Έλλειψη έμπνευσης, ιδεών και πολιτικής; Μία η λύση: οργανωτική!

Άρθρο Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου
Γεωργάκης Δημήτρης, ΟΒ Μελετών-Τομέα Τεχνικών οργ. Αττικής του ΝΑΡ
Έλλειψη έμπνευσης, ιδεών και πολιτικής; Μία η λύση: οργανωτική!
Το κείμενο των θέσεων είναι σαφές για τον μοναδικό στόχο αυτού του συνεδρίου: το ΝΑΡ πρέπει να μετεξελιχθεί σε νέα Κομμουνιστική οργάνωση. Με την γνωστή μονομέρεια και υπερβολή, για άλλη μια φορά στην αναζήτηση της μεγάλης ιδέας. Και είναι ξεκάθαρο πως οτιδήποτε άλλο αναφέρεται στο κείμενο των θέσεων για όλα τα άλλα ζητήματα τα οποία απασχολούν την δράση της οργάνωσής μας, «συνθλίβονται» στην κυριολεξία υπό το βάρος της επιλογής.
Η ειρωνεία είναι ότι αυτή την φορά το «άγιο δισκοπότηρο» δεν είναι μόνο δικό μας. Αυτό που αναλυτικά περιγράφουν οι θέσεις είναι μια επανάληψη πολύ βασικών αντιλήψεων, οι οποίες είναι κοινές στο μεγαλύτερο κομμάτι του κομμουνιστικού κινήματος. Αποτελούν τον βασικό πυρήνα που περιγράφει τα βασικά συστατικά της οργανωτικής συγκρότησης όλων των οργανώσεων που προέρχονται από αυτό. Σήμερα αποτελεί τον διακηρυγμένο στόχο των περισσότερων συλλογικοτήτων στην ελληνική αριστερά οι οποίες αυτοχαρακτηρίζονται ως κομμουνιστικές και καταλαμβάνουν τον χώρο από το ΚΚΕ και αριστερότερα(;).
Και αποτελεί ένα ερώτημα σε τί συνιστάται αυτή η τομή όταν επαναλαμβάνεις τις βασικές οργανωτικές αρχές π.χ. του ΚΚΕ ή όλων των Μ-Λ οργανώσεων. Και γιατί ένας «πρωτοπόρος» άνθρωπος σήμερα να οργανωθεί στο ΝΑΡ και να μην προτιμήσει την γνήσια εκδοχή ;
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι εμφανίζονται ως νέες, έννοιες όπως οργάνωση, συλλογικότητα, συντροφικότητα, δέσμευση, στράτευση σε ένα κοινό σκοπό, αυταπάρνηση κλπ. Και γίνεται δυστυχώς απαραίτητο να επισημανθεί σε αυτό το σημείο, το γεγονός ότι οι έννοιες αυτές είναι κοινός τόπος για όλους σχεδόν όσους εντάχθηκαν στο κομμουνιστικό κίνημα. Αλλά κυρίως ότι ενέπνευσαν τους χιλιάδες ίσως συντρόφους που εντάχθηκαν στο ΝΑΡ, να «χτίσουν» οργανώσεις του ΝΑΡ, σχήματα σε σχολές και σωματεία, κινήσεις πόλεις, σωματεία καινούργια κλπ. Ίσως κάποιοι όψιμοι φανατικοί «της οργάνωσης» να το έχασαν όλο αυτό. Το ουσιαστικό ερώτημα παρόλα αυτά παραμένει: αρκούνε μόνο αυτά για να οικοδομήσεις ένα επαναστατικό ρεύμα;
Στο κείμενο η έννοια της κομμουνιστικής οργάνωσης αποκτά μία μεταφυσική διάσταση. Είναι η λύση για όλα τα προβλήματα. Θα αποτελέσει την λύση για την σύνδεση μας με την κοινωνία και το μόνιμο πρόβλημα της ταξική μας σύνθεσης και φυσιογνωμίας. Η κατάκτηση αυτού του στόχου, με κάποιο τρόπο επαγωγικό θα οδηγήσει στην ανασυγκρότηση του ταξικού εργατικού κινήματος, σε αναζωογόνηση της μετωπικής μας πολιτικής, σε μαζικοποίηση της οργάνωσής μας. Είναι με κάποιο τρόπο μία εξ ορισμού επαναστατική επιλογή.
Έτσι δικαιολογείται γιατί στις θέσεις λείπει με ένα κραυγαλέο τρόπο η πολιτική. Δεν υπάρχει για παράδειγμα καμία ουσιαστική τοποθέτηση για το ζήτημα της ανόδου της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη, καμία ανάλυση για το πολιτικό σύστημα και την στροφή του με ένα βαθύτερο τρόπο στην καταστολή και τον ολοκληρωτισμό. Η αναφορά σε πολιτικά ρεύματα είναι εντελώς τυπική και ανούσια.
Αλλά ούτε υπάρχει ανάλυση σχετικά με πρόσφατες ή παλαιότερες δικές μας πολιτικές επιλογές. Για παράδειγμα πως και με ποιο κριτήριο αποφασίστηκε η πολιτική συμμαχιών στις δημοτικές εκλογές, επιλογή που ήταν – ευτυχώς κατά την γνώμη μου – σε πλήρη αναντιστοιχία με όλες τις πρόσφατες διακηρύξεις μας.
Επίσης με ευκολία σχεδόν, το «κίνημα» θεωρείται δεδομένο, έτοιμο κάπου εκεί έξω και περιμένει την πρωτοπορία – μόλις συγκροτηθεί – να το καθοδηγήσει στον σωστό επαναστατικό δρόμο. Δυστυχώς ξεχνάμε (οφείλεται βέβαια και σε μια συγκεκριμένη ανάγνωση της ιστορίας από κομμάτια του κομμουνιστικού κινήματος) ότι σε συγκεκριμένες καμπές της ιστορίας οι κοινωνίες από-διαρθρώνονται. Ο δρόμος δεν οδηγεί μονοσήμαντα στην ανατροπή. Τα κοινωνικά υποκείμενα απλά δεν υπάρχουν ως τέτοια, γιατί η ύπαρξη τους, η συγκρότηση τους είναι τελικά μια πολιτική διαδικασία που δεν γίνεται από μόνη της, αλλά απαιτεί την συμβολή κάποιων πρωτοποριών. Και σήμερα ο σύγχρονος, ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό την διάλυση των κοινωνικών συλλογικών υποκειμένων. Έτσι δικαιολογείται το γεγονός ότι οι αντιδράσεις των κοινωνιών, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκόσμια και ιδιαίτερα στην δύση, είναι πολύ αναντίστοιχες με την επίθεση του κεφαλαίου.
Προκύπτει λοιπόν, ως αυτοκριτική στάση μάλιστα, μια περίεργη (όσο και αδιανόητη) «κατηγορία» για την μέχρι σήμερα δράση της οργάνωσης. Πιο συγκεκριμένα η κατηγορία είναι για «κινηματισμό, οικονομισμό, στενή συνδικαλιστική δράση». Μέσω αυτής της περιγραφής υπάρχει μια ξεκάθαρη ενοχοποίηση της ενασχόλησης των συντρόφων με τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, τα κινήματα, τους χώρους, τις γειτονιές.
Και αυτό ίσως εξηγεί το γεγονός για παράδειγμα ότι λείπει τόσο πολύ από τις θέσεις μία ουσιαστική συζήτηση για την νέα εργατική τάξη, παρόλες τις συχνές αναφορές σε αυτή. Ποια τα χαρακτηριστικά της, πως συγκροτείται, με ποιες συλλογικότητες ; Αυτό φυσικά δεν απαιτεί μόνο την κατανόηση μιας αντικειμενικής πραγματικότητας που λόγω κάποιας μικροαστικής προσέγγισης μας διαφεύγει. Απαιτεί την εκ νέου - σε μεγάλο βαθμό - «δημιουργία» αυτής, με τεράστιο κόπο και προσπάθεια.
Δεν απαιτείται άραγε μία συζήτηση για το πως μπορεί να απεργεί σήμερα αυτή η νέα εργατική τάξη, πως μπορεί να οργανώνεται ; Σε ποιους τομείς με ποια χαρακτηριστικά, με ποιες συλλογικότητες; Σε ποιους χώρους και με ποιες διεκδικήσεις μπορεί να γίνεται αυτό; Στις γειτονιές ή στον χώρο δουλειάς; Με ποιες μορφές και εργαλεία; Η πλούσια εμπειρία από την ίδια την οργάνωση του ΝΑΡ και την δράση της, στην πράξη αγνοείται, είναι δευτερεύουσα πτυχή μπροστά στον κεντρικό στόχο.
Συζητιέται άραγε η εμπειρία από μεγάλους εργατικούς αγώνες στο εξωτερικό και την Ελλάδα; Συγκεκριμένα, αναλυτικά, με βαθύτερη μελέτη της εμπειρίας αυτής. Όχι με διαρκείς επικλήσεις γενικών συνθημάτων και επικλήσεων. Άλλωστε νέο εργατικό κίνημα αυτό σημαίνει και όχι απλά επιλογές χωροταξικής διαφοροποίησης, η οποία έτσι κι αλλιώς κάποια στιγμή χάνει το νόημα της.
Δεν είναι απολύτως αναγκαία μια εκτίμηση για την κεντρική γραμμή μας σχετικά με το εργατικό κίνημα; Αρκεί η λογική των Πρωτοβάθμιων σωματείων ή του τρίτου πόλου στο εργατικό κίνημα σήμερα, δεδομένων των συσχετισμών; Αρκεί η κριτική που κάνουμε στο ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ;
Στο κείμενο των θέσεων δεν λείπουν οι γενικές αναφορές σε όλα σχεδόν τα ζητήματα που εμπλέκεται το ΝΑΡ κοινωνικοπολιτικά. Με επανάληψη της γραμμής συνοπτικά και με συνθήματα κυρίως. Φυσικά δεν υπάρχει η απαίτηση για βαθύτερη ανάλυση σε όλα τα ζητήματα. Αλλά λείπουν δραματικά κάποιες έστω καινούργιες ιδέες ή προσεγγίσεις. Κάποια ουσιαστικότερη συζήτηση. Και δεν λείπουν από τις θέσεις μόνο, αλλά λείπουν γενικά από το σημερινό ΝΑΡ.
Γνωστική ασυμφωνία
(Ο όρος αυτός στην ψυχολογία χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αίσθηση δυσφορίας που νιώθουμε όταν οι πεποιθήσεις μας δεν συμφωνούν με τις συμπεριφορές μας και/ή με τις νέες πληροφορίες που μας παρουσιάζονται. Με άλλα λόγια είναι ο όρος που περιγράφει το στρες που νιώθουμε όταν συνεχίζουμε να επαναλαμβάνουμε στον εαυτό μας αλλά και στους άλλους τα ίδια ψέματα, για να μην παραδεχτούμε το λάθος μας, ακόμη και όταν η αλήθεια μας φτύνει κατάμουτρα).
Το κείμενο των θέσεων για το 5ο συνέδριο κάνει υποτίθεται μια αυτοκριτική επισκόπηση της 32χρονης πορείας του. Όμως ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτό, έχει έναν πολύ απλό στόχο: να αποδείξει την ανάγκη της τομής και ότι αυτή πραγματοποιείται σε αυτό το συνέδριο. Τελικά ούτε «τομή» είναι και δεν γίνεται καν σε αυτό το συνέδριο.
Καταρχήν πρέπει να επισημανθεί το εξής απλό: άλλο η στάση όλων των κομμουνιστών απέναντι στο έννοια του κόμματος και άλλο τα πολιτικά αποτελέσματα της χρήσης του ως μηχανισμό-θεσμό σε συγκεκριμένες περιόδους. Άλλο το ζήτημα της ένταξης των κομμουνιστών σε μια συλλογικότητα, με ποιες αρχές και στόχους αυτή πραγματοποιείται, και άλλο οι πολιτικοί στόχοι που υπηρετούνται κάτω από το αφήγημα των ηγεσιών για το «κόμμα» (η συζήτηση για τον «σταλινισμό» είναι μια χρήσιμη συζήτηση που δεν αφορά μόνο τις κορυφαίες στιγμές της διαδικασίας που ξεκίνησε με την Οκτωβριανή επανάσταση).
Επίσης πρέπει να επισημανθεί ότι συχνά τα ίδια τα προτάγματα, οι στόχοι που θέτουν οι πολιτικοί οργανισμοί και οι διαδικασίες επίτευξης αυτών, οδηγούν σε πορεία αντίστροφη, που ουσιαστικά ακυρώνει τις διακηρυγμένες επιδιώξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα μέλη του ψήφισαν μαζικά και αποφασιστικά Κασελακη έχοντας δύο απλούς στόχους : να διατηρήσουν το κόμμα τους βασική αντιπολιτευτική δύναμη και με πιθανότητα να κυβερνήσει κάποια στιγμή ξανά. Όμως η ίδια η επιλογή Κασελακη οδηγεί στα ακριβώς ανάποδα αποτελέσματα και θέτει εν αμφιβόλω την ίδια την ύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΝΑΡ λοιπόν από το 2012(!) κιόλας, με το «Σώμα για το Υποκείμενο» με μια κίνηση κυριολεκτικά από τα πάνω, αποφασίζει να αλλάξει τον εαυτό του και να μετατραπεί σε «Κομμουνιστικό κόμμα». Μετά από 12 χρόνια, με το 5ο συνέδριο τώρα (εν τω μεταξύ έχει υπάρξει και το 4ο συνέδριο και πολλές άλλες πανελλαδικές διαδικασίες, συνδιασκέψεις κλπ, με τον ίδιο πάντα στόχο), βρίσκεται στην θέση να διακηρύσσει ξανά τα ίδια, και να δηλώνει έτοιμο να κάνει υποτίθεται το αποφασιστικό βήμα, «επανιδρύοντας» τον εαυτό του.
Αν αποπειραθούμε μια αυτοκριτική αναδρομή λιγότερο υποκριτική και λίγο πιο αποστασιοποιημένη από το κυρίαρχο αφήγημα εντός της οργάνωσης, μπορούμε να εντοπίσουμε τα παρακάτω:
Έχει σημασία να επισημανθεί ότι το 2012, την στιγμή που το ΝΑΡ ξεκινάει αυτή την προσπάθεια της «κομμουνιστικής οργάνωσης», η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια απίστευτη αναστάτωση και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκείνης της περίοδού συσπειρώνει, εμπνέει και δίνει ελπίδα σε χιλιάδες αριστερούς αγωνιστές.
Σε αυτή την περίοδο το ΝΑΡ έχασε την ηγεμονική του θέση στην αντικαπιταλιστική αριστερά. Στην αρχή αυτής της δωδεκαετίας αλλά και μέχρι το 2015 δεν υπήρχε οποιαδήποτε κίνηση σε αυτό τον πολιτικό χώρο, που με τον ένα ή άλλο τρόπο να μη σφραγίζεται από την δράση του ΝΑΡ.
Οι δυνάμεις του στην νεολαία στην κυριολεξία αποδεκατίζονται. Το 2012 αλλά και μέχρι πιο πρόσφατα οι οργανωμένες στο ΝΑΡ δυνάμεις αποτελούσαν μαζικό κομμάτι της ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής νεολαίας και σφράγιζαν με την παρουσία τους και την δράση τους όλες τις αγωνιστικές εξελίξεις.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το βασικό πολιτικό όχημα του ΝΑΡ, βρίσκεται σε βαθιά κρίση και το μέλλον της είναι αβέβαιο.
Το «ωριμότερο» από ποτέ ΝΑΡ, σήμερα έχει πολύ μικρότερη παρέμβαση σε σωματεία, δήμους και γειτονιές. Τα εργατικά σχήματα στα οποία συμμετέχουμε ή οι κινήσεις πόλης βρίσκονται σε βαθιά κρίση.
Η «αυτοτελής απεύθυνση» περιορίζεται σήμερα στο Πριν, το οποίο δεν διαβάζουν ούτε τα μέλη του ΝΑΡ και στις ανακοινώσεις του γραφείου που στέλνονται στα μέιλ των μελών του. Κανέναν δεν ενδιαφέρει σε ποιους φτάνει η άποψη του ΝΑΡ. Αυτό μάλλον θα λυθεί σε επόμενη φάση.
Η οργανωτική κατάσταση του ΝΑΡ σήμερα είναι χειρότερη από ποτέ. Μια μικρή ομάδα ηρωικών συντρόφων χειρίζονται όλα τα θέματα, με αυταπάρνηση μεν, αλλά χωρίς καμία έμπνευση ή ελπίδα. Οι οργανώσεις δεν λειτουργούν και το κυριότερο δεν συζητούν ουσιαστικά. Αλλά ακόμη χειρότερα, απουσιάζει η νεολαία, η ψυχή οποιουδήποτε επαναστατικού ρεύματος (ήθελε να είναι).
Οι φράξιες και η οργανωμένη αντιπολίτευση εντός του ΝΑΡ εξέλειπε οριστικά από το 2018. Αυτή η μεγάλη επιτυχία της «οργανωτικής πολιτικής» δεν βοήθησε όμως σε τίποτα την ανάπτυξη του ΝΑΡ. (σύντομο ιστορικό ανάλογο: Το μεγαλύτερο τεχνικό έργο στον κόσμο, το σινικό τείχος, χτίστηκε από τους Κινέζους για να κρατήσει έξω τους Ούννους οι οποίοι για αιώνες περνούσαν το τείχος και ρήμαζαν την Κινέζικη αυτοκρατορία. Ολοκληρώθηκε με τεράστια δαπάνη πόρων κάπου το 1500μ.χ. Όμως από τότε και μετά οι Ούννοι δεν βγήκαν ξανά από τις στέπες τους. Έμεινε όμως στους κινέζους το τείχος).
Οι θέσεις δίνουν μια πολύ απλή και συνεκτική εξήγηση για τη κατάσταση στην οποία βρίσκεται το εγχείρημά μας: όλες αυτές οι αποτυχίες οφείλονται στο γεγονός ότι δεν ακολουθήθηκε τελικά ο «ενάρετος» δρόμος την «κομμουνιστικής οργάνωσης».
Όμως ας αναρωτηθούμε: δεν υπήρχε κάποια έστω θετική επίδραση της νέας προσπάθειας η οποία ξεκίνησε πριν 12 χρόνια. Που είναι οι «επιτυχίες» οι οποίες θα αποτελέσουν το βασικό επιχείρημα της κυρίαρχης αντίληψης εντός του ΝΑΡ όλη αυτή την περίοδο. Που είναι η θεωρητική αναζήτηση όλα αυτά τα χρόνια; Που είναι η διεύρυνση της αυτοτελής παρέμβασης του ΝΑΡ; Που είναι τα οργανωτικά έστω αποτελέσματα;
Παρόλο που το «κόμμα» αποτελεί την βασική γραμμή, την βασική ιδέα, τον βασικό σκοπό εδώ και 12 χρόνια, ακόμα και σήμερα οι θέσεις διαπιστώνουν ότι ο στόχος δεν «ήταν σε όλες τις φάσεις κυρίαρχος προσανατολισμός» και ότι πρέπει να «ξεπεραστούν μια σειρά δυσκολίες και ταλαντεύσεις».
Μήπως όμως τελικά τα πράγματα είναι ανάποδα, τουλάχιστον όσον αφορά το υποκειμενικό κομμάτι των αιτιών;
Ό,τι λείπει …, λείπει !
Η «αυτοκριτική ανασκόπηση» της ίδιας της ιστορίας του ΝΑΡ στις θέσεις, έχει επίσης πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο. Πιο πολύ μοιάζει σαν να διαβάζεις ξανά τα γεγονότα, μέσα όμως από παραμορφωτικά γυαλιά. Αυτή την παραμόρφωση που δημιουργεί μια ιδεοληπτική ανάγνωση της πραγματικότητας και των προβλημάτων της. Ας δούμε μερικά τέτοια σημεία :
Ας ξεκινήσουμε από την ίδια την συγκρότηση του ΝΑΡ. Το αφήγημα στην καλύτερη εκδοχή έχει τα εξής σημεία:
- Το ΝΑΡ συγκροτήθηκε σε μια στιγμή κατάρρευσης του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» … Στις συνθήκες αυτές, η αντεπίθεση των αστικών ιδεών για την «αποτυχία του κομμουνισμού» ήταν καταιγιστική
- Το ΝΑΡ αντιστάθηκε στο κλίμα της από-κομμουνιστικοποίησης και μίλησε για κομμουνιστική επαναθεμελίωση, βασική προϋπόθεση της οποίας θα έπρεπε να είναι ο κριτικός αναστοχασμός σχετικά με τη διπλή εμπειρία ανόδου και ήττα του κομμουνιστικού κινήματος.
- (Σήμερα) δεν είμαστε στην εποχή της από-κομμουνιστικοποίησης, αλλά μέσα σε όλη τη δίνη των ιδεολογικών ανακατατάξεων -κυρίως προς τα δεξιά- υπάρχει και μια ορισμένη επιστροφή των μαρξιστικών και κομμουνιστικών ιδεών.
Να το πούμε πιο απλά: με βάση αυτό το αφήγημα, η κριτική ανάγνωση της ιστορίας αλλά κυρίως του παρόντος και του μέλλοντος του κομμουνιστικού κινήματος σήμερα «δεν είναι και ιδιαίτερα σημαντική». Δηλαδή σήμερα 35 χρόνια μετά το 1989 η επαναστατική αριστερά δεν είναι πια υποχρεωμένη να επινοήσει εξαρχής τον εαυτό της, κρατώντας αποστάσεις από τα παλιά σημεία αναφοράς της. Δεν πρέπει να δημιουργήσει νέα μοντέλα, νέες ιδέες και ένα νέο ουτοπικό φαντασιακό;
Επίσης το κομμουνιστικό πρόγραμμα δεν είναι κάτι που το σύγχρονο κομμουνιστικό κίνημα θα πρέπει να «ανακαλύψει» ξανά, σαν μοχλό ανατροπής της υπάρχουσας κατάστασης. Δεν θα προκύψει μέσα από την σύγχρονη εμπειρία, τα αιτήματα και την πάλη κομματιών της κοινωνίας ενάντια στον πυρήνα της πολιτικής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Αλλά είναι κάτι δεδομένο, έτοιμο, σύμφωνο με τις «γραφές». Μπορεί να αποτιμηθεί σε 18 (ή περισσότερα) σημεία. Να «ανακοινωθεί» και επικοινωνηθεί στην εργατική τάξη από μια πρωτοπορία. Απλά για κάποιο λόγο ανεξήγητο, μέχρι σήμερα δεν το κάναμε και αρκεί να αποφασίσουμε να το κάνουμε.
Με τον ίδιο έμμεσο τρόπο προκύπτει και μία νέα προσέγγιση της έννοιας του «κόμματος». Το αφήγημα εκκινεί πάλι από την ίδια την συγκρότηση του ΝΑΡ και έχει ως εξής:
- Πόσο εύκολο ήταν να μιλάς για το «Κόμμα» την επομένη της κάθε Βάρκιζας; Πόση αποστροφή προκαλούσε η επίκληση του «Κόμματος» ή του «Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού», όταν το ΚΚΕ τα έβρισκε το 89-90 με τα αστικά κόμματα και διέγραφε την αριστερή διαφωνία;
- Στις συνθήκες που φτιάχτηκε το ΝΑΡ πως να μιλήσεις για Κόμμα; Ευκολότερο ήταν το «κίνημα» και τα «σχήματα». Ανεκτό ήταν και το «ρεύμα» ή το πολύ-πολύ μια κάποια «οργάνωση».
- Σε συνθήκες λοιπόν πως τα κομμουνιστικά κόμματα στην Ανατολική Ευρώπη στο όνομα της «δικτατορίας του προλεταριάτου» (δηλαδή της εργατικής εξουσίας επί της αστικής τάξης), ασκούσαν δικτατορία επί του προλεταριάτου και σε συνθήκες όπου το ΚΚΕ στο όνομα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και της «πλειοψηφίας» συμμαχούσε με την αστική τάξη, το ΝΑΡ όφειλε να υπερασπίσει σθεναρά ότι το κόμμα δεν είναι αυτοσκοπός και ότι σε τελευταία ανάλυση το ζητούμενο είναι η υπεράσπιση της επαναστατικής προοπτικής της εργατικής τάξης
- Όσο είναι σωστό ότι το κόμμα δεν είναι αυθύπαρκτος αυτοσκοπός, άλλο τόσο είναι λάθος η κατανόηση του κόμματος αναγκαίου κακού, μέσου ή εργαλείου. Το κόμμα είναι μέρος του προγράμματος. Δεν υπάρχει πρόγραμμα (κομμουνιστικό) χωρίς κόμμα.
Με απλά λόγια : δεν είναι πλέον απαραίτητο να αναρωτιόμαστε, τι μετέτρεψε την ανάγκη των κομμουνιστών για συλλογική δράση, ιστορικά σε ένα θεσμό επιβολής επί της τάξης. Δεν είναι πλέον απαραίτητο τα νέα επαναστατικά ρεύματα στα νέα δεδομένα να αναζητούν πολιτικούς τρόπους να αποφύγουν, να μην επαναλάβουν τον εκφυλισμό που προκάλεσαν ιστορικά υπαρκτοί θεσμοί.
Δεν είναι απαραίτητο να συζητήσουμε για τον τρόπο σύνδεσης των κομματιών της τάξης με την κομμουνιστική οργάνωση. Πως γίνεται αυτή; Είναι μοναδιαίος ο εκφραστής της σύγχρονης εργατικής τάξης;
Πλέον για το ΝΑΡ, η τάξη δεν κάνει πολιτική ή καλύτερα κάνει πολιτική μέσω του κόμματος. Με άλλα λόγια το κόμμα «γίνεται (ξανά) το παν».
Για το ίδιο το ΝΑΡ θα μπορούσε να υπάρχει περισσότερη και ουσιαστική συζήτηση, η οποία παρακάμπτεται: απέφυγε άραγε το ΝΑΡ τα βασικά προβλήματα του παραδοσιακού κομμουνιστικού κινήματος; Οι οργανωτικές αρχές που τόσο γενικά καταγράφονται στις θέσεις γιατί δεν μπόρεσαν να εφαρμοστούν σε καμία περίοδο και σε κανένα επίπεδο εντός της οργάνωσής μας; Ποιος ο ρόλος της ηγεσίας ; Τι επέτρεψε «να διακυβευθεί η ηγεμονία των Μαρξιστικών αντιλήψεων εντός του ΝΑΡ» σε αυτή την πορεία; Ήταν αποτέλεσμα της λάθος αντίληψης για το κόμμα αυτό, και τώρα με την «επανίδρυση» του ΝΑΡ ως νέα κομμουνιστική οργάνωση, δεν θα κινδυνέψουμε ξανά;
Αυτοάνοσο νόσημα
Αυτό που συμβαίνει στην οργάνωση μας τα τελευταία 12 χρόνια μόνο σαν αυτοάνοσο νόσημα μπορεί να περιγραφεί. Ο οργανισμός επιτίθεται στον ίδιο τον εαυτό του.
Και πράγματι αυτό συμβαίνει. Οι θέσεις, τα άρθρα γραμμής του προσυνεδριακού διαλόγου από συντρόφους οι οποίοι «εξηγούν» την ουσία, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας. Πρόκειται για επίθεση στα πιο ελπιδοφόρα χαρακτηριστικά που έφερε η οργάνωση μας στο προσκήνιο.
Η μετωπική πολιτική θεωρείται ουσιαστικά η αιτία του κακού γενικά αλλά κυρίως στην νεολαία και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν συζητούνται τα αδύναμα σημεία μας, τα λάθη μας. Δεν συζητάμε τα περιεχόμενα και τις γραμμές κάποια άλλης μετωπικής πολιτικής. Όχι ! συλλήβδην ενοχοποιείται για την «αποτυχία της επαναστατικής πολιτικής».
Πλέον μπορούμε και εμείς να παίξουμε στο παιχνίδι που η αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα δοκίμασε για δεκαετίες : η κάθε οργάνωση θα διαθέτει σε κάθε χώρο την δική της παράταξη. Οι παρατάξεις αυτές θα «εκφωνούν» την πολιτική της κάθε οργάνωσης στους επιμέρους χώρους και οι συμμαχίες θα έχουν να κάνουν με τις κεντρικές επιλογές, της κάθε μία από αυτές. Οι συμμετέχοντες σε κάθε παράταξη θα βρίσκονται στον προθάλαμο της αντίστοιχης οργάνωσης. Δεν θα υπάρχει «ανεξάρτητο» δυναμικό, δεν θα υπάρχει πολιτικό διακύβευμα. Το μοντέλο της αποτυχίας στα πανεπιστήμια και την νεολαία, το οποίο επέβαλαν άλλα πολιτικά ρεύματα, θα αποτελεί πλέον και δικό μας μοντέλο, θα είναι η «αυτόνομη πολιτική του ΝΑΡ». Και φυσικά μόνος κερδισμένος στους ακίνητους(!) συσχετισμούς που θα διαμορφώνονται, θα είναι το ΚΚΕ.
Δεν είναι εδώ ο χώρος να αναπτύξουμε τα ισχυρά σημεία της μετωπικής λογικής του ΝΑΡ. Αυτά που βοήθησαν στην νεολαία να δημιουργηθούν τα ΕΑΑΚ, μια ισχυρή νεολαιίστικη οργάνωση, νέα σχήματα και σωματεία σε εργατικούς χώρους, μαζική παρέμβαση σε δήμους και γειτονιές για πρώτη φορά στην ιστορία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, και να παίζει τεράστιο ρόλο στα αντίστοιχα κινήματα όλα αυτά τα χρόνια της ύπαρξής του. Απλά θέλουμε να επισημάνουμε κάποια χαρακτηριστικά που μετατρέπουν την μετωπική πολιτική σε κάτι πολύ πιο πολύπλοκο αλλά και ενδιαφέρον, από τον τρόπο που το περιγράφουν οι θέσεις:
- Βασίζεται στην βαθιά πεποίθηση της δυνατότητας μιας επαναστατικής πολιτικής να μετατοπίζει συνειδήσεις και να αλλάζει συσχετισμούς.
- Να μπορεί σε αρνητικές συνθήκες (δηλαδή σε συνθήκες κυριαρχίας της τάσης υποταγής) να αναδεικνύει την τάση της χειραφέτησης η οποία να ηγεμονεύει σε ευρύτερες και μαζικές συλλογικότητες.
- Δεν πρόκειται για τον ακίνητο χορό μια δεδομένης επαναστατικής γραμμής και της αντιπαράθεσής της με τους δεδομένους ρεφορμιστές.
- Η πολιτική με την βαθύτερη έννοια του «ποιος ποιόν» παίζει τον βασικό ρόλο. Αναζητά την διαχωριστική γραμμή που αντιπαρατίθεται με την κυρίαρχη πολιτική στα βασικά σημεία.
- Μετατρέπει τους αγωνιστές σε πολιτικά υποκείμενα, που συμμετέχουν επί της ουσίας στις αποφάσεις, οι οποίες δεν λαμβάνονται από κάποιους άλλους.
Όσον αφορά την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στις θέσεις αλλά και στα άρθρα κάποιων συντρόφων, δεν υπάρχει ένα σαφές αφήγημα για το τι έφταιξε. Γράφονται κάποια ομιχλώδη πράγματα τα οποία δεν αποτελούν μια σαφή κριτική, ούτε μια σαφή αυτοκριτική. Ποιες άλλες επιλογές και πότε θα έπρεπε να είχαν γίνει. Και στο τέλος υπάρχει το υποκριτικό «εμείς έχουμε την κύρια ευθύνη». Ναι, αλλά ποια είναι αυτή;
Είναι περίεργο που «το ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών» έχει πλέον ξεχαστεί. Και πως τελικά ήταν βασική επιλογή του ΝΑΡ, εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η διαπραγμάτευση να γίνεται με τις «κακές» άλλες οργανώσεις. Απουσία τελικά του τεράστιου δυναμικού που αρχικά συσπειρώθηκε, εντάχθηκε και συμμετείχε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ξεπερνώντας όλες τις οργανωμένες δυνάμεις της. Όντας «η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δημιουργήθηκε σε μια άλλη περίοδο»: υπονοεί ότι οι δυνατότητες μέχρι το 2015 ήταν πολύ διαφορετικές αφού το στοίχημα για την αντικαπιταλιστική αριστερά δεν είχε κριθεί. Όμως πάντα αυτό ισχύει με την πολιτική: τα ρίσκα και οι δυνατότητες δεν είναι πάντα «διαθέσιμες» επιλογές.
Συμπερασματικά η σημερινή κατάσταση απαξίωσης του βασικού μετωπικού πολιτικού εγχειρήματος μας, οφείλεται στην στρεβλή, λανθασμένη, δειλή και τελικά υποκριτική μετωπική πολιτική που (δεν) άσκησε το ΝΑΡ, και όχι στο ανάποδο.
Ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό του ΝΑΡ το οποίο με ένα τρόπο ουσιαστικά εγκαταλείπεται είναι η εργατική δημοκρατία. Όπως πάντα συμβαίνει οι έννοιες δεν μένουν ποτέ ίδιες. Για παράδειγμα έχει εξηγηθεί ιστορικά ποια είναι η προέλευση της έννοιας «δικτατορίας του προλεταριάτου» την εποχή του Μαρξ. Η έννοια αυτή απέκτησε για παράδειγμα άλλο περιεχόμενο την περίοδο μετά την Οκτωβριανή επανάσταση, και άλλη στην ιστορική συνέχεια του κομμουνιστικού κινήματος
Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο η έννοια αυτή, αν και αναφέρεται πολλές φορές στις θέσεις δεν έχει καμία σχέση με το περιεχόμενο που είχε στην πρώτη φάση της οργάνωσής μας. Το περιεχόμενο με το οποίο γίνεται προσπάθεια να ταυτιστεί η έννοια αυτή είναι κυρίως αυτή της «πειθαρχίας». «Της μέγιστης δυνατής ενοποίησης πάνω στην επαναστατική στρατηγική και τακτική». Η οποία θα έχει αποφασιστεί από την «ελεύθερη συζήτηση των ομοϊδεατών επαναστατών»
Προσοχή! η επαναστατική γραμμή είναι με κάποιο τρόπο δεδομένη. Έχει κριθεί από τους ομοϊδεάτες επαναστάτες του κόμματος. Σε αυτή καλούμαστε να ενοποιηθούμε και να πειθαρχήσουμε τελικά.
Είναι απίθανο αλλά στον μικρόκοσμο που κατασκευάζουμε (τελικά στο μυαλό μας και μόνο) δεν υπάρχουν διαφορετικά «συμφέροντα» διαφορετικών στρωμάτων και κομματιών της εργατικής τάξης. Δεν υπάρχουν κοινωνικό-πολιτικές εκπροσωπήσεις, αντιφάσεις που πρέπει να συντεθούν, να μετατραπούν σε επαναστατική γραμμή, αφού μετασχηματιστούν, με εργαλείο την εργατική δημοκρατία. Δηλαδή τον μόνο τρόπο με τον οποίο μπορούν να ληφθούν αυτές οι αποφάσεις.
Δυστυχώς για «εμάς», οι «ομοϊδεάτες» επαναστάτες είναι κάτι ΑΧΡΗΣΤΟ για την πραγματική ζωή. Γιατί οι επαναστάτες, άνθρωποι που συμμετέχουν πραγματικά στην κοινωνικο-πολιτική διαπάλη, δεν μπορεί παρά να αναζητούν από διαφορετικές διαδρομές και διαφορετικές προσεγγίσεις την απάντηση στο ερώτημα: ποια είναι η επαναστατική γραμμή. Δυστυχώς για «εμάς» αυτό αποδεικνύεται τελικά πάντα εκ των υστέρων, και με ένα ιστορικό βάθος μάλιστα. Δεν αρκεί ο αυτοχαρακτηρισμός «είμαι επαναστάτης» …..Άλλωστε τον έχουν χρησιμοποιήσει τόσοι πολλοί.
Ευτυχώς η κοινωνία είναι πάντα σε κίνηση
Είναι γνωστό ότι σπάνια στα συνέδρια των κομμάτων (δυστυχώς και της αριστεράς) υπάρχουν θέματα που διακυβεύονται στο ίδιο το συνέδριο, δηλαδή στην ίδια την διαδικασία πριν και κατά την διάρκεια του ίδιου του συνεδρίου. Συνήθως το περιεχόμενο των τελικών κειμένων έχουν κριθεί σε προηγούμενη φάση και τα συνέδρια αποτελούν την διαδικασία επίσημης επικύρωσης των ήδη ειλημμένων αποφάσεων.
Όμως το 5ο συνέδριο του ΝΑΡ ξεπέρασε και αυτό τον κανόνα. Οι ίδιες οι θέσεις δεν επιτρέπουν καμία ουσιαστική συζήτηση. Ο ίδιος ο στόχος που θέτουν και διαπερνούν όλο το κείμενο, δεν επιτρέπουν διαφωνίες……Ή είσαι με την κεντρική επιλογή ή τελικά δεν υπάρχει χώρος συζήτησης. Άλλωστε πρόκειται για συνέδριο «επανίδρυσης». Όποιος διαφωνεί ας μην ακολουθήσει ….
Βέβαια όλα αυτά συντελούνται όταν η κοινωνία βρίσκεται σε κίνηση. Κομμάτια της αναζητούν τρόπους να επιφέρουν ρηγματώσεις στην αδιαπέραστη (;) κυρίαρχη πολιτική της κυβέρνησης. Αυτό δημιουργεί ανάγκες πολιτικής έκφρασης. Και οποιοσδήποτε πολιτικός οργανισμός κρίνεται πρώτα απ’ όλα από την δυνατότητά του να επιβιώνει. Να επιβιώνει καλύπτοντας πολιτικά κενά που αφήνουν άλλοι πολιτικοί οργανισμοί.
Και το ΝΑΡ μπορεί να επιβιώσει και να έχει λόγο ύπαρξης μόνο με τον τρόπο που έγραψε ένας σύντροφος στα συμπεράσματα του άρθρου του (αναιρώντας -ευτυχώς- όλο το βασικό αφήγημα που θέλησε να υπερασπιστεί):
Το ΝΑΡ είναι απαραίτητο για τον λαό και την αριστερά και ειδικά την κομμουνιστική αριστερά. (σημ.: αυτό είπαμε είναι προς απόδειξη). Παρά τις αντιφάσεις του επεδίωξε να εκφράσει την συνένωση του μαρξισμού με την ανάπτυξή του, του κομμουνισμού με την επαναθεμελίωση του, της στρατηγικής στόχευσης με την πολιτική της έκφραση, την μαχητικότητα με την μαζικότητα στην δράση, πάντα από την πλευρά της ασυμβίβαστης πάλης.
Μόνο έτσι και βαθιά μέσα στην δίνη των κοινωνικών αναταραχών και διεργασιών, μπορεί να υπάρξει αυτό το ΝΑΡ.
Γεωργάκης Δημήτρης, ΟΒ Μελετών-Τομέα Τεχνικών οργ. Αττικής του ΝΑΡ