Αριστερή Αντιπολίτευση - Κομμουνιστική Επανίδρυση ο διπλός στόχος μας.
Συνέντευξη του σ. Γιώργου Γράψα στην εφημερίδα ΠΡΙΝ στις 29 Νοεμβρίου 1992.
Την συνέντευξη πήρε ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου. Θέμα της, τα 2 χρόνια από το 1989-1990, ο κυβερνητισμός της επίσημης αριστεράς και ο στόχος του ΝΑΡ την περίοδο εκείνη.
— Ας αρχίσουμε με μια συνολική αποτίμηση εκείνης της περιόδου.
— Μέσα στον ωκεανό των δηλώσεων και των δημοσιευμάτων για το καλοκαίρι του ‘89, «πνίγεται» κατά τη γνώμη μου η ουσία εκείνων των πραγματικά ιστορικών εξελίξεων. Συνήθως το θέμα εντοπίζεται στις «σατανικές κινήσεις» του Κ. Μητσοτάκη για να ανέβει στην εξουσία χρησιμοποιώντας σαν εφαλτήρα την Αριστερά και στις τραγικές αυταπάτες της τελευταίας ότι θα διαλυόταν το ΠΑΣΟΚ και θα γινόταν η ίδια «χαλίφης στη θέση του χαλίφη». Με άλλα λόγια, η όλη φιλολογία εξαντλείται σε ένα παιχνίδια τακτικής των πρωταγωνιστών του δράματος.
Όλα αυτά, βέβαια, έπαιξαν το ρόλο τους. Αλλά το κυριότερο βρίσκεται αλλού. Το αόρατο νήμα των εξελίξεων του ‘89 βρίσκεται, πιστεύω, στην προσπάθεια ισχυρών κέντρων της ελληνικής ολιγαρχίας (οικονομικών, εκδοτικών και πολιτικών) να επιβάλουν ένα συνολικό εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος. Μια δεύτερη μεταπολίτευση, αν θέλετε.
— Με την εμπειρία των τριών χρόνων που μεσολάβησαν, τι νομίζεις ότι απέδωσε η «ανταρσία» σας;
— Να ξεκαθαρίσουμε κάτι, πρώτα απ’ όλα. Είναι λάθος να πιστεύει κανείς ότι το καλοκαίρι του ‘89 βρεθήκαμε κάποια «φωτισμένα μυαλά» στην ηγεσία του ΚΚΕ που βλέπαμε πού πάνε τα πράγματα και κάναμε την «ανταρσία» μας, όπως είπες. Αντίθετα, εκείνη την περίοδο είχε αρχίσει να δημιουργείται ένα ρεύμα αριστερής κριτικής και αναζήτησης στην ίδια τη λαϊκή βάση της Αριστεράς και σε ριζοσπαστικά τμήματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Και όταν μιλάω για αριστερή αναζήτηση, δεν την περιορίζω μόνο στον κυβερνητισμό της ηγεσίας του Συνασπισμού. Ήδη είχαν τεθεί ζητήματα σε σχέση με τη φύση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» - τα γεγονότα της Κίνας ήταν νωπά και τα σημάδια της επικείμενης κατάρρευσης έντονα - και για την κομμουνιστική προοπτική του κινήματος.
Επομένως, αυτό που προσπαθήσαμε να εκφράσουμε ήταν όχι απλά κάποιες ατομικές μας αντιστάσεις, αλλά το υπό διαμόρφωση λαϊκό αριστερό ρεύμα και την κοινωνική αναγκαιότητα που απαιτούσε μια ριζική κομματική ανασυγκρότηση. Τώρα τι καταφέραμε; Αν μη τι άλλο, να διασώσουμε την τιμή της Αριστεράς. Κι αυτό το ηθικό κεφάλαιο είναι η πρώτη προϋπόθεση για κάθε πολιτική επένδυση στο μέλλον.
— Το παρόν, όμως, διαγράφεται αρκετά δύσκολο. Δεν είναι αλήθεια ότι πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, από αυτούς που σας ακολούθησαν τότε, αρκούνται για την ώρα σε μια «έντιμη ιδιώτευση»;
— Κοίταξε. Αν ήταν απλώς να σώσουμε την τιμή μας και να πάμε ήσυχοι σπίτι μας, δεν θα άξιζε τον κόπο. Η δική μας φιλοδοξία και αγωνία ήταν και είναι να «σώσουμε» (εδώ βάλε εισαγωγικά) όλη την Αριστερά - μια Αριστερά που για να «σωθεί» πρέπει να ανασυγκροτηθεί εκ βάθρων σε επαναστατική κατεύθυνση.
Και δεν θα συμφωνήσω ότι ο περισσότερος κόσμος αρκείται στην «έντιμη ιδιώτευση», όπως είπες. Αντίθετα, αυτός ο κόσμος βρίσκεται στην πρωτοπορία των μαζικών κινημάτων και συμμετέχει με διάφορους συλλογικούς και ατομικούς τρόπους στην προσπάθεια της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Άλλο θέμα είναι αν παίρνει μέρος στις οργανωτικές προσπάθειες του ΝΑΡ, με τη στενότερη έννοια.
Φυσικά και αυτό είναι σημαντικό και το επιδιώκουμε. Γιατί, στο τέλος τέλος, όσο αναγκαία είναι η συμμετοχή στα πιο προχωρημένα τμήματα της λαϊκής πάλης και στις ιδεολογικές κοσμοθεωρητικές ζυμώσεις του καιρού μας, άλλο τόσο παραμένει γεγονός ότι όλα κρίνονται, τελικά, στη σφαίρα της πολιτικής δράσης.
Η αίσθηση μου, πάντως, είναι ότι ο κόσμος της Αριστεράς περνάει σε μια καινούρια φάση αυτή την περίοδο. Αρχίζει να ξεπερνάει το σοκ της κατάρρευσης των ανατολικών καθεστώτων και να βλέπει μπροστά, στο μέλλον. Στη συνείδηση του βαραίνει σήμερα λιγότερο ο Γκορμπατσόφ και ο Ζίβκοφ και πολύ περισσότερο η ΕΑΣ και το Λαύριο, το Μάαστριχτ και ο νεοφασισμός, η εθνικιστική απειλή και οι πολεμικοί κίνδυνοι.
Με άλλα λόγια, από την ψυχολογία της ήττας περνάει στην ιδεολογική, πολιτική και κυρίως ηθική δικαίωση της προσπάθειας για ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος. Και σ’ αυτή τη μεταστροφή έπαιξαν βέβαια ρόλο όχι μόνο οι αντικειμενικές αλλαγές στην παγκόσμια και εσωτερική κατάσταση, αλλά και η διάσωση της ελπίδας και της αγωνιστικής φλόγας απέναντι στο κύμα της ιδεολογικής δουλικότητας, πού κατέκλυσε πολλούς χώρους της Αριστεράς. Μια διάσωση που δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη συμβολή των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς, και βέβαια, και του ΝΑΡ.
— Από την άλλη το ΚΚΕ σας κατηγορεί ότι παίζετε το παιχνίδι του ΠΑΣΟΚ όποτε μιλάτε για «κρυπτοτζαννετακισμό» της ηγεσίας του.
— Καλά, ας μιλήσουμε για κάτι σοβαρότερο. Όπως ξέρεις, Πέτρο, η πρώτη μας έντονη σύγκρουση με τις επιλογές της ηγεσίας του ΚΚΕ ήταν ακριβώς για τη φιλοΠΑΣΟΚική γραμμή της, στο 11ο Συνέδριο. Τότε, άλλωστε, άρχισαν και τις πρώτες καθαιρέσει και διαγραφές.
Πάντως πρέπει να διευκρινίσουμε το εξής. Όταν λέμε ότι ο «τζαννετακισμός» ζει στην πολιτική της σημερινής ηγεσίας του ΚΚΕ, δεν εννοούμε ότι σώνει και καλά θα βρίσκεται σε κατάσταση πολιτικής δορυφοροποίησης γύρω από τον Κ. Μητσοτάκη. Για την ώρα, βέβαια, παίζει σ’ αυτό το ταμπλό, όπως δείχνουν τα άρθρα του Ν. Καλούδη στον Ριζοσπάστη, οι επανειλημμένες δηλώσεις Φλωράκη, ιδίως για την εξωτερική πολιτική, το «κομπρεμί» με τη ΔΑΚΕ στο ΕΚΑ κ.λ.π.
Προοπτικά, όμως, είναι πολύ πιθανό να στραφεί στην κατεύθυνση του… ΠΑΣΟΚ, σε μια νέα παραλλαγή του «αθροίσματος των δημοκρατικών δυνάμεων». Άλλωστε η γραμμή της «προοδευτικής κυβέρνησης» αφήνει ανοιχτό το δρόμο σε μια τέτοια προοπτική.
Η ουσία, λοιπόν, του «τζαννετακισμού» δεν είναι οι εκλεκτικές συγγένειες με τη ΝΔ. Είναι η αναζήτηση πολιτικού ρόλου της Αριστεράς κυρίως μέσα από κινήσεις κορυφής και συμμετοχή σε κυβερνητικά σχήματα. Κι αυτό είναι που, δυστυχώς, επιβιώνει στη σημερινή πολιτική του ΚΚΕ.
-Σε διέκοψα στην αρχή της συνέντευξης, όταν έλεγες ότι η περίοδος που άρχισε το καλοκαίρι του ’89 δεν έχει τελειώσει ακόμα.
-Ναι. Έλεγα ότι τότε επιχείρησαν μια «δεύτερη μεταπολίτευση» στο πολιτικό σύστημα. Αυτή η προσπάθεια πέτυχε και δεν πέτυχε. Πέτυχε με την έννοια ότι νίκησε ο νεοσυντηρητισμός και η καθεστωτική Αριστερά μπήκε σε μια μη αντιστρεπτή τροχιά ενσωμάτωσης, κρίσης και πολυδιάσπασης. Αλλά απέτυχε, με την έννοια ότι το δικομματικό σύστημα, με τον τρόπο που συνεχίζει να λειτουργεί και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ολιγαρχίας και αφήνει επικίνδυνα κενά στο πολιτικό φάσμα.
Η κατεύθυνση των αλλαγών που έχουν δρομολογηθεί, ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι στην κυβέρνηση και ποια πρόσωπα θα παίζουν τους πρώτους ρόλους, είναι η άνοδος των λεγόμενων «εθνικολαϊκιστών» σε βάρος των παραδοσιακών «εκσυγχρονιστών».
Πάμε λοιπόν για ριζικές ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό. Αυτό, άλλωστε, δείχνει και η σημερινή παρέμβαση ή μάλλον… επέμβαση, του προέδρου του ΔΣ του ΣΕΒ Στ. Αργυρού. Και αυτό το «οσμίζονται» οι ηγεσίες τόσο του ΚΚΕ όσο και του ΣΥΝ, που προσφέρονται για συμπληρωματικούς ρόλους στην επιχειρούμενη «δεύτερη μεταπολίτευση». Δεν θα εκπλαγούμε καθόλου, αν αύριο τους δούμε σε καινούρια οικουμενικά σχήματα ή κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Όλο και κάποιο πρόσχημα θα βρεθεί. Χθες ήταν η κάθαρση, τώρα θα είναι κάτι άλλο.
— Όπως μια πολεμική ανάφλεξη στα Βαλκάνια;
— Δεν αποκλείεται. Αν βέβαια, αποτύχει στο μεταξύ η μεγαλοφυής ιδέα του ΚΚΕ για βαλκανική διάσκεψη, που την αντέγραψε και την προωθεί ο… Ντεμιρέλ!
— Κι εσείς τι ρόλο φιλοδοξείτε να παίξετε σ’ αυτό το σκηνικό;
— Το σίγουρο είναι ότι θα υπάρξουν κατακλυσμιαίες εξελίξεις ειδικά στο χώρο της Αριστεράς. Ο ΣΥΝ είναι ήδη ένα σχήμα με ημερομηνία λήξης το πολύ τις ερχόμενες εκλογές. Το ΚΚΕ, ακόμα κι αν το θέλει, δεν μπορεί να παίζει το ρόλο του αριστερού αναχώματος στο νέο λαϊκό ριζοσπαστισμό. Όπως δεν το μπορούν γενικά τα παραδοσιακά ΚΚΕ στη Ευρώπη. Γι’ αυτό οι κυρίαρχοι κύκλοι προβληματίζονται για το «αριστερό κενό» στο πολιτικό σύστημα και πειραματίζονται ήδη με διάφορες λύσεις τύπου Σεβενεμάν.
Άποψη μου είναι ότι το σημερινό δίλημμα δεν είναι αν θα υπάρξει ή όχι νέα Αριστερά, θα υπάρξει οπωσδήποτε. Το ζήτημα είναι αν είναι μια Αριστερά ανεξάρτητη από την αστική ιδεολογία για και πολιτική ή αιχμάλωτη παλαιών και νέων αυταπατών.
Σ’ αυτό το φόντο, ο πολιτικός στόχος του ΝΑΡ σήμερα συνοψίζεται στο δίπτυχο: Αριστερή λαϊκή αντιπολίτευση στο νεοσυντηρητισμό - κομμουνιστική επανίδρυση. Σ’ αυτό το διπλό στόχο υποτάσσονται όλες οι επιμέρους πολιτικές μάχες που θα δώσουμε την επόμενη περίοδο, συμπεριλαμβανομένων και των εκλογικών.