2η Ημερίδα εργασίας και διαλόγου της Πρωτοβουλίας: Μεγάλο ενδιαφέρον και σημαντική θεωρητική συμβολή
Διαβάστε όλες τις Εισηγήσεις της Ημερίδας εδώ
Με μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάστηκαν οι εισηγήσεις της 3ης θεματικής ομάδας εργασίας της Πρωτοβουλίας για σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, στην 2η Ημερίδα Εργασίας και Διαλόγου που διοργανώθηκε τη Δευτέρα 18 Ιουλίου στην Αθήνα.
Η ημερίδα είχε μαζική συμμετοχή, σημαντικό τμήμα της οποίας ήταν νέοι και νέες, καθώς και εργαζόμενοι από πολλές περιοχές της Αττικής. Στην ημερίδα παρουσιάστηκαν οι εισηγήσεις και ακολούθησε συζήτηση με ερωτήσεις και σύντομες παρεμβάσεις από το κοινό. Εντάσσεται στη διαδικασία διαμόρφωσης προγραμματικού περιεχομένου στην πορεία για την δημιουργία μιας νέας κομμουνιστικής οργάνωσης και τη διατύπωση ενός κομμουνιστικού προγράμματος της εποχής μας, διαδικασία που είναι σε εξέλιξη ταυτόχρονα με τη συγκρότηση Επιτροπών Βάσης σε όλη τη χώρα.
Οι τέσσερις εισηγήσεις αφορούσαν το κεντρικό ζήτημα της επανάστασης στην εποχή μας και την επαναστατική τακτική και στρατηγική που χρειάζεται ένα σύγχρονο κομμουνιστικό ρεύμα στην παρέμβασή του για να προσεγγίσει το στόχο της κοινωνικής χειραφέτησης.
Βασικό σημείο των θεωρητικών συμβολών, τόσο από τις εισηγήσεις, όσο και από τις παρεμβάσεις του κοινού αποτέλεσε το κομβικό ζήτημα του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης.
Όπως υπογραμμίστηκε εισηγητικά «Χωρίς αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και διεκδικήσεις, οι επαναστάτες δεν θα είχαν μια επαναστατική πολιτική και θα ταλαντεύονταν αναγκαστικά αναμεσά στην αδιέξοδη πολιτική της γενικής προπαγάνδας και στην επίσης αδιέξοδη πάλη για στενές άμεσες διεκδικήσεις.»
Όπως αναδείχθηκε και στη συζήτηση «Στην Ελλάδα των σκληρών αντιμνημονιακών αγώνων και της όξυνσης της ταξικής και κοινωνικής πάλης, είδαμε πολλούς αγώνες που έδωσαν ορισμένα δείγματα υπέρβασης της αγανάκτησης και της διαμαρτυρίας. Έλειπαν όμως ο συντονισμός και τα όργανα που θα έκφραζαν μια πλειοψηφική διάθεση ανατροπής των μέτρων άμεσα και όχι όταν αλλάξει η κυβέρνηση και η μαζική οργάνωση των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, μεταξύ άλλων. Πάνω απ’ όλα όμως έλειπε η -σε μαζική κλίμακα- συνειδητοποίηση του χαρακτήρα της επίθεσης και του εχθρού, του μπλοκ της αστικής τάξης και των μηχανισμών της, των κυβερνήσεων και της ΕΕ καθώς και των αναγκαίων στόχων ανατροπής του παραπάνω μπλοκ. Το έλλειμμα στους σκοπούς οδήγησε στα ανάλογα περιορισμένα μέσα, στη διαμαρτυρία και τελικά στην ανάθεση στην κυβερνητική σωτηρία με τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα (κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, κ.λπ.).»
Η επικαιρότητα μιας θεωρητικής και πολιτικής συζήτησης για την επαναστατική τακτική και το αναγκαίο σήμερα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης ως βασικού συστατικού στοιχείου της παρέμβασης των κομμουνιστών τίθεται και από τις πολύπλευρες εξελίξεις, τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς. Όπως τονίστηκε εισηγητικά «για το ρεύμα του αριστερού κυβερνητισμού σε Ευρώπη και Λατινική Αμερική, με τελευταία παραδείγματα τη Χιλή, την Κολομβία, τον Μελανσόν στη Γαλλία, κ.τ.λ. η κοινοβουλευτική πλειοψηφία και η κυβέρνηση είναι αυτοσκοπός, το πρόγραμμα και οι στόχοι δεν θίγουν κανέναν από τους βασικούς πυλώνες της αστικής πολιτικής.»
Σε αντίθεση με τις ρεφορμιστικές λογικές και αντιλήψεις που ιστορικά διαμορφώθηκαν και επανέρχονται και σήμερα από διάφορα ρεύματα και δυνάμεις, το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα δεν αποτελεί ένα «μίνιμουμ» άμεσων στόχων, δεν είναι μια παράθεση αιτημάτων στα οποία συμφωνούν κάποιες δυνάμεις για ρηχές ενότητες χωρίς προοπτική ή με στόχο κοινοβουλευτικό, ούτε ένα «μάξιμουμ» πρόγραμμα μιας πρωτοπορίας. Ο διαχωρισμός σε μίνιμουμ και μάξιμουμ προγράμματα ήταν μια θεωρητική προσαρμογή της σοσιαλδημοκρατίας της Β΄ Διεθνούς και της γραφειοκρατίας της Γ΄ Διεθνούς για να αποκοπεί η διαλεκτική και οργανική σύνδεση της άμεσης πάλης του εργατικού και μαζικού κινήματος με τους στόχους της επανάστασης και του σοσιαλισμού/κομμουνισμού, η αποσύνδεση δηλαδή της τακτικής από τη στρατηγική για την επίτευξη των διάφορων συμμαχιών και άμεσων πολιτικών κινήσεων της τρέχουσας συγκυρίας. Γεγονός που εξοβέλιζε -και εξοβελίζει-το στόχο της επαναστατικής τομής και της εργατικής εξουσίας στο επέκεινα του αόριστου μακρινού μέλλοντος.
Η ανάγκη ανάπτυξης του αντικαπιταλιστικού προγράμματος προκύπτει πρώτα και κύρια από την πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε σήμερα, η οποία απαιτεί από την κομμουνιστική αριστερά και τους πρωτοπόρους αγωνιστές/στριες να πάρουμε επειγόντως διαζύγιο από τις χρόνιες «αμαρτίες» της παραδοσιακής Αριστεράς αλλά και όλων των αντισυστημικών ρευμάτων. Και πρώτα απ΄ όλα από το διχασμό οικονομικού-πολιτικού αγώνα, που εκφυλίζει τον πρώτο σε παζάρι των ρυθμών επιδείνωσης της εργατικής θέσης και τον δεύτερο σε υπόθεση –και μάλιστα κοινοβουλευτικής φύσης– του κόμματος –και συνήθως της ηγεσίας του-, έναν διχασμό που αρνείται τον αυτοτελή καθαυτό πολιτικό αγώνα της ίδιας της τάξης, κατακτώντας στοιχεία «τάξης για τον εαυτό της». Το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης είναι μια αντίληψη και πολιτική πρακτική που προσπαθεί να υπερβεί την στείρα αντιπαράθεση περί μικρών και μεγάλων στόχων, μίνιμουμ και μάξιμουμ προγραμμάτων, μεταρρύθμισης ή επανάστασης και να εστιάσει στο αν διαλέγουμε επαναστατικό ή μεταρρυθμιστικό δρόμο. Όχι με τσαπατσούλικη παράθεση οικονομικών, συνδικαλιστικών και κινηματικών αιτημάτων, ούτε με βίαιη υπέρβαση των σημερινών συσχετισμών και προβλημάτων, αλλά με την επίπονη προσπάθεια του πως θα μπορούμε να απαντάμε στις πιεστικές ανάγκες του παρόντος και ταυτόχρονα να δουλεύουμε με τρόπο που να φέρνουμε πιο κοντά το μέλλον. Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της ανόδου των κινημάτων και της ήττας τους στην επόμενη στροφή, από τις διάφορες "ελπίδες" της κεντροαριστεράς και της διαχείρισης.
Το πρόγραμμα είναι ένα εργαλείο για την κατάκτηση της εξουσίας και όχι για την θεωρητική θεμελίωση μιας στρατηγικής που βλέπει παντού ενδιάμεσα στάδια. Για αυτό, το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα δεν αποτελείται από αποκομμένα αιτήματα, πολύ περισσότερο όταν αυτά δεν εντάσσονται σε μια στρατηγική κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο και μάλιστα όχι μόνο αιτημάτων/συνθημάτων αλλά και πολιτικής πρακτικής που αποσκοπούν στην οργάνωση και στην διαπαιδαγώγηση του προλεταριάτου με στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Οι επαναστάτες προωθούν αιτήματα που φαίνονται-και είναι- στους εργαζόμενους αναγκαία, αλλά στο σύνολό τους και στη λογική τους είναι απραγματοποίητα στο πλαίσιο της λειτουργίας του καπιταλισμού, οδηγούν έξω από αυτόν, σε μια άλλη μορφή και σύστημα οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας. Οι στόχοι και κρίκοι του αντικαπιταλιστικού προγράμματος σήμερα κοντράρουν την ουσία της αστικής πολιτικής, είναι αναγκαίοι και λαϊκά κατανοητοί στόχοι, μπορούν να διευκολύνουν το ξέσπασμα αγώνων και να αποτελέσουν αιχμές τους, και παράλληλα η πάλη γι’ αυτούς εμπεριέχει μια δυναμική που μπορεί να οδηγήσει σε γενίκευση της αντιπαράθεσης, να φέρει στο προσκήνιο στα μάτια των πολλών την ανάγκη για συνολική αναμέτρηση. Αυτός είναι ο δρόμος για την επιβολή κατακτήσεων και βελτίωση της κατάστασης της λαϊκής πλειοψηφίας, για να κερδίσει αυτοπεποίθηση ο ‘’λαβωμένος’’ κόσμος αυτής της εφιαλτικής δεκαετίας και του ζοφερού παρόντος, αντί απλώς να περιμένει να ρίξει χαρτιά στην κάλπη, σε ένα τοπίο κοινωνικής ερήμου, όπως σημειώθηκε στις εισηγήσεις της ημερίδας και τη συζήτηση που ακολούθησε.
Οι εισηγήσεις της Ημερίδας θα αποτελέσουν υλικό συζήτησης στις Επιτροπές Βάσης της Πρωτοβουλίας, μαζί με τα υλικά της 1ης ημερίδας που είχε πραγματοποιηθεί τον Απρίλιο και των επόμενων ημερίδων και επεξεργασιών που σχεδιάζονται για τα τέλη Σεπτεμβρίου.
Όλες οι εισηγήσεις έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Πρωτοβουλίας, διαβάστε εδώ
Τα video από την ημερίδα ανεβαίνουν στην ιστοσελίδα Pandiera.gr που κάλυψε την διοργάνωση