Παρέμβαση του Β. Γάτσιου στην 2ηεκδήλωση διαλόγου για το 3ο Συνέδριο του ΝΑΡ

Παρέμβαση του Βασίλη Γάτσιου στην 2ηεκδήλωση διαλόγου για το 3ο Συνέδριο του ΝΑΡ

Αγαπητές συντρόφισσες και σύντροφοι

O Πολιτικός στόχος με τον οποίο επιχειρεί να αναμετρηθεί το ΝΑΡ για μια σύγχρονη επαναθεμελίωση της προγραμματικής και πολιτικής φυσιογνωμίας της Αριστεράς αφορά ευρύτερες αντικαπιταλιστικές δυνάμεις, αφορά την ίδια τη μαχητική και αποτελεσματική ανασύνταξη του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος. Κάτι τέτοιο απαιτεί τόλμη, θάρρος, χρόνο, όχι όμως απεριόριστο, και ανάλογες πολιτικές μορφές και μέσα υλοποίησης.

Η προσπάθεια αυτή, υπό όρους, μπορεί να ανοίξει δρόμους στην πραγματική αυτοτέλεια και στον αποφασιστικό πολιτικό ρόλο των ίδιων των πρωτοπόρων αγωνιστών. Να λειτουργήσει αντικειμενικά ως φραγμός στις τάσεις δορυφοροποίησης γύρω από τη στάσιμη αλλά και τη ραγδαία σοσιαλδημοκρατικοποιούμενη Αριστερά, τον κινηματικό και πολιτικό κατακερματισμό.

Απέναντι, αλλά μερικές φορές και ενάντια σ αυτή την επιδίωξη για μια συνολική, προγραμματική, κομμουνιστική ανασυγκρότηση, τοποθετούνται οι δυνάμεις της παραδοσιακής και όχι μόνο Αριστεράς.

Ορισμένες μάλιστα απ αυτές χαρακτηρίζουν την επιδίωξη αυτή ως ανέφικτη αλλά και ως επιζήμια. Στην πραγματικότητα αυτή η αντιμετώπιση ανατροφοδοτεί την παθολογία του ηττημένου κινήματος και της παλιάς Αριστεράς της οποίας ο ιστορικός κύκλος και ρόλος έκλεισε. Αναπαράγει τη λογική που περιχαρακώνει τη στρατηγική στα κομματικά στεγανά προκειμένου να καταπολεμηθεί η αναγκαιότητα μιας ανώτερης προγραμματικής πολιτικής συμφωνίας.

Η προσπάθεια του ΝΑΡ για το νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και το επαναστατικό υποκείμενο, καλείται να καλύψει ένα δραματικό χάσμα που δημιουργήθηκε από τις μεγάλες προγραμματικές και πολιτικές ήττες και ανεπάρκειες του εργατικού επαναστατικού και κομμουνιστικού κινήματος, στην ιστορική του εξέλιξη. Το χάσμα ανάμεσα στις θεμελιακές θεωρητικές και πρακτικές κατακτήσεις του επαναστατικού ρεύματος και στη νέα κομμουνιστική δυνατότητα της σύγχρονης κοινωνίας.

Σ αυτή τη δύσκολη προσπάθεια νομίζω ότι πέντε είναι τα σημεία που πρέπει να σταθούμε:

1) Η κριτική του σύγχρονου καπιταλισμού, η αποκάλυψη των νέων ποιοτικών στοιχείων ανάπτυξης και κρίσης του. Ιδιαίτερα εκείνων των πλευρών που έρχονται σε ρήξη με τις καπιταλιστικές σχέσεις και ενισχύουν τη χειραφέτηση του επαναστατικού, εργατικού ρεύματος από τη σκοπιά της κοινωνικής ανατροπής’

2)Η κριτική αποτίμηση της ιστορίας του εργατικού κινήματος και του σοσιαλιστικού εγχειρήματος, σε Ανατολή και Δύση και η ένταξη των αντίστοιχων συμπερασμάτων στην πρακτική του νέου προγράμματος.

3)Η αναμέτρηση με τη σχέση στρατηγικής και τακτικής, του τρόπου και των μορφών της μεταξύ τους σύνδεσης στην πράξη, έτσι ώστε το συνολικό πολιτικό πρόγραμμα να μετατρέπεται σε υλική δύναμη με την πρωτοπόρο δράση των εργαζομένων.

4) Η μελέτη της ιστορικής συγκρότησης της ίδιας της εργατικής τάξης, και

5)Η ανάπτυξη της θεωρίας και πρακτικής του πολιτικού επαναστατικού υποκειμένου, της σχέσης πρωτοπορίας - τάξης, κόμματος - μετώπου - αυθόρμητου κινήματος, από τη σκοπιά της εργατικής δημοκρατίας που μας απασχολεί σήμερα.

Απέναντι σε αυτά, οι διάφορες παραλλαγές της στάσιμης και αφομοιώσιμης Αριστεράς,

εγκλωβισμένες στην απολίθωση τον παρελθόντος, αφημένες σε μια απροσδιόριστη, αυθόρμητη γενναιοδωρία του παρόντος και του μέλλοντος, επιδεικνύουν την ίδια περίπου προγραμματική αφασία, αυτοϊκανοποίηση και χοντροκεφαλιά.

Και έτσι σκορπίζεται τελικά στην άμεση συγκυρία, στο πεταχτό μοντάρισμα ετερόκλητων αποσπασμάτων από τα παλιά προγράμματα σε συνδυασμό με μια αξιοθαύμαστη πράγματι πλην όμως ρεπορταζιακή απαρίθμηση των νέων κινδύνων που οι ουρανοί του σύγχρονου παραγινωμένου καπιταλισμού ρίχνουν πάνω στο κεφάλι της.

Το ΝΑΡ, παρ όλες τις αδυναμίες και τα τα ελλείμματα που υπάρχουν, ειδικά στην κριτική και αποκάλυψη των νέων ποιοτικών στοιχείων ανάπτυξης και κρίσης του σύγχρονου καπιταλισμού, την κριτική αποτίμηση της ιστορίας του εργατικού κινήματος και του πρώτου σοσιαλιστικού εγχειρήματος, την ανάπτυξη της θεωρίας του πολιτικού επαναστατικού υποκείμενου, έχει θετική συνεισφορά.

Το ΝΑΡ όλα αυτά τα χρόνια προσπάθησε όμως δεν τα κατάφερε,τουλάχιστον ακόμη.

Δεν προσέφερε όσα ήταν αναγκαία να προσφέρει εξαιτίας της βασικής αντίθεσης που το διαπερνά από την αυγή της συγκρότησης του.

Την αντίθεση ανάμεσα σε μια χαλαρή, ρευστή, μεταβατική προγραμματικά, οργανωτικά και πολιτικά οργάνωση και στο διακηρυγμένο στόχο για μια ενιαία κομμουνιστική οργάνωση ανώτερης προγραμματικής ενότητας και δράσης.

Αυτή η γενική αντίφαση δεν αφορά μόνο το ΝΑΡ, αλλά αντανακλάται και εκδηλώνεται σε ευρύτερες διεργασίες και τάσεις που επιχειρούν την ανασυγκρότηση της Αριστεράς για τις επαναστάσεις και τον κομμουνισμό του 21ου αιώνα.

Η αντίφαση αυτή μπορεί να αποδυναμώνεται, δημιουργικά, επαναστατικά και προς τα εμπρός, για να κλείσει με τη δημιουργία του κομμουνιστικού κόμματος, του εργατικού μετώπου, του αναγεννημένου εργατικού κινήματος που απαιτεί η εποχή μας.

Η εξέλιξη της τέταρτης μεγαλύτερης κρίσης της Ιστορίας του καπιταλισμού, η μεγαλύτερη ύφεση στην οποία έχει βυθιστει ποτέ κράτος και στην οποία εξακολουθεί να βρίσκεται ο ελληνικός καπιταλιστικός σχηματισμός, τα στενά όρια και η επιθετικότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, καταδεικνύουν πως η αντικαπιταλιστική Αριστερά και το ΝΑΡ βρίσκονται ήδη σε μια κορυφαία γενική δοκιμασία. Μια δοκιμασία μέσα από την οποία κρίνεται όχι μόνο η δική της ανώτερη προγραμματική και πολιτική παρέμβαση αλλά και η ίδια η προοπτική μιας στοιχειώδους αντίστασης και πάλης των εργαζομένων.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΝΑΡ, οι οργανώσεις και οι αγωνιστές της ανεξάρτητης Αριστεράς δέχονται τις πιο ισχυρές πιέσεις από την επίδραση των αντιδραστικών συσχετισμών, τις ανιστόρητες, επικίνδυνες και αντιδραστικές θεωρίες των δύο άκρων,,της καταδίκης της βίας από όπου και αν προέρχεται,τις δολοφονίες,της θεωρίας πως άλλος δρόμος από τον ευρωμονόδρομο δεν υπάρχει.

Αυτές οι πιέσεις έχουν στόχο να ανακόψουν τις προσπάθειες όσων δυνάμεων αγωνίζονται για την ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού λαϊκού κινήματος για «να φάει ψωμί ο κόσμος της εργασίας και της ανεργίας», για «να ανατραπεί η προωθούμενη υπεραντιδραστική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, και της ευρωαμερικάνικης τρόικας».

Η προσπάθεια αυτή,και κυρίως η δυναμική της, την οποία στηρίζει με όλα τα κενά και τις αδυναμίες της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι που φοβίζει πάνω απ’ όλα το Σαμαρά και τους κυρίαρχους κύκλους.

Συντρόφισσες και σύντροφοι

Η εξελισσόμενη διεθνής καπιταλιστική κρίση δημιουργεί ανακατατάξεις και σημαντικές αλλαγές στις κοινωνικές τάξεις και τα κοινωνικά στρώματα.

Τα μεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού καταποντίζονται και οδηγούνται στις γραμμές της εργατικής τάξης κουβαλώντας μαζί τους, έστω και κλονιζόμενες, όλες τις ψευδαισθήσεις και τις αυταπάτες που έχουν για τη θέση τους μέσα στον καπιταλισμό.

Η εργατική τάξη, ιδίως των ανεπτυγμένων καπιταλιστικά χώρων, αλλάζει τρόπο ζωής εξαιτίας των εκατομμυρίων μεταναστών που μετακινούνται κατά καραβάνια λόγω των ιμπεριαλιστικών πολέμων, της λειψυδρίας, και της φτώχειας. Μετατρέπεται για πρώτη φορά παγκοσμίως σε πλειοψηφική δύναμη, αλλάζοντας εσωτερικά και η ίδια.

Αυτές οι αλλαγές στην ταξική διάρθρωση την καπιταλιστικών κοινωνιών απαιτούν περισσότερο παρά ποτέ τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης μετωπικής πολιτικής τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Στην προγραμματική διακήρυξη, στο κομμάτι με τίτλο Κόμμα -Μέτωπο- Κίνημα γίνεται μια ελλειπής αλλά και ασαφής όσο και δυσδιάκριτη περιγραφή του Μετώπου όσον άφορα την εξέλιξή του, από το σήμερα έως και τα άλματα της διαρκούς επανάστασης.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρεται το εξής:

«Τα επαναστατικά εργατικά κόμματα και κυρίως τα κομμουνιστικά κόμματα οφείλουν να αντιπροσωπεύουν τη δημιουργία άλλα και τη δυναμική μετασχηματισμού του αντικαπιταλιστικού αγώνα και μετώπου σε αγώνα- μέτωπο επαναστατικής ανατροπής, εργατικής δημοκρατίας και κομμουνιστικής οικοδόμησης.»

Η αναφορά αυτή είναι ελλειπής γιατί το μέτωπο αναφέρεται κυρίως ως πολιτικό και όχι ως κοινωνικοπολιτικό όπως σωστά σημειώνεται στις θέσεις. Και ασαφής και δυσδιάκριτη γιατί ούτε στις θέσεις ούτε στη διακήρυξη δεν προσδιορίζονται με διακριτότητα οι ξεχωριστές καμπές της ταξικής πάλης στις οποίες αντιστοιχούν.

Η σε σωστή κατεύθυνση, άλλα, ασαφής αυτή περιγραφή δίνει την εντύπωση ενός συνεχούς μετώπου όπου ανεξήγητα και αναπόδεικτα μετατρέπεται από αντικαπιταλιστικό σε επαναστατικό και τέλος σε μέτωπο της εργατικής δημοκρατίας και κομμουνιστικής οικοδόμησης. Η Διακήρυξη μάλιστα περιορίζεται και σταματά στην περιγραφή του μετώπου από το τώρα ως την αντικαπιταλιστική επανάσταση.

Στην πραγματικότητα, κατά τη γνώμη μου, το μέτωπο εργατικής πολιτικής ξεκινά ως αντικαπιταλιστικό στη μάχη εντός του καπιταλισμού και ενάντια του για ουσιαστικές κατακτήσεις φωτεινούς φάρους και μέτρο του κινήματος, μετασχηματίζεται σε επαναστατικό μέτωπο με την έκρηξη της επανάστασης και μετεξελίσσεται σε σοσιαλιστικό – κομμουνιστικό καθώς η κοινωνία θα μεταπηδά τα άλματα της ενιαίας και διαρκούς επανάστασης προς τον κομμουνισμό.

Αυτοί οι μετασχηματισμοί και οι μετεξελίξεις του μετώπου συνεπάγονται διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που το απαρτίζουν.

 Συνεπάγονται επομένως και κυρίως και την αντίστοιχη πολιτική ετοιμότητα και προετοιμασία – που έλλειπε ιστορικά π.χ. κατά τη διάρκεια του αντιφασιστικού μετώπου για την αναγκαία μετεξέλιξη του σε επαναστατικό εργατολαϊκό - από τους πρωτοπόρους επαναστάτες που οδηγούν την κούρσα της μεγάλης ανατροπής.

Στη φάση π.χ. της επανάστασης το μέτωπο στην πολιτική του έκφραση θα αποτελείται από τα πολιτικά κόμματα που είναι με την επανάσταση, ενώ πριν, στον αντικαπιταλιστικό αγώνα πολιτικά το μέτωπο θα συμπεριλαμβάνει και διαφορετικές δυνάμεις , ως «πεδίο συνάντησης και μετασχηματισμού των πιο μαχητικών ρεφορμιστικών τάσεων» όπως σωστά αναφέρει η διακήρυξη.

Μετασχηματισμός των πιο μαχητικών ρεφορμιστικών τάσεων που γίνεται όμως ακαριαία;

Αγαπητοί σύντροφοι

Όποιος περιμένει αγνές, άσπιλες και αμόλυντες αγωνιστικές κινητοποιήσεις, εξεγέρσεις και επαναστάσεις είναι καλλίτερα να βυθιστεί αναπαυτικότερα στην πολυθρόνα του!

Στην ανεμοζάλη της ταξικής πάλης δεξιοί, σοσιαλδημοκράτες, αριστεροί αναταράσσονται και μετακινούνται πολιτικά φέροντας μέσα τους και ότι χθες κουβαλούσαν.

Εξ αιτίας της κρίσης εκατομμύρια άνθρωποι αναζητούν και μετακινούνται πολιτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά.

Υπό διαμόρφωση, ημισυνειδητές κοινωνικές δυνάμεις αναπτύσσονται και εμφανίζονται λοιπόν στη δύνη της σε εξέλιξης κρίσης!

Ένα πολιτικό σχέδιο υποδοχής αυτών των δυνάμεων λείπει! Αν ένα τέτοιο σχέδιο υπήρχε

ως βάση θα είχε πρώτα απ’ όλα την πολιτική εμπιστοσύνη μεταξύ των επαναστατών, των οργανώσεων καιτων ανοργάνωτων αγωνιστών – για τη διεκπεραίωση αυτού του καθήκοντος.

Σύντροφοι και συντρόφισσες

Ανάμεσα στα ημισυνειδητά ρεύματα, το κοινωνικό ρεύμα που φτάνει ως τη μέση τη μάχη ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς αυτή αποκαθηλώνεται και αποκαλύπτεται πλέον στα μάτια του Λαού, είναι και οι δυνάμεις που φτάνουν τον αγώνα ως την έξοδο το από το ευρώ και την ευρωζώνη για «να ανακτήσει η χώρα τη νομισματική της κυριαρχία.

Με τις δυνάμεις αυτές πρέπει να βρούμε κοινά βήματα στους αγώνες ενάντια στην προωθούμενη πολιτική της δικομματικής κυβέρνησης ΝΔ ΠΑΣΟΚ και της ευρωαμερικάνικης τρόικα. Για την αποτελεσματικότητα των αγώνων αλλά, καθώς σωστά αναφέρει η διακήρυξη, και «για το μετασχηματισμό των ρεφορμιστικών τάσεων ή επιμέρους αγώνων σε ενιαίο αγώνα για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της αστικής κυριαρχίας».

Από αυτές τις δυνάμεις όσες αφήνουν ανοιχτό, ασαφώς έστω, το πολιτικό μέτωπο, ενάντια όχι μόνο της κανιβαλικής πολιτικής της ΕΕ , αλλά και ενάντια συνολικα στο ιμπεριαλιστικο μηχανισμο της ΕΕ, με τις δυνάμεις αυτές, επιβάλλεται να συνάψουμε πολιτική συμφωνία τακτικού περιεχομένου. Οι δυνάμεις που συμμαχούν, θα διατηρούν την αυτοτέλεια και τις στρατηγικές στοχεύσεις τους.

Σημαντικό βήμα, αναφέρουν οι θέσεις στο σημείο Κόμμα - μέτωπο – κίνημα, στην πορεία για τη δημιουργία ενός τρίτου ρεύματος που θα αλλάξει το χάρτη στην Αριστερά, είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

 Υποστηρίζουμε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως ουσιαστική κατάκτηση γι αυτό αγωνιζόμαστε για την ανύψωση της σε δύναμη ηγεμονίας και αυτοπεποίθησης. Σε αυτοτελή, συγκροτημένη δύναμη η οποία θα δυναμώνει ολοένα. Σε ανώτερο σύγχρονο εργατικό αντικαπιταλιστικό μέτωπο ικανό να προωθεί τις απαραίτητες και αναγκαίες κοινές δράσεις, πολιτικές συμφωνίες, συμπαρατάξεις, συσπειρώσεις και συμμαχίες με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες και δικαιώματα.

Η μαχόμενη τακτική πολιτική συμφωνία-συμπορευση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με ανεξάρτητους αγωνιστές, το σχέδιο Β!, τις δυνάμεις κομμουνιστικής αναφοράς του Εργατικού Αγώνα, της ΚΟΑ, του ΕΕΚ, με στόχο τη ρήξη και την ανατροπή της σαρωτικής επέλασης, της ΕΕ και του ΔΝΤ και της δικομματικής κυβέρνησης Ν.Δ. ΠΑΣΟΚ, μπορεί να ενισχύσει το εργατικό και λαϊκό κίνημα στις επερχόμενες οξύτερες μάχες.

Μια μαχόμενη συνάντηση αυτών των δυνάμεων κάτω από ένα συνεκτικό πρόγραμμα, μπορεί να δώσει ελπίδα, να εμπνεύσει, να στρατεύσει και να αλλάξει το συσχετισμό υπέρ μιας άλλης Αριστεράς της νίκης και της ανατροπής. Να δώσει ώθηση στον αγώνα για ένα σύγχρονο πόλο της ανατρεπτικής, σκεπτόμενης και βαθιά δημοκρατικής Αριστεράς ως σταθερό σκοπό και αταλάντευτο στόχο. Μπορεί να δώσει προβάδισμα, στις αντικαπιταλιστικές επαναστατικές ιδέες και πολιτικές απέναντι στις ρεφορμιστικές - αστικές τελικά - ιδέες. Στις πολιτικές στις οποίες, οι εγωισμοί, η ιδιοκτησιακή λογική της παντογνωσίας, ο εκφυλισμός, θα δώσουν τη θέση τους στη συντροφική πορεία.

Για τη συστράτευση αυτή, για το ενωτικό προωθητικό και αναγκαίο περιεχόμενό της, για την επαλήθευσή της στην πράξη, ευθύνη επωμίζονται αντικειμενικά και ελέγχονται για τις διακηρύξεις τους, όχι μόνο το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και αντίστροφα, όλες οι δυνάμεις οι οποίες οφείλουν να κάνουν τις ανάλογες αναπροσαρμογές ώστε να προχωρήσει η όλη υπόθεση .

Στο «σήμερα», αυτό που τίθεται στην ημερήσια διάταξη, είναι η συγκέντρωση ταξικών δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα, στο μαζικό πρωτίστως κίνημα, στην πολιτική και στη θεωρία, πάνω σε ένα εργατικό πολιτικό πρόγραμμα που θα αναχαιτίσει, θα προκαλέσει ρήγματα και θα ανατρέψει τη βάρβαρη επιδρομή του κεφαλαίου.

Το εργατικό και λαϊκό κίνημα, η σύγχρονη κομμουνιστική Αριστερά καλείται να στραφεί όχι γενικά ενάντια στον καπιταλισμό που γνωρίσαμε και με εφόδιο τον σοσιαλισμό που ζήσαμε, αλλά ενάντια στον σύγχρονο, βάρβαρο και παρηκμασμένο ολοκληρωτικό καπιταλισμό της εποχής μας με εφόδιο το ανασυγκροτούμενο εργατικό κίνημα, το αναδημιουργούμενο κομμουνιστικό κόμμα και το συγκροτούμενο σύγχρονο εργατικό μέτωπο.