δήμους και περιφέρειες
Το τοπικό κράτος συνεχίζει να αποτελεί πυλώνα στις ελαστικές σχέσεις εργασίας και την εκμετάλλευση. Έχουμε την επέκταση - παγίωση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων μέσω προγραμμάτων «ωφελούμενων ανέργων» (κοινωφελές-55-67, προγράμματα ΟΑΕΔ). Οι Ιδιωτικοποιήσεις κομματιών ή ολόκληρων υπηρεσιών μέσω προβολής της συνεταιριστικής οικονομίας, μέσω δημιουργίας ΑΕ, και συμπράξεων με ΣΔΙΤ κ.α. αποτέλεσαν και αποτελούν κοινή πολιτική γραμμή για όλες τις κυβερνήσεις. Καθαριότητα (σε δεκάδες επαρχιακούς δήμους), Πράσινο (βλέπε δήμο Αθήνας), Ηλεκτροφωτισμός ( στην πλειοψηφία των δήμων με δέσμευση δημοτικών τελών από ιδιωτική εταιρεία για την τοποθέτηση LED), μηχανογράφηση (τελευταίο παράδειγμα στο Χαϊδάρι), μισθοδοσία, υπηρεσίες δόμησης είναι μερικά από τα δεκάδες παραδείγματα εκχωρήσεων υπηρεσιών στον ιδιώτη. Αν σε αυτήν την περιγραφή προσθέσουμε τις εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ που δίνονται σε κάθε δήμο για κάλυψη άλλων υπηρεσιών μέσω των απευθείας αναθέσεων (μέχρι 30 .000 η καθεμία) αντιλαμβανόμαστε ότι η έννοια δημόσιο είναι μόνο για την τεμπέλα.
Παράλληλα και πλάι στα διάφορα προγράμματα ανακύκλωσης της ανεργίας που εφαρμόζονται εδώ και χρόνια ήρθαν να προστεθούν νέες γενιές συμβασιούχων. Κυρίως συμβασιούχοι που προσελήφθησαν αρχικά με τετράμηνες συμβάσεις για να καλύψουν άμεσες ανάγκες με το ξέσπασμα της πανδημίας αλλά τελικά κάλυψαν πάγιες και διαρκείς ανάγκες υπηρεσιών. Στις 31.03.22 έληξαν 2500 συμβάσεις εργαζόμενων που προσλήφθηκαν με το πρόσχημα αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας. Ωστόσο ένα μεγάλο ποσοστό αυτών των εργαζομένων συνεχίζει να εργάζεται μέσα από δικαστικές παρατάσεις κρατώντας τις υπηρεσίες των δήμων όρθιες. Ενώ, σήμερα, συμβασιούχοι όλων των μορφών (παρατασιούχοι, COVID, κοινωφελή προγράμματα, ΕΣΠΑ, ΣΟΧ, ΣΜΕ, πρακτική άσκηση, μαθητεία, 55-67, κοινωφελές πρόγραμμα κλπ) αποτελούν τον πυρήνα των εργαζόμενων σε δήμους και περιφέρειες καλύπτοντας μόνιμα κενά υπηρεσιών, ενώ σε αρκετούς δήμους φτάνουν να αποτελούν το μισό εργατικό δυναμικό επί του συνολικού αριθμού εργαζομένων. Υπάρχουν υπηρεσίες (παιδικοί σταθμοί-κοινωνικές υπηρεσίες) όπου οι συμβασιούχοι καλύπτουν το 60-70% στο σύνολο των εργαζομένων της υπηρεσίας. Άλλωστε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στο σύνολο των υπηρεσιών έχουν να γίνουν από το 2009 με εξαίρεση τις 8 000 περίπου προσλήψεις στον τομέα της καθαριότητας μετά από 20 ημέρες αγώνων με απεργίες και καταλήψεις το 2017. Είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι υπηρεσίες των δήμων προς όφελος των κοινωνικών αναγκών καθώς η συνεχής πίεση, η αυξανόμενη εντατικοποίηση (πάνω από 60 θανατηφόρα «ατυχήματα» τα τελευταία 8 χρόνια), η απαξίωση, η τεράστια έλλειψη προσωπικού και τελικά η εγκατάλειψή τους αποτελούν το δοκιμασμένο σχέδιο για να παραδοθούν στον ιδιώτη.
Γ. Συμπεράσματα που αναδεικνύονται για την παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής-αντιδιαχειριστικής αριστεράς
Με βάση τα παραπάνω αναδεικνύονται τα παρακάτω συμπεράσματα :
- Ενισχύεται ο ρόλος του τοπικού κράτους ως εργαλείο για την προώθηση των αντιλαϊκών πολιτικών, των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, των αναπτυξιακών κατευθύνσεων του κεφαλαίου και των μνημονιακών δεσμεύσεων.
- Μεγαλώνει η εξάρτηση κρίσιμων λειτουργιών και υπηρεσιών από τις χρηματοδοτήσεις της ΕΕ (ΕΣΠΑ, χρηματοδοτικά εργαλεία κλπ) με ανάλογη προσαρμογή τους στις κατευθύνσεις που ορίζουν οι πολιτικές της ΕΕ, ως προς το κόστος και τη μετακύλισή του στο λαό, την εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα και τις εργασιακές σχέσεις.
- Υψώνονται περισσότερα αντιδημοκρατικά εμπόδια για την εκπροσώπηση και παρέμβαση εντός των συμβουλίων των κινήσεων της αντικαπιταλιστικής-αντιδιαχειριστικής αριστεράς και την προβολή θέσεων που αναδεικνύουν τις ανάγκες και στόχους πάλης της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας.
- Αποδυναμώνονται ακόμη περισσότερο αντιλήψεις που βλέπουν στους δήμους τη δυνατότητα άσκησης φιλολαϊκής πολιτικής, απλά μέσω αλλαγής συσχετισμών και εκλογής φιλολαϊκών δημοτικών αρχών. Τα ιδεολογήματα περί “αποκέντρωσης σε θεσμούς πιο κοντά στο λαό”, “λαϊκής συμμετοχής” και “ελέγχου από την κοινωνία των πολιτών” έχουν κύριο στόχο αφ' ενός να χρυσώσουν το χάπι της αντιλαϊκής πολιτικής, που θα ενταθεί και σε επίπεδο τοπικού κράτους και αφ' ετέρου να ενσωματώσουν τις κοινωνικές αντιστάσεις, φιλοδοξώντας να καταστήσουν την κοινωνική εργαζόμενη πλειοψηφία παθητικό συνεταίρο στην εφαρμογή πολιτικών εναντίον των δικών της συμφερόντων και υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου.
- Αναδεικνύεται ακόμη πιο έντονα η ανάγκη λαϊκής συλλογικής οργάνωσης τόσο για τη διεκδίκηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων όσο και για να σπάσει η προσπάθεια η θεσμική λειτουργία δήμων και περιφερειών να θωρακιστεί από το λαϊκό παράγοντα.
- Προβάλει πιο επιτακτικά η ανάγκη σύνδεσης της πάλης σε τοπικό επίπεδο με τη συνολική πάλη του εργατικού και λαϊκού κινήματος και των στόχων πάλης σε ένα δήμο ή περιφέρεια με την πάλη απέναντι στην εκάστοτε κυβέρνηση και το επιτελικό κράτος για την ανατροπή των αντιλαϊκών πολιτικών.
- Χρειάζεται ιεραρχηθεί πιο ψηλά η αντιπαράθεση με την άμεση εμπλοκή του κεφαλαίου, το μοντέλο του υπερ-κομματικού δήμαρχου-περιφερειάρχη manager, το τοπικό πολιτικό σύστημα και άλλες μορφές εξουσίας (πχ. Εκκλησία).
- Είναι κρίσιμο στοιχείο της πάλης για τις λαϊκές εργατικές ανάγκες, η εναντίωση στην ΕΕ, τις πολιτικές της και οι προώθηση της ανάγκης για ρήξη και αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ.
Επιτροπή για θέματα πόλης-χώρου-περιβάλλοντος του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
Ιούνιος 2023