Κείμενο Συμβολής για το Συνέδριο του ΝΑΡ

Εισαγωγή

Πέρασαν ήδη πάνω από 20 χρόνια όταν κάποιοι τρελοί αρνήθηκαν τα βουλευτιλίκια τους κομματικούς μισθούς και την συγκυβέρνηση και πήραν μαζί τους έναν μικρό λαό, την τιμημένη ΚΝΕ και τις επαφές της για να συμβάλουν στην κομμουνιστική επαναθεμελίωση. Πολλοί πήδησαν από το καράβι και αυτό ταξίδεψε ελεύθερα από εδώ και εκεί, αντλώντας πλούτο από πολλά διαφορετικά ρεύματα. Το καράβι αυτό ήταν πρώτο στην φωτιά της μάχης, πρώτο στις ναυμαχίες με τους πειρατές της αστικής τάξης. Πολλοί δεν άντεξαν να είναι με την επανάσταση σε μια δεκαετία που όλα μύριζαν ήττα. Το ΝΑΡ απομαζικοποιήθηκε και κράτησε μικρές δυνάμεις σε κάποιους τομείς. Φοιτητές, δικηγόροι, γιατροί, δάσκαλοι, υπάλληλοι των Δήμων κ.α.

"Είναι η μικροαστική σας φύση", βιάστηκε να αναγγείλει η δογματική αριστερά, φανερά πληγωμένη από τον χωρισμό που προκαλέσαμε και δεν συγκυβερνήσαμε με τους Μητσοτάκηδες. Οι λενινιστές της πεντάρας δεν είχαν προσέξει κάτι όμως.

Τους ανθρώπους που ήρθαν μαζί μας, μετά το 1989 δεν τους ένωνε η υποτιθέμενη μικροαστική τους καταγωγή. Τους ένωνε αντίθετα το ότι ήταν αναγκασμένοι να πουλούν καθημερινά την εργατικής τους δύναμη για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Αφενός λοιπόν, ανήκαν στον κόσμο της εργασίας και αφετέρου ήταν οι κλάδοι που βγήκαν σε κινητοποιήσεις στα τέλη του 1980 και ενώ το κόμμα τους πούλησε, ήταν μόνο κάτι μικροί κνίτες που τους υποστήριξαν με κάθε τρόπο ενάντια σε κράτος και σε κόμμα. Αυτή η κομματική εργασία έμεινε σαν νεκρή εργασία και ταξίδεψε στα χρόνια βάζοντας όλο και περισσότερους συντρόφους στην φωτιά του αγώνα.

Σαν ρεύμα πρωταγωνιστήσαμε σε μια σειρά από μάχες. Αυτά δεν θα τα γράψει κανείς μεγαλοδημοσιογράφος αλλά ήταν εκατοντάδες οι συλλήψεις και οι τραυματισμοί μελών μας. Το κράτος Σημίτη μας πήγαινε για κακουργήματα ενώ το παρακράτος του, η Χρυσή Αυγή, τραυμάτισε τον σύντροφό μας Κουσουρή. Σε άλλους φόρτωσαν ναρκωτικά όπως έκανε παλιά το κράτος με τους νεολαίους της ΕΔΑ και άλλοι σύντροφοι περιμένουν το δικαστήριό τους. Όμως η καταστολή, σύντροφοι, ποτέ δεν μπόρεσε να κάμψει, από μόνη της, το επαναστατικό κίνημα. Χρειαζόταν και η επιλογή της αναδίπλωσης από την σκοπιά των πρωτοποριών του.

Και εμείς σύντροφοι δεν κωλώσαμε, όταν σκότωσαν τον Γρηγορόπουλο και χτύπησαν τον Κουσουρή, δεν δώσαμε λουλούδια στους μπάτσους και όταν πέρασε ο ΑΣΕΠ σπάσαμε τα χέρια μας για να διασφαλίσουμε το δικαίωμα στην εργασία.

Είμαστε οι ίδιοι τρελοί, με τους συντρόφους του 80. Δεν είμαστε όμως μόνο από την ίδια πάστα με τους συντρόφους της ΚΝΕ του 1980. Όλα τα επαναστατικά ρεύματα και όλες οι κομμουνιστικές δυνάμεις έχουν δώσει έναν τόνο στην οργάνωσή μας. Ας εξετάσουμε σε αυτό το σημείο την περίπτωση του πιο μάχιμου τμήματος του εργατικού κινήματος των τελευταίων χρόνων. Τις Παρεμβάσεις Δημοσίου Τομέα, που πρωτοστάτησαν και στην πρόσφατη απεργία των καθηγητών. Μια ματιά στο όνομα αρκεί για να καταλάβει κανείς τι διεργασίες μεσολάβησαν και βγήκε αυτό το θαυματάκι. Ανεξάρτητες Αυτόνομες Αγωνιστικές Ριζοσπαστικές Παρεμβάσεις Κινήσεις Συσπειρώσεις. Γιατί όμως τόσα επίθετα, πίσω από μια παράταξη;

Γιατί κάθε ένα από αυτά τα επίθετα είναι κληρονομιά από κάθε διαφορετικό πολιτικό ρεύμα που με τον καιρό εντάχθηκε στο μέτωπο-παράταξη των Παρεμβάσεων και του έδωσε τον πλούτο του. Είκοσι χρόνια χιλιάδες αγωνιστές γύριζαν τα σχολεία της Ελλάδας, είκοσι χρόνια πολλές απεργίες, ώστε να φτάσει στα χρόνια του μνημονίου να αποτελεί την κύρια δύναμη της πρωτοβουλίας σωματείων. Είκοσι χρόνια, τώρα οι Παρεμβάσεις ,πέρασαν από πολλούς σταθμούς. Και κάθε φορά έβγαιναν και πιο δυνατές και με μία σαφή αντικαπιταλιστική ηγεμονία έφτασαν να αποτελούν έναν από τους μεγαλύτερους πονοκεφάλους των μνημονιακών κυβερνήσεων και να στήνουν την πρωτοβουλία σωματείων.

Είκοσι χρόνια παίρναμε τις σωστές επιλογές στην αντικαπιταλιστική πτέρυγα στο επίπεδο του εργατικού κινήματος, την στιγμή που αργούσαμε ασυγχώρητα να πάρουμε παρόμοιες πρωτοβουλίες στο ζήτημα του μετώπου και του κόμματος.

ΝΑΡ vs ΑΝΤΑΡΣΥΑ;

Στις θέσεις μας μιλάμε για Αντικαπιταλιστικό Εργατικό Μέτωπο (ΑΕΜ)

Αντί σε αυτούς τους κινηματικούς σταθμούς να μετράμε βήματα, να δοκιμάζεται μεγαλώνει το ΑΕΜ μας, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εμείς δεν είχαμε κινηθεί καν προς την συγκρότησή της. Επιλέγαμε επανειλημμένα να στέλνουμε τον κόσμο στην αγκαλιά της ρεφορμιστικής αριστεράς δια του παρατεταμένου σεχταρισμού μας.

Και όμως τελικά μετά από χρόνια φτιάξαμε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η επιτυχία της ήταν αναμφισβήτητη. Και αυτό διότι δεν μετριούνται μόνο με ποσοστά οι επιτυχίες. Χιλιάδες αριστεροί βρήκαν ξανά την ελπίδα σε μια άλλη αριστερά. Σε εργατικές εξορμήσεις με το ΠΡΙΝ πετύχαμε ανθρώπους που ενεργοποιήθηκαν ξανά με έναυσμα μια προοπτική που επιτέλους εμπνεύσαμε. Πέντε χρόνια μετά όμως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει προχωρήσει ελάχιστα.

"Η σχέση κόμματος μετώπου είναι διαλεκτική" λέμε στις θέσεις, "το ΝΑΡ δεν αναιρεί την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά την ενισχύει". Ας είμαστε όμως ειλικρινείς, σύντροφοι. Η σχέση δεν είναι από μόνη της διαλεκτική, εμείς πρέπει να την καταστήσουμε ως τέτοια. Πόσες ήταν οι φορές που ενεργήσαμε σαν ΝΑΡ και όχι σαν ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Πόσες συνελεύσεις μπλοκάραμε πριν την ΔΕΘ και πόσες δεν τις τρέξαμε καν μη τυχόν και αποφασίσει το σώμα να πάει σε άλλη πλατεία για προσυγκέντρωση;
Θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει χιλιάδες πράγματα και εμείς δεν έχουμε κάνει ούτε τα μισά. Δεν είναι εύκολη η κουβέντα ούτε έχει έτοιμες απαντήσεις του τύπου να αυτοδιαλυθούν οι οργανώσεις και να φτιάξουμε κόμμα στο άψε σβήσε. Θα πρέπει όμως να καλλιεργήσουμε εκείνο το περιβάλλον που αφενός θα ενισχύει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και αφετέρου θα ενισχύει και το κομμουνιστικό κόμμα που θα ξεπηδήσει εντός αυτής.

Εξηγούμαι με ένα παράδειγμα:

Το 2008 παρακολουθούσα συνελεύσεις της ΑΚ Θεσσαλονίκης. Στην τελευταία τους, 16 άτομα αποφάσισαν να φύγουν από κάτι άθλια γραφεία και να νοικιάσουν ένα 4όροφο κτίριο με 3.000 ευρώ νοίκι. Πέντε χρόνια μετά ,βρέθηκα στο κτίριο για να συμμετάσχω εκ μέρους του ΠΡΙΝ και του ΝΑΡ στην πρωτοβουλία αλληλεγγύης ΒΙΟΜΕ που βρισκόταν εκεί. Πρώτο στοιχείο, η πρωτοβουλία αλληλεγγύης μαζί με αρκετούς εργάτες, διεξαγόταν εκεί και όχι στην Λέσχη του ΝΑΡ ή της ΑΡΑΝ. Δεύτερο στοιχείο, στο κτίριο υπήρχαν πάνω από 200 άτομα, καθημερινή μέρα, από παιδάκια με τους γονείς τους που πήγαιναν στον παιδότοπο, μέχρι μια εκδήλωση για πολιτικούς κρατούμενους, ή με μία γεμάτη καφετέρια με 5 άτομα βάρδια ταυτόχρονα κατά βάση νεολαία. Σε έναν όροφο πραγματοποιούνταν ηχογράφηση εναλλακτικής μουσικής και σε ένα άλλο δωμάτιο, δίπλα στην γεμάτη δανειστική βιβλιοθήκη, πωλούνταν εμπορεύματα χωρίς μεσάζοντες.

Για όποιον δεν κατάλαβε, αυτό είναι περίπου ένα επιτυχημένο παράδειγμα για "το ρεύμα στην νεολαία και τον κόσμο της εργασίας" που θέλουμε να φτιάξουμε. Δεκαέξι αντιεξουσιαστές μας έβαλαν τα γυαλιά και κατάφεραν να κάνουν κάτι τέτοιο, την στιγμή που η ΑΝΤΑΡΣΥΑ των 3.000 μελών (300 στην Θεσσαλονίκη) προτιμά να δρα σαν μέτωπο οργανώσεων και με συγκεκριμένες ευθύνες μπλοκάρεται οποιαδήποτε πρωτοβουλία. Σύντροφοι, δεν πρέπει να συνεχίσουμε στην γραμμή να κάνουμε πράγματα μονάχα χωρίς τους άλλους. Αυτή την στιγμή πρέπει να κάνουμε στέκια ΑΝΤΑΡΣΥΑ παντού, που να συνδυάζουν την αυτοτελή παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με την ευρύτερη απεύθυνση. Βέβαια παρότι η ΑΚ δημιούργησε αυτόν τον χώρο, δεν κατάφερε να διαχειρισθεί την δυναμική που απελευθέρωσε και φαίνεται ότι, σαν οργάνωση, είναι περισσότερο σκιά του εαυτού της. ΄Όμως αυτό το ξέραμε και θα μπορούσαμε να το προβλέψουμε με βάση τις εγγενείς της αδυναμίες. Εμείς, που έχουμε στην σωστή στόχευση, γιατί να μην κάνουμε μια τέτοια υπέρβαση; Μια τέτοια κίνηση:

1.   Θα έχει αναμφίβολη επιτυχία, θα τροφοδοτήσει τους κοινωνικούς χώρους με νέους και νέες έτοιμους να παλέψουν και να κάνουν την αντικαπιταλιστική κουλτούρα υλική δύναμη στο τώρα (κάτι που μάλλον δεν επεδίωξε καν η ΑΚ με όλο αυτό το κόσμο)

2.   Θα καλλιεργηθεί κουλτούρα συνύπαρξης και συντροφικής συνεργασίας με τους συντρόφους κάτι που σήμερα πάει περίπατο

3.   Θα ενισχυθεί και η οργάνωσή μας με όλον αυτόν τον κόσμο που θα συρρεύσει

Άλλωστε με τα παραπάνω επιχειρήματα ξεκίνησε και η συζήτηση για ένα πραγματικά αυτοοργανωμένο κάμπινγκ. Ήταν στη Διεθνή συνάντηση της Σμύρνης του 2009 όταν ο Κώστας Παλούκης έριξε την ιδέα και δύο χρόνια τώρα απολαμβάνουμε τους καρπούς του κάμπινγκ του Χορευτού. Μα θα μου πείτε εκεί πετύχαμε και κερδίζει και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρότι το οργανώνουμε μόνοι μας.

Ασφαλώς αυτή η κουβέντα δεν είναι εύκολη. Ακόμα και εάν η επαναθεμελίωση περνά από συνένωση με άλλες οργανώσεις σε όλη αυτή την διαδικασία θα πρέπει να παλεύουμε για την ηγεμονία του ρεύματός μας. Για αυτό σε πράγματα που πιάνουν μπορούμε να παίρνουμε μόνοι μας την πρωτοβουλία (αφήνοντας την επιλογή και στις άλλες οργανώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ). Έτσι, το κάμπινγκ Αναιρέσεις ή οι μαθητές che Guevara (σ.σ. Πολύ καλύτερο όνομα από το Ανυπόταχτος μαθητής) μπορούν να συνεχίσουν να δουλεύουν ως έχουν.

Χρειάζεται λοιπόν συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Βάσει αυτής, μπορούμε να κρατήσουμε σαν στενή οργανωτική επιλογή όσες πρωτοβουλίες έχουμε δημιουργήσει και είναι πετυχημένες με μεγαλύτερο παράδειγμα το μαθητικό. Θα πρέπει όμως σε μια σειρά από μέτωπα να πάρουμε κοινές πρωτοβουλίες άμεσα. Να βγάλουμε κοινό έντυπο, να ενοποιηθούμε στο συνδικαλιστικό (με όσους μπορούμε) και να κάνουμε στέκια, λέσχες παντού που θα είναι το νεύρο της άλλης αριστεράς. Τα επιχειρήματα της ηγεσίας είναι πάντοτε του τύπου πως το ένα δεν γίνεται και το άλλο είναι αδύνατο, χωρίς όμως να εκφράζει καθαρά το σκεπτικό της, με αποτέλεσμα οι επιλογές να μένουν στο απυρόβλητο. Και, όντως, η πολιτική ενοποίηση σήμερα με τις άλλες οργανώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι δύσκολη, ακόμα και σε αυτά τα μικρά πράγματα. Όσο όμως καθυστερούμε οι αντιθέσεις θα οξύνονται και οι φυγόκεντρες τάσεις ενός μετώπου, που δεν λειτουργεί, θα μεγαλώνουν.

Όπως και να το κάνουμε, σε αυτές τις 2 δεκαετίες της ήττας πορευτήκαμε μαζί με τους συμμάχους και μαζί πρέπει να φτιάξουμε τώρα το κομμουνιστικό κόμμα της νέας εποχής. Ο Σεκίτης, ο Αρανίτης, ο Αρασίτης και άλλοι οργανωμένοι σύντροφοι δεν είναι ο εχθρός μας όπως τείνει να βγαίνει αυθόρμητα μετά από πολύωρες διαδικασίες.

Στο κομμουνιστικό κόμμα της νέας εποχής θέλουμε την δουλειά που κάνουν με τους μετανάστες οι σύντροφοι του ΣΕΚ, χρειάζεται παράλληλα και η συμβολή της ΟΚΔΕ στο lbgt κίνημα ή οι τακτικές αναλύσεις της ΑΡΑΝ. Χρειάζεται η μαχητικότητα των συντρόφων της ΑΡΑΣ και της ΑΡΙΣ και φυσικά όλα αυτά να δένονται από την επαναστατική στρατηγική και την ανυπότακτη γραμμή για το νέο εργατικό κίνημα πάνω στο οποίο δουλεύουμε τόσο χρόνια.

Να μην ταυτίζουμε το κόμμα και το μέτωπο...

Όμως σαφώς το μέτωπο θα πρέπει να το κρατήσουμε και να συσπειρώνει ευρύτερες δυνάμεις αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού χωρίς οπωσδήποτε μεγάλο επίπεδο στρατηγικής συμφωνίας.

Ποια θα πρέπει όμως να είναι η διάκριση μετώπου και κόμματος στην πολιτική που ασκούν. Σε αυτό το σημείο θα περιγράψω τη γνώμη μου σχετικά με τον δημόσιο λόγο και τα αιτήματα που πρέπει να αρθρώνουν μέτωπο και κόμμα, καθώς και σε σχέση με τους χρόνους στους οποίους πρέπει να στοχεύει η πολιτική τους.

Στην αριστερά λανθάνει από την μία η αντίληψη που θέλει το κόμμα μονάχα παιδαγωγό των μαζών, να ζυμώνει σε αυτές τον στρατηγικό στόχο ώστε κάποια στιγμή να το υλοποιήσουν με την καθοδήγησή του. Στον βαθμό που το σύστημα σαπίζει, τα πιο πολλά τακτικά αιτήματα είναι ενσωματώσιμα. Από την άλλη υπάρχει μέρος της αριστεράς που θεωρεί ότι η παιδαγωγική διαδικασία δεν παίζει κανέναν ρόλο, το κίνημα είναι το παν, και ο κόσμος θα συνειδητοποιηθεί από μόνος του. "Άλλωστε δεν κατέχουμε και την αλήθεια "(αν υπάρχει αυτή με αντικειμενικούς όρους), θα μας πουν. Οι δύο παραπάνω αντιλήψεις, μπορούν και πρέπει να συντεθούν σε ένα ανώτερο επίπεδο και αυτό το επίπεδο μπορεί να έρθει μόνο από την διαλεκτική του υποκειμένου όπως την περιγράφουμε στις επεξεργασίες μας. Αυτές οι επεξεργασίες όμως παρότι είναι πρωτοπόρες , θα πρέπει να βαθύνουν και να αντιμετωπίσουν τα conflicts που δημιουργεί η πραγματικότητα ανάμεσα στο κόμμα και στο μέτωπο.

Καταρχήν, στην διαλεκτική συνέχειας-ασυνέχειας, το μέτωπο θα πρέπει να φωτίζει πιο πολύ την συνέχεια. Να περιγράφει τη ζωή μας σε μία μεταβατική αντικαπιταλιστική φάση. Να πιάνει την αυθόρμητη συνείδηση του κόσμου και με αιτήματα-κλειδιά να την μετασχηματίζει σε αντικαπιταλιστική συνείδηση. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά τις αντικειμενικές συνθήκες. Το 1929 η ανθρωπότητα μπήκε στην κρίση με μεγάλα ποσοστά εργατών γραμμένους στα συνδικάτα την στιγμή που σήμερα αυτό το ποσοστό δεν ξεπερνά στο 9% στην Ελλάδα.

Αυτή η πραγματικότητα δείχνει ότι έχουμε να κάνουμε με ένα άλλο υποκείμενο, που ταυτόχρονα με το ότι έχει τις μεγαλύτερες δεξιότητες στην ιστορία της εργατικής τάξης, δείχνει να έχει και μια σειρά από γνωρίσματα που δυσκολεύουν τον μετασχηματισμό του. Για αυτό τα τακτικά αιτήματα τείνουν να αποκτούν ξεχωριστή σημασία.

Κλασική μεθοδολογία των αιτημάτων μας ήταν πάντοτε ότι θα πρέπει να είναι λαϊκά κατανοητά, κοινωνικά αναγκαία και καπιταλιστικά ανέφικτα. Τα δύο πρώτα αποτελούν κριτήρια που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των αιτημάτων μας. Τι σημαίνει όμως καπιταλιστικά ανέφικτο; Με πόση βεβαιότητα μπορούμε να μιλάμε για καπιταλιστικά ανέφικτο και ιδιαίτερα σε ένα τόσο δυναμικό περιβάλλον;

Σε αυτό το ζήτημα, το ρεύμα μας έχει μια ιστορία συλλογισμών. Όταν αναλύσαμε ότι στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό δεν υπάρχει η δυνατότητα παραχωρήσεων από την αστική τάξη, αυτό είχε δύο αναγνώσεις στο επίπεδο της πολιτικής επιλογής. Από την μία, στο πρώτο Συνέδριο είχαμε γράψει ότι στην ολοκληρωτική επίθεση απαντάμε με ολοκληρωτικές απαντήσεις, κάτι που πολλές φορές σήμαινε απόρριψη κάθε τακτικού αιτήματος και χρήση των στρατηγικών αιτημάτων σαν υποτίθεται τακτικά. Από την άλλη, υπήρχε η ανάγνωση ότι, με βάση το παραπάνω σκεπτικό, "και ένας κευνσιανός εάν είναι συνεπής θα αναγκαστεί να γίνει Λενινιστής", κάτι που ουσιαστικά απέρριπτε το "καπιταλιστικά ανέφικτο" ως κριτήριο.

Στην πραγματικότητα το τι είναι καπιταλιστικά ανέφικτο, χρήζει επιστημονικής ανάλυσης. Θα πρέπει να εξετάσουμε μια σειρά από παράγοντες, όπως το τι υποστηρίζουν μερίδες της αστικής τάξης, τι δυναμική μπορούν να εκφράσουν πολιτικά, ποιες εξελίξεις θα φέρει ο διεθνής παράγοντας, τι δυναμική μπορεί να έχει το εργατικό κίνημα κτλ. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να γίνει μια παρένθεση και να πούμε ότι για να μπορέσουμε πραγματικά να έχουμε τακτική που υπηρετεί την στρατηγική θα πρέπει να οικοδομήσουμε έναν συλλογικό διανοούμενο όπου θα φωτίζουμε ολόπλευρα και στον καλύτερο δυνατό βαθμό όλες τις μεταβλητές και τα προβλήματα που πρόκειται να αντιμετωπίσουμε στο μέλλον, με διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αντίθετα αυτό που συμβαίνει τώρα, παρότι έχουμε πολύ καλούς αναλυτές, είναι το ότι ο καθένας φαίνεται να φέρνει την δική του άποψη στην οργάνωση χωρίς αυτές να συντίθενται. Για παράδειγμα χρειάζεται η ανάλυση κάποιου συντρόφου που ασχολείται με τον διεθνή παράγοντα να έρχεται στις οργανώσεις σε διάλογο με την αντίληψη κάποιου άλλου που αναλύει το εργατικό κίνημα και όχι τελικά ο ένας να κρατάει ως το παν τον διεθνή παράγοντα και τα σκοτεινά κέντρα και ο άλλος το εργατικό κίνημα...

Συνεχίζοντας για την τακτική, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι μόνο με βάση πιθανότητες μπορούμε να αναλύσουμε ποιο αίτημα είναι καπιταλιστικά ανέφικτο και ποιο όχι. Έτσι, μερικά χρόνια πριν, κάναμε την στροφή και βάλαμε στην προμετωπίδα μας την έξοδο από την Ε.Ε. Όχι ως ένα αίτημα που θα το προβάλλουμε με όρους "αντικαπιταλιστική επαναστατική αποδέσμευση και διάλυσή της" κάτι που είναι σαφές ότι ανήκει περισσότερο στην σφαίρα της στρατηγικής, αλλά με όρους "Εμπρός λαέ έξω από την Ε.Ε." απλά και κατανοητά.

Αυτή η επιλογή πατούσε ασφαλώς στην ανάλυσή μας ότι δεν υπάρχει και δεν πρόκειται να υπάρξει ηγεμονική μερίδα των αστών που θα μιλήσει για έξοδο από την Ε.Ε. Κάτι που, αντίθετα, συμβαίνει στις ιμπεριαλιστικές χώρες της Γαλλίας της Γερμανίας. Τι συμβαίνει όμως με το ευρώ; Υπάρχει μερίδα της αστικής τάξης που μπορεί να ηγεμονεύσει σε ένα αντι-ευρώ κίνημα και μάλιστα χωρίς να πεταχτεί η Ελλάδα εκτός Ε.Ε; Επί του παρόντος δεν φαίνεται κάτι τέτοιο και μάλιστα δεν φαίνεται ότι θα διαμορφωθεί και μια τέτοια κατάσταση στο άμεσο μέλλον. Επομένως το μέτωπό μας εδώ θα πρέπει να μιλήσει θαρρετά για έξοδο από το ευρώ με αντικαπιταλιστική παραγωγική ανασυγκρότηση και αυτό να είναι το αίτημα.

Η έξοδος από την Ε.Ε. θα πρέπει ασφαλώς να μείνει σαν αίτημα σε δεύτερο χρόνο, προετοιμάζοντας τους όρους για να αποδεχθεί ο κόσμος αυτήν την αλλαγή. Επίσης κατά βάση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει να προωθεί περισσότερο το τακτικό "έξω από το ευρώ" με αντικαπιταλιστική παραγωγική ανασυγκρότηση και το ΝΑΡ το πιο προωθημένο έξω από την Ε.Ε. με αντικαπιταλιστική επανάσταση για την κομμουνιστική προοπτική. Ίσως είναι λίγο δύσκολο να διακριθούν αυτά τα δύο επίπεδα, όμως είναι πραγματικά σημαντικό να μπορεί το μέτωπο να αγγίζει τα αιτήματα-κρίκους. Η αστική τάξη κάνει κυνήγι μαγισσών ψάχνοντας για το λόμπι της δραχμής και δεν μπορεί να βρει ούτε ένα κόμμα να υποστηρίζει αυτή την θέση. Ε ναι λοιπόν, να το πούμε απερίφραστα και χωρίς μισόλογα. Αυτοί είμαστε εμείς ,η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μας, είναι το λόμπι των φτωχών και καταπιεσμένων, το λόμπι της δραχμής.

Εθνικό ζήτημα

Είμαστε την εποχή όπου ακόμα και οι εθνικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να εγκρίνονται από τις Βρυξέλλες και όπου το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνικού ΑΕΠ, θα πηγαίνει δίχως λαϊκή επιλογή, στην εξυπηρέτηση των δανειστών.

Όταν απευθυνόμαστε σε όλο αυτό το δυναμικό που μεταναστεύει, του λέμε να μείνει να αλλάξουμε την κατάσταση εδώ. Τον καλούμε σε ένα συναρπαστικό εγχείρημα, αλλαγής της κατάστασης στον τόπο του και μιλούμε για παραγωγική ανασυγκρότηση. Αυτός ο άνθρωπος έχει ανάγκη να ενταχθεί σε κάποια φαντασιακή κοινότητα για να μείνει. Επομένως όταν τον καλούμε να μείνει εδώ, τον καλούμε να μείνει να παλέψει μαζί με μία κοινότητα που δεν υπάρχει ακόμα αλλά θέλουμε να την συγκροτήσουμε, δηλαδή το έθνος των εργαζομένων.

Άρα πιστεύω ότι σε αυτό το ζήτημα πρέπει να δούμε τα πράγματα με μία τακτική ευελιξία και να επικοινωνούμε με τα υγιή πατριωτικά αισθήματα του λαού. Πολύ χαρακτηριστικό για την στάση που πρέπει να κρατάμε είναι νομίζω το παράδειγμα του Βάρναλη. Ο συγγραφέας το 1922 στην μεγάλη Ιδέα παρομοίαζε την Ελλάδα με ένα μπουρδέλο ενώ το 1940 πρωταγωνιστεί στην υπεράσπισή της και στην ίδρυση του ΕΑΜ. Έτσι και εμείς, ορθά, όταν η ελληνική αστική τάξη προσπαθούσε να χτίσει την δικιά της μεγάλη Ιδέα (Ισχυρή Ελλάδα, Αθήνα 2004), εμείς αναβαθμίζαμε τον λόγο εναντίον τους έθνους-κράτους τους. Τώρα που η μεγάλη Ιδέα χάθηκε, πρέπει να καταδείξουμε την εργατική τάξη και τις πολιτικές της πρωτοπορίες ως άξιο εκπρόσωπο των συμφερόντων ολόκληρου του έθνους. Όχι να στήσουμε ένα νέο ΕΑΜ σαν να είχαμε κατοχή, αλλά να αλληλεπιδράσουμε και να εκφράσουμε τα πατριωτικά αισθήματα του λαού τροφοδοτώντας έτσι την ταξική πάλη και τα συνδικάτα. Βέβαια ταυτόχρονα θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας και στον λόγο μας ότι σε οποιαδήποτε ενδεχόμενη πολεμική διαμάχη με άλλη-ες ιμπεριαλιστικές χώρες για τα πετρέλαια την φράση Μπολσεβίκου στρατιώτη που μας μεταφέρει ο Τζον Ρηντ: "Όταν η γη θ’ανήκει στους αγρότες, τα εργοστάσια στους εργάτες και η εξουσία στα Σοβιέτ, τότε θα ξέρουμε γιατί πολεμάμε και θα πολεμήσουμε"

Σε ότι αφορά τις αντιρρήσεις ότι η έννοια του εθνικού είναι αντικειμενικά χρωματισμένη με τα χρώματα των αστών, πρέπει να πούμε ότι όλες οι έννοιες λίγο πολύ είναι κάπως έτσι χρωματισμένες όταν ηγεμονεύει ένας σχηματισμός. Η δημοκρατία, η λαϊκή κυριαρχία (ΠΑΣΟΚ 80s) ή ακόμα και η "αριστερά" για αυτό και το ΚΚΕ αποχωρεί λανθασμένα από την διεκδίκηση του εν λόγω όρου. Όταν όμως διακυβεύεται η ηγεμονία μιας εξουσίας σε οικονομικό επίπεδο τότε είναι που κλονίζεται και η πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία. Τότε είναι που ακόμα και οι λέξεις τείνουν να αλλάξουν χρώμα...

Άλλωστε σχετικά με την διείσδυση του πολιτικού μας λόγου, αδικούμε τον εαυτό μας να είμαστε οι μόνοι -μαζί ίσως με το ΚΚΕ- που υποστηρίζουμε άμεση έξοδο από την Ε.Ε (ούτε η ΚΟΕ, ούτε το ΕΠΑΜ, ούτε η ΧΑ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ) και ταυτόχρονα να μην καλούμε τον λαό να υιοθετήσει έναν άλλο επαναστατικό πατριωτισμό, σαν αυτόν που υιοθέτησε ο Αργεντίνος Τσε στην Κούβα και την Βολιβία. Ο πατριωτισμός, δηλαδή, που υποστηρίζει ο λαός, ανεξάρτητα από χρώμα, φύλο, φυλή, εθνικότητα, να γίνει αφέντης στον τόπο του. Αυτό -όχι με μισόλογα- πρέπει να γίνει από τα κεντρικά συνθήματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και να πιέσουμε σε αυτή την κατεύθυνση.

2.   Εργατικό

α) Να μπούμε στους αγώνες

Είναι πλέον κοινός τόπος ότι πρέπει να ανοίξουμε το ζήτημα για την παρέμβασή μας στην εργατική τάξη. Σε σχέση με αυτό θα αναφερθώ στον αγώνα των εργολαβικών του ΑΠΘ που θεωρώ έναν από τους πιο σημαντικούς και χαρακτηριστικούς του τελευταίου χρόνου. Η κατάληξη του συγκεκριμένου αγώνα είναι δυστυχώς το καλύτερο εχέγγυο για την άνοδο και την επικράτηση του φασισμού. Ήττα, εξατομίκευση, απαξίωση, προδοσία.

Νομίζω ότι σε μια σειρά από αγώνες, η οργάνωσή μας κάνει την αδυναμία της, αδυναμία των άλλων και τελικά τους στηρίζει μόνο στις κρίσιμες καμπές χωρίς έτσι να μπορεί να επιδράσει ουσιαστικά. Προσδίδουμε στις δυνάμεις που ασχολούνται στον εκάστοτε αγώνα, λανθασμένο πολιτικό πρόγραμμά και δυνάμεις υπερφυσικές σε ότι αφορά την ηγεμονία. Αυτό οδηγεί στο πολιτικό συμπέρασμα ότι ο αγώνας είναι σχεδόν από την αρχή χαμένος και τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Έτσι δικαιολογούμε πολιτικά την απουσία μας και την αντικειμενική αδυναμία μας να κινητοποιήσουμε κόσμο της οργάνωσης έτσι ώστε να ασχοληθεί με τον εκάστοτε αγώνα.

Τα παραδείγματα που πληρούν πάνω κάτω τις προϋπόθεσης είναι δυστυχώς αμείλικτα και θα αναφερθούν μερικά από την Θεσσαλονίκη. ΒΙΟΜΕ, απεργία πείνας μεταναστών μέχρι την 35η μέρα, Μπανκέ κ.α. Εκεί η οργάνωση συμμετέχει περισσότερο με όρους αλληλεγγύης και όχι με όρους κομμουνιστικής οργάνωσης.

Το συμπεράσματα που θα αναφέρω προκύπτουν από την εμπειρία μου στον αγώνα των εργολαβικών υπαλλήλων του ΑΠΘ. Πιστεύω ότι ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να οικοδομήσουμε το φοιτητικό κίνημα εργατικής κατεύθυνσης και ταυτόχρονα να χτίσουμε εκείνα τα αναγκαία στηρίγματα και χώρους αναπαραγωγής της οργάνωσης και του μετώπου εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.

Καθόσον γνωρίζω, στις απεργίες θέση μας είναι κατά βάση να αφαιρούμε εξουσίες από το ΔΣ και να τις δίνουμε στις επιτροπές αγώνα που συγκροτούνται. Αυτό είναι κάπως πιο εύκολο εφόσον υπάρχει από πριν δουλειά και ένα συγκροτημένο μπλοκ αγώνα, αλλά πιο δύσκολο όταν το μπλοκ τείνει να συγκροτηθεί εντός του αγώνα και χωρίς να έχει πολιτική εμπειρία. Αυτά τα μπλοκ μπορεί να προλάβουν να συγκροτηθούν και να αναλάβουν την πρωτοβουλία των κινήσεων εντός ενός αγώνα, μπορεί όμως και να μην τα καταφέρουν αλλά να δημιουργηθεί κάτι ως μαγιά για τον επόμενο αγώνα. Μάλιστα λόγω των διαρκών επιθέσεων κυβέρνησης και εργοδοσίας οι διαθέσεις για αγώνα δεν αργούν να ωριμάσουν. Επειδή όμως τα μπλοκ αγώνα συνήθως δεν έχουν εμπειρίες συνδικαλισμού και αγώνα εμείς ως οργάνωση με συσσωρευμένη πείρα, θα έπρεπε και θα μπορούσαμε να το χρωματίσουμε πολιτικά.

Αυτό το μπλοκ είναι και το ακροατήριο που έχουμε τις καλύτερες συνθήκες ιστορικά για να προσελκύσουμε, είναι αυτό που αποτελεί άμεσο κοινωνικό-πολιτικό μας στόχο. Δηλαδή κόσμος σε τομείς που δεν έχουμε ήδη μέλη και μάλλον σε εργατοπαραγωγική κατεύθυνση.

Στο τρίπτυχο του υποκειμένου κίνημα-μέτωπο-κόμμα, μερικοί μπορούν να έρθουν κοντά στο κίνημα, άλλοι στο μέτωπο και τα πιο πρωτοπόρα κομμάτια στο κόμμα-οργάνωση. Αυτό όμως εξαρτάται από εμάς και νιώθω ότι εκεί μέσα παίζουμε ουσιαστικά μπάλα μόνοι μας. Όπως γνωρίζουμε μέσα σε έναν αγώνα ένας άνθρωπος κάνει πολιτικά βήματα που μπορεί να μην έκανε σε όλη του την ζωή. Ψάχνει να βρει μια λύση στο πρόβλημά του και είναι ανοιχτός να ακούσει ότι το πρόβλημα είναι κάτι ευρύτερο από το επιμέρους. Ο χρόνος συμπυκνώνεται και είναι έτοιμος να πειστεί και για το πιο ριζοσπαστικό, το πιο επαναστατικό. Είναι αυτό που είπε ο Μαρξ ότι οι υλικοί όροι ανατινάσσουν τα ιδεολογικά κωλύματα.

Εμείς πρέπει σε αυτούς τους αγώνες να είμαστε σαν το ψάρι στο νερό. Πρέπει να κάνουμε δημόσιες τοποθετήσεις, συζητήσεις σε πηγαδάκια, επεξεργασία δεδομένων και παραγωγή γραμμής και φυσικά χαρτογράφηση, ανθρώπων. Να κάνουμε δηλαδή ότι κάνουμε τόσα χρόνια και έχουμε χτίσει αυτό που λέγεται ΕΑΑΚ. Να είμαστε το επαναστατικό εργαστήριο του κάθε αγώνα. Αυτό πρέπει να το κάνουμε από την πρώτη μέρα των αγώνων μέχρι την τελευταία, με ολιγομελείς αιρετές ανακλητές ομάδες, που θα αλλάζουν με περιοδικότητα πχ κάθε 6 μήνες.

Πολλοί άνθρωποι θα μας γνωρίσουν, λιγότεροι θα μας ακολουθήσουν στο κίνημα, ακόμα λιγότεροι στο μέτωπο και μερικοί θα μπουν και στην οργάνωση. Σίγουρα όμως σε αυτόν ή στον επόμενο εργασιακό χώρο, όταν προκύψει το πρώτο πρόβλημα με τον εργοδότη (που θα προκύπτουν συχνά), όλοι σε εμάς θα απευθυνθούν. Κάπως έτσι χτίζονται οι κομμουνιστικές οργανώσεις και κάπως έτσι χτίστηκαν οι Μπολσεβίκοι, μέσα στην φωτιά των αγώνων.

Και στους επόμενους μήνες, χρόνια θα έχει πολύ φωτιά... που αν δεν την εκμεταλλευτούμε και δεν οδηγούμε τους αγώνες στην νίκη, η φωτιά θα φέρει την ήττα και τον ηττημένο κόσμο στην αγκαλιά των φασιστών. Με βάση την εικόνα μας μέχρι στιγμής δεν πετυχαίνουμε τίποτα από αυτά που αναφέρθηκαν ως στόχοι. Βέβαια, στο φοιτητικό ίσως είμαστε η μόνη οργάνωση της αριστεράς που έδωσε ένα βάρος για παράδειγμα, στον αγώνα των εργολαβικών (μαζί με την ΟΚΔΕ), αλλά ακόμα και αυτό είναι πολύ πίσω από ένα "φοιτητικό κίνημα εργατικής κατεύθυνσης". Πολλές φορές μου δίνεται η εντύπωση ότι τρώμε περισσότερο χρόνο στο να την πούμε στους συμμάχους πάνω στο φοιτητικό κίνημα εργατικής κατεύθυνσης, παρά στο να το σχεδιάσουμε και να το οικοδομήσουμε. Και αυτή η ευκαιρία, με εργατικό αγώνα μέσα στις σχολές μας, ήταν πολύ σημαντική όχι όμως και ανεπανάληπτη.... Ευτυχώς όμως στον αγώνα των Διοικητικών η ανάμιξή μας φαίνεται να είναι σαφώς πιο συνεπής και οργανική.

Πως να λειτουργεί λοιπόν η εργατική μας δουλειά και κατά συνέπεια η εργατική επιτροπή;

Αναμφίβολα, μία από τις πιο σημαντικές κατακτήσεις του χώρου μας ήταν η ΕΑΑΚ. Πως όμως χτίστηκε η ΕΑΑΚ, τι κάναμε στους χώρους μας; Μία σειρά από κινήσεις που ίσως γίνονταν αυθόρμητα, εάν όμως κωδικοποιηθούν, συγκροτούν ένα σχεδόν επιστημονικό πλέγμα πολιτικών- οργανωτικών επιλογών. Πολιτικές συζητήσεις παντού, ακόμα και στα πηγαδάκια, κοινωνικοποίηση ανθρώπων ώστε να έχουν περισσότερες επαφές και άρα συζητήσεις με φορείς του αριστερού λόγου, επεξεργασία και παραγωγή πολιτικής γραμμής και φυσικά χαρτογράφηση ανθρώπων.

Αν όμως αυτό το κάνουμε στο πανεπιστήμιο, δηλαδή σε κοινωνικό χώρο χωρίς ίδια συμφέροντα, με ανθρώπους που δεν είχαν συνήθως άμεσα ταξικά προβλήματα, ας σκεφτούμε πόσο μπορεί να αποδώσει, σε έναν αμιγώς εργατικό χώρο, με ανθρώπους που ενδιαφέρονται άμεσα για κάθε πολιτική πρόταση-λύση στο πρόβλημά τους. Η διεύρυνση της οργάνωσης σε εργατικούς χώρους δεν θα προσθέσει απλά ακόμα 2-3 μέλη. Θα την αναδομήσει ολόκληρη. Πρέπει λοιπόν να είμαστε σε κάθε αγώνα εκεί από την πρώτη μέρα μέχρι την τελευταία σε όλες τις συνελεύσεις, σε περιφρουρήσεις, σε όσα περισσότερα πηγαδάκια συζήτησης. Πρέπει να επηρεάζουμε ακόμα και την ταινία που θα παιχτεί σε έναν κατειλημμένο από απεργούς χώρο και τις συζητήσεις που θα γίνουν επί αυτής. Επαναστατικός πόλεμος χαρακωμάτων και επαναστατική πολιτική στην βάση.

Άρα προτείνω την συγκρότηση επιμέρους εργατικών επιτροπών με 3-4 μέλη που θα έχουν μοναδική χρέωση την παρακολούθηση κάθε αγώνα, από την πρώτη μέρα μέχρι την τελευταία. Στόχοι τους θα είναι όλα αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, με κύρια την παραγωγή γραμμής, την χαρτογράφηση, την ανάδραση- ενημέρωση όλης της οργάνωσης και την κινητοποίησή της. Οι ομάδες αυτές θα αποτελούνται από μία μικτή -σε ηλικία, πολιτική εμπειρία κτλ- σύσταση, έτσι ώστε να συμμετέχουν και μέλη που μέχρι στιγμής δεν διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο προκειμένου να αποσπάσουν σημαντικές εμπειρίες τόσο από τα πιο μπαρουτοκαπνισμένα μέλη, όσο και από τον ίδιο τον αγώνα.

Η εργατική επιτροπή πρέπει να είναι αιρετή και ανακλητή τόσο από την οργάνωση, όσο και αυτόματα ανά κάποιο χρονικό διάστημα (προτείνεται εξάμηνο). Υπάρχει το αντεπιχείρημα ότι μία τέτοια επιτροπή θα πήγαινε να κάνει αγώνα για το υποκείμενο χωρίς το υποκείμενο, αλλά προφανώς κάτι τέτοιο είναι εκτός της λογικής με την οποία προτείνεται. Αντίθετα θα πρέπει να εφοδιάσει το αγωνιζόμενο υποκείμενο με όλα εκείνα τα όπλα (συσσωρευμένη συλλογική πολιτικοθεωρητική πείρα) έτσι ώστε να κερδίσει τον ταξικό αντίπαλο.

Επιπλέον πρέπει να υπολογιστεί ότι στη βάση των σημερινών αντικειμενικών δυνατοτήτων της οργάνωσης, εάν προσπαθούσαμε να επηρεάζουμε μόνο τους αγώνες στους οποίους συμμετέχουμε άμεσα (είμαστε, δηλαδή, στο αγωνιζόμενο σωματείο), τότε θα επηρεάζαμε ένα ελάχιστο ποσοστό της τάξης.

Σε ότι αφορά τον κόσμο που θα πλαισιώσει την εργατική επιτροπή, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι καλύτερα από ότι ήταν πριν μερικά χρόνια, καθώς η οργάνωση έχει θεωρητικά αυξηθεί. Βέβαια το ότι πολύ σύντροφοι δεν είναι εν ενεργεία, δημιουργεί μια σειρά από προβλήματα για αυτό θα πρέπει να οργανωθούν ειδικές συναντήσεις με τα μέλη της οργάνωσης. Προτείνεται λοιπόν να μπει ένα πρόγραμμα έτσι ώστε η οργάνωση να πάρει όσα περισσότερα μπορεί από τον καθένα στο επόμενο κρίσιμο διάστημα. Την ευθύνη πρέπει αρχικά να την έχουν οι συντονιστές των ΟΒ. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει πρόοδος τότε πρέπει να γίνουν συναντήσεις με τα όργανα αλλά και με την ιδεολογική επιτροπή. Μάλιστα οι ιδεολογικές επιτροπές θεωρώ ότι πρέπει να προσανατολίσουν περισσότερο την λειτουργία τους προς τον θεωρητικό εξοπλισμό και καλλιέργεια των μελών.

Σχετικά με την εργατική επιτροπή αυτή θα πρέπει να εκμεταλλεύεται τη συνδικαλιστική άδεια του συντρόφων που είναι αποσπασμένοι από την παραγωγή. Πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι ο οποιοσδήποτε βρίσκεται σε συνδικαλιστική άδεια είναι αποσπασμένος από την παραγωγή και μπορεί να αφοσιωθεί στην δουλειά της οργάνωσης. Εάν δεν γίνει εφικτό ανάμεσα στα μέλη να αφιερωθεί κάποιος στην συγκεκριμένη χρέωση παρά τον μεγάλο αριθμό ανέργων, προτείνεται μετά το συνέδριο να αποκτήσει η οργάνωση μια σειρά από μέλη που θα επιλεγούν να αποσπαστούν από την παραγωγή για τις ανάγκες του αγώνα.

β) επαγγελματίες επαναστάτες

Φίλοι της οργάνωσης από την Χαλκιδική έρχονται στις ΟΒ και μας ρωτούν γιατί δεν είμαστε με συστηματικότητα στον αγώνα τους για να εκμεταλλευόμαστε στην καθημερινή δουλειά τις δυνατότητες που υπάρχουν; Για το κάνουμε όμως αυτό πρέπει να έχουμε ανθρώπους που θα ασχολούνται μόνο με αυτό για ένα χρονικό διάστημα

Μιλώ για αυτό που ο Λένιν ονόμασε επαγγελματίες επαναστάτες και προτείνω να υιοθετηθεί ένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός έτσι ώστε να υπάρχει συνολικά ένας μονοψήφιος αριθμός συντρόφων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και από ένας σύντροφος σε κάθε πρωτεύουσα Νομού. Αυτός θα είναι εκεί ως εργαζόμενος στο ΠΡΙΝ (όπως στην Ρωσία ήταν στην Πράβδα) και θα πληρώνεται με αποδείξεις εξόδων (σούπερ μάρκετ, νοίκι κτλ) όπως πληρώνονται οι σύντροφοι επαγγελματίες επαναστάτες του EMEP στην Τουρκία.

Η οργάνωσή μας, ήδη από την ίδρυσή της, είχε επαγγελματικά στελέχη, κάτι που σταμάτησε να υφίσταται στις αρχές του 1990 με το τέλος των εν ενεργεία βουλευτικών αποζημιώσεων. Επιπλέον πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι υπάρχουν σύντροφοί μας που αποσπώνται από την παραγωγή με συνδικαλιστική άδεια και ουσιαστικά πληρώνονται χωρίς να δουλεύουν ώστε να αφιερωθούν στον αγώνα. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο έχει παίξει αυτή η διευκόλυνση στο επίπεδο των Παρεμβάσεων δασκάλων δευτεροβάθμιας καθώς, με τουρνέ σε όλη την Ελλάδα έχουν στηθεί πολλά σχήματα, κάτι που δεν θα γινόταν εάν οι σύντροφοι έπρεπε αντ΄ αυτού να είναι στην δουλειά τους.

Είναι λογικό να αντιμετωπίζεται η συγκεκριμένη πρόταση με επιφυλακτικότητα καθώς ιδιαίτερα το ρεύμα μας βίωσε με πολύ σκληρό τρόπο τις συνέπειες των επαγγελματικών στελεχών όταν για κάτι λιγότερο από δύο δεκαετίες, αμβλύνονταν εντός του ΚΚΕ οι φωνές αμφισβήτησης της ρεφορμιστικής γραμμής που οδήγησε στην συγκυβέρνηση λόγω ατομικής υλικής πρόσδεσης και εξάρτησης στο κόμμα.

Φυσικά ο βάσιμος φόβος που διατυπώνεται είναι η πιθανότητα γραφειοκρατικοποίησης. Για αυτόν τον λόγο προτείνεται να βάλουμε ισχυρές ασφαλιστικές δικλείδες και να ακολουθήσει η οργάνωση το μοντέλο των Παρεμβάσεων όπου για να αποφευχθεί αυτό κάθε σύντροφος ανακαλείται με περιοδικότητα ενός χρόνου και εκλέγεται κάποιος άλλος.

Άλλωστε εάν μπαίναμε-μπούμε στην Βουλή, θα είχαμε αυτόματα έναν στρατό από επαγγελματικά στελέχη (κάθε βουλευτής δικαιούται 2 συμβούλους) χωρίς να έχουμε ορίσει καν τους όρους με τους οποίους θα ελεγχόταν αυτό το ειδικό σώμα.

Τελικά, η υλοποίηση της παρούσας πρότασης θα επέτρεπε στην οργάνωσή μας να κάνει συγκροτημένη συνεπή δουλειά με στόχους πάνω σε συγκεκριμένα μέτωπα χωρίς να επηρεάζεται ιδιαίτερα από τις αλλαγές σχεδίων στις ζωές συντρόφων (απολύσεις, προσωπικές επιλογές αν θέλει να συμμετάσχει σε έναν αγώνα κτλ).

Επιπλέον, σε μια σειρά από πόλεις της επαρχίας όπου δεν έχουμε παρέμβαση και αυξάνεται ο φασιστικός κίνδυνος, μία τέτοια επιλογή θα συνέβαλε στο να στηθεί η οργάνωσή μας, να επηρεάσει τα κινηματικά μπλοκ (επιμέρους στέκια) και να υψώσει σταδιακά ένα εμπόδιο στον φασιστικό κίνδυνο.

Η χρηματοδότηση μακροπρόθεσμα θα βγαίνει σε σημαντικό βαθμό από τις πωλήσεις εφημερίδων-υλικών, τις νέες οργανώσεις βάσεις που θα στηθούν ή ακόμα και από τις περιστασιακές δουλειές μερικής απασχόλησης που μπορεί να βρει το στέλεχος για να επηρεάζει και να δημιουργήσει επαφές σε συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους.

Επειδή όμως μένει αναπάντητο το ερώτημα για την χρηματοδότηση τους πρώτους μήνες όπου δεν θα είναι δυνατό να έχει στηθεί οργάνωση που θα είναι αυτόνομη οικονομικά, προτείνεται το μέτρο να υιοθετηθεί πειραματικά στην Αθήνα και σε κάποια πόλη της Ελλάδας όπου θα υπάρχει μεγάλη ανάγκη (πχ Ιερισσό), προκειμένου να δοκιμαστεί η αποτελεσματικότητά του και το μέγεθος των κονδυλίων που χρειάζεται για τη συγκεκριμένη πρόταση.

Κάποτε ένας ποιητής, σύντροφός μας, έγραψε ότι "Κι αυτό το ωραίο όνειρο μας πήγε τόσο μακριά που δεν ξαναβρήκαμε το δρόμο με τα ρολόγια μας σταματημένα στην μόνη ώρα, την ώρα που αργήσαμε" Και εμείς σύντροφοι ακολουθήσαμε το όνειρο, μεγαλώσαμε και μεγαλώνουμε με αυτό. Για ακόμα μια φορά στην Ελληνική και Διεθνή ιστορία υπάρχει ένας ολόκληρος λαός που ασφυκτιά και περιμένει από την επαναστατική αριστερά, στις κρίσιμες στιγμές να μην βρίσκεται πίσω από τις εξελίξεις. Στην ιστορία μας, πολλές φορές χαθήκαμε στο όνειρο και πολλές φορές αργήσαμε στις απαντήσεις μας. Αυτή την εποχή όμως υπάρχουν οι όροι για να εξιλεωθούμε για αυτά τα λάθη μας και να πετύχουμε αυτό που μας αξίζει. Να καταστρέψουμε τα ρολόγια μιας βάρβαρης τάξης και να ζήσουμε με ισότητα ελευθερία και διεθνισμό. Για τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό του 21ου αιώνα.

Με συντροφικούς χαιρετισμούς Χρήστος Αβραμίδης

ΟΒ νέων εργαζόμενων 1 Θεσσαλονίκης