Ομιλία του Δ. Γκόβα στην εκδήλωση παρουσίασης των Θέσεων για το 5. Συνέδριο

Ολόκληρη η Εισηγητική ομιλία του Δημήτρη Γκόβα, μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ, στην Εκδήλωση παρουσίασης των Θέσεων της ΠΕ για το 5ο Συνέδριο του ΝΑΡ, 16/12/2023, Νομική σχολή-Αθήνα.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλοι και φίλες,
Ένα ερώτημα κυριαρχεί, όχι μόνο στον κόσμο του αγώνα και της αριστεράς, αλλά και στην καθημερινότητα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων του μόχθου, τους νέους, στους καταπιεσμένους και την κοινωνική πλειονότητα: Μπορεί να αλλάξει, να καλυτερεύσει η ζωή; Μπορεί να αντιστραφεί η ζοφερή κατάσταση που δημιουργεί ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός της κρίσης σε όλα τα πεδία της ζωής του σύγχρονου ανθρώπου;
Απαντάμε με ένα μεγάλο ΝΑΙ στο ερώτημα αυτό: Η επιστροφή στο μέλλον της επανάστασης, μια συνολική κίνηση ριζικά διαφορετικής πολιτικής και εξουσίας, εργατικής και κομμουνιστικής, μπορεί να αποτελέσει την αναγκαία και αισιόδοξη απάντηση σε όσους εκλαμβάνουν το παρελθόν και το αντιδραστικό παρόν ως μοιραίο μέλλον.
Δεν πετάμε φυσικά στα σύννεφα, ούτε λέμε κάποια σοφία για να ντοπάρουμε κάποιους ρομαντικούς. Υπάρχουν προϋποθέσεις-δύσκολες και απαιτητικές οι περισσότερες- για να αποκτήσει υλικό ορίζοντα και να γίνει δυνατότητα η εργατική εξουσία, η κομμουνιστική προοπτική, να αντιστραφεί το βέλος από τη σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα προς μια αξιοβίωτη ζωή σήμερα και όχι μια επίπονη επιβίωση, προς την απελευθέρωση του ανθρώπου.
Η κοινωνία και πρώτα απ΄ όλα ο κόσμος της δουλειάς χρειάζεται ένα πολιτικό σχέδιο νέας κομμουνιστικής ελπίδας και επαναστατικής προοπτικής. Και αυτό είναι το βασικό στοιχείο που απασχολεί τη συζήτηση για το συνέδριό μας.
Όπως αναλύουμε και στις Θέσεις μας, βασικές πλευρές για ένα τέτοιο σχέδιο και προϋποθέσεις για το ξεδίπλωμά του είναι κωδικά τα εξής:
1. Σε μια εποχή απόλυτης κυριαρχίας της τακτικής-ή ακόμα ακριβέστερα των τακτικισμών-στην πολιτική, κατά την γνώμη μας χρειάζεται μια συγκροτημένη και συντονισμένη πορεία επιστροφής της κομμουνιστικής στρατηγικής στην πολιτική. Όχι αφηρημένα ή ως επίκληση στην … τελευταία παράγραφο των κειμένων, αλλά σαν αφετηρία και μέτρο σε κάθε μικρή και μεγάλη κοινωνική και πολιτική μάχη.
Ας διδαχθούμε από τον ταξικό μας αντίπαλο. Το κεφάλαιο, οι διεθνείς ολοκληρώσεις του, οι κυβερνήσεις του, δηλαδή η ΝΔ και η ΕΕ, το ΝΑΤΟ και ο ΣΕΒ, προωθούν τη στρατηγική πλευρά των συμφερόντων τους, με απόλυτη μάλιστα προτεραιότητα σε όλα τα πεδία, παρ΄ όλους τους οξυμένους ανταγωνισμούς τους. Η ανάταξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας και η διατήρηση και ισχυροποίηση της αστικής εξουσίας είναι το μέτρο για κάθε πολιτική, πρόγραμμα, νόμο και μέτρο για τον αντίπαλό μας.
Ισχύει αυτό το ίδιο στρατηγικό κριτήριο για το «στρατόπεδο» της εργασίας σήμερα;
Αν κοιτάξουμε την πολιτική πρακτική σχεδόν του συνόλου των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά σήμερα, με όποιο προσδιορισμό, εύκολα θα διαπιστώσουμε την εκκωφαντική κυριαρχία των «άμεσων απαντήσεων» και των χαμηλών πτήσεων, είτε αυτές παίρνουν τη μορφή των διάφορων κυβερνητικών προγραμμάτων και προτάσεων-αριστερών, προοδευτικών, δημοκρατικών κ.ο.κ. του ΣΥΡΙΖΑ, του νέου ΣΥΡΙΖΑ/Νέας Αριστεράς, του ΜΕΡΑ και άλλων δυνάμεων-είτε των προτάσεων αντίστασης-βελτίωσης και άμεσης ανακούφισης και μετά βλέπουμε… του ΚΚΕ κ.α. δυνάμεων.
Είναι εν τέλει η αποδοχή του δόγματος της αστικής πολιτικής κυριαρχίας, όπου επιτρέπεται μεν να λες τα πάντα, αλλά δεν επιτρέπεται να αλλάξεις τίποτα. Να καταθέτεις σχέδια νόμου, να ζητάς ψήφους, να έχεις αιτήματα, να έχεις ρεαλιστικές ή και όχι τόσο… προτάσεις βελτίωσης του μείγματος πολιτικής, να κάνεις και αγώνες διαμαρτυρίας, αλλά μέχρι εκεί.
Η λογική αυτή εκτός του ότι ακυρώνει την ουσία της στρατηγικής φυσικά υπονομεύει και την όποια τακτική, μετατρέποντάς την σε κινήσεις, ελιγμούς και τακτικισμούς, δηλαδή σε αστική ή μικροαστική πολιτική. Το έχουμε δει πολλές φορές στην ιστορία, το βλέπουμε και σήμερα στη διεθνή και εγχώρια αριστερά και τους αγώνες: Χωρίς τη στρατηγική στο τιμόνι, στην καλύτερη περίπτωση τα όποια ριζοσπαστικά τμήματα, αγώνες και δυνάμεις εξαερώνονται στην αμεσότητα ενός πολιτικού ακτιβισμού, ή στο μετέωρο βήμα μιας στενής συνεπούς ιδεολογικά ομαδοποίησης μακριά από τη ζωντανή κίνηση, τις αναζητήσεις και αναγκαιότητες της εργατικής τάξης και της σημερινής ταξικής πάλης.
Οι κομμουνιστές, επειδή ακριβώς στοχεύουν πολύ πέρα από την σημερινή κοινωνία, πρωτοστατούν και συμμετέχουν στους αγώνες για την ικανοποίηση των ζωτικών λαϊκών αναγκών με λογική διαρκούς σύγκρουσης με τον καπιταλισμό και τους «νόμους» του, ακριβώς γιατί μόνο έτσι μπορούν να κερδίσουν και οι αγώνες, αλλά και να κινείται το βέλος των συνολικών συσχετισμών προς όφελος των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Γι΄ αυτό μία προϋπόθεση για να πάνε αλλιώς τα πράγματα στο κίνημα, την αριστερά και συνολικά την κοινωνία, είναι να βάλουμε ξανά τη στρατηγική μπροστά. Μόνο έτσι θα αναβαθμίζεται και θα εξελίσσεται δυναμικά η ίδια η στρατηγική σαν μέτρο και οδηγός του αγώνα, αλλά ταυτόχρονα θα είναι ασύγκριτα πιο αποτελεσματική και η τακτική, η επαναστατική τακτική για την ανάγκη της οποίας εμείς μιλάμε.
Η στρατηγική καθορίζει και εμπνέει την τακτική, ενώ με τη σειρά της η τακτική συναρθρώνεται και συναντιέται εκ νέου με τη στρατηγική.
Η σύνδεση της τακτικής με τη στρατηγική είναι το μεγάλο ζητούμενο και το «κλειδί» για μια πορεία ανάπτυξης ενός κινήματος που θα καταργεί σήμερα την υπάρχουσα καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, φέρνοντας στο προσκήνιο τις μεγάλες δυνατότητες της εποχής και δίνοντας υλική δύναμη και αποτελεσματικότητα στους αγώνες και την αριστερά. Η αποσύνδεσή τους, όπως έχουμε δει να συμβαίνει ξανά και ξανά με οδυνηρά αποτελέσματα για τον κόσμο της αριστεράς και του αγώνα, οδηγεί στην ενσωμάτωση και το βάλτο.
2. Το αστικό πολιτικό σύστημα και τα κόμματά του, από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ μέχρι το ΣΥΡΙΖΑ μιλούν ολοένα και περισσότερο με αναφορές στη «μεσαία τάξη». Μάλιστα πρόσφατα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στ. Κασσελάκης μιλώντας σε συνέδριο νέων επιχειρηματιών είπε πως δεν πρέπει να χωρίζουμε ταξικά τους Έλληνες! Μια σειρά ουδέτεροι και διαταξικοί όροι εμφανίζονται στην πολιτική καθημερινότητα: Μετα-πολιτική, Μετα-δημοκρατία, μετα-καπιταλισμός, κ.α.
Οι όροι αυτοί, όπως και οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, αγνοούν προκλητικά την εργαζόμενη πλειοψηφία της κοινωνίας και «κρύβουν» σκόπιμα την αστική τάξη που είναι κυρίαρχη και επιβάλλει τα δικά της συμφέροντα. Κρύβουν δηλαδή την ουσία: ότι κάθε πολιτική, κάθε πρόγραμμα, κάθε ζήτημα έχει ταξικό περιεχόμενο, εξυπηρετεί ταξικά συμφέροντα. Η στρατηγική και η τακτική για την οποία εμείς μιλάμε έχει κοινωνικό περιεχόμενο και πρόσημο. Αναφερόμαστε στην εργατική πολιτική και όχι σε μια αφηρημένη ή ουδέτερη πολιτική, η οποία έχει πυρήνα το κοινωνικό ζήτημα σε όλες του τις διαστάσεις, που αποκτά σήμερα μεγαλύτερη οξύτητα υπό την επίδραση των εξελίξεων.
Η πολιτική που εκφράζει τα συμφέροντα της πολύμορφης σύγχρονης εργατικής τάξης αποτελεί μέτρο σε όλα τα πεδία της ταξικής σύγκρουσης. Δεν σημαίνει πάλη για το μισθό-εννοείται ότι εμπεριέχει και αυτό. Σημαίνει ότι κρίνουμε τις άλλες πολιτικές, διαμορφώνουμε πολιτική γραμμή και πρόγραμμα, αναπτύσσουμε αγώνες στη βάση των εργατικών συμφερόντων σε κάθε πεδίο, πάντα με το ερώτημα: Ποια γραμμή και ποια αιτήματα, ποιο πρόγραμμα και ποιοι στόχοι υπηρετούν τα ταξικά συμφέροντα του κόσμου της δουλειάς και οδηγούν στην ανάπτυξη της τάσης χειραφέτησης; Από τα εθνικά και τον πόλεμο, μέχρι τα ζητήματα του περιβάλλοντος, των ελευθεριών, σε όλες τις πολιτικές αναμετρήσεις και τους αγώνες κάθε είδους και θέματος. Αυτή την πολιτική λοιπόν πρέπει να έχει στο κέντρο της η σύγχρονη κομμουνιστική αριστερά, για να είναι ενωμένη με το σκοπό της, μια αριστερά δηλαδή που δεν κάνει αυτοσκοπό την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ή τα μεγάλα ποσοστά, αλλά την απελευθέρωση των εργαζομένων και της κοινωνίας από τα καπιταλιστικά δεσμά.
3. Τρίτη προϋπόθεση για να υπάρξει ένα πολιτικό σχέδιο αντεπίθεσης και επαναστατικής προοπτικής είναι να πάρει σάρκα και οστά στις καθημερινές μάχες και σε όλα τα επίπεδα του αγώνα ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα στόχων πάλης. Αυτή είναι η αναγκαία συνθήκη για να συνδεθεί διαλεκτικά η τακτική με τη στρατηγική της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Η θέση μας αυτή δέχεται διαφόρων ειδών κριτικές -και δικαίως με μία έννοια, διότι αποτελεί τη λυδία λίθο για να είναι επαναστατική και αποτελεσματική μια πολιτική γραμμή και πρακτική, είναι εκείνη η πλευρά που διαφοροποιεί μια σύγχρονη προσέγγιση του επαναστατικού αγώνα από τις λογικές της αντίστασης και μετά βλέπουμε, από τα διάφορα αντινεοφιλελεύθερα ή αντιδεξιά «πλατιά» μέτωπα, και από τον οικονομισμό-εν τέλει ρεφορμισμό- στο σήμερα με κομμουνιστική φρασεολογία και λαϊκή εξουσία κάπου μακριά στο επέκεινα.
Σε αντίθεση με εκείνες τις δυνάμεις της αριστεράς που λένε ότι χρειάζεται να «χαμηλώσουμε» τους στόχους, να «ενωθούμε» πάνω στα ελάχιστα για να κάνουμε «πολιτική μαζών», το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, εμπνεόμενο από τις σύγχρονες κομμουνιστικές απαντήσεις, μας φέρνει σε επαφή με τις βαθύτερες πηγές του κοινωνικού εργατικού, λαϊκού και νεολαιίστικου ριζοσπαστισμού και αυτό μπορεί περισσότερο από ποτέ να γίνει κτήμα πλατιών λαϊκών μαζών. Σε αντίθεση με την κριτική που δέχεται το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ότι οδηγεί σε ρεφορμιστικές αυταπάτες εντός του καπιταλισμού, το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και η πάλη για επιβολή κατακτήσεων υπέρ των εργαζομένων με την επιβολή πλευρών του κλιμακώνει την ταξική πάλη και μπορεί να οδηγήσει το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα σε ανώτερες φάσεις αγώνα έως την επαναστατική κατάσταση.
Ας το υπογραμμίσουμε άλλη μια φορά: Οι στόχοι του δεν αποτελούν κάποιο μεταβατικό κυβερνητικό πρόγραμμα που μπορεί να υλοποιήσει μια κυβέρνηση στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ούτε παραπέμπουν σε κάποιο ενδιάμεσο στάδιο. Αντίθετα, αντιλαμβανόμαστε το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα στόχων πάλης ως ένα πλαίσιο που οδηγεί από τη σημερινή ζοφερή κατάσταση σε μια άλλη, στην ανατροπή της αντεργατικής επίθεσης και της πολιτικής του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του, στην προσέγγιση της επαναστατικής διαδικασίας.
Αντιλαμβανόμαστε αυτό το πρόγραμμα σαν ένα σύνολο ανατρεπτικών πολιτικών στόχων και όχι ως σειρά και «μπούλετ» αιτημάτων συνδικαλιστικού ή οικονομικού χαρακτήρα, που διαμορφώνεται μάλιστα κατά το δοκούν σε γραφεία και συνεννοήσεις. Χωρίς ένα τέτοιο πρόγραμμα-πλαίσιο πολιτικών στόχων η τακτική θα καθηλώνεται στον οικονομισμό-ρεφορμισμό και η στρατηγική σε μια κομμουνιστική επαγγελία χωρίς ουσία και προοπτική νίκης.
Η αντίληψη του ΝΑΡ για το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα στόχων πάλης, ιδιαίτερα στη σημερινή φάση αποκτά επιτακτικό χαρακτήρα, γιατί όπως υπογραμμίζουν οι Θέσεις «Οι «κομμουνιστικές απαντήσεις», δηλαδή οι πολιτικοί εκείνοι στόχοι που είναι στρατηγικά αντίθετοι στα κριτήρια του κέρδους, της αγοράς και της ιδιοκτησίας, δεν είναι μόνο ιστορικά αναγκαίες, αλλά γίνονται και άμεσα πολιτικά αναγκαίες, γίνονται όρος για την αξιοπρεπή διαβίωση και την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας.»
Το βιώνουμε και το καταλαβαίνουμε καθημερινά αυτό! Το αποδεικνύουν οι εξελίξεις: από την ακρίβεια και τη δυσκολία της επιβίωσης, τον πόλεμο που ξεσπάει στις γειτονιές μας, στο «πάμε και όπου βγει» των Τεμπών, και στα τόσα άλλα που φέρνει η πολιτική της ΝΔ και των προηγούμενων κυβερνήσεων, η πολιτική του κεφαλαίου.
4. Καθοριστικό στοιχείο για όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αποτελεί η διαμόρφωση συνολικής κομμουνιστικής απάντησης στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και κρίση, το οποίο είναι ιστορική ανάγκη αλλά κυρίως άμεσο καθήκον, και άρα η συγκρότηση σύγχρονου κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης συμβολή σε αυτή την υπόθεση.
Σε αυτό το τέταρτο βασικό στοιχείο οι Θέσεις και η συζήτηση για το συνέδριό μας στέκονται πιο αναλυτικά, γιατί θεωρούμε ότι αυτή είναι η καρδιά, ένα από τα βασικά κλειδιά για να πάνε αλλιώς τα πράγματα.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, συναγωνιστές και φίλοι,
Αν η θέση της εργατικής τάξης και οι κοινωνικές-οικονομικές της ανάγκες είναι η «βάση» για τον απελευθερωτικό της ρόλο, αυτή η βάση πρέπει να γονιμοποιηθεί με τη βαθιά κατανόηση της κοινωνίας, την ιστορική προοπτική, με στρατηγική στόχευση και φιλοσοφική θεώρηση. Αυτά τα στοιχεία απαιτούν μόνιμη και ενοποιημένη θεωρητικά και στρατηγικά πρωτοπορία, δηλαδή ένα κομμουνιστικό κόμμα.
Γενικά θεωρητικά σωστό, θα πει κάποιος, αλλά τώρα; Υπάρχουν τέτοιες δυνατότητες; Και αν ναι, γιατί δεν μετατρέπετε το ΝΑΡ σε κόμμα ή άλλη οργάνωση;
Στο 4ο κεφάλαιο των Θέσεων επιχειρούμε μια βαθύτερη προσέγγιση στο ζήτημα αυτό, ξεκινώντας από μια συνολικότερη αποτίμηση της 33-χρονης πορείας του ΝΑΡ, των κατακτήσεων και της συμβολής του. Στεκόμαστε ιδιαίτερα κριτικά και αυτοκριτικά στις αιτίες και τις αδυναμίες του ρεύματος μας, οι οποίες εμπόδισαν και καθυστέρησαν την πορεία για τη διαμόρφωση του σύγχρονου επαναστατικού υποκειμένου, προγράμματος και κόμματος. Εν κατακλείδι, είναι σαφές ότι αυτό που έχουμε έως τώρα κατακτήσει είναι ανολοκλήρωτο και ανεπαρκές με βάση τις σύγχρονες θεωρητικές, προγραμματικές, πολιτικές και οργανωτικές απαιτήσεις της ταξικής πάλης.
Και είναι επίσης σαφές για μια διαλεκτική ανάλυση, ότι τα πολιτικά και οργανωτικά προβλήματα εν τέλει είναι πάντα προβλήματα συγκρότησης των συνειδήσεων.
Δεν ξεκινάμε όμως από το μηδέν, υπάρχει βάση και πολύχρονη εμπειρία από την πολιτική μας διαδρομή και συνεισφορά.
Γι΄ αυτό θεμελιακή άποψη των Θέσεών μας είναι ότι σήμερα απαιτείται να πρωτοστατήσουμε στην άμεση συσπείρωση και συγκρότηση των δυνάμεων που θέλουν να ενταχθούν σε μια σύγχρονη οργάνωση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Μια οργάνωση που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη εργατικής πολιτικής και κομμουνιστικής απελευθερωτικής λογικής μέσα στην εργατική τάξη και στα σύμμαχα στρώματα, που θα αντλεί την ποίησή της από το παρόν, το μέλλον και τη δυναμική της ταξικής πάλης στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Θεωρούμε καθοριστικό στοιχείο σήμερα το βήμα αυτό, που θα ενισχύσει σημαντικά και τη διαμόρφωση κομμουνιστικού ρεύματος, στο βαθμό βέβαια που αναβαθμίζεται το προγραμματικό στοιχείο, το ιδεολογικό-αξιακό περιεχόμενο και διαμορφώνονται ανάλογα το πλαίσιο στόχων πάλης και η ανασυγκρότηση της εργατικής πολιτικής.
Το πρόγραμμα, ένα κομμουνιστικό πρόγραμμα που απαντάει στις μεγάλες αντιθέσεις του σημερινού καπιταλισμού της κρίσης και της βαρβαρότητας είναι το απαραίτητο «εργαλείο» που διαμορφώνει το υποκείμενο, και, το υποκείμενο στην κίνησή του ολοκληρώνει το πρόγραμμα, το αναπτύσσει διαρκώς ως ραχοκοκαλιά και οδηγό της στρατηγικής και τακτικής του παρέμβασης.
Η επιλογή μας αυτή γίνεται σε συνθήκες που εκ πρώτης όψεως δεν φαίνονται ευνοϊκές. Όμως η ικανότητα των επαναστατών είναι να μπορούν να ανιχνεύουν τις δυνατότητες και τις προκλήσεις της ταξικής πάλης και τις υπόγειες τάσεις που μπορούν να τροφοδοτήσουν μια επαναστατική προοπτική ακόμη και σε αντίξοες συνθήκες. Αν το 1989 σηκώσαμε τα μάτια, είδαμε τον πήχη που έβαζε ο αντίπαλος και τολμήσαμε την «αποκοτιά» της συγκρότησης μιας οργάνωσης που επέμενε στην επανάσταση, σήμερα πρέπει να τολμήσουμε την «αποκοτιά» της συγκρότησης μιας οργάνωσης που θα αναδείξει ως στοιχείο της ταξικής πάλης και της καθημερινότητας της εργατικής πλειονότητας τη δυνατότητα της αντικαπιταλιστικής ανατροπής και της κομμουνιστικής προοπτικής.
Η πορεία και διαδικασία για συγκρότηση σύγχρονου κομμουνιστικού προγράμματος και οργάνωσης κομμουνιστικής απελευθέρωσης δεν μπορεί παρά να συνδέεται και ν αναπτύσσεται σε διαλεκτική σχέση με την οικοδόμηση αντικαπιταλιστικού εργατικού μετώπου, την ανάπτυξη ευρύτερου ρεύματος θεωρίας και πρακτικής του νέου εργατικού κινήματος, και την προώθηση της ταξικής κίνησης εργατικής χειραφέτησης. Με βήματα για έναν ισχυρό και πολιτικά επικίνδυνο πόλο-μέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με διαμόρφωση και σημαντική ενίσχυση των μετωπικών συσπειρώσεων και κινήσεων σε κλάδους εργαζομένων, σε πόλεις και περιφέρειες, σε σχολές και μέτωπα πάλης, για μια νέα πνοή και ανάπτυξη της αντικαπιταλιστικής πάλης σε όλα τα πεδία της ταξικής σύγκρουσης.
Σήμερα ως ΝΑΡ επιχειρούμαι να αναμετρηθούμε με την πρόκληση να πατήσουμε πάνω στα πιο ισχυρά στοιχεία συγκρότησής μας και στις κατακτήσεις μας, να αφήσουμε πίσω μας τις παθογένειες που κουβαλάμε και να δώσουμε τη σκυτάλη σε μια νέα κομμουνιστική οργάνωση μαζί με συντρόφους και συντρόφισσες εκτός του ΝΑΡ, κάνοντας μια τομή και με τον ίδιο μας τον εαυτό.
Αυτό είναι το επόμενο βήμα για το οποίο μιλάμε και στο σύνθημα των Θέσεων και του συνεδρίου μας. Ένα καθοριστικό βήμα για τη δημιουργία μιας ανώτερου χαρακτήρα κομμουνιστικής οργάνωσης που θα υπερβαίνει το ΝΑΡ και τη νΚΑ και θα συμβάλλει στην προσέγγιση του στόχου για ένα σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, συναγωνιστές και φίλοι,
Σε αυτό το αποφασιστικό βήμα, σε αυτή την μεγάλη ανάγκη της εποχής, σας καλούμε όλες και όλους να δώσετε παρών, να συμμετάσχετε, να στρατευθείτε. Είμαστε βέβαιοι, όλες οι εξελίξεις σε αυτό συνηγορούν, ότι μεγάλες ταξικές συγκρούσεις και γεγονότα μοιάζουν αναπόφευκτα και έρχονται. Δεν θα περιμένουμε στη γωνία όταν θα έρθουν, ούτε θα μας βρουν έκπληκτους και απροετοίμαστους!
Οι δυνάμεις της ταξικής χειραφέτησης μέσα από ένα τέτοιο σχέδιο νέας κομμουνιστικής ελπίδας και επαναστατικής προοπτικής, με νέο πρόγραμμα και οργάνωση, προετοιμάζουν τους όρους ενός αγωνιστικού ξεσηκωμού με πολιτικά αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά, που θα του δώσουν νικηφόρα προοπτική και στόχευση, ώστε όχι μόνο να αποκρούσει την αντεργατική επιδρομή και να μη χαρίζει την εξεγερτική του πνοή σε κάλπικες πολιτικές υποσχέσεις και αναμονές, αλλά να αμφισβητήσει συνολικά το σύστημα και να θέσει τις βάσεις για μια άλλη κοινωνία.
Θα είμαστε εδώ και με τη διαδικασία του 5ου συνεδρίου μας, πιο μαζικοί, πιο αποτελεσματικοί, εξοπλισμένοι με σύγχρονα θεωρητικά, πολιτικά και οργανωτικά καύσιμα και δυνάμεις για να κάνουμε το επόμενο βήμα!
Δημήτρης Γκόβας, μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ
Δεκέμβριος 2023