Επίθεση χωρίς αρχές της ηγεσίας του ΚΚΕ στις δυνάμεις του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ
Τις τελευταίες μέρες η ηγεσία του ΚΚΕ προχωρά σε μια νέα φάση κλιμάκωσης της -χωρίς αρχές- επίθεσης που έχει εξαπολύσει, ιδιαίτερα μετά τις δημοτικές εκλογές, ενάντια στο ΝΑΡ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με τραμπούκικες επιθέσεις ενάντια σε στελέχη του ΝΑΡ στην Ήπειρο. Με απόπειρα ταύτισης συντρόφου μας αγωνιστή εκπαιδευτικού και συνολικά των αριστερών παρεμβάσεων με «κουκουλοφόρους». Με υβριστικούς χαρακτηρισμούς απέναντι σε αγωνιστές και συλλογικότητες που μάχονται ενάντια στην αντιλαϊκή επίθεση και από ταξική σκοπιά και από τα αριστερά ασκούν κριτική στο ΠΑΜΕ. Με χυδαίες επιθέσεις από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» και με ανάλογες ανακοινώσεις της ΚΝΕ ενάντια στην ΕΑΑΚ αλλά και σε κάθε αριστερό και διανοούμενο που ασκεί πολιτική κριτική στο «πισώπλατο» χτύπημα που επιχειρούν σε βάρος του μαχόμενου φοιτητικού κινήματος και γενικά κάθε ριζοσπαστικού ανατρεπτικού σκιρτήματος του μαζικού λαϊκού κινήματος.

Η επίθεση αυτή πραγματοποιείται με βάση το σχέδιο χτυπήματος της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής κομμουνιστικής Αριστεράς που παρουσίασε, με άρθρο του στο Ριζοσπάστη το Δεκέμβρη του 2010, μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ και το οποίο είναι φανερό, πλέον, ότι έχει κλιμακούμενη εφαρμογή. Στο σχέδιο αυτό την «τιμητική» τους έχουν οι ανερχόμενες αντικαπιταλιστικές κινήσεις στο εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα με τη συκοφαντία ότι εξυπηρετούν τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όσο ενισχύεται κινηματικά και πολιτικά, εμφανίζεται ως «χώρος που κηδεμονεύεται και είναι υπονομευόμενος από διάφορα κέντρα». Το ΝΑΡ συκοφαντείται για φιλο-ΠΑΣΟΚ και αντι- ΚΚΕ πολιτική την ώρα που προτείνει επίμονα (και στο ΠΑΜΕ) την κοινή ανατρεπτική δράση της Αριστεράς στο μαζικό κίνημα ενάντια στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, την ΕΕ και το ΔΝΤ. Για φιλο-ΓΣΕΕ στάση όταν οργανώνει εδώ και χρόνια τον πολιτικό αγώνα και την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος με όρους βάσης και σε ρήξη με τον αστικοποιημένο συνδικαλισμό.

Η τακτική αυτή έχει πολιτικές, κυρίως, αφετηρίες. Σε μια περίοδο βάρβαρης κλιμάκωσης της αστικής επίθεσης το ΚΚΕ, ενώ μιλά για κοινωνικό πόλεμο, περιορίζεται σε «άσφαιρα πυρά» και γυρίζει την πλάτη του σε κάθε αυθεντική ριζοσπαστική αγωνιστική τάση, αποσπώντας, έτσι, τα εύσημα από δυνάμεις του συστήματος, για ‘υπευθυνότητα και σοβαρότητα’. Καλλιεργεί την ηττοπάθεια με την άποψη ότι στη σημερινή φάση οι αγώνες δεν μπορούν να έχουν κάποιο αποτέλεσμα τα δε πρωτοβάθμια σωματεία είναι όργανα του αστικού κράτους αν δεν πλειοψηφεί σ’ αυτά το ΠΑΜΕ. Λοιδορεί τις αναζητήσεις των αριστερών και των κομμουνιστών που φουντώνουν, για την ανάγκη της κοινής δράσης και της μαχόμενης αυτοκριτικής του κινήματος. Αποκρύπτει συστηματικά τις συλλογικές θέσεις του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η πολεμική του στηρίζεται σε διαστρεβλώσεις.

 

Το βαθύτερο πρόβλημα και αδιέξοδο της γραμμής του βρίσκεται στην πεισματική άρνηση του να συμβάλλει σε ένα μαζικό, ενωτικό και πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας, με τα δικά του όργανα, που θα καθορίζουν το περιεχόμενο και τις μορφές του αγώνα για την ανατροπή της επίθεσης και κάθε κυβέρνησης που θα την προωθεί. Στην κατηγορηματική απόρριψη ενός νέου, νικηφόρου αντικαπιταλιστικού προγράμματος και ενός μετώπου επαναστατικής υπέρβασης της καπιταλιστικής κρίσης, που θα συμβάλει στον αγώνα για το άνοιγμα του δρόμου για την αντικαπιταλιστική επανάσταση προς τον κομμουνισμό της εποχής μας. Στην άρνηση της επαναστατικής τακτικής, αφοπλίζοντας έτσι την εργατική τάξη. Τη στάση του αυτή καλύπτει με τη φυγή προς μια θολή «λαϊκή εξουσία» χωρίς επανάσταση και μια αναπαλαίωση των ταξικά εκφυλισμένων καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Στο πλαίσιο αυτό είναι που η ταξική αδιαλλαξία της ηγεσίας του ΚΚΕ εκδηλώνεται, περισσότερο, στον ενδοαριστερό εμφύλιο και στο μένος του εναντίον κάθε επαναστατικής δύναμης και τάσης, με σαφή στόχο να υψώσει τείχη μεταξύ των αγωνιστών της αριστεράς.

 

Η ανάγκη συνολικής σύγκρουσης για την ανατροπή της αντεργατικής στρατηγικής του κεφαλαίου, των κυβερνήσεων του και των ΕΕ –ΔΝΤ, δεν αφήνει περιθώρια σε καμία από τις δυνάμεις της Αριστεράς και στο ΚΚΕ, επομένως, να αποφύγει το επείγον καθήκον: Θα μπει πραγματικά στον πόλεμο, με ανατρεπτική αντικαπιταλιστική πολιτική γραμμή; Θα συμβάλει σε ένα ενωτικό κίνημα για την ανατροπή της επίθεσης κυβέρνησης και κεφαλαίου ή στον πολιτικό αφοπλισμό και την ήττα των εργαζομένων, με τη λογική «πας μη ΚΚΕ βάρβαρος»;

Το ΝΑΡ με τη ρήξη του 1989 και την ίδρυση του, αρνήθηκε έμπρακτα το βούρκο της ταξικής συνεργασίας. Αρνήθηκε και τότε, αρνείται και σήμερα, τον κυβερνητισμό, τη διαχειριστική λογική απέναντι στην ΕΕ και κάθε γραμμή πρόσδεσης στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και τη σοσιαλδημοκρατία. Στον αγώνα μας για μια άλλη σύγχρονη επαναστατική κομμουνιστική Αριστερά δεν έχει θέση ο ενδοαριστερός εμφύλιος. Καλούμε όλους τους συντρόφους και συναγωνιστές μας να αποκρούσουν ψύχραιμα και πολιτικά τις προκλήσεις και τις επιθέσεις που έχει εξαπολύσει και προετοιμάζει νέες η ηγεσία του ΚΚΕ. Καλούμε τους σκεπτόμενους αγωνιστές της βάσης του ΚΚΕ να μην παρασυρθούν σε αυτή την επικίνδυνη λογική. Αυτή η πρακτική δεν έχει καμιά σχέση με την κομμουνιστική ηθική και τον εργατικό πολιτισμό. Βοηθά, αντικειμενικά, την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και το μαύρο μέτωπο κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, στην αντεργατική τους επίθεση.

Με συναίσθηση της ιστορικής εποχής που ζούμε, των πρωτόγνωρων απαιτήσεων για την υπέρβαση της στρατηγικής ανεπάρκειας, δικής μας και όλης της αριστεράς, επιμένουμε σ’ ένα απειλητικό και επικίνδυνο για το σύστημα πολιτικό ενωτικό μαζικό κίνημα εργαζομένων και νεολαίας, στην ανατρεπτική κοινή δράση της Αριστεράς ενάντια στο κοινό αντίπαλο και, βεβαίως, στον αυτοτελή πόλο- μέτωπο της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής κομμουνιστικής αριστεράς, για το άνοιγμα του δρόμου της κοινωνικής απελευθέρωσης.

 

Αθήνα 25-03-2011

Το γραφείο τύπου του Νέου Αριστερού Ρεύματος