Ρωγμές στην πολιτική εκπροσώπηση, θωράκιση του πολιτικού συστήματος και εργατική πολιτική

Εισηγητική ομιλία του σ. Γιάννη Ελαφρού, μέλους της ΠΕ του ΝΑΡ, στον 3ο κύκλο της Προσυνεδριακής Διημερίδας του ΝΑΡ για τον σύγχρονο ελληνικό καπιταλισμό, Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017. 

θέμα 3ου κύκλου της διημερίδας: "Ρωγμές στην πολιτική εκπροσώπηση, θωράκιση του πολιτικού συστήματος και εργατική πολιτική"

Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλες και φίλοι

Εντυπωσιακή ήταν η παρέμβαση Ντάιλσελμπλουμ την προηγούμενη Κυριακή: «θαυμάζω τον Α. Τσίπρα», «Εκλογές το 2019», μήνυμα σταθερότητας. Και χθες ο Σόιμπλε είπε πως η Ελλάδα είναι σε καλό δρόμο και πως η εμπιστοσύνη επιστρέφει…

Πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα με την πολιτική κρίση να σαρώνει στην Ισπανία, στη Γερμανία τα δύο μεγάλα κόμματα να έχουν πάρει το χαμηλότερο ποσοστό τους, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα σχεδόν σε όλη την ΕΕ να έχουν πάθει ΠΑΣΟΚοποίηση, δηλαδή τάση για συρρίκνωση, μοιάζει με σύντομο ανέκδοτο

Στο βαθμό που η καπιταλιστική κρίση δεν ξεπερνιέται, η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης θα είναι ο σιαμαίος αδελφός της.

Η ΕΕ και το κεφάλαιο υποστηρίζουν με όλες τους τις δυνάμεις την επιβολή πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, για την απρόσκοπτη κλιμάκωση του αντιλαϊκού σφαγείου και της μεγάλης αντιδραστικής αστικής αναδιάρθρωσης.

Η σταθερότητα στην Ελλάδα, που αναδείχθηκε σε αδύνατο κρίκο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αποτελεί το πολιτικό ιερό δισκοπότηρο που αναζητά η ολιγαρχία, εγχώρια και διεθνής.

Κι άλλες φορές το επιχείρησαν, με Παπανδρέου, Παπαδήμο και τρικομματική Σαμαρά, είχαν όμως βαριές απώλειες.

Κύματα αμφισβήτησης και αγώνα δημιούργησαν μεγάλες ρωγμές στο σκηνικό της αστικής πολιτικής εκπροσώπησης:

Το ΠΑΣΟΚ είχε πάρει 3.012.000 ψήφους στις βουλευτικές του 2009. Το Σεπτέμβρη του 2015 πήρε 341.000, μαζί με τη ΔΗΜΑΡ (που είχε πάρει 386.000 ψ. τον Μάιο του 2012)

Η ΝΔ από 2.295.000 το 2009 πήρε 1.526.000 το Σεπτέμβρη του 2015, ενώ τον Μάιο του 2012 έπιασε αρνητικό ρεκόρ (1.192.000).

Κόμματα εξαφανίστηκαν, όπως το ΛΑΟΣ (386.000 το 2009, 182.000 κι εκτός βουλής το 2012), η ΔΗΜΑΡ, ενώ το Ποτάμι έγινε ξερός παραπόταμος του κέντρου.

Πλήθυναν και οι σκιές του εκλογικού χάρτη (όπως και ο κόσμος που περιθωριοποιείται, μένει άνεργος κλπ. χωρίς να ταυτίζονται μηχανιστικά τα δύο φαινόμενα). Καταγράφεται μια διαρκής αύξηση του ποσοστού αποχής στις εκλογές: Σεπτέμβρης 2009 25,85%, Ιούνης 2012 37,85%, Γενάρης 2015 36,06% (καθώς υπήρχε η αίσθηση ότι «κάτι παίζεται»), απογείωση της αποχής το Σεπτέμβρη 2015 με 43,84%, όπως και των άκυρων-λευκών ψηφοδελτίων 2,42%.

Παρά τις πολιτικές ρωγμές όμως οι συστημικές δυνάμεις κατάφεραν να προωθήσουν την μνημονιακή αστική επίθεση, να εμπεδώσουν το αντιδραστικό καθεστώς της επιτροπείας και της καπιταλιστικής βαρβαρότητας

Για να αντιμετωπιστεί η εργατική λαϊκή δυναμική κινητοποιήθηκαν πολλαπλές πλευρές της αστικής κυριαρχίας, σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο, που δεν πρέπει να ξεχνούμε όταν σχεδιάζουμε πολιτικά και τις οποίες παρουσιάζουμε στις Θέσεις:

Κεντρικό ρόλο έπαιξε η ΕΕ και οι θεσμοί/μηχανισμοί της, το ΔΝΤ και οι άλλοι υπερεθνικοί μηχανισμοί του κεφαλαίου (ΟΟΣΑ), το καθεστώς της επιτροπείας, της τρόικας, και ο τρόπος που αυτά εντάσσονται στον εσωτερικό συσχετισμό, στο εσωτερικό πολιτικό οπλοστάσιο.

Γιατί το «καθεστώς της επιτροπείας αποτελεί θεσμική συμπύκνωση των συμφερόντων του κοινωνικού-πολιτικού συνασπισμού που προωθεί την ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού και όχι κάτι εξωγενές προς τον ελληνικό καπιταλισμό, που του επιβάλλεται από δυνάμεις πέραν αυτού· αποτελεί ασφαλιστική δικλείδα και κοινό εκμεταλλευτικό ''τόπο'' όλων των κεφαλαίων που αντλούν ή πραγματώνουν υπεραξία στον/από τον ή μέσω και του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού αλλά και μορφή αποτύπωσης του ηγεμονικού ρόλου κάποιων απ’ αυτά τα κεφάλαια», σημειώνουμε στις Θέσεις. «Πρόκειται για μια για μια σύγχρονης μορφής δικτατορία ξένου και εγχώριου κεφαλαίου και πολιτικών θεσμών που συμπυκνώνουν-αποτυπώνουν την εξουσία-κυριαρχία του», συμπληρώνουμε.

Αποτελεί έκφραση στην Ελλάδα, σε υπερθετικό βαθμό, της γενικότερης τάσης του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού στην εποχή μας.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ενισχύεται το αστικό κράτος, με τον κατασταλτικό του ρόλο που μετατράπηκε σε σιδερένια φτέρνα όταν χρειάστηκε (αστυνομία, μηχανισμοί παρακολούθησης, στρατός κλπ.), με τους διάφορους πολιτικούς θεσμούς του σε κεντρικό αλλά και τοπικό επίπεδο (ο ρόλος περιφερειών και δήμων αναβαθμίζεται κλπ.), με την οικονομική βία που ενισχύεται τρομερά (κατασχέσεις, φορολεηλασία), αλλά και με την προσπάθεια οικοδόμησης κοινωνικών συμμαχιών υπέρ του κεφαλαίου και ιδεολογικής – πολιτιστικής εξαχρείωσης.

Η εργοδοσία και η απευθείας παρέμβαση της αστικής τάξης, είτε σε επίπεδο επιχείρησης (την είδαμε πολύ έντονα την περίοδο του δημοψηφίσματος), είτε πολύ περισσότερο κεντρικά με τους θεσμούς της (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ κλπ.), τα αστικά ΜΜΕ κλπ., που παρά τη φθορά τους, βλέπουμε τη μάχη που δίνουν για να τα ανασυγκροτήσουν, αξιοποιήσουν, μοιράσουν κλπ.

Αλλά και με διάφορες άλλες πλευρές: ιδεολογικούς μηχανισμούς, μεγάλες αθλητικές ομάδες (ποδοσφαίρου και μπάσκετ), ΜΚΟ, εθελοντικά δίκτυα.

Αλλά και άλλοι ισχυροί θεσμοί του κατεστημένου, όπως η Εκκλησία.

Ο αστικοποιημένος συνδικαλισμός στα εργατικά στρώματα (ιδιαίτερος ο ρόλος της YES EE), αλλά και στα μεσαία, όπως οι επιστημονικοί σύλλογοι, τα επιμελητήρια κλπ.

Με το επικίνδυνο ρεύμα του νεοφασισμού – νεοναζισμού (Χρυσή Αυγή κλπ.), του εθνικισμού (που προσπαθεί να δώσει στις λεηλατημένες υπάρξεις στην εποχή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας το αίσθημα του συνανήκειν), του ρατσισμού –

Με την ευρύτερη πολιτιστική – ιδεολογική – αξιακή κυριαρχία του κεφαλαίου, που όσο κι αν αμφισβητήθηκε δεν κλονίστηκε, δεν πήρε το προβάδισμα η τάση χειραφέτησης, παρέμεινε η κυριαρχία της τάσης υποταγής.

Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη έπαιξε η κυριαρχία μέσα στην ευρύτερη λαϊκή κίνηση και κινητοποίηση της διαχειριστικής και ρεφορμιστικής λογικής του ΣΥΡΙΖΑ (από πριν το 2015), η οποία παρέμενε σταθερά ενταγμένη στο «δυτικό πλαίσιο» (ΕΕ, ΝΑΤΟ) και στο συστημικό πεδίο, δίνοντας τελικά τη δυνατότητα να περάσει εύκολα στην άμεση εξυπηρέτηση, προώθηση και κλιμάκωση της αστικής μνημονιακής πολιτικής με την ανάληψη της διακυβέρνησης.

Ειδικά με την πραξικοπηματική κατάργηση του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα και την υπογραφή του 3ου μνημονίου διαμόρφωσε όρους παραλυτικού σοκ και μαζικής απογοήτευσης σε ευρύτερα εργατικά λαϊκά στρώματα.

Σημειώνουμε όμως και έχει σημασία για τη συζήτησή μας, πως αναδύθηκε ένα «δυναμικό που αναζητά τις βαθύτερες αιτίες της ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ, πιο ολοκληρωμένες, ανατρεπτικές και στρατηγικές απαντήσεις για το ''τι να κάνουμε'' (ενάντια στο αστικό ΤΙΝΑ), φτάνοντας στην εκτίμηση πως μέσα στην ευρωζώνη και την ΕΕ, χωρίς σύγκρουση και ρήξη με το κεφάλαιο και το σύστημα, δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική βελτίωση της ζωής των εργαζομένων».

Άρα για να συζητήσουμε για την όποια παραπέρα πορεία, απαιτείται βαθιά τομή, με πρώτο όρο την «αποσυριζοποίηση» της Αριστεράς.

Βαθιά ρήξη με τις λογικές όπως «μπορούμε και μέσα στο ευρώ και την ΕΕ», διαταξική αντιμνημονιακή ενότητα «ενάντια στους ξένους και τους διεφθαρμένους», «πρώτα παραγωγική ανασυγκρότηση και μετά να φάει ψωμί ο κόσμος», «ψηφίστε για αριστερή κυβέρνηση να μας βγάλει από τα μνημόνια», αλλά κι ευρύτερα εκλογικά μέτωπα σωτηρίας, με το κίνημα και τον λαό στον καναπέ.

Απαιτείται διαζύγιο με αυτές τις λογικές και όχι αναπαραγωγή τους, έστω και με αριστερό λίφτινγκ, όπως κάνει η ΛΑΕ. Απαιτείται όμως και υπέρβαση της αδιέξοδης και άγονης λογικής του ΚΚΕ, που αρνείται ένα κίνημα και μέτωπο αντικαπιταλιστικής ανατροπής και την άμεση διεκδίκηση αναγκαίων πολιτικών στόχων (όπως η έξοδος από την ΕΕ), στο όνομα μιας ασαφούς λαϊκής εξουσίας, με κέντρο την κυριαρχία του κόμματος.

Απαιτείται βαθιά αυτοκριτική προσέγγιση της δράσης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΝΑΡ και οι Θέσεις της ΠΕ για το 4ο Συνέδριο ανοίγουν τη συζήτηση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το 3ο μνημόνιο γίνεται η βασική συγκολλητική ύλη για να κλείσουν οι ρωγμές, για να ανασυγκροτηθεί και επανασταθεροποιηθεί σε αντιδραστική βάση το πολιτικό και κομματικό σκηνικό.

Κατεύθυνση «διαμόρφωσης ενός νέου διπολισμού: από τη μια η νέα μνημονιακή σοσιαλδημοκρατία με κέντρο τον ΣΥΡΙΖΑ και τις όποιες συμμαχίες του (π.χ. με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ), από την άλλη η νεοφιλελεύθερη Νέα Δημοκρατία με τους συμμάχους της (κυρίως από το χώρο του «Μένουμε Ευρώπη»).

«Στο δίπολο αυτό και στα διλήμματά του γίνεται ήδη προσπάθεια να ακρωτηριαστεί η εργατική, λαϊκή και νεολαιίστικη αντίσταση, διεκδίκηση και νέα απαιτητικότητα», σημειώνουν οι Θέσεις. Κι έχει σημασία αποφασιστικά και χωρίς ταλάντευση να το απορρίψουμε και να το επιστρέψουμε στους στους κατασκευαστές του! ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ και λοιπές μνημονιακές δυνάμεις μαζί ψηφίσαν το 3ο μνημόνιο, μαζί προωθούν μια νέα ευρω-συναίνεση, μαζί θα καταδικαστούν από το λαό.

Ρόλο μπαλαντέρ διεκδικεί ο σχηματισμός του ακραίου κέντρου (και όχι του ανοικτού κέντρου), ένα κόμμα του «κέντρου» αλλά των κέντρων, με την επιστράτευση από τις δυνάμεις του συστήματος όλων των ενδιάμεσων κομμάτων, πολιτευτών κλπ. σε ένα ραντεβού στα τυφλά, τελικά στα ίδια και επί τα αυτά της μνημονιακής πολιτικής.

Στο έδαφος αυτό επιδιώκεται να διαμορφωθεί μια νέα συναίνεση. Οι πρόσφατες παρεμβάσεις Τσίπρα – Μητσοτάκη, στη ΔΕΘ και αλλού, πέρα και πίσω από τις άσφαιρες αντιπαραθέσεις και καταγγελίες (που θυμίζουν την εποχή του παλιού δικομματισμού ΠΑΣΟΚ – ΝΔ) αναδεικνύουν όλο και περισσότερο μια ταύτιση απόψεων γύρω από το τρίπτυχο:

ευρωπαϊκός μονόδρομος – δημοσιονομικός Προκρούστης – ενθάρρυνση της επιχειρηματικής ανάπτυξης, πρώτα και κύρια των μεγάλων επιχειρήσεων – «επενδύσεων», πάνω στα συντρίμμια των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων και αναγκών, του περιβάλλοντος (και των αρχαίων).

Διαμορφώνεται έτσι μια νέα συναίνεση, που θεωρεί δεδομένη και απαρασάλευτη την παραμονή της Ελλάδας στη φυλακή της ΕΕ του διαρκούς ευρωμνημονίου και την κυριαρχία του κεφαλαίου, και ομνύει σε μια ανάπτυξη («δίκαιη», «βιώσιμη», «μεγάλη» ή τι άλλο), που θα έρθει με βάση τις επενδύσεις του κεφαλαίου, τα συμφέροντά του και τους νόμους της αγοράς. Βλέπουμε μια φιλοεπιχειρηματική πλειοδοσία ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ.

Σε αυτή τη νέα αγοραία συναίνεση, οι ψευδεπίγραφοι διαχωρισμοί «Αριστεράς – Δεξιάς» θα υπάρχουν, περισσότερο όμως ως δόλωμα ψηφοθηρίας.
Τα συμφέροντα και οι ανάγκες του κόσμου της εργασίας (και της ανεργίας) όχι μόνο θα απουσιάζουν όλο και περισσότερο, όχι μόνο θα γίνονται καύσιμη ύλη για το τζετ του ανταγωνισμού, αλλά θα είναι «παρελθόν», «καθυστέρηση», «πρόβλημα».

Πάνω στο έδαφος αυτής της νέα συναίνεσης θα διαμορφώνονται στο μέλλον οι πολιτικές εξελίξεις, με μια βεντάλια πολιτικών και κυβερνητικών επιλογών ανάλογα και με τις ανάγκες του συστήματος. Στο πλάνο αυτό εντάσσεται πλήρως ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έχει περάσει στη σφαίρα της αστικής πολιτικής. Αποδεικνύεται πως η μνημονιακή του διακυβέρνηση δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου οδυνηρού συμβιβασμού που θα ξεπεραστεί, αλλά πλήρης ένταξη στην κυρίαρχη πολιτική.

Σημειώνουμε στις Θέσεις: «Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αποτελεί κυβέρνηση αστική, προώθησης, κλιμάκωσης, εμπέδωσης και ιδιότυπης – επικίνδυνης δικαιολόγησης των αντιδραστικών αντεργατικών αναδιαρθρώσεων (μνημονιακών και άλλων), εχθρική προς το λαό και το μαζικό κίνημα, που καμία σχέση δεν έχει με την Αριστερά, παρά μόνο τη ζημιά που προκαλεί με το να την επικαλείται. Συνεχίζει και βαθαίνει την αντεργατική επίθεση».

Με αυτή την έννοια απαιτείται ολοκληρωμένη και κατά μέτωπο αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνησή του, επιδίωξη αποφασιστικής ήττας της πολιτικής του και ανατροπής του από τα κάτω και από τα αριστερά.

Να συναντηθούμε με τον κόσμο που τον στήριξε και τον ψήφισε στους αγώνες ενάντια στην πολιτική του κι εκεί να τον κερδίσουμε στο κίνημα και στην αντικαπιταλιστική Αριστερά. Δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο ρεφορμιστικό κόμμα, που ανήκει στην Αριστερά κλπ.

Η τάση διαμόρφωσης και επιβολής μιας νέας αντιδραστικής συναίνεσης δημιουργεί νέες δυσκολίες και δυνατότητες στο εργατικό κίνημα και την αντικαπιταλιστική Αριστερά και εγείρει νέες απαιτήσεις.

Οι νέες δυσκολίες προκύπτουν από την τάση το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων και των μηχανισμών της κυρίαρχης πολιτικής (π.χ. ΜΜΕ) να προωθούν με διαφορετικούς τρόπους την ίδια πολιτική ατζέντα και να εμβαθύνουν το αστικό ΤΙΝΑ. Π.χ. δεν μπορεί να υπάρξει δουλειά και ψωμί, χωρίς πρώτα να έχει μεγάλο κέρδος ο εργοδότης, ο επιχειρηματίας που «ταλαιπωρείται» σε αυτό τον τόπο.

Δημιουργούνται όμως και νέες δυνατότητες, καθώς η σύγκλιση των εκδοχών της κυρίαρχης πολιτικής σε μια κοινή κατεύθυνση μακριά από τις εργατικές λαϊκές ανάγκες, δημιουργεί το έδαφος για να αναδειχθεί η εργατική πολιτική, ως αντίπαλο δέος.

Πρώτος όρος είναι η αυτοτέλεια, η ανεξαρτησία της εργατικής πολιτικής. Κι επειδή γίνεται λόγος για διεκδίκηση της εθνικής ανεξαρτησίας, είναι γνωστή η θέση μας για το ζήτημα αυτό, θεωρούμε πως το σύνθημα αυτό δεν μπορεί να εκφράσει το σύγχρονο απελευθερωτικό περιεχόμενο, θέλουμε να υπογραμμίσουμε την αναγκαιότητα πρώτα και κύρια να κατακτηθεί η εργατική – λαϊκή ανεξαρτησία από την κυρίαρχη, από την αστική πολιτική.

Κι έτσι μπορεί να εκφράσει βαθύτερα τα εργατικά συμφέροντα, να ενοποιήσει, τα συμφέροντα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και των μεσαίων που συνθλίβονται, το κρίσιμο και καθοριστικό κοινωνικό πρόβλημα, την ανατρεπτική αντιΕΕ ταξική απάντηση στα σύγχρονα εθνικά και δημοκρατικά προβλήματα που αποκτούν όλο και βαθύτερα αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, για την απελευθέρωση από το καθεστώς της επιτροπείας και της καπιταλιστικής λεηλασίας, από τα δεσμά του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου και της συμμαχίας τους.

Αυτό απαιτεί από την μαχόμενη Αριστερά να αναβαθμίσει την ανατρεπτική της διάσταση. Ξεχωρίζουμε σήμερα τρεις πλευρές:

Καταρχήν, με τον άμεσο προσανατολισμό στα εργατικά και φτωχά λαϊκά στρώματα και τα προβλήματά τους. Στη νέα εποχή δεν θα πάει μακριά μια Αριστερά των αμφιθεάτρων και των λόγων, απαιτείται μια μαχόμενη Αριστερά εκεί που ζει, αγωνίζεται, αγωνιά, ματώνει, ο κόσμος της εργασίας, εκεί που πέφτει και πρέπει να τον στηρίξουμε για να σηκωθεί.

Αυτό σημαίνει πως τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα και δικαιώματα πρέπει να έρθουν μπροστά, ενάντια στη νέα επιχειρηματική – ευρωμνημονιακή δικτατορία, χωρίς να μένει σε μια ρηχή αντιμνημονιακή ρητορεία και να σαγηνεύεται από λογικές ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης εντός του καπιταλισμού.

Το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο και πολιτικό πρόγραμμα πάλης, λέμε στις Θέσεις, «δεν είναι πολυτέλεια ούτε σημαία διαχωρισμού, είναι εργατικοί-λαϊκοί στόχοι αναγκαίοι για την αντιμετώπιση των πιο καυτών εργατικών και λαϊκών αναγκών. Πώς μπορούν να αυξηθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας με μείωση του χρόνου εργασίας, να πληρωθούν οι εκατοντάδες χιλιάδες απλήρωτοι εργαζόμενοι ή οι απολυμένοι χωρίς αποζημίωση, πώς μπορούν να τεθούν ξανά σε κίνηση εγκαταλελειμμένες από τους επιχειρηματίες παραγωγικές μονάδες αν δεν χάσει το κεφάλαιο σε κέρδη, πλούτο, ιδιοκτησία και τελικά εξουσία;»

Δεύτερο, με την εμβάθυνση της αντιΕΕ λογικής, καθώς όπως σημειώνουν και οι Θέσεις, «η πάλη κατά της ΕΕ και για την έξοδο από την ευρωφυλακή των λαών αναδεικνύεται σε κρίκο της πολιτικής αντιπαράθεσης στην Ελλάδα και σε λυδία λίθο της αριστερής πολιτικής, καθώς συμπυκνώνει τον κοινωνικό/ταξικό αγώνα, τη δημοκρατική πάλη και την ανάγκη της απελευθέρωσης από το καθεστώς της επιτροπείας».

Τρίτο, μιλάμε για μια Αριστερά ανατρεπτική – όχι διαχειριστική, που δεν θα εγκλωβίζεται στην αναζήτηση κυβερνητικών δρόμων διαχείρισης, αλλά θα στρέφεται στο άνοιγμα, με την εμπειρία των μαζών ενός σύγχρονου επαναστατικού δρόμου, με βάση το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης (αυτό που η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ονομάζει μεταβατικό), έχοντας ως στρατηγικό GPS μια σύγχρονη κομμουνιστική στρατηγική.

Με βάση αυτά, προτείνουμε στις Θέσεις ο πυρήνας της επαναστατικής τακτικής στις σημερινές συνθήκες να είναι «η πάλη για το ψωμί – δουλειά – ειρήνη – ελευθερία της εποχής μας, για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της κλιμακούμενης αντεργατικής, πολεμικής και αντιδραστικής εκστρατείας του κεφαλαίου, που έχει στόχο την αντιλαϊκή ανασυγκρότηση του συστήματος.

Για την επιτάχυνση της συγκρότησης του επαναστατικού υποκειμένου και με στόχο την προσέγγιση της επανάστασης». Η πολιτική όμως δεν είναι εκφορά προγραμμάτων, συνθημάτων ή ιδεών. Είναι πρώτα απ’ όλα μάχη υλική, είναι συσχετισμός δυνάμεων και πάλη για την ανατροπή του.

Γι΄ αυτό το κρίσιμο ζήτημα σήμερα είναι η συμβολή στη συσπείρωση πρωτοπόρων δυνάμεων στον αγώνα για την αντεπίθεση του κινήματος, για τη διεύρυνση και εμβάθυνση του αντικαπιταλιστικού μετώπου και για την προώθηση του μεγάλου στόχου της συγκρότησης του νέου κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος στην εποχή μας.

Ορισμένες επισημάνσεις – υπογραμμίσεις:

Στο πεδίο του κινήματος, είναι επιτακτική ανάγκη να συμβάλλουμε στο ξέσπασμα αγώνων, κάτι που είναι πιο δύσκολο σήμερα, και γι' αυτό απαιτείται η ενωτική συμβολή -μέσω της κοινής δράσης- όλων των μαχόμενων δυνάμεων της Αριστεράς και του κινήματος. Ακόμα, οφείλουμε να συμβάλλουμε σε ένα κίνημα, που με βάση την εμπειρία του κόσμου του αγώνα, θα κατακτά ένα συνολικό πολιτικό πλαίσιο στόχων, που θα συμπυκνώνει και θα ενοποιεί τις διεκδικήσεις και θα εκφράζει την αναγκαιότητα αντίστασης κι ανατροπής της κυρίαρχης μνημονιακής και αστικής πολιτικής.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η συμβολή στη διαμόρφωση οργάνων έκφρασης, διεκδίκησης και επιβολής της λαϊκής θέλησης. Κέντρα αγώνα στο εργατικό κίνημα, με πρωτοβάθμια σωματεία και επιτροπές αγώνα, προώθηση του συντονισμού τους, διαμόρφωση άλλου κέντρου αγώνα σε ρήξη με τον υποταγμένο συνδικαλισμό των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ.

Θα χρειαστούμε όργανα πάλης κι επιβολής της λαϊκής θέλησης, που θα παλεύουν για να ακυρώσουν, να μπλοκάρουν στην πράξη την αντιλαϊκή αντεργατική πολιτική και να εκτροχιάζουν την επιβολή της σταθερότητας της βαρβαρότητας.

Πολύ σημαντικά όσα γίνονται στο δημόσιο, με την άρνηση της αξιολόγησης από εκατοντάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους.

Δείτε και τη δύναμη δύναμη, που βγάζει το κίνημα κατά των πλειστηριασμών της λαϊκής κατοικίας. Βλέπουμε πόσο καίει τις τράπεζες, την κυβέρνηση, όλο το αστικό μπλοκ και την τρόικα. Γιατί δεν μένει μόνο στη διαμαρτυρία, αλλά καταργεί στην πράξη την απόφαση να προχωρήσουν σε αντιλαϊκή σωτηρία των τραπεζών παίρνοντας τα σπίτια εργατών, φτωχών και κατεστραμμένων μικροαστών (και θα ξεκινήσουν από κει για λόγους εντυπώσεων). Γιατί επιβάλλει το δίκιο των εργατών και των φτωχών, μέσω του αγώνα. Ξεκίνησαν μια χούφτα άνθρωποι, στη Θεσσαλονίκη κι αλλού, κι έγιναν πανελλαδικό κίνημα,που μπορεί να αποκρούει και συμβάλλει στη διαμόρφωση όρων ανατροπής.

Σε πολιτικό επίπεδο, θεωρούμε πως η πρόταση για ένα ισχυρό ανατρεπτικό, αντικαπιταλιστικό, αντιΕΕ πολιτικό μέτωπο – πόλο, έχει αντικειμενικά ισχυροποιηθεί, καθώς περισσότεροι εργαζόμενοι και αγωνιστές της Αριστεράς συνειδητοποιούν την αναγκαιότητά του. Σε αυτό το δυναμικό θέλουμε να απευθυνθούμε με τον πιο ανοικτό τρόπο και να το καλέσουμε να συμπορευτούμε μαζί στις μάχες που έρχονται. Σε αυτό το στόχο θα συμβάλλει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που έχει ουσιαστική συμβολή, παρά τα μεγάλα ελλείμματά της. Προσπαθούμε να γίνει ένα βήμα ανώτερης συσπείρωσης και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πορεία προς το πολιτικό μέτωπο – πόλο των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς, που θα στηρίζεται σε ένα αυτοτελές κοινωνικοπολιτικό ρεύμα με αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και επαναστατική ηγεμονία.

Ο δρόμος σύνδεσης με τις πιο πλατιές λαϊκές διαθέσεις και οικοδόμησης συμμαχιών με τις πιο ριζοσπαστικές τάσεις περνά μέσα από την αυτοτελή παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς με όπλο ένα σύγχρονο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ανατροπής. Όχι μέσα από τα αστικοδιαχειριστικά ή ρεφορμιστικά ρεύματα τύπου Κόρμπιν, Σάντερς, Μελανσόν, Ποδέμος. Τα ιδια μας έλεγαν και την Ελλάδα πριν από το 2015 για το ΣΥΡΙΖΑ, δυνάμεις που μιλούσαν ακόμα και στο όνομα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και της επανάστασης εντάχθηκαν ή δορυφοροποιήθηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ με πολύ αρνητικές συνέπειες και για τις ίδιες και για το λαϊκό κίνημα.

Με στόχο τον αντικαπιταλιστικό πόλο, «επιδιώκουμε την πολιτική συνεργασία με εκείνες τις δυνάμεις που τείνουν να υπερβούν το όριο της διαχειριστικής λογικής και κινούνται σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, διαχωριζόμενες με σαφήνεια από τις δυνάμεις που τείνουν να το αναπαράγουν κινούμενες σε μια νεο-διαχειριστική, νεο-συριζαίικη λογική».

Και με τον πιο ανοικτό και ειλικρινή τρόπο σημειώνουμε στις Θέσεις πως «από τη σκοπιά αυτή η πρόταση συνολικής πολιτικής συνεργασίας δεν μπορεί να απευθυνθεί, με βάση τις διατυπωμένες θέσεις τους, σε ΚΚΕ και ΛΑΕ, με τις οποίες επιδιώκεται η υπεραναγκαία και πολύτιμη κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα».

Οι δυσκολίες της πολιτικής συνεργασίας δεν μας οδηγούν σε κλείσιμο. Αντίθετα μιλάμε για τολμηρό άνοιγμα στο διάσπαρτο δυναμικό που αποδεσμεύεται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το πιο μαζικό και συχνά πιο ριζοσπαστικό δεν εκφράζεται μέσα από πρώην συνιστώσες του.

Και βέβαια ιδιαίτερη σημασία έχει για μας η Πρόταση για ένα νέο Πρόγραμμα και Κόμμα Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης.

Η οποία απαντάει στην ανάγκη αποφασιστικής συγκέντρωσης εκείνων των συνειδητών δυνάμεων (ρευμάτων, οργανώσεων, ανένταχτων κομμουνιστών αγωνιστών) που κατανοούν και «υπηρετούν» την κομμουνιστική αναγκαιότητα, δυνατότητα και τάση της εποχής.

Πρόκειται για μια στρατηγική κίνηση ακριβώς στο στρατηγικό πεδίο, που μπορεί να αναδειχθεί ως ο κρίκος που θα τραβήξει όλη την αλυσίδα του επαναστατικού υποκειμένου (κόμμα – μέτωπο – κίνημα), να αλλάξουν οι συσχετισμοί. Έρχεται να καλύψει το κενό στρατηγικής απάντησης που υπήρχε στο προηγούμενο διάστημα απέναντι στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της βαθιάς δομικής κρίσης και της βάρβαρης καταστροφικής και αναιμικής «ανάπτυξης». Με αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια «κίνηση ματ» από την πλευρά της εργατικής πολιτικής, καθώς ένα νέο Πρόγραμμα και Κόμμα Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης, το ανώτερο επίπεδο της εργατικής πολιτικής.

Θα ισχυροποιείται, θα κατακτά –μέσα από γόνιμες και δημοκρατικές διαδικασίες– ηγεμονική θέση στο πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης και στις ευρύτερες ριζοσπαστικές, αντικαπιταλιστικές του δυνάμεις.

Το κόμμα συγκροτείται και δρα με πυρήνα την προγραμματική στρατηγική της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, το άλμα της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και το δρόμο της επαναστατικής τακτικής. Δηλαδή συγκροτείται με πρωταρχικό στοιχείο τη στρατηγική συμφωνία των μελών του και τον κοινό θεωρητικό τους «τόπο», αλλά και με αναγκαία τη συμφωνία στους βασικούς δρόμους που υπηρετούν την πολιτική τακτική.

Παρά την απουσία σημαντικών κομμουνιστικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο, το ερώτημα ενός «νέου κομμουνισμού», πλανάται πάνω από την Ευρώπη και διεθνώς, μέχρι τώρα κυρίως με πρωτοβουλία των δυνάμεων του κεφαλαίου και με στόχο τη διαπόμπευσή του και την ακύρωση μιας νέας πορείας αναγέννησής του. Και το είδαμε με το συνέδριο στο Ταλίν (αλλά όχι μόνο).

Ο στόχος αυτός ξεπερνά τα όρια και τις δυνατότητες του ΝΑΡ, δεν αποτελεί μια εσωτερική του υπόθεση. Υπερβαίνει το ΝΑΡ, υπάρχει πολύς κόσμος έξω από τις γραμμές του που μπορεί να συμβάλλει δημιουργικά. Η επιδίωξη υπέρβασης του ΝΑΡ σε ανώτερο επίπεδο, αποτελεί έμπρακτη αυτοκριτική για τις διαχρονικές ανεπάρκειές μας, αλλά φωτίζει -κατά τη γνώμη μας- και τη συμβολή μας, που δίνει τη δυνατότητα να τίθεται αυτός ο στόχος.

Από το συνέδριό μας φιλοδοξούμε να βγούμε με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και συγκεκριμένο σχέδιο για την πορεία προς το νέο πρόγραμμα και κόμμα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Στα 100 χρόνια από την μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, από τη διπλή εμπειρία της νίκης και της ήττας της, είναι πιο επιτακτικό από ποτέ να ανοίξουμε το δρόμο της κομμουνιστικής αντεπίθεσης.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλες και φίλοι

Με βάση όλα αυτά, έχουν βάση αυτά που γράφονται πως ανοίγουν σαμπάνιες στου Μαξίμου; Εμείς λέμε, όχι! Η σταθερότητα θα αποδειχθεί χίμαιρα.

Γιατί ο ελληνικός καπιταλισμός, στο εσωτερικό, δεν ξεπερνά την κρίση και η κοινωνική κατάσταση των εργαζομένων επιδεινώνεται όλο και περισσότερο.

Αλλά και γιατί στο εξωτερικό, η αλληλεπίδραση με τις εξελίξεις στην περιοχή, με τους ανταγωνισμούς των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών και των ντόπιων αστικών τάξεων, μόνο μπαρούτι βρομάει.

Έχουμε επίγνωση πως η συγκυρία είναι πολύ δύσκολη. Όμως είναι ακριβώς σε τέτοιες δύσκολες στιγμές, όταν όλα φαίνονται αδύνατα, που η πρωτοπορία συγκροτείται, ανοίγει τον επαναστατικό δρόμο και συμβάλλει σε μεγάλα κινήματα και πολιτικά ρεύματα που κάνουν δυνατή την ανατροπή.

Θα πάμε και κόντρα στο ρεύμα. Γιατί μόνο τα ψόφια ψάρια πάνε πάντα με το ρεύμα, η επαναστατική κομμουνιστική Αριστερά είναι ζωντανή και θα πάει και κόντρα.

Η βαρβαρότητα μπορεί να μη σταθεροποιηθεί, η ανατροπή είναι δυνατή.

Ας κάνουμε κάτι κι εμείς γι' αυτό! 

Γιάννης Ελαφρός, μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, 8/10/2017