Απόφαση της ΠΕ του ΝΑΡ: Για τα εκλογικά αποτελέσματα 21 Μάη και την παρέμβαση στις εκλογές στις 25 Ιούνη

 

Βασικά σημεία από την Απόφαση της ΠΕ του ΝΑΡ και του ΚΣ της νΚΑ

Συνεδρίασε στις 27 Μάη η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση καθώς και το Κεντρικό Συμβούλιο της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση, με θέμα την εκτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων της 21ης Μάη 2023, το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται και την παρέμβαση του ΝΑΡ, της ν.Κ.Α. και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην επικείμενη εκλογική μάχη στις 25 Ιουνίου 2023.

Όπως τονίζεται στην Απόφαση της ΠΕ "Παίρνουμε μέρος και σε αυτή την εκλογική μάχη στις 25 Ιουνίου, με στόχο να πετύχουμε νέα σημαντική άνοδο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εκτιμώντας ότι παρά τις υπαρκτές δυσκολίες διαμορφώνεται ένα νέο τοπίο στην αριστερά στο οποίο η αντίληψη του αντικαπιταλιστικού αγώνα και του προγράμματος ανατροπής μπορεί να ενισχυθεί σημαντικά." 

 Η ΠΕ του ΝΑΡ και το ΚΣ της νΚΑ καλούν σε μαζική ψήφο στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ για να ενισχυθεί η δύναμη:

- της αριστερής ανατρεπτικής αντιπολίτευσης σε κεφάλαιο, κυβέρνηση, ΕΕ και ΝΑΤΟ

- του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και προοπτικής, σε αντίθεση με τις δυνάμεις της "ρεαλιστικής προσαρμογής" και της "παραπομπής στο μέλλον"

- της ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς και του μετώπου της.

Αντιμετωπίζουμε τα απαράδεκτα κοινοβουλευτικά διλήμματα που βάζουν άλλες δυνάμεις.

Για την εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος

Αναλυτικότερα, σχετικά με την εκτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων και τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων που διαμορφώνεται, η Απόφαση της ΠΕ και του ΚΣ αναφέρει (Βασικά αποσπάσματα της απόφασης):

1. Συνολικά έχουμε ένα αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα που διαμορφώνει έναν δύσκολο πολιτικό συσχετισμό για τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα, με μια νεοσυντηρητική αναδιάταξη (ακροδεξιά – νεοφιλελεύθερη ΝΔ, Κεντρώο – Σημιτικό ΠΑΣΟΚ, Πασοκοποίηση και αστική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, τεχνοκρατική σοσιαλδημοκρατία της ΕΕ το ΜΕΡΑ 25). Ωστόσο, δεν συμφωνούμε με καταστροφικές εκτιμήσεις καθώς: α) ένα τμήμα των ψήφων της Ν.Δ. δεν είναι ψήφοι αποδοχής της πολιτικής της και θα τεθούν σε δοκιμασία τόσο λόγω των μεγάλων προβλημάτων διαβίωσης του λαού που παραμένουν όσο και της νέας επίθεσης που έρχεται την οποία θα προωθήσει η νέα κυβέρνηση της ΝΔ και μπορούν να αλλάξουν σε επόμενη στροφή, β) υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία, μέσα στην εργατική τάξη, το λαό και τη νεολαία δυνάμεις που κάτω από άλλες κινηματικές και πολιτικές προϋποθέσεις μπορούν να αλλάξουν το σημερινό σκηνικό.

Παράλληλα, δεν μας βρίσκει σύμφωνους μια εκτίμηση που αντιμετωπίζει τη νίκη της ΝΔ ως «κάλπικη», «ψεύτικη» κλπ, η οποία ως τέτοια υποτιμά το βάθος και την ποιότητα της πολιτικής, ιδεολογικής και οργανωτικής δουλειάς που χρειάζεται για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και της μαχόμενης αριστεράς.

Οι εκλογές της 21ης Μάη και η πορεία προς αυτές πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ένα αρκετά «βουβό» και αντιφατικό κλίμα. Αμέσως μετά το ξέσπασμα του κινήματος για το έγκλημα των Τεμπών και τις απεργιακές και άλλες κινητοποιήσεις του Μάρτη, το τοπίο άλλαξε ριζικά, με κυρίαρχο και δεσπόζον στοιχείο την επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση. Το όλο εκλογικό σκηνικό ήταν κυρίως τηλεοπτικό και διαφημιστικό, με λιγότερες κλασικού τύπου συγκεντρώσεις και κόσμο στο δρόμο, με μικρότερη πολιτική εξόρμηση και ζωντανή παρέμβαση στο πεδίο από τα μεγάλα κόμματα, με ηλεκτρονική και επικοινωνιακή κυρίως καμπάνια. Δεν έγινε δυνατή, ούτε από το κίνημα και τις ζωντανές του δυνάμεις, ούτε από εμάς η επιδίωξη να πάμε με αγωνιστικό κλίμα και γεγονότα προς τις κάλπες, βάζοντας στο κέντρο της αντιπαράθεσης τα ζητήματα που κυριάρχησαν το αμέσως προηγούμενο διάστημα (Τέμπη-ιδιωτικοποιήσεις, ακρίβεια, μισθοί, κ.α.).

Συνολικά, πρέπει να αναλύσουμε και να μελετήσουμε το εκλογικό αποτέλεσμα και στα πλαίσια της αντιδραστικής αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος που έχουμε εκτιμήσει ότι διαμορφώνεται διεθνώς, η οποία παίρνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και εκφράσεις σε κάθε χώρα, έχει όμως ως κοινό πυρήνα την ολοκλήρωση βαθύτερων αναδιατάξεων στα κόμματα, τους θεσμούς εξουσίας και την δημόσια πολιτική, ώστε να μπορούν να υπηρετηθούν ομαλά και απρόσκοπτα τα στρατηγικά προτάγματα του κεφαλαίου σε μια περίοδο οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων, όξυνσης των ανταγωνισμών και της διαμόρφωσης νέων γεωστρατηγικών και γεωπολιτικών συσχετισμών. Στην κατεύθυνση αυτή αλλάζει ο πολιτικός χάρτης σε πολλές χώρες με σημαντικές αναδιατάξεις δυνάμεων, εμφάνιση νέων, αλλαγές συμμαχιών και ρόλων. Δεν είναι καθόλου μακριά οι εξελίξεις και οι αντίστοιχες εκλογικές αναμετρήσεις στην Τουρκία, την Ιταλία, τη Πορτογαλία, την Ουγγαρία αλλά και τη Χιλή και μια σειρά ακόμα χώρες, με τα γνωστά αποτελέσματα, οι οποίες είχαν ως κοινό χαρακτηριστικό, ανάμεσα στα άλλα και την ενίσχυση των δυνάμεων που ήδη ήταν στην εξουσία.

2. Η απόδοση της ΝΔ στις εκλογές της 21ης Μάη μπορεί να προκαλεί έκπληξη, ωστόσο υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που στη σύνδεση τους το ερμηνεύουν. Είναι αποτέλεσμα:

α) Της επίδρασης στην Ελληνική κοινωνία των μεγάλων αντιδραστικών μετασχηματισμών της περιόδου των μνημονίων με το ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στο έδαφος της ήττας και της υποχώρησης του αντιμνημονιακού κινήματος τόσο με την αστική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ και την κυβερνητική του εμπειρία όσο και με τη γενικότερη αδυναμία των ταξικών δυνάμεων να αποτρέψουν την υποχώρηση και την ήττα. Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η ενίσχυση των τάσεων υποταγής σε τμήματα της εργατικής τάξης και το χτύπημα της δυνατότητας αντιπαράθεσης με το TINA (δεν υπάρχει εναλλακτική), που με τη σειρά του οδηγεί σε προσαρμογή στο υπάρχον και τη μείωση των λαϊκών προσδοκιών.

β) Της αξιοποίησης από την μεριά της ΝΔ της πανδημίας με τη επιβολή του καθεστώτος της καραντίνας, με αποτέλεσμα την αποδιάρθρωση των συλλογικοτήτων του κινήματος και της αριστεράς. Η κυβέρνηση της ΝΔ εφάρμοσε ένα ευρύ κατασταλτικό πλαίσιο ελέγχου της κοινωνίας στο όνομα της αντιμετώπισης της πανδημίας, με ταυτόχρονη χρηματοδότηση του μεγάλου και μεσαίου κεφαλαίου. Καλλιέργησε τη λογική της ατομικής ευθύνης που χρησιμοποιείται ευρέως σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα (ενεργειακό, φωτιές, κλπ). Αποδεικνύεται ότι η περίοδος της πανδημίας ισχυροποίησε τη ΝΔ ως ικανού κυβερνητικού διαχειριστή που αντιμετώπισε «εξωγενείς» παράγοντες. Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συναινετική του στάση και το «θα λογαριαστούμε μετά» ενίσχυε την ουσία της πολιτικής της ΝΔ ως άξιου διαχειριστή. Η ΝΔ αξιοποίησε ανάλογα και τις άλλες κρίσεις όπως του προσφυγικού, των Ελληνοτουρκικών και του πολέμου στην Ουκρανία, επενδύοντας τόσο στο ευρύ εθνικιστικό ρεύμα που υπάρχει στην Ελληνική κοινωνία, όσο και στην ανάγκη «σταθερότητας» που αγγίζει λαϊκά στρώματα.

γ) Οργάνωσε με εργαλείο το κρατικό χρήμα ένα πρωτοφανές δίκτυο υποστήριξης στα ΜΜΕ, μοιράζοντας χρήμα όχι μόνο στα μεγάλα κανάλια των ολιγαρχών αλλά και στη «θάλασσα» των ιστοσελίδων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Συνολικά η ΝΔ έχει την υποστήριξη ισχυρών κέντρων του κεφαλαίου και των καθεστωτικών ΜΜΕ, γιατί προχώρησε ακόμη και τις παραμονές των εκλογών στις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις που ζητά το κεφάλαιο. Προώθησε κοινωνικές συμμαχίες με χρήση του κρατικού μηχανισμού, εκφράζοντας μια γραμμή σταθερής κυβερνητικής υλοποίησης της πολιτικής κεφαλαίου, ΕΕ και ΝΑΤΟ, η οποία δεν αμφισβητήθηκε από ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κ.α.

δ) Εκμεταλλεύτηκε την ποσοτική χαλάρωση των μέτρων της ΕΕ λόγω του Covid ακολουθώντας μια πολιτική επιδοτήσεων, τόσο και κυρίως του μεγάλου κεφαλαίου, αλλά και του μεσαίου όπως και μικροαστικών τμημάτων, με επίδραση και σε τμήματα της εργατικής τάξης (διαφύλαξη θέσεων εργασίας και μισθών, πολιτική επιδομάτων σε συνθήκες φόβου συνολικότερης χειροτέρευσης και ανασφάλειας για το αύριο), ενώ με τις προεκλογικές εξαγγελίες για αυξήσεις στους μισθούς και διορισμούς χάιδεψε τα αυτιά τμημάτων της εργατικής τάξης. Παράλληλα πολλοί εργοδότες άσκησαν έντονους εκβιασμούς και πιέσεις στους εργαζόμενους για ψήφο στη ΝΔ ώστε «να έχουν αύριο τη δουλειά τους».

ε) Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε την ηγεμονία – κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας και των βασικών δογμάτων της (αγορά, κέρδος, ανταγωνιστικότητα, ΕΕ, ΝΑΤΟ, συναίνεση, εθνική ενότητα), καθώς και τάσεις επιστροφής σε παραδοσιακά καταφύγια τύπου «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια».

ζ) Όμως όλα τα παραπάνω δεν θα είχαν σε καμία περίπτωση το πολιτικό αποτέλεσμα που είχαν αν δεν υπήρχε η μεγάλη σύγκλιση και συμφωνία στις βασικές πολιτικές θέσεις μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ που ανέδειξε τη ΝΔ ως αυθεντικό εκφραστή της αστικής πολιτικής. Ο λαϊκός κόσμος προτίμησε το πρωτότυπο αντί για τα αντίγραφα και τα κακέκτυπα. Προτίμησε την «δυσμενή σταθερότητα» από μία πρόταση που δεν του υπόσχονταν καμία ουσιαστική καλυτέρευση, που δεν τόλμησε καν να μιλήσει για αυξήσεις στους μισθούς και επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων!

η) Καταλυτικό στοιχείο αποτέλεσε η αδυναμία να συγκροτηθεί πολιτικά ουσιαστική αντιπολίτευση στην επέλαση της ΝΔ, ιδίως αριστερή ανατρεπτική εργατική αντιπολίτευση, η οποία θα άλλαζε το πολιτικό σκηνικό.

Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν πολύ σημαντικές μάχες στο εργατικό κίνημα -σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα- και σε όλους τους τομείς της ζωής (περιβάλλον, δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, κ.λπ.) δεν μπόρεσαν να συνολικοποιηθούν, να αποκτήσουν πολιτική στόχευση. Στις περισσότερες των περιπτώσεων έμειναν στα αιτήματα του κλάδου, άλλες φορές εγκλωβίστηκαν σε μια ρηχή "αντιδεξιά" ή και "αντιμητσοτακική" κατεύθυνση, με ευθύνη συγκεκριμένων δυνάμεων. Το ανεπαρκές αυτό πολιτικό περιεχόμενο των αγώνων που έγιναν, με σοβαρή ευθύνη όλων των εκδοχών της Αριστεράς (και στο μέτρο που αναλογεί και δική μας) και η συνολική κατάσταση του εργατικού-λαϊκού κινήματος, που παρά τα σημαντικά ξεσπάσματα του το τελευταίο διάστημα (Τέμπη, καλλιτέχνες, άλλοι εργατικοί και κλαδικοί αγώνες), δεν δείχνει ικανό να επιβάλει κατακτήσεις υπέρ των λαϊκών συμφερόντων, έπαιξε ρόλο και στην πολιτική-εκλογική συμπεριφορά του κόσμου.

3. Το αποτέλεσμα της ΝΔ (40,79% από 39,85% το 2019) σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της πληθώρας των ακροδεξιών ρευμάτων-ψηφοδελτίων που σε αυτές τις εκλογές πήραν το 10,39%, από 7,62% το 2019, διαμορφώνει εκλογικά – πολιτικά έναν ευρύτερο χώρο, ένα ρεύμα δεξιάς και ακροδεξιάς πολιτικής που ξεπερνά το 50% του εκλογικού σώματος που πήγε να ψηφίσει.

Η εμφάνιση της ακροδεξιάς είναι εξαιρετικά ανησυχητική, με την άνοδο ακροδεξιών, θρησκόληπτων, ρατσιστικών, εθνικιστικών και φασιστικών σχηματισμών που αυτοτελώς εμφανίστηκαν στις εκλογές και που μαζί με την «Ελληνική λύση» και την ενισχυμένη ακροδεξιά, φασίζουσα πτέρυγα της ΝΔ χρειάζονται ισχυρό μέτωπο και αντιπαράθεση.

Τα ακροδεξιά πολιτικά ρεύματα-δυνάμεις στηρίζονται και ανανεώνονται διαρκώς από τα ρεύματα του εθνικισμού, του ρατσισμού, του σεξισμού, της θρησκοληψίας και του ανορθολογισμού. Ενισχύονται αθρόα από κέντρα του συστήματος (ανοιχτή υποστήριξη της ΝΙΚΗΣ από την εφημερίδα sport time και το συγκρότημα Σαββίδη, την εκκλησία, το Mega, κλπ). Ωστόσο, μπροστά στις εκλογές της 25ης Ιούνη τροποποιείται η στάση κέντρων του συστήματος απέναντι τους στο όνομα της κοινοβουλευτικής σταθερότητας και της ισχυρής αυτοδυναμίας της Ν.Δ.

Η αντιμετώπισή τους δεν έρχεται μέσα από την συμπαράταξη με το αστικό δημοκρατικό τόξο και νομικές παρεμβάσεις, αλλά κρίνεται στην πολιτικοποίηση των αγώνων, στην παρέμβαση και τους δεσμούς με την εργατική τάξη και στη συνολική αντιπαράθεση με τον εθνικισμό, τη θρησκοληψία, τον ανορθολογισμό, δηλαδή από την ανάπτυξη ενός νέου κομμουνιστικού διαφωτισμού, που θα σφραγίσει την κοινωνία και τη νέα γενιά με τα οράματα του νέου ανθρωπισμού, της ισότητας, της ελευθερίας των ανθρώπων.

Την ίδια στιγμή μια σειρά από πατριωτικά, αντιεμβολιαστικά ρεύματα αλλά και η αρχηγική «Πλεύσης Ελευθερίας», η οποία βάσει των απόψεων που προέβαλε κατατάσσεται στο πατριωτικό τόξο, καταλαμβάνουν συνολικά ένα 5,62%. Η «Πλεύση» πριμοδοτήθηκε ανοικτά από αστικά κέντρα και την ακροδεξιά για να αναδειχτεί, σε μια νύχτα, με ιδιαίτερο ρόλο στην αντεργατική αναδιαμόρφωση/επίθεση του αστικού πολιτικού συστήματος αξιοποιώντας την προηγούμενη της διαδρομή.

Υπήρξε σημαντική αύξηση, περίπου 500.000 ψηφοφόροι από τις εκλογές του 2019, στα κόμματα που έμειναν εκτός βουλής, στοιχείο που υπογραμμίζει την αντιδημοκρατική ουσία του εκλογικού νόμου και την απάτη της λεγόμενης απλής αναλογικής, στην πράξη νοθευμένης, με το όριο-κόφτη του 3%, καθώς το 16% των ψήφων δεν εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο.

4. Ο ΣΥΡΙΖΑ υφίσταται συντριπτική ήττα παρά την τετραετή υπεραντιδραστική διακυβέρνηση της ΝΔ. Το γεγονός ότι δεν καταφέρνει να διαμορφώσει αντιπολιτευτικό ρεύμα ούτε καν απέναντι στη «χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης», όπως συνήθιζε να λέει, φανερώνει το αδιέξοδο μιας απόλυτα συναινετικής, συστημικής, κοινοβουλευτικού τύπου, αντιπολίτευσης. Εξ’ άλλου ήταν πολύ νωρίς να ξεχαστούν τα κυβερνητικά μνημονιακά πεπραγμένα του. Η σύμπλευση του με την ΝΔ σε σειρά συνδικάτων (π.χ. ΟΛΜΕ, ΜΜΕ, κ.α.) και τα διαπιστευτήρια που έδινε ότι μπορεί να τιθασεύσει τις κοινωνικές αντιστάσεις και εκρήξεις σε ανεκτά για το σύστημα όρια, χαρακτήρισαν την αντιπολίτευση που άσκησε και προδιέγραφαν την πολιτική που θα εφάρμοζε ως κυβέρνηση. Ο εγκλωβισμός εντός του κυρίαρχου πλαισίου του κεφαλαίου και της ΕΕ, έπεισε πλατιά λαϊκά στρώματα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική και τελικά ενίσχυσε την κυβέρνηση της ΝΔ που υλοποιεί με τον πιο καθαρό τρόπο αυτή την πολιτική. Είναι πρωτοφανής «επιτυχία» του ΣΥΡΙΖΑ να καταφέρνει να πέφτει δραματικά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να ανεβαίνει το κυβερνητικό κόμμα! Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα εκλογικά αποτελέσματα του ΣΥΡΙΖΑ σε μια σειρά εργατικές λαϊκές περιοχές και σε παραδοσιακά προοδευτικές περιφέρειες, στις οποίες πλέον είναι πρώτη η ΝΔ.

Παράλληλα φαίνονται δυνατότητες παραπέρα αναβάθμισης του ρόλου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ το οποίο πλέον διεκδικεί και το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η συστηματική προσπάθεια για αναμόρφωση του χώρου της κλασικής ευρωπαϊκής αστικής σοσιαλδημοκρατίας, μαζί με την ανοιχτή στήριξη κέντρων και των αστικών ΜΜΕ στην προβολή της «επιστροφής» του ΠΑΣΟΚ θα συνεχιστούν και οι διεργασίες στον λεγόμενο «χώρο της κεντροαριστεράς» θα διαμορφώσουν νέες συνθήκες και συσχετισμούς, ως αναγκαία στηρίγματα και εφεδρείες του αστικού πολιτικού συστήματος και της προσπάθειας ανασυγκρότησής του στα πλαίσια της κρίσης του. Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ παραμένει φθαρμένο στον κόσμο και για αυτό δεν θα είναι εύκολο σε αυτή τη φάση να πάρει από το ΣΥΡΙΖΑ τη πρωτοκαθεδρία στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας.

Το αποτέλεσμα αποτελεί ήττα και για τη συνεργασία του ΜΕΡΑ25 με ΛΑΕ-ΑΡΑΣ που προσπάθησε σε αυτή την εκλογική μάχη να επαναλάβει την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ του 2015, πολιτική που και τότε αποτέλεσε στρατηγική ήττας με τη γνωστή «ρεαλιστική ανυπακοή», δηλαδή με προτάσεις που "ορκίζονταν" ότι μπορούν να βρεθούν λύσεις μέσα στην ευρωζώνη, καταλήγοντας τελικά σε έναν ουτοπικό «ανθρώπινο καπιταλισμό».

Το ΜΕΡΑ 25 έπαιξε έναν εξαιρετικά αρνητικό ρόλο, γελοιοποιώντας την έννοια της ρήξης και ειδικότερα σε σχέση με την ευρωζώνη και την ΕΕ. Παρουσίασε μια "ρήξη" στην ουσία της συστημική και ευρωπαϊκή (άρα μη ρήξη) και παράλληλα αλλοπρόσαλλη. Έδωσε τη δική του συμβολή στο ΤΙΝΑ, έχοντας «διμέτωπο» απέναντι «στον κρατισμό και την ολιγαρχία», (όπως και το ΚΚΕ), πρότεινε τη δήθεν κατάργηση των τραπεζών μέσω ενός συστήματος πληρωμών και άυλου ευρώ με την… ευλογία της ΕΚΤ, κατάργησης της «ιδιοκτησίας» και της αγοράς μέσω μοιράσματος μετοχών στους εργάτες με την ευλογία… των καπιταλιστών. Αυτή η καρικατούρα «ρήξης» καταδικάστηκε. Τέλος, ούτε η προβολή της ενότητας και ενός νέου, «ανοιχτού» και «πλατιού» μετώπου έδωσαν εκλογικά καύσιμα στον σχηματισμό αυτό.

Η «δίδυμη» πτώση ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ 25 δεν έγινε επειδή ο κόσμος γενικά και αόριστα «φοβήθηκε τη ρήξη», αλλά επειδή η λογική μιας θολής και υποτιθέμενης «άμεσης απάντησης» μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο της αστικής πολιτικής και με «αντιδεξιά» ή και «αντιμητσοτακική» ρητορεία (στο όνομα της «πλατιάς, μαζικής γραμμής»), χωρίς πρόγραμμα και ορίζοντα ρήξης με τις κεντρικές επιλογές της κυρίαρχης πολιτικής, είναι καταδικασμένη να συντριβεί στα βράχια της πραγματικότητας.

5. Η ενισχυμένη εκλογική παρουσία του ΚΚΕ, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής και κινηματικής του παρέμβασης, της πολιτικής και οργανωτικής του συγκρότησης και της αδυναμίας σταθερής και ισχυρής πολιτικής παρέμβασης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και εμφάνισης με μαζικούς όρους μιας σύγχρονης κομμουνιστικής αναφοράς και προοπτικής.

Το ΚΚΕ καταγράφει μια τάση αριστερής αντιπολίτευσης εργαζομένων και νεολαίας. Ωστόσο, περισσότερο από ποτέ στην έως τώρα προεκλογική του καμπάνια περιορίστηκε σε ένα πρόγραμμα «μη χειροτέρευσης» της θέσης των εργαζόμενων. Υπήρξε εμφανής απουσία ενός συνεκτικού τακτικού πλαισίου πολιτικών ανατρεπτικών στόχων πάλης στο όνομα της απόρριψης του εξωραϊσμού του καπιταλισμού (όπως η πάλη για εθνικοποιήσεις, ή η ανάδειξη των αστικών ανταγωνισμών και των πολεμικών κινδύνων). Μίλησε περισσότερο από ποτέ για «επιστημονικό πρόγραμμα διακυβέρνησης-εξουσίας», χωρίς επανάσταση και συντριβή του αστικού κράτους. Όμως, η εμπειρία αυτής της εκλογικής μάχης δείχνει καθαρά ότι η έλλειψη ενός άμεσου πολιτικού προγράμματος ρήξης με τις κεντρικές επιλογές στο σήμερα (έστω και με «κομμουνιστική φιλολογία») δεν συγκροτεί ανθεκτικό πολιτικό ρεύμα. Το ΚΚΕ μπορεί να εμφανίζεται και να κερδίζει ως «ασφαλής επιλογή» μιας «υπαρκτής αριστεράς» στις αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές, όχι όμως και ως δύναμη που τελικά συμβάλει πραγματικά στο ανέβασμα της ικανότητας της εργατικής τάξης και των υπολοίπων εργαζομένων για απελευθερωτική πάλη και προγραμματική ανασυγκρότηση της κομμουνιστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς.

6. Είναι γεγονός ότι την προηγούμενη περίοδο εκφράστηκε μαζική κοινωνική δυσαρέσκεια και καταδίκη της κυβερνητικής πολιτικής με πολύμορφους αλλά αναντίστοιχους με την επίθεση εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες. Ωστόσο όπως αποδεικνύεται η κοινωνική δυσαρέσκεια και οι αγώνες , ακόμη και οι πιο μαζικοί, δεν μετατρέπονται εύκολα και γραμμικά σε αριστερό πολιτικό ρεύμα, πολύ περισσότερο σε αριστερό ανατρεπτικό πολιτικό ρεύμα. Ένας τέτοιος μετασχηματισμός έχει πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις που δεν διαμορφώνονται με τροποποιητικές διαχειριστικές πολιτικές, ούτε με πολιτικά «κόλπα», άλλα ούτε και με εξαγγελίες «εξέγερσης». Απαιτείται πολιτικοποίηση και ανατρεπτική λογική στην ανάπτυξη των αγώνων και προβολή συνολικής αντικαπιταλιστικής πολιτικής τακτικής, ανώτερη οργάνωση του αγωνιζόμενου κόσμου, συγκρότηση μαζικής κομμουνιστικής οργάνωσης και αντικαπιταλιστικού μετώπου, επεξεργασία και πειστική προβολή μέσα στο λαό του σχεδίου της αντικαπιταλιστικής ανατροπής.

Το πρόσφατο παράδειγμα του κινήματος των Τεμπών χρήζει βαθύτερης συζήτησης. ‘Ένας μεγάλος αγώνας που συγκίνησε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους έκλεισε άδοξα με ευθύνη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και του ΠΑΜΕ και με τη πολιτική κάλυψη όλων των κομμάτων του πολιτικού συστήματος, δεξιών, αριστερών και κεντρώων, χωρίς να μπορούν οι δυνάμεις που εξέφραζαν την ανάγκη συνέχισης και κλιμάκωσης του να αποτρέψουν έστω εν μέρει την εξέλιξη αυτή. Δεν κυριάρχησε ένας πολιτικός στόχος (πχ. δημόσιος ενιαίος σιδηρόδρομος) αλλά το γενικό και αόριστο «να τιμωρηθούν οι ένοχοι». Η δυνατότητα συζήτησης μέσα στο κόσμο γύρω από τα μεγάλα ζητήματα που αναδείχτηκαν (δημόσιο, ιδιωτικό, κοινά αγαθά) ακυρώθηκε με αποτέλεσμα ο κόσμος που μπήκε στη πάλη να βγει από αυτή χωρίς να γίνουν τα βήματα που μπορούσαν να γίνουν στη πολιτική του συνείδηση. Παραμένει ερώτημα η πολιτική και εκλογική στάση αυτού του κόσμου όπως και αντίστοιχα των καλλιτεχνών αλλά και άλλων αγώνων.

7. Για το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Δώσαμε με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ τη μάχη των εκλογών από θέσεις υπεράσπισης του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και του αναγκαίου μετώπου της επαναστατικής αριστεράς και με την πολιτική τακτική που διαμόρφωσε η 5η συνδιάσκεψή της. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προέβαλε κρίσιμους πολιτικούς στόχους αναμέτρησης και ανατροπής της αστικής πολιτικής, των αστικών κυβερνήσεων και των κομμάτων τους, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Αναδείχθηκε, στα πλαίσια των τωρινών συσχετισμών, πως μόνο μια Αριστερά που ισχυροποιεί τη συνολική αντικαπιταλιστική φυσιογνωμία μπορεί να σταθεί απέναντι στην ολομέτωπη επίθεση του συστήματος. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε τη μάχη με την «κυβέρνηση της ΝΔ και τη συναίνεση» βάζοντας απέναντι το σύνολο του πολιτικού συστήματος, σε αντίθεση με τις δυνάμεις που επεδίωκαν τον εγκλωβισμό της απλά και μόνο στην «αντιδεξιά» γραμμή.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμμετείχε στην εκλογική αναμέτρηση αντιμετωπίζοντας τον καλπονοθευτικό εκλογικό νόμο με τον αντιδημοκρατικό κόφτη του 3%, τις θεωρίες της «χαμένης ψήφου», λογοκρισία και αποκλεισμούς από τα ΜΜΕ και τα πολλαπλά οικονομικά εμπόδια για την παρέμβαση της εργατικής και ανατρεπτικής Αριστεράς. Σε αυτές τις συνθήκες η σχετική εκλογική της βελτίωση (0,54% και 31.746 ψήφοι) αποτυπώνει τη στήριξή της από αγωνίστριες και αγωνιστές της αριστερής πτέρυγας του εργατικού-λαϊκού κινήματος και της ριζοσπαστικής νεολαίας, καθώς και όσων αγωνιούν για την επαναστατική αριστερά.

Η μικρή αυτή βελτίωση (+8.500 ψήφοι, 36% αύξηση από τις βουλευτικές εκλογές του 2019) έχει ιδιαίτερη αξία μέσα στις συνθήκες που εξελίχθηκε, με την προσπάθεια απαξίωσής της και ακύρωσης της αντικαπιταλιστικής φυσιογνωμίας της και υποταγής της σε νεορεφορμιστικά πολιτικά σχέδια, αλλά και με πιέσεις περιορισμού του πολιτικό - εκλογικού αγώνα σε λογικές αντιδεξιού- αντιμητσοτακικού χαρακτήρα. Εμπόδιο αποτέλεσε το ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προέρχονταν από μια μεγάλη περίοδο αποσυγκρότησης και πολιτική παράλυσης, με φαινόμενα αποχώρησης μιας ακόμη από τις οργανώσεις της και της υποχώρησης ενός δυναμικού της.

Είναι γεγονός ότι μέσα από την εκλογική μάχη επανασυσπειρώθηκε ένα δυναμικό και κερδήθηκε νέος κόσμος, όπως και είναι γεγονός ότι μετά από πολύ μεγάλο διάστημα απευθυνθήκαμε πλατιά και πολιτικά στον κόσμο του αγώνα και ευρύτερα στο λαό και τη νεολαία. ΑΝΤΑΡΣΥΑ ψήφισε ένα δυναμικό της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής αριστεράς, ένα κομμάτι του κόσμου του αγώνα, ένα κομμάτι του κόσμου άλλων οργανώσεων και ρευμάτων που δεν κατέβηκαν στις εκλογές και μια μικρή μερίδα κόσμου που επέλεξε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως την πιο κατάλληλη ψήφο διαμαρτυρίας.

Σημαντικό τμήμα των αγωνιστών αυτών ψήφισε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ με κριτικό τρόπο και σοβαρό σκεπτικισμό. Σαν ΝΑΡ έχουμε συνείδηση αυτού του γεγονότος αναγνωρίζουμε τα προβλήματα και το μερίδιο των ευθυνών που μας αντιστοιχεί και αναλαμβάνουμε την υποχρέωση μετά τις εκλογές να συμβάλλουμε σε μια πλατιά συζήτηση στον αριστερό κόσμο για την ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής αριστεράς, στην πορεία για τον πόλο της.

Συνολικά, στις γενικότερες συνθήκες και με τις πιέσεις που δέχτηκε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αύξηση των ψήφων της είναι ένα θετικό βήμα με βάση την κατάσταση της το προηγούμενο διάστημα και τα γνωστά προβλήματα. Παρόλα αυτά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παραμένει σε μικρά ποσοστά, τέτοια που δεν σηματοδοτούν ακόμη μια δυναμική ανάπτυξης, συσπείρωσης και ανώτερου πολιτικού ρόλου της στο κίνημα και την αριστερά.

Το βασικό ζητούμενο για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι η συμβολή της, πρώτα απ’ όλα εκεί που υπάρχει και δρα, στους σκληρούς ταξικούς αγώνες που έρχονται και σε ένα πιο ευρύ και ταυτόχρονα πιο συνεκτικό μέτωπο της ανεξάρτητης, ανυπότακτης αντικαπιταλιστικής επαναστατικής αριστεράς, που να συνενώνει το σύνολο των μαχόμενων δυνάμεων που θέλουν να σταθούν απέναντι στην αστική επίθεση σε αντικαπιταλιστική πάντα βάση και δε βολεύονται στα πολιτικά όρια της κοινοβουλευτικής αριστεράς και των ρεφορμιστικών πολιτικών σχεδίων.

Σχετικά με τις εκλογές στις 25 Ιουνίου 2023 και την παρέμβαση τους ΝΑΡ, της νΚΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η απόφαση υπογραμμίζει τα παρακάτω:

8. Στο επόμενο διάστημα το κεφάλαιο με την κυβέρνηση της ενισχυμένης ΝΔ θα επιδιώξει να προχωρήσει σε επιτάχυνση της αλλαγής στο αστικό πολιτικό σύστημα, για στερέωση και βάθεμα των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων με βάση τα χαρακτηριστικά του φονικού, ανάλγητου και ολοκληρωτικού καπιταλισμού αλλά το κοινωνικό πεδίο θα παραμένει καυτό.

Έχει πλέον τροποποιηθεί ο χαρακτήρας των εκλογών της 25ης Ιούνη. Με το θέμα της κυβέρνησης να εμφανίζεται λυμένο το κεντρικό ζήτημα είναι το αν θα υπάρξει αντιπολίτευση και τι είδους, το αν θα υπάρξει μια σφήνα στο πολιτικό σύστημα. Οι συνθήκες δηλαδή της νέας εκλογικής μάχης βρίσκονται πιο κοντά στο κεντρικό στίγμα που υπηρετήσαμε ως ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην προεκλογική περίοδο. Για αυτό το λόγο και κυρίως για να υπηρετήσουμε από τώρα και πολιτικά την αναγκαία εργατική ανατρεπτική αντιπολίτευση με μια ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά, είναι απολύτως αναγκαία η συμμετοχή μας στις εκλογές της 25ης του Ιούνη.

9. Τι στόχο έχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε αυτές τις εκλογές; Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βάζει στόχο να πετύχει ένα ακόμα καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα σε αυτές τις εκλογές για να ενισχυθεί η δύναμη:

- της αριστερής ανατρεπτικής αντιπολίτευσης σε κεφάλαιο, κυβέρνηση, ΕΕ και ΝΑΤΟ

- του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και προοπτικής, σε αντίθεση με τις δυνάμεις της "ρεαλιστικής προσαρμογής" και της "παραπομπής στο μέλλον"

- της ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς και του μετώπου της.

Στη βάση αυτών των πολιτικών στόχων και της αναγκαιότητας, αντιμετωπίζουμε αποφασιστικά τα απαράδεκτα κοινοβουλευτικά διλήμματα που βάζουν άλλες δυνάμεις για κοινοβουλευτική τους ενίσχυση. 

....

Το επιχείρημα της αποτροπής των 180 βουλευτών για την «αναθεώρηση του Συντάγματος» δεν ισχύει. Πρώτον, γιατί η αναθεώρηση θα γίνει από την επόμενη βουλή, και δεύτερο, γιατί την συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να την ψηφίσει και με το ΠΑΣΟΚ ή και την ακροδεξιά, που συμφωνούν.

Τη λογική της αντιμητσοτακικής - αντιδεξιάς και αντί-ακροδεξιάς ψήφου η οποία αντικειμενικά καταλήγει στην υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και της ρεφορμιστικής αριστεράς. Η δεξιά και η ακροδεξιά μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από ένα ρωμαλέο εργατικό κίνημα και μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική αριστερά.

Η λογική της «θυσίας» της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και κάθε άλλης μαχόμενης δύναμης με ανεκτίμητη συνεισφορά στο κίνημα και την συγκρότηση μιας άλλης σύγχρονης επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς, είναι καταστροφική για το κίνημα και πρέπει ο αριστερός κόσμος να της γυρίσει την πλάτη.

Θέτουμε με ένταση το ζήτημα της ανεξάρτητης συγκρότησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ενάντια στα κοινοβουλευτικά κριτήρια.

Εκτιμάμε ότι ο στόχος της βελτίωσης του εκλογικού μας αποτελέσματος είναι εφικτός γιατί:

- η ψήφος στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν κατά κύριο λόγο συνειδητή και όχι διαμαρτυρίας.

- γιατί η αντοχή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι όρος για την ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, δεδομένου ότι εκ των πραγμάτων αναδείχθηκε στην κύρια δύναμη της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής αριστεράς, στον μοναδικό της «εκπρόσωπο» σε αυτή την δύσκολη διπλή εκλογική μάχη.

- γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΜΕΡΑ 25 λόγω της πολιτικής τους φυσιογνωμίας έχουν μπει σε διαδικασία κρίσης και αποσυσπείρωσης, διαδικασία που θα συνεχιστεί και θα ενταθεί στην πορεία προς τις εκλογές.

Αποτελεί απαράδεκτο και χυδαίο κοινοβουλευτικό εκβιασμό στηριγμένο στην καλπονοθευτική ενισχυμένη αναλογική και την ύπαρξη του αντιδημοκρατικού ορίου του 3% η εκλογική στρατηγική ΣΥΡΙΖΑ (αντιδεξιός, αντιμητσοτακικός δημοκρατικός συναγερμός) που επιχειρεί να εγκλωβίσει κόσμο του κινήματος με τη θεωρία ότι η μόνη «χρήσιμη ψήφος» είναι στη δική του συναινετική, αστική κοινοβουλευτική αντιπολίτευση και αντίστοιχες εκκλήσεις από άλλες δυνάμεις για κοινοβουλευτική τους ενίσχυση.

10. Ψηφίζουμε ΑΝΤΑΡΣΥΑ γιατί:

  1. Παλεύει με βάση το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα της εποχής μας γιατί είναι αυτό που μπορεί να βελτιώσει πραγματικά τη ζωή του λαού σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα των μισθών, της δουλειάς, της υγείας, της παιδείας, των λαϊκών ελευθεριών, της αντιμετώπισης του φασισμού και της κατάργησης των διακρίσεων.
  2. Έχει πολιτική σύγκρουσης με την πολιτική του κεφαλαίου, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τις κυβερνήσεις τους, χωρίς να αναβάλει τη σύγκρουση για το όταν και αν θα «ωριμάσουν» οι συνθήκες και χωρίς να επιστρέφει στην χρεοκοπημένη λογική των «λύσεων» μέσα στα όρια της ΕΕ, της ΕΚΤ, του συστήματος. Οι συνθήκες ωριμάζουν με τον αποφασιστικό πολιτικό αγώνα του λαού.
  3. Παλεύει για τη συγκρότηση ενός ρωμαλέου πολιτικού εργατικού κινήματος που θα επιβάλει κατακτήσεις υπέρ των εργαζομένων και της νεολαίας στο σήμερα.
  4. Τολμά να βρεθεί χωρίς δισταγμούς από τη πρώτη ημέρα ενάντια στη ΝΔ, τη συναίνεση και την όποια κυβέρνηση προκύψει, όπως βρέθηκε στη πρώτη γραμμή των αγώνων όλου του προηγούμενου διαστήματος ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα και η ενίσχυση της θα αποτελέσει στήριγμα στην οργάνωση της λαϊκής και νεολαιίστικης πάλης, τους αποφασιστικούς αγώνες στα χέρια των εργατών, την ισότιμη κοινή δράση την αμέσως επόμενη ημέρα των εκλογών.
  5. Γιατί παλεύει για μια άλλη αριστερά, να αλλάξουνε τα πράγματα στην αριστερά ώστε να αλλάξουν και στη κοινωνία. Γιατί δοκιμάστηκαν και απέτυχαν τόσο οι λογικές της κυβερνητικής και διαχειριστικής αριστεράς που προπαγανδίζουν μια ρήξη μέσα στο κυρίαρχο πλαίσιο όσο και οι λογικές της ρήξης χωρίς ανατρεπτικό σχέδιο, που τις κρίσιμες στιγμές γυρνάει την πλάτη στον λαό (όπως το ΚΚΕ το 2015 και άλλες φορές). Είναι καιρός να «δοκιμαστεί» η αντικαπιταλιστική, επαναστατική αριστερά.
  6. Για την προοπτική μιας άλλης εργατικής εξουσίας - δημοκρατίας και την απελευθερωτική κομμουνιστική κοινωνία και όχι την αναβίωση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Γιατί τα πράγματα αλλάζουν με επαναστάσεις όχι με τον κοινοβουλευτικό δρόμο.
  7. Γιατί η ενίσχυσή της αποτελεί προϋπόθεση για την ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής/ επαναστατικής αριστεράς, τη συγκρότηση όλων των δυνάμεων που θέλουν να συγκρουστούν με την πολιτική κεφαλαίου-ΕΕ και τις κυβερνήσεις τους στοχεύοντας να ανοίξουν δρόμους για μια άλλη κοινωνία.

Τέλος, η ΠΕ του ΝΑΡ και το ΚΣ της νΚΑ συζήτησαν για τη συμβολή του Φεστιβάλ Αναιρέσεις στις 9-10-11 Ιούνη, 15 ημέρες πριν τις εκλογές, σε Αθήνα, Πάτρα και Θεσσαλονίκη στη μαζική πολιτική εξόρμηση στη νεολαία και τον κόσμο της αριστεράς και του κινήματος, που χρειάζεται να στηριχθεί από το σύνολο του δυναμικού των οργανώσων του ΝΑΡ και της νΚΑ.

 

Creative Commons License    Το narnet.gr στηρίζει το ελεύθερο λογισμικό
Αυτό το έργο χορηγείται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial-ShareAlike 3.0 Ελλάδα