Γραφείο Π.Ε. ΝΑΡ: Εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα

Γραφείο Π.Ε. ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση 

Πρώτες εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα της 20ης Σεπτέμβρη 2015

1. Οι εκλογές-εξπρές της 20ης Σεπτέμβρη, που προκήρυξε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ, σε συμφωνία με τους «εταίρους», πραγματοποιήθηκαν κάτω από το βάρος του ασφυκτικού πλαισίου της νέας μνημονιακής συμφωνίας που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ με ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – Ποτάμι - ΑΝΕΛ. Η από κοινού επίθεση όλων των συστημικών δυνάμεων, στόχευε στην τρομοκράτηση του λαού, την κάμψη του φρονήματος και του ρήγματος που άνοιξαν οι αγώνες και το ΟΧΙ του, στην εμπέδωση της αντίληψης ότι ο δρόμος της ρήξης για την ανατροπή των μνημονιακών αντεργατικών μέτρων, είτε είναι ανύπαρκτος, είτε οδηγεί σε απόλυτη καταστροφή.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το αποτέλεσμα των εκλογών αποτυπώνει τον αρνητικό πολιτικό συσχετισμό δύναμης που δημιουργήθηκε την προηγούμενη περίοδο λόγω του ανοιχτού περάσματος του ΣΥΡΙΖΑ στις δυνάμεις του μνημονίου και εξυπηρετεί τα σχέδια του κεφαλαίου και του συστήματος. Οδήγησε ήδη σε κυβέρνηση υλοποίησης της μνημονιακής καπιταλιστικής επίθεσης, προσθέτει δυσκολίες στην πάλη των εργαζομένων και του λαού. Είναι γενικότερα ένα αποτέλεσμα με αρνητικές επιπτώσεις, καθώς δημιουργεί όρους και συνθήκες για το ξεδίπλωμα και την κλιμάκωση άμεσα της επιδρομής κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, ενώ ανέδειξε μια βουλή που η σύνθεσή της δίνει δυνατότητες για κυβερνητικές αλλαγές – διευρύνσεις και ανασχηματισμούς εντός του αστικού – μνημονιακού πλαισίου.

Συνολικότερα τα γεγονότα των τελευταίων 8 μηνών (κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και διαπραγμάτευση, δημοψήφισμα και υπογραφή του νέου μνημονίου) μας έφεραν μπροστά σε ένα ιστορικό μεταίχμιο. Η συνειδητοποίηση του ότι δεν γίνεται να καταργηθούν τα μνημόνια χωρίς ρήξη με ευρωζώνη/ΕΕ/κεφάλαιο οδηγεί είτε μπροστά στην απειλή μιας στρατηγικής ήττας του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς, είτε στην στροφή σε βαθύτερους όρους ανασύνταξης και αντεπίθεσης με όρους ρήξης και ανατροπής της κανιβαλικής επιδρομής κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ και τη στρατηγική στο τιμόνι.

Παρά την πρόσκαιρη σταθεροποίηση σε κυβερνητικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο, το εκλογικό αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσδώσει μια μακροπρόθεσμη σταθερότητα και προοπτική στο αστικό μπλοκ, το οποίο περιλαμβάνει πλέον και τον ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό για τους εξής λόγους:

  • η μαζική ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ δεν δόθηκε ως επιβράβευση της πολιτικής του, αλλά με την λογική του μικρότερου κακού, του αναγκαστικά δεν υπάρχει άλλη λύση, ενώ το Γενάρη ήταν ψήφος προς το «εφικτό» μικρότερο καλό. Τώρα ήταν ψήφος με επιφύλαξη και όχι ενεργητική – θετική (στο μεγαλύτερο μέρος της), κυρίως ελλείψει άλλης πρότασης που να πείθει μαζικά. Δεν υπάρχει ενεργητικό ρεύμα υπέρ μνημονίου και πολιτικής “διεξόδου” κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ για την καπιταλιστική ανάπτυξη και ανασυγκρότηση.
  • Η μαζική αποστοίχιση ψηφοφόρων από τα μνημονιακά κόμματα (888.037 λιγότεροι σε ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ – ΚΙΔΗΣΟ, Ποτάμι, ΑΝΕΛ), που τροφοδότησαν κυρίως την εκτεταμένη αποχή αποτυπώνει παραπέρα τη δυσαρέσκεια από την ασκούμενη πολιτική, η οποία όμως δεν βρίσκει έκφραση προς τα αριστερά.
  • Η πολιτική του νέου βάρβαρου μνημονίου δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα, ώστε να δοκιμαστεί έμπρακτα η κοινωνική βάση του ΣΥΡΙΖΑ.
  • Υπάρχει μια ισχυρή ζώνη στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, με ισχυρή επίδραση στο μαζικό κίνημα, που κατά από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να γίνει «μαγιά» για την οργάνωση της εργατικής και λαϊκής αντεπίθεσης.
  • Συνεχίζεται και βαθαίνει η κρίση του ελληνικού καπιταλισμού, ως ειδική οξυμένη πλευρά της κρίσης του ευρωπαϊκού και διεθνούς καπιταλισμού που δεν έχει ξεπεραστεί. Τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα δεν πρόκειται να παρουσιάσουν βελτίωση το επόμενο διάστημα, ίσα ίσα η κατάσταση της εργατικής τάξης, των ανέργων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας θα παρουσιάσει επιδείνωση, δημιουργώντας συνθήκες για κοινωνικές αντιστάσεις και αγώνες, ακόμα και μεγάλης κλίμακας. Η συνολική κρισιακή κατάσταση θα δημιουργήσει δυσκολίες για την επιτυχία ακόμα και αυτού του αντιδραστικού μνημονίου, απαιτώντας παραπέρα σκληρά μέτρα. Ο συνδυασμός αυτών των δύο στοιχείων θα επαναφέρει ξανά στο προσκήνιο το ερώτημα της ρήξης και της ανατροπής.

Είναι απαραίτητο να υπογραμμίσουμε πως η αναγκαιότητα της εργατικής λαϊκής αριστερής αντιπολίτευσης θα κριθεί κυρίως μέσα στο μαζικό κίνημα, μέσα στους εργαζόμενους και τη νεολαία, στους δρόμους του αγώνα.

2. Οι εκλογές σφραγίστηκαν από δύο στοιχεία, που το ένα συνέβαλε στο άλλο. Αφενός, από την ισχυρή κοινοβουλευτική επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ και τη δυνατότητα να διαμορφώσει συγκυβέρνηση και πάλι με τους ΑΝΕΛ, σε μια βουλή που υπάρχει ευρύτατη υποστήριξη στο μνημόνιο, δηλαδή στην ουσία στην πολιτική της αντιδραστικής αντεργατικής ανασυγκρότησης – αναδιάρθρωσης του ελληνικού καπιταλισμού για να ξεπεραστεί η κρίση σε βάρος της εργασίας και προς όφελος του κεφαλαίου. Αφετέρου, από την πρωτοφανή αύξηση της αποχής (που έφτασε στο εκκωφαντικό 43% των εγγεγραμμένων, δηλαδή περίπου στο 33% πραγματικό εάν γινόταν εκκαθάριση των καταλόγων). Η αποχή στις 20 Σεπτέμβρη σε μεγάλο βαθμό ενισχύθηκε από ψηφοφόρους που απογοητεύτηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα αστικής και μνημονιακής πολιτικής και γι' αυτό δεν τα στήριξαν, αλλά ταυτόχρονα δεν πείστηκαν από ΚΚΕ, ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή άλλους σχηματισμούς.

Η πραγματικότητα αυτή απαιτεί συγκεκριμένη ανάλυση. Το φαινόμενο της αποχής έχει ενδιαφέρον και κρύβει ταξική και νεολαιίστικη σύνθεση (είναι χαρακτηριστικό πως ανέβηκε 10% στα αστικά κέντρα, άρα είναι κυρίως συνειδητή επιλογή και όχι οικονομική δυσπραγία, κλπ.), έχει ισχυρά στοιχεία απόρριψης του πολιτικού συστήματος και κρίσης αντιπροσώπευσης, αλλά δεν πρέπει να θεωρείται ως ενιαίο, ούτε να εξιδανικεύεται, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε λογικές ατομικισμού, ωχαδελφισμού, “δεν γίνεται τίποτα” κλπ., στοιχεία που μπορούν να τροφοδοτήσουν συντηρητικές και αντιδραστικές αντιλήψεις. Δεν δίνουν διέξοδο επίσης οι αντιπολιτικές - αντιεκλογικές λογικές του αναρχικού χώρου.

3. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε ποσοστό 35.5% (-0,9%), χάνοντας 323.000 ψήφους. Παραμένει γενικά η ταξική – χωροταξική κατανομή της ψήφου του, με πολύ ισχυρή παρουσία στις εργατικές – λαϊκές γειτονιές, αντίθετα απ' ότι στα εύπορα προάστια, που παρουσιάζει περαιτέρω μείωση σε σχέση με τον Ιανουάριο. Παρόλα αυτά η πτώση του είναι μεγαλύτερη στα αστικά κέντρα (π.χ. Α' Αθήνας -2%, Β' Αθήνας -1,8%), ενώ κρατάει καλύτερα στην επαρχία. Συνολικά, δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένη την υποστήριξη στην κυβερνητική πολιτική των ψηφοφόρων του και της οργανωμένης βάσης του, στην πορεία θα υπάρξουν κι άλλες αποχωρήσεις, διαφοροποιήσεις κλπ.

4. Η ΝΔ δεν μπόρεσε να ανέβει (ποσοστό 28,1% από 27,8%) και χάνει 197.000 ψήφους. Η επιρροή της στα αστικά κέντρα είναι αντίστροφη από του ΣΥΡΙΖΑ, πολύ ισχυρή στις εύπορες συνοικίες (με παραπέρα άνοδο), πολύ χαμηλά στα εργατικά λαϊκά κέντρα, που δεν κατάφερε να ανέβει. Η ΝΔ μπαίνει σε νέα αναταραχή που δεν αποκλείει την κρίση. Προκηρύχθηκε διαδικασία εκλογής νέου προέδρου, αλλά το βασικό της πρόβλημα δεν είναι στα πρόσωπα, αλλά στην πολιτική: πρώτο, ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση Τσίπρα αναλαμβάνει τον πρώτο ρόλο στην υλοποίηση της αστικής πολιτικής, άρα δημιουργεί μια κρίση ταυτότητας και χρησιμότητας για τη ΝΔ, ως βασικού αστικού κόμματος. Δεύτερο, η απλόχερη υποστήριξη στο 3ο μνημόνιο που προσέφερε, σε συνδυασμό με την συμμετοχή στην εφαρμογή των δύο προηγούμενων, υποσκάπτει το ρόλο της ως αξιωματική αντιπολίτευση, παρότι αναμένεται να ενισχύσει τους αντιπολιτευτικούς τόνους.

5. Η Χρυσή Αυγή έλαβε ποσοστό 7% (από 6,3%), αλλά έχασε 9.000 ψήφους. Πολύ ανησυχητική η σταθεροποίησή της και η μικρή ποσοστιαία άνοδος της, ειδικά μετά την ανάληψη πολιτικής ευθύνης δολοφονίας Φύσσα από Μιχαλολιάκο. Ωστόσο πρέπει να πάρουμε υπόψη μας ότι το προεκλογικό κλίμα είχε στοιχεία πολύ ευνοϊκά για την Χ.Α. Η μνημονιακή «Προδοσία της Αριστεράς» και η όξυνση του μεταναστευτικού ζητήματος ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκοί όροι για τους φασίστες. Το αντιφασιστικό κίνημα παρά τις αδυναμίες του έχει συμβάλλει στην αντιμετώπιση της. Η Χ.Α. πέφτει σε ψήφους, ειδικά στα αστικά κέντρα (βλ. Α και Β Αθήνας), τροφοδοτήθηκε όμως από τα νησιά, μεγάλη άνοδος σε Λέσβο, Σάμο, Δωδεκάνησα, λόγω αντιδραστικής απάντησης στο μεταναστευτικό. Η επανεμφάνιση ομάδων κρούσης (ημέρα εκλογών Κερατσίνι) δείχνει πως θα προσπαθήσει να κινηθεί πιο δυναμικά κλπ. αν και η μαχητική αντίδραση του κινήματος (αντιφασιστική κινητοποίηση στον Πειραιά) μπορεί να της δημιουργεί εμπόδια και να αποτρέπει τις επιθέσεις της.

6. ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ έλαβαν 6,3% από 7,6% που είχαν πάρει χωριστά (μαζί και με το ΚΙΔΗΣΟ που δεν κατέβηκε) τον Ιανουάριο. Οι απώλειες σε ψήφους είναι 130.000. Στην πραγματικότητα δηλαδή ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ έχουν μείωση. Παρόλα αυτά γίνεται μεγάλη προσπάθεια από το σύστημα να ενισχυθούν πολύπλευρα και να αποτελέσουν κέντρο της ανασυγκρότησης του χώρου της κεντροαριστεράς ή της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας, κερδίζοντας πόντους σε σχέση με το Ποτάμι, που υπέστη βαριά ήττα με -2 % (από 6,1% στο 4,1% και -153.000 ψήφους). Πρόβλημα του χώρου συνολικά αποτελεί η στρατηγική κρίση της ευρωπαϊκής και εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και το γεγονός πως τον πολιτικό αυτό χώρο καλύπτει ολοένα και περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ.

7. Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες-ΑΝΕΛ διασώθηκαν και μπήκαν στην βουλή και στην κυβέρνηση, ως δεξί δεκανίκι του Τσίπρα, αλλά με νέες μεγάλες απώλειες. Εκφράζουν στρώματα της μεσαίας και ανώτερης δημοσιοϋπαλληλίας και ειδικά των στρατιωτικών, παίζουν αντιδραστικό ρόλο (εθνικισμός, ρατσισμός, νεοφιλελευθερισμός – ιδιωτική πρωτοβουλία - αγορά), και προσδίδουν ακόμα πιο αντιδραστικό περιεχόμενο στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Διαχρονικά πάντως η εικόνα της αντιμνημονιακής Δεξιάς ξεθωριάζει (από το 10,62%% το 2012 έχουν πάει στο 3,7%), όχι μόνο γιατί ψήφισε μνημόνιο, αλλά γιατί αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο πως το μνημόνιο αποτελεί έκφραση της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης εντός ΕΕ, την οποία υποστηρίζουν οι ΑΝΕΛ.

8. Η 'Ενωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη πήρε 3,4% από 1,8%, κερδίζοντας 75.000 ψήφους. Σπρωγμένη από τα ΜΜΕ και τοπικούς αστικούς παράγοντες (π.χ. Θεσσαλονίκη) η ΕΚ κερδίζει ψήφους σε δεξιά αντιδραστική κατεύθυνση αλλά και αντιπολιτικού χαβαλέ, αποτυπώνοντας ανάγλυφα την κρίση του αστικού κοινοβουλευτισμού. Απαιτείται πια συγκεκριμένη κριτική και αποδόμηση της δράσης της ΕΚ.

9. Το ΚΚΕ παραμένει καθηλωμένο, με 5,5% (από 5,47%) και απώλεια 36.000 ψήφων, ως αποτέλεσμα της γενικότερης πολιτικής του και της άρνησής του να συμβάλλει σε ένα πρόγραμμα και μέτωπο ρήξης και ανατροπής, με άμεση πάλη και προβολή των πολιτικών στόχων κόμβων (όπως η αποδέσμευση από ευρώ και ΕΕ), τους οποίους παραπέμπει μετά την ασαφή λαϊκή εξουσία. Το ΚΚΕ πλήρωσε ιδιαίτερα τη στάση του στο δημοψήφισμα και την άρνησή του να στηρίξει και αναπτύξει παραπέρα το εργατικό λαϊκό ΟΧΙ. Μετά τη νέα αποτυχία του θα διευρυνθούν οι αντιδράσεις και η αναζήτηση της βάσης του, οργανωμένης ή όχι.

10. Ο νεοσύστατος πολιτικός σχηματισμός της Λαϊκής Ενότητας-ΛΑΕ απέτυχε να μπει στην βουλή (2,86%, 155.286 ψήφοι) και συνολικά βρέθηκε πολύ χαμηλότερα από τους στόχους της, παρά τη συσπείρωση περίπου 30 βουλευτών και την ανάλογη δημόσια παρουσία. Συσπείρωσε ένα μέρος όσων έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, ψηφίστηκε και από ψηφοφόρους άλλων δυνάμεων. Στη σύντομη προεκλογική περίοδο έχανε αντί να κερδίζει, καθώς έλειψαν το προγραμματικό βάθος, η ρηξιακή λογική, ο ξεκάθαρος αντιΕΕ λόγος (κυριαρχούσε η αντιμνημονιακή ρητορική) και η τομή με το πρόσφατο παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ (σε αυτό μάλιστα διεκδικούσαν τη «συνέχεια») και της κυβερνητικής διαχείρισης. Το πολιτικό προφίλ της ΛΑΕ αποκρυσταλλωνόταν σε ένα ρεφορμιστικό νεοκεϋνσιανό σχέδιο, με κοινοβουλευτική – θεσμική λογική κυβερνητικής διαχείρισης, που διεκδικεί μια αντιμνημονιακή, προοδευτική, πατριωτική, δημοκρατική διέξοδο χωρίς ρήξη με το σύστημα, την ΕΕ και το κεφάλαιο, παρά τις χλιαρές αναφορές σε σοσιαλιστική προοπτική.

11. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκλογική συνεργασία με ΕΕΚ και ανένταχτους αγωνιστές-στριες της Αριστεράς (προερχόμενους κυρίως από την ΜΑΡΣ) συγκέντρωσε 46.096 ψήφους, 0,85%, έναντι 0,64% της ΑΝΤΑΡΣΥΑ – ΜΑΡΣ και 0,04% του ΕΕΚ τον Γενάρη. Σε ψήφους το καθαρό όφελος είναι 4.200 ψήφοι, χωρίς ψηφοδέλτιο στην Πιερία (με ευθύνη δική μας), όπου είχαμε 250 ψήφους τον Γενάρη. Η πραγματική αύξηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ όμως σε ψήφους και ποσοστό είναι μεγαλύτερη, καθώς πρέπει να συνυπολογιστεί η αποχώρηση ΑΡΑΝ – ΑΡΑΣ, η διάλυση της ΜΑΡΣ και η ενσωμάτωση μεγάλου μέρους της στην ΛΑΕ, καθώς και άλλοι παράγοντες (π.χ. η κάθοδος του ΕΠΑΜ, ενώ τον Γενάρη είχαμε πάρει ψήφους από τον χώρο αυτό). Άνοδο σε ψήφους κατέγραψαν επισης και το ΚΚΕ (μ-λ) – ΜΛ ΚΚΕ (+1.000) και η ΟΚΔΕ (+500), ενώ το ΕΠΑΜ πήρε 41.631 ψ. 0,77%.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες και με δεδομένη την κρίση στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που αμφισβήτησε την πολιτική της αυτοτέλεια μόλις τρεις βδομάδες πριν τις εκλογές και την πίεση που αντικειμενικά ασκούσε η ΛΑΕ, αλλά και το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με το περιορισμένο εύρος της συνεργασίας που μπόρεσε να επιτευχθεί, η εκλογική μάχη που έδωσε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν από τις πιο δύσκολες.

Το εκλογικό αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ -εκλογική συνεργασία δεν σπάει προφανώς τον γενικότερο αρνητικό συσχετισμό των τελευταίων ετών, ούτε τον ειδικό αρνητικό εκλογικό συσχετισμό που διαμορφώθηκε στις εκλογές, αλλά με την μικρή – οριακή άνοδο σε ψήφους και ποσοστό αποτυπώνει ορισμένες αδύναμες ωστόσο θετικές τάσεις. Μας δίνει τη δυνατότητα να παρέμβουμε στις εξελίξεις, σκιαγραφεί δυνατότητες, χωρίς βέβαια και να τις εκφράζει. Δείχνει πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσα σε συνθήκες αδυναμίας άλλων δυνάμεων της Αριστεράς να εκφράσουν τις τάσεις διαφοροποίησης και αναζήτησης από τον ΣΥΡΙΖΑ, καταφέρνει έστω σε μικρή κλίμακα να κερδίζει μερικές χιλιάδες πρωτοπόρους αγωνιστές και να έρχεται σε επικοινωνία με ριζοσπαστικά στοιχεία, κυρίως από το χώρο της νεολαίας. Διαψεύδει κατηγορηματικά τις εκτιμήσεις πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα οδηγούνταν σε συρρίκνωση ή διάλυση εάν δεν συμμαχούσε με την ΛΑΕ.

Το εκλογικό αποτέλεσμα αποτυπώνει πάντα το συνδυασμό δύο στοιχείων: α) Το γενικότερο πλαίσιο του συσχετισμού δυνάμεων μέσα στο οποίο προκηρύσσονται οι εκλογές β) Την προεκλογική αντιπαράθεση και το τι μπορούσε να αλλάξει εντός της προεκλογικής περιόδου.

Εξετάζοντας σήμερα την δεύτερη πλευρά (της προεκλογικής δουλειάς δηλαδή) εκτιμούμε πως οι δυνάμεις του ΝΑΡ και της νΚΑ έδωσαν την μάχη (χωρίς να λείπουν σημαντικά οργανωτικά προβλήματα). Εκτιμούμε πως τα εκλογικά συνθήματα ήταν σε θετική κατεύθυνση (εργατική λαϊκή αριστερή αντιπολίτευση, άλλος δρόμος – αντικαπιταλιστική ανατροπή - έξω από ευρώ και ΕΕ, ΟΧΙ μέχρι το τέλος – κοινωνικοπολιτικό μέτωπο του ΟΧΙ, ισχυρή αντικαπιταλιστική Αριστερά κλπ.), η εκλογική προπαγάνδα πιο αδύνατη από άλλες φορές. Ξεδιπλώθηκαν περιοδείες και συσκέψεις σε εκατοντάδες χώρους δουλειάς και γειτονιές, ενώ αξιόλογες ήταν νέες μορφές διαδικτυακής παρέμβασης, όπως η πρωτοβουλία ask#antarsya, στην οποία μπορούσαν να υποβληθούν διαδικτυακές ερωτήσεις για την πολιτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός πως η μεγάλη πλειοψηφία των μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το σύνολο σχεδόν των ανένταχτων και ένας αξιόλογος αριθμός μελών των ΑΡΑΝ – ΑΡΑΣ, καθώς και ορισμένοι αποχωρήσαντες από ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, έδωσαν την εκλογική μάχη για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, συσπειρώθηκαν κι έχουν ανεβασμένες απαιτήσεις από το μέτωπο.

12. Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και η νΚΑ αποφάσισαν συλλογικά, με δημοκρατικές διαδικασίες και σε πνεύμα αναζήτησης επαναστατικής απάντησης, να προτείνουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκλογική παρέμβαση με βάση την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για πολιτική συνεργασία των αντικαπιταλιστικών, αντιιμπεριαλιστικών, αντιΕΕ δυνάμεων της Αριστεράς. Στην εσωοργανωτική μας συζήτηση κατατέθηκε και πρόταση για εκλογική συνεργασία με την Λαϊκή Ενότητα, η οποία μειοψήφησε. Εκτιμούμε πως η απόφαση αυτή του ΝΑΡ και στη συνέχεια η αντίστοιχη τοποθέτηση των οργάνων και επιτροπών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με την οποία απορρίφθηκε η πρόταση ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ που οδηγούσαν στην ενσωμάτωσή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην Λαϊκή Ενότητα, ήταν σωστές και ενισχύονται από τις εξελίξεις. Η εκλογική συνεργασία με το ΕΕΚ και ανένταχτους-ες από τον χώρο της ΜΑΡΣ επίσης θεωρούμε πως λειτούργησε θετικά, δείχνοντας πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υλοποιεί όσα λέει και μπορεί να συνεργάζεται με δυνάμεις έστω και σε μικρή κλίμακα.

13. Η εκλογική μάχη και το εκλογικό αποτέλεσμα φέρνουν στην επιφάνεια με εκκωφαντικό τρόπο ένα βασικό ερώτημα: Γιατί δεν μετατράπηκε η ψήφιση του μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ σε μαζική αποστοίχιση και μαζική ενίσχυση των εξ αριστερών σχηματισμών του; Και ιδιαίτερα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πέρα από την οριακή αύξηση που καταγράφηκε; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, σημειώνουμε τα εξής:

α) Πρέπει να δούμε σε ποιο περιβάλλον, με κυριαρχία ποιου ερωτήματος έγιναν οι εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αποδεχόμενος πλήρως το μνημονιακό μονόδρομο και την ΕΕ, επιδόθηκε σε μια καρικατούρα δικομματικής αντιπαράθεσης, εκμεταλλεύτηκε τη λαϊκή αντίθεση απέναντι σε ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και πρόβαλε ως δήθεν διέξοδο την κοινωνικά «ηπιότερη» εφαρμογή της νέας αντεργατικής επιδρομής.

β) Η μνημονιακή ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ διαμόρφωσε στα μάτια των πλατιών μαζών έναν παραλυτικό συσχετισμό, καθώς η σύγκρουση και πολύ περισσότερο η ρήξη θέλει πολιτικό “όχημα”, πολιτικό υποκείμενο. Για εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου αυτό εξαφανίστηκε. Το πέρασμα στην υποστήριξη άλλων πολιτικών γραμμών και κομμάτων δεν είναι μια εύκολη και αυτόματη διαδικασία.

Το καθοριστικό στοιχείο των εξελίξεων είναι η υποστήριξη και ψήφιση του 3ου μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που αποτελεί έκφραση της στρατηγικής ενσωμάτωσης και ήττας της ρεφορμιστικής, μεταρρυθμιστικής και διαχειριστικής Αριστεράς, εντός του πλαισίου συστήματος και ΕΕ. Μπορεί για εμάς η εξέλιξη αυτή να αποτέλεσε αποκορύφωμα της πολιτικής και στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για εκατομμύρια εργαζόμενους και νέους που τον στήριξαν τον Γενάρη αποτέλεσε μια οδυνηρή αποκάλυψη, που λειτούργησε καταρχήν παραλυτικά καθώς τροποποιούσε -μπροστά στα μάτια τους- τον πολιτικό συσχετισμό εξαιρετικά αρνητικά, απομάκρυνε το ενδεχόμενο φιλολαϊκής αλλαγής και πολύ περισσότερο ανακοπής - ανατροπής της επίθεσης κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ και διαμόρφωνε ως μοναδικό επίδικο το ποιος θα διαχειριστεί το μνημόνιο με μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία.

Για να ξεπεραστεί το πλήγμα από την κατάρρευση της ελπίδας του ΣΥΡΙΖΑ απαιτείται άλλο επίπεδο πολιτικής και οργανωτικής συγκρότησης του κινήματος (το οποίο βρισκόταν σε σχετική υποχώρηση το τελευταίο διάστημα) και της αριστεράς, χρόνος (το πόσος, εξαρτάται από τον επιταχυντή του κινήματος), ενώ θα κριθεί από την ικανότητα της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς να συμβάλει στο άνοιγμα της δυνατότητας ενός άλλου δρόμου αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Η υστέρησή της στο πεδίο αυτό τα προηγούμενα χρόνια ήταν καθοριστική και σε αυτό υπάρχουν βασικές ευθύνες του ΝΑΡ, που σχετίζονται με την ανάπτυξη της επαναστατικής τακτικής και στρατηγικής. Πρέπει να σημειώσουμε πως απαιτείται η βαθύτερη σύνδεση της επίθεσης κεφαλαίου – ΕΕ μέσω και των μνημονίων με την ανασυγκρότηση του καπιταλισμού για να υπερβεί την βαθιά, παρατεταμένη, δομική κρίση του, έτσι ώστε να προκύπτει ο αντικαπιταλιστικός, αντιΕΕ χαρακτήρας της απάντησης. Απαιτείται η παραπέρα ανάπτυξη, προβολή, τεκμηρίωση, συγκεκριμενοποίηση, σύνδεση και προς τα πάνω και προς τα κάτω του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και των μέσων προώθησής του. Αλλά και η διαμόρφωση των πρώτων παραδειγμάτων “οργανωμένου λαού”, ρωγμών και κατακτήσεων, η ανώτερη εμφάνιση στο σήμερα πλευρών του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου (στο κίνημα, στο μέτωπο, στο κόμμα), του υποκειμένου δηλαδή το οποίο θα δίνει στο πρόγραμμα υλική υπόσταση.

Ιδιαίτερα αρνητικό ρόλο έπαιξαν και οι λογικές μέσα στην αντικαπιταλιστική Αριστερά που αλληθώριζαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, που υπονόμευαν την τακτική της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, τροφοδοτούσαν τις αυταπάτες για τον ΣΥΡΙΖΑ και τις συνιστώσες του και προωθούσαν μια πολιτική δορυφορική προς το ανερχόμενο ρεφορμιστικό ρεύμα.

γ) Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πέρασε η συστημική λογική της ΤΙΝΑ “δεν υπάρχει εναλλακτική” και η εικόνα πως ο «Α. Τσίπρας το πάλεψε, το έφτασε στα άκρα, αλλά δεν μπόρεσε κάτι παραπάνω» άρα δεν γίνεται. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε πως έπρεπε και από τη δική μας πλευρά να γίνει πιο συγκεκριμένη, αποδεικτική και πειστική αντιπαράθεση με τα επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ. Συχνά υπήρχε η εντύπωση πως αρκεί το ότι υπέγραψε μνημόνιο.

δ) Η δυνατότητα του άλλου δρόμου της αντικαπιταλιστικής ανατροπής δεν εκφράστηκε, παρά μόνο από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ κι αυτό σε μικρή κλίμακα. Το ΚΚΕ όχι μόνο απορρίπτει την τακτική αυτή, αλλά την κατασυκοφαντούσε και την χαρακτήριζε από ρεφορμιστική ως καταστροφική. Η ΛΑΕ την κουτσούρευε και κυρίως αφαιρούσε το ταξικό και ανατρεπτικό της περιεχόμενο, με αποτέλεσμα να μην γίνεται ούτε ελκτική, ούτε πιστευτή.

ε) Μέσα στο πλαίσιο αυτό δόθηκε η δυνατότητα στο σύστημα να κτυπήσει την δυναμική του ΟΧΙ, το οποίο έτσι κι αλλιώς δεν ήταν ενιαίο. Επλήγη ειδικά όταν δεν απαντήθηκε με μαζικούς πολιτικούς και κινηματικούς όρους η πραξικοπηματική κατάργησή του από τον Τσίπρα. Τα πράγματα δεν είναι μονοσήμαντα: όταν τίθεται ερωτήματα για ρήξη και δεν απαντιούνται από την μια πλευρά (εργατική πολιτική), απαντιούνται από την άλλη (αστικό μπλοκ).

στ) Συνοψίζοντας, μέσα σε αυτό το πλαίσιο και ειδικά για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αδυναμία να κερδίσει περισσότερο σε ψήφους και ποσοστό οφείλεται:

  • Στην χαμηλή ακόμα ποιότητα της πολιτικής της πρότασης για τον άλλο δρόμο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, παρά τα βήματα που έχουν γίνει.
  • Στους αδύναμους πολιτικούς δεσμούς με τα πρωτοπόρα τμήματα εργατικής τάξης, λαού και νεολαίας, ειδικά σε συνθήκες σχετικής ύφεσης του κινήματος.
  • Στο ότι δεν επιτεύχθηκαν σε αυτή τη φάση τα αναγκαία βήματα στην μετωπική πολιτική και στη συσπείρωση των δυνάμεων του ΟΧΙ μέχρι το τέλος (παρά μόνο σε μικρή κλίμακα), απεναντίας υπήρξαν και υποχωρήσεις (π.χ. διάλυση ΜΑΡΣ), παρά την προωθητική, θετική και ειλικρινή πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
  • Στην αποχώρηση δυνάμεων από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που εκτός των άμεσων συνεπειών, δημιούργησε εικόνα διάσπασης και υποχώρησης και ευρύτερα αστάθειας του εγχειρήματος απέναντι στο ρεφορμισμό.

Σε κάθε περίπτωση όλες αυτές οι πλευρές πρέπει να συζητηθούν ουσιαστικά, με κριτική και αυτοκριτική διάθεση, για να υπάρξει μια βαθύτερη προσέγγιση των αιτιών, χωρίς να μεταφέρονται στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων (“ο λαός φταίει”) οι ευθύνες και η αδυναμία της Αριστεράς, χωρίς βέβαια εξιδανίκευση του "λαού".

14. Για αναλυτικότερη και πλήρη αποτίμηση της εκλογικής δουλειάς μας, των αποτελεσμάτων και για τον προγραμματισμό δράσης της οργάνωσης και την παρέμβαση στις μετεκλογικές συνθήκες συνεδριάζει τις επόμενες μέρες η Πολιτική Επιτροπή.

....

Tο Γραφείο της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, Σεπτέμβριος 2015