Οργάνωση, μέτωπο και κίνημα

Άρθρο του σ. Γιώργου Γράψα (Μάρτιος 1993) για την αντίληψη του ΝΑΡ σε σχέση με την συγκρότηση του επαναστατικού υποκειμένου και τη σχέση οργάνωσης, μετώπου και κινήματος.

 

Για να εκτιμήσουμε νηφάλια την μέχρι τώρα προσπάθειά μας και τον προβληματισμό για την συγκέντρωση των πολιτικών επαναστατικών δυνάμεων, χρειάζεται να προσδιορίσουμε ορισμένα κοινά σημεία αναφοράς. Αυτά σχετίζονται με ερωτήματα και σκέψεις που παρουσιάζονται στην καθημερινή ζωή. 

Πώς διαμορφώνεται το πολιτικό επαναστατικό υποκείμενο στις σημερινές συνθήκες; Ποια είναι η σχέση αυτού του υποκειμένου με την υπόλοιπη κοινωνία; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα χρειάζεται να αξιοποιούν το επιστημονικό κεκτημένο συλλήψεων και εφαρμογών του Μαρξ, του Λένιν, ν’ απορρίπτουν την υποταγή, τον αντεπαναστατικό χαρακτήρα της κατεστημένης αριστεράς, να επιχειρούν κυρίως ένα ποιοτικό και ποσοτικό αίτημα, παίρνοντας υπόψη τους τις νέες δυνατότητες και τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα στην εργατική τάξη. Βασικό στοιχείο της νέας προσπάθειας είναι να αντιμετωπίσουμε τον κατακερματισμό της ιδεολογίας, της πολιτικής πράξης και της μαζικής δράσης των πρωτοπόρων εργατικών δυνάμεων, που επέβαλλε η αντίληψη των παραδοσιακών ΚΚ. Η αποξένωση της ιδεολογίας απ’ την πολιτική και μαζική δράση μετέτρεπε την ιδεολογική «δουλειά» σε θεολογία, την πολιτική σκέψη σε προνόμιο των πολιτικών γραφείων και την μαζική δράση σε καταναγκαστικό πρακτικισμό. .

Το όλο σχήμα στηριζόταν στην εξοργιστική αντιμαρξιστική λογική που αρνιόταν στην ουσία την επαναστατική δυνατότητα της εργατικής τάξης, αφού θεωρούσε το κόμμα αποκλειστικό φορέα και ιδιοκτήτη αυτής της δυνατότητας.

Γι ’ αυτούς τους λόγους, αλλά όχι μόνο, αντιμετωπίζουμε με νέο τρόπο τη συγκρότηση του πολιτικού υποκειμένου:

Δεν προσπαθούμε να συγκροτήσουμε μόνο μια μεταβατική επαναστατική εργατική οργάνωση. Προωθούμε παράλληλα τις διαδικασίες διαμόρφωσης ενός πολιτικού μετώπου και μιας αριστερής πτέρυγας του κοινωνικού, διεκδικητικού κινήματος που θα αντιμάχονται συνολικά, από επαναστατικές θέσεις, την καπιταλιστική ανασυγκρότηση.

Η μεταβατική επαναστατική εργατική οργάνωση, το αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο και η αριστερή πτέρυγα του μαζικού κινήματος στη διαλεκτική τους αλληλεπίδραση παράγουν ταξική συνείδηση, ένα νέο ταξικό «πολιτισμό», με την πλατιά έννοια. Συμβάλλουν στην μετατόπιση και ουσιαστική αλλαγή των ταξικών συσχετισμών και δεν παράγουν απλώς κάποια θεωρητικά, πολιτικά, μαζικά ή οργανωτικά «αποκρυσταλλώματα». 

Οι τρεις αυτές διαδικασίες συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους και συμβάλλουν, σε διαφορετικά βέβαια επίπεδα, στην ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας, της πολιτικής σκέψης και δράσης. Μπορούν να διαμορφώσουν νέους δεσμούς με τις κοινωνικές δυνάμεις που επιδιώκουν την ανατροπή του καπιταλισμού. 

Στην επαναστατική οργάνωση το κυρίαρχο στοιχείο είναι η δημοκρατικά οργανωμένη συζήτηση και πράξη για τη συλλογική διαμόρφωση της ιδεολογίας και θεωρίας από την σκοπιά του κομμουνισμού, για τον στρατηγικό στόχο, την πολιτική τακτική και την κοινωνική πάλη. Είναι, όμως, και η ενασχόληση για την συγκρότηση του αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου και της αριστερής πτέρυγας του κοινωνικού κινήματος. 

Στο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο, συμβάλλει και στην επεξεργασία όχι μόνο της πολιτικής τακτικής, αλλά και της επαναστατικής θεωρίας. Προωθεί τους κοινωνικούς αγώνες και ενισχύει τους δεσμούς της με τις δυνάμεις της κοινωνικής ανατροπής. 

Η αριστερή πτέρυγα του κοινωνικού κινήματος έχει ως κυρίαρχο στοιχείο της την ιδιαίτερη δυνατότητα ν’ αναπτύξει πολιτικούς δεσμούς, μέσα απ’ τους κοινωνικούς αγώνες, με την πλειονότητα της τάξης. Είναι κρίκος σύνδεσης όλων εκείνων που πιστεύουν στην κομμουνιστική αναζήτηση, αναγέννηση και επανίδρυση με την συνολική κατάσταση της τάξης, με τις αντικειμενικές αφετηρίες διαμόρφωσης μιας άλλης συνείδησης, μέσα απ’ τις αντιθέσεις του καπιταλισμού. Παράλληλα, με το δικό της τρόπο η αριστερή πτέρυγα του μαζικού κοινωνικού κινήματος παράγει πολιτική και ιδεολογία, ενισχύει συνολικά την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης. Οι διαδικασίες διαμόρφωσης του πολιτικού υποκειμένου όπως αναφέρθηκαν παραπάνω, έστω και με τον κίνδυνο υπεραπλούστευσης, δεν αναπτύσσονται ισόμετρα. Δεν εξαρτώνται μόνο από την υποκειμενική θέληση εκείνων που επιδιώκουν να συμβάλλουν σ’ αυτό, αλλά κυρίως από την δύναμη των ταξικών αγώνων. Η τάξη και η ταξική πάλη,  όχι μόνο με τις σημερινές «εμπειρίες » και ανάγκες του αλλά και με τη δύναμη της «ιστορίας» τους, διαμορφώνουν σε διάφορα επίπεδα πρωτοπόρους αγωνιστές στην κοινωνική και πολιτική πάλη, στην ιδεολογική και θεωρητική δράση.

Έτσι, οι τρεις αυτές διαδικασίες στην ενότητά τους αποτελούν το πεδίο μέσα από το οποίο εκφράζεται η προτεραιότητα της εργατικής τάξης σε σχέση με την πολιτική πρωτοπορία, αλλά και την ιδιαίτερη συμβολή της τελευταίας στην επαναστατική πράξη της τάξης. Το «πεδίο» αυτό αποτελεί το «κόμμα» με την πλατιά έννοια, όπως πρώτος διατύπωσε ο Μαρξ, και όχι αποκλειστικά και μόνο την επαναστατική οργάνωση. Έχουμε την γνώμη ότι για όσους πιστεύουν στην κομμουνιστική αναζήτηση και επανίδρυση, η μεταβατική οργάνωση αποτελεί τον αποφασιστικό κρίκο, την αφετηρία για τη διαμόρφωση του επαναστατικού υποκειμένου. Ωστόσο, δεν ταυτίζονται με αυτό. Χωρίς μια πορεία ευρύτερης πολιτικής, κοινωνικής συσπείρωσης που να προβάλλει τη λογική του αντικαπιταλιστικού επαναστατικού δρόμου δεν υπάρχει καν διαδικασία συγκρότησης του πολιτικού υποκειμένου.

Πόσες προσπάθειες οργανώσεων που έχουν θεωρητικά αποδεχτεί την ανάγκη σύνδεσης της τακτικής με την στρατηγική του κομμουνισμού γυρίζουν γύρω από τον φανταστικό τους κόσμο με την αυταπάτη ότι αποτελούν την πολιτική πρωτοπορία; Αλλά και πόσες πλατιές πολιτικές και μαζικές συσπειρώσεις γύρω από μια φαινομενικά ή και κάποτε πραγματική – άμεση επαναστατική πολιτική ναυάγησαν γιατί έλλειπε η επαναστατική οργάνωση, η σύνδεση με τον στόχο του κομμουνισμού; 

Το ζητούμενο σήμερα για τους αγωνιστές της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι να μην καταναλωθούν στην αναζήτηση του ανύπαρκτου παραδείσου, ενός κομματικού μηχανισμού που «λύνει» και «δένει» τα πάντα ή κάποιων μαγικών λύσεων στο ζήτημα της πολιτικής, αλλά να συμβάλουν μέσα από τις διάφορες διαδικασίες στη διαμόρφωση αυτού του επαναστατικού πολιτικού υποκειμένου με την πλατιά έννοια. Να συμβάλλουν στο άνοιγμα δρόμων για τη συνολική ανάπτυξη του και όχι στον κατακερματισμό και την αφυδάτωσή του. Υπάρχουν σήμερα αντικειμενικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο ή μήπως οι καταθλιπτικοί πολιτικοί συσχετισμοί στο κοινωνικό υποκείμενο και η εξέλιξη των αντιθέσεων στον καπιταλισμό το αποκλείουν; Εμείς πιστεύουμε ότι, παρ’ όλες τις τρομακτικές δυσκολίες, όχι μόνο οι αντιθέσεις του καπιταλισμού, οι προοπτικές της ταξικής πάλης, αλλά και η συγκεκριμένη πολιτική συνείδηση πλατιών αριστερών δυνάμεων κάνουν απόλυτα εφικτό αυτόν το στόχο, ιδιαίτερα στις διαδικασίες του αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου και της αριστερής πτέρυγας του μαζικού κινήματος.

Γιώργος Γράψας

Μάρτιος 1993