Απόφαση της 3ης Συνδιάσκεψης του ΝΑΡ / 1993

 

Απόφαση

της 3ης Συνδιάσκεψης

του Νέου Αριστερού Ρεύματος

5-6 Ιούνη 1993

 

  • Ο κοινωνικός πόλεμος σε παροξυσμό.

  • Η απάντηση του αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου και της εργατικής πολιτικής.

  • Τα συγκεκριμένα μέτωπα και τα αριστερά προγράμματα πάλης.

  • Δρόμοι προώθησης της εργατικής πολιτικής και του αριστερού μετώπου.

 

Α. Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΕ ΝΕΟ ΠΑΡΟΞΥΣΜΟ

Ι. Συμπληρώνονται ήδη δύο δεκαε­τίες από τα πρώτα βήματα εφαρμογής της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο κό­σμος της εργασίας δέχθηκε στρατηγική ήττα. Σε παγκόσμια κλίμακα και στη χώρα μας, με περισσότερες ή λιγότερες αντιφάσεις και αντιστάσεις, οι αναδιαρ­θρώσεις που επιχείρησε το κεφάλαιο σε μεγάλο βαθμό πέρασαν, έγιναν υλική πραγματικότητα. Αυτή η πραγματικό­τητα επιδρά σήμερα καθοριστικά στην αντικειμενική θέση, τη συνείδηση και την πολιτική συμπεριφορά των εργαζο­μένων και της νεολαίας. Ένα νέο πιο ε­κμεταλλευτικό κοινωνικοπολιτικό το­πίο έχει πλέον διαμορφωθεί, προκαλώ­ντας τους επαναστάτες του σήμερα να ανιχνεύσουν τους δρόμους και τις προϋ­ποθέσεις της αντικαπιταλιστικής ανα­τροπής και της κομμουνιστικής απε­λευθέρωσης ακριβώς στο έδαφος αυτής της πραγματικότητας.

Ωστόσο, σήμερα ο δυναμισμός της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης μοιά­ζει να ανακόπτεται, το ίδιο και τα καύ­σιμα που πρόσφερε η κατάρρευση των «σοσιαλιστικών» χωρών και των ΚΚ της Δύσης. Ο πληθωρισμός και τα δημόσια ελλείμματα αυξάνονται, η ύφεση και η στα­σιμότητα σταθεροποιούνται, οι νομι­σματικές κρίσεις χτυπούν απρόβλεπτα και συχνά σαρωτικά, η ανεργία, η φτώ­χεια, η «περιθωριοποίηση» βγαίνουν α­πό τα στενά όρια του «τρίτου» η έστω του «τέταρτου κόσμου» των γκέτο, αγ­γίζοντας ευρύτερα τμήματα των εργα­ζομένων. Ταυτόχρονα ο «υπαρκτός νεοφιλε­λευθερισμός», σαν πολιτικό και ιδεολο­γικό σύστημα ενσωμάτωσης των εργα­ζομένων, χάνει τη «φρεσκάδα» και την επιθετικότητα που τον χαρακτήριζε. Η πολιτική κυρίως, αλλά και η ιδεολογική φθορά του περιπλέκεται —και από μία άποψη οφείλεται και σε ρεύματα κοινω­νικής διαμαρτυρίας που εκδηλώθηκαν τα τελευταία χρόνια, στην καρδιά του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Πρόκει­ται βέβαια για λαϊκές η νεολαιίστικες ε­κρήξεις και όχι για ένα συγκροτημένο ριζοσπαστικό-αντικαπιταλιστικό κί­νημα. Όμως θα ήταν τεράστιο λάθος να υποτιμηθεί η σημασία τους.

Αυτά τα φαινόμενα οξύνονται από την ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών α­νταγωνισμών που φέρνουν την ιμπερια­λιστική και τη στρατιωτική βία στο διε­θνές προσκήνιο, κλονίζουν τα σημερινά δεδομένα των καπιταλιστικών ολοκλη­ρώσεων (βλ. Μάαστριχτ) αναζητώντας νέες ανώτερες και πιο αντιλαϊκές ισορ­ροπίες, ενισχύοντας τον εθνικισμό, το ρατσισμό, το φασισμό, συνθλίβοντας με τη σιδερένια φτέρνα της «νέας τά­ξης» και του κοινωνικού πολέμου τα δι­καιώματα των εργαζομένων στο εσωτε­ρικό κάθε χώρας. Πιο φανερή γίνεται η κρίση του κυ­ρίαρχου αστικού πολιτικού συστήμα­τος. Το γενικότερο λαχάνιασμα της κα­πιταλιστικής ανασυγκρότησης, οι ση­μαντικές αλλαγές στο ρόλο και τη λει­τουργία του κράτους με βάση και το «λι­γότερο κράτος» του νεοσυντηρητισμού, η ισχυροποίηση του οικονομικού και πολιτικού ρόλου των πολυεθνικών μο­νοπωλίων, απαιτούν νέες απευθείας μορφές πολιτικής παρέμβασης και ορ­γάνωσης των συμμαχιών τους, υπονο­μεύουν το σημερινό ρόλο και τη φυσιο­γνωμία των κομμάτων και των συνδι­κάτων και τις δυνατότητες επικοινω­νίας και πολιτικής χειραγώγησης των λαϊκών στρωμάτων με τη σημερινή τους μορφή τουλάχιστον. Το σημερινό πολιτικό καθεστώς βρί­σκεται στο τέλος του. Το μοναδικό πραγματικό δίλημμα είναι αν αυτή η πα­ρατεταμένη και ανήσυχη εγκυμοσύνη θα φέρει στη ζωή μια νέα αστική τερατογένεση ή ένα αυθεντικό επαναστατικό ρεύμα εργατικής πολιτικής.

II. Διανύουμε, συνεπώς, μια περίοδο καμπής, όπου κυοφορούνται νέες σοβα­ρές αντεπαναστατικές τομές σ' όλα τα επίπεδα, με κατεύθυνση όχι κάποιο νέο ρεφορμιστικό «κοινωνικό συμβόλαιο», αλλά ένα νέο πιο επιθετικό παροξυσμό του κοινωνικού πολέμου, Αυτές οι επι­θετικές κινήσεις του κεφαλαίου είναι έκφραση της δύναμης αλλά και της α­δυναμίας του. Παρά τη δραματική υ­περοπλία του κεφαλαίου, δημιουργού­νται ορισμένες δυνατότητες για την α­νάπτυξη ενός σύγχρονου αντικαπιταλιστικού ρεύματος. Η όξυνση των κοινω­νικών αντιθέσεων, η επανασύνδεση του καπιταλισμού με την έννοια της πιο βα­θιάς κοινωνικής οπισθοδρόμησης για σημαντικά τμήματα των εργαζομένων και νεολαίας, βάζουν όλες τις διάσπαρ­τες δυνάμεις της αριστερής εργατικής σκέψης και πράξης, μπροστά στην ε­πείγουσα ανάγκη να συμβάλλουν στην εμφάνιση της εργατικής πολιτικής στο προσκήνιο με υπολογίσιμους και ανε­ξάρτητους από την κυρίαρχη πολιτική όρους.

III. Τα κρισιακά φαινόμενα που δια­περνούν το κόσμο του κεφαλαίου παίρ­νουν στην Ελλάδα ακόμα πιο περίπλο­κες μορφές, καθώς τροφοδοτούνται επιπλέον από το απολιθωμένο πολιτικό σύ­στημα, από τη μη ολοκλήρωση του πρώτου κύματος της καπιταλιστικής α­νασυγκρότησης, από τη μη αναστρέ­ψιμη κρίση που διαπερνά τη μεταπολι­τευτική στρατηγική της ελληνικής ολι­γαρχίας (για προσκόλληση στην πρώτη ταχύτητα της ΕΟΚικής ολοκλήρωσης), από την όξυνση του ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των ντό­πιων ολιγαρχιών στην περιοχή των Βαλ­κανίων.

Σήμερα επιλέγεται η «φυγή προς τα μπρος» —με καύσιμη ύλη τα λαϊκά δι­καιώματα τον ίδιο τον κόσμο της ζω­ντανής εργασίας— μιας ισχνής, αλλά ι­σχυρής μονοπωλιακής πολυκλαδικής αφρόκρεμας με πολυεθνική διαπλοκή, σύγχρονη τεχνολογία και ευρωπαϊκές δυνατότητες, η οποία πρωτοστατώντας στην προώθηση μιας άνευ προηγουμέ­νου αντιδραστικής επίθεσης θα καταδι­κάζει στο τέλμα της βαρβαρότητας το σύνολο της κοινωνίας, θα οδηγεί σε μια χωρίς όρια αυταρχικοποίηση του καθε­στώτος. Στα Βαλκάνια, η ελληνική ολιγαρχία χωρίς να εγκαταλείψει πλήρως τη γραμ­μή της συμμετοχής και της αξιοποίησης πολεμικών τυχοδιωκτισμών η τη διεκ­δίκηση κάποιου πρωταγωνιστικού ρόλου, πριμοδοτεί τώρα κυρίως μια πολι­τική οικονομικής διείσδυσης και υπο­δούλωσης γειτονικών χωρών. Με το ενιαίο δίπολο ευρωπαϊσμός-εθνικισμός κλιμακώνει την επίθεση στο εσωτερικό. Σοβαρές ανακατατάξεις προετοιμά­ζονται στο πολιτικό σκηνικό. Οι αλλα­γές θα είναι πιο εντυπωσιακές από μια απλή αλλαγή ηγεσιών ή από μια κυβερ­νητική αλλαγή φρουράς. Οι εκλογικές αναμετρήσεις της επόμενης τριετίας (βουλευτικές, ευρωεκλογές, προεδρικές, δημοτικές) θα είναι οι δοκιμαστι­κοί σωλήνες για την προώθηση της πιο κατάλληλης αναδιάταξης που θα εκ­φράσει τις αναγκαιότητες της νέας α­στικής στρατηγικής.

Τα πολιτικά κόμματα και οι μάζες που επηρεάζουν θα βρεθούν στη δίνη αυ­τού του πολιτικού ανεμοστρόβιλου. Ε­πιδιώκεται να αναμορφωθεί και να συ­μπληρωθεί η βεντάλια του συστήματος της αστικής κυριαρχίας με νέους πολι­τικούς σχηματισμούς. Η δημιουργία της κίνησης Σαμαρά μπορεί με το χαρτί του «εθνικού» και της «ανανέωσης» να φέρει ανακατατάξεις σε αντιδραστική εθνικιστική κατεύθυνση όχι μόνο στο χώρο της ΝΔ αλλά και στο χώρο του ΠΑΣΟΚ.

Η Ν.Δ. έχει χρεωθεί με την αντιλαϊκή πολιτική της, δημιουργώντας ένα αντι­κυβερνητικό, αντιδεξιό ρεύμα ειδικά στη εργατική τάξη και τη νεολαία. Η πολιτική που προωθεί δεν είναι η επι­στροφή της «επάρατης Δεξιάς», αλλά η εφαρμογή του αστικού εκσυγχρονιστι­κού και ΕΟΚικού μοντέλου.

Το ΠΑΣΟΚ πολιτικά κινείται πιο δε­ξιά από ποτέ. Είναι δεσμευμένο στο Μά­αστριχτ, στις επιλογές του ΣΕΒ, είναι ό­μηρος των ΜΜΕ και των διάφορων κλειστών λόμπι της κατεστημένης πολι­τικής. Ταυτόχρονα δεν σπρώχνεται από κάποιο λαϊκό ρεύμα με τα στοιχεία του ενθουσιασμού, της «αλλαγής», αλλά α­πό τη λογική του μικρότερου κακού. Α­κόμα και αν κερδίσει τις εκλογές, πολύ σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπο με την ό­ξυνση της δυσαρέσκειας χωρίς περίοδο ανοχής από τους εργαζόμενους και χω­ρίς περιθώρια από το κεφάλαιο. Και γι' αυτό διαλέγει σαν βασικό πεδίο «αντι­πολίτευσης» την εθνικιστική πλειοδο­σία. Έτσι κι αλλιώς στους εργαζόμενους της επιρροής του ΠΑΣΟΚ θα υπάρ­ξουν ανακατατάξεις. Είναι ανάγκη η ριζοσπαστική Αριστερά να προσπαθεί να επιδράσει σ' αυτούς μέσα από την αντισυντηρητική πάλη και τους αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας που ασφαλώς θα σημαίνει αποδέσμευση από την πολιτική της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ που είναι εξίσου συντηρητική.

Ο Συνασπισμός βουλιάζει μαζί με την παλιά στρατηγική της άρχουσας τάξης. Τα θραύσματα μιας ενδεχόμενης μετεκλογικής του διάλυσης, θα τροφοδοτήσουν όλες τις πλευρές και όλα τα πολιτικά σενάρια. Από την εθνικιστική αναπαλαίωση και την ουρά της σοσιαλδημοκρατίας, μέχρι μια επανέκδοση ενός ρεφορμιστικού συνασπισμού. Πάντως παρότι ο περισσότερος κόσμος ΣΥΝ μετά το πείραμα του εθνικού εκσυγχρονισμού οδηγείται στον παροπλισμό, την αποστρατεία ή το συμβιβασμό με τη σοσιαλδημοκρατία, υπάρχει και ένα μικρό τμήμα του που διαπνέεται από αριστερές αναζητήσεις.

Το ΚΚΕ καταφέρνει να περιχαρακώσει ορισμένη επιρροή από την παραδοσιακή Αριστερά, χωρίς να κερδίζει όμως από τα σύγχρονα ρεύματα ριζοσπαστισμού. Επιλέγει μια αριστερή φρασεολογία σε ορισμένα θέματα —κρατώντας βέβαια μια προσεκτική ισορροπία με κυρίαρχες αστικές επιλογές— χωρίς να τη συνοδεύει με την αντίστοιχη πράξη και τις αναγκαίες στρατηγικές τομές. Δεν μπορεί να ξεκολλήσει από το υποταγμένο γραφειοκρατικό παρελθόν. Ίσα ίσα, αν κατοχυρωθεί σαν η κύρια δύναμη της επίσημης Αριστεράς σε βάρος του ΣΥΝ, θα γίνει και ο κύριος φορέ­ας καθεστωτικής πολιτικής στο αριστερό κίνημα. Παρ' όλα αυτά υπάρχουν ορισμένα περιθώρια κοινής αγωνιστικής δράσης με έναν κόσμο του ΚΚΕ σε σειρά ζητήματα.

Αναπτύσσονται επίσης από το κατεστημένο πολύπλευρα σχήματα δορυφοροποίησης γύρω από τα καθεστωτικά κόμματα και ενσωμάτωσης στο σύστημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της διάχυτης αμφισβήτησης, καθώς και αγωνιστικής ανεξάρτητης δράσης, σημαντικών τμημάτων της εργατικής τάξης και των νέων. Επίσης η προσπάθεια να καταδικαστούν αυτές οι δυνάμεις στο κινηματικό κατακερματισμό και την απολίτικη ατομική φυγή. Γι' αυτό είναι πολύ σημαντικό το ΝΑΡ να προβάλλει μια συνεκτική και επιθετική πολιτική γραμμή Αριστερού Μετώπου με κέντρο το ανεξάρτητο ριζοσπαστικό δυναμικό.

Κεντρικό ζητούμενο σ' όλη αυτή την περίοδο για το ΝΑΡ θα είναι η αλληλένδε­τη προσπάθεια να διαμορφωθεί και να προβληθεί η εργατική επαναστατική πο­λιτική, που θα δίνει το απαραίτητο ποιο­τικό, καινοτόμο στοιχείο στη φυσιο­γνωμία μας και να προωθείται η συσπεί­ρωση και ριζοσπαστική ανανέωση της μαχόμενης αντικαθεστωτικής Αριστε­ράς, η μάχιμη παρουσία της Αριστερής Λαϊκής Αντιπολίτευσης μακράς πνοής ενάντια στη συντηρητική επίθεση απ' ό­ποιον κι αν υλοποιείται.

Β. Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ι. Σ' αυτές τις συνθήκες το ΝΑΡ επι­χειρεί να ανιχνεύσει, να διατυπώσει και να δοκιμάσει στην πολιτική πάλη τα χα­ρακτηριστικά και τις προϋποθέσεις μιας σύγχρονης εργατικής επαναστατι­κής πολιτικής πρότασης και πρακτι­κής. Η πρόταση αυτή σχηματικά συ­μπυκνώνεται στο τρίπτυχο:

• Αντικαπιταλιστική επανάσταση με κομμουνιστικό διεθνιστικό περιεχό­μενο.

• Αριστερό Ριζοσπαστικό Μέτωπο, σαν κύριος φορέας της εργατικής πολι­τικής σήμερα.

• Ιδεολογική, πολιτική και οργανωτι­κή ανασύσταση του κομμουνιστικού ερ­γατικού κόμματος. Αναγέννηση του κομμουνιστικού κινήματος.

II. Στην αντίληψη και την πρακτική μας η εργατική επαναστατική πολιτική:

·  φέρνει στο επίκεντρο του περιεχομέ­νου και των μορφών οργάνωσής της την αντικαπιταλιστική πάλη και ανατροπή.

·  συνενώνει σε μια ενιαία ριζοσπαστι­κή-αντικαπιταλιστική κίνηση τους οικονομικούς αγώνες για τις ανάγκες και τα δικαιώματα των εργαζομένων και της νεολαίας, τους αυθόρμητους πο­λιτικούς αγώνες (που μπορεί, έστω εμ­βρυακά, να προσεγγίσουν ένα ανατρε­πτικό περιεχόμενο) και τον συνειδητό ε­παναστατικό αγώνα.

·  συνδυάζει τον αγώνα για τα κοινωνι­κά και οικονομικά προβλήματα της ερ­γατικής τάξης και της νεολαίας, την πά­λη για τις ιδέες, τις αξίες και τον αγώνα για το υποκείμενο της επανάστασης και τον κομμουνισμό, για την αναγέννηση του κομμουνιστικού κινήματος.

Σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της, η εργατική πολιτική έχει στον πυρήνα της την επίλυση της βασικής αντίθεσής της ανάμεσα στις εργατικές και νεολαιίστι­κες ανάγκες και τις εκμεταλλευτικές κοινωνικές σχέσεις, έχει, δηλαδή, πε­ριεχόμενο ανατρεπτικό, αντικαπιταλιστικό, με «καρδιά» και συνολικό πολι­τικό στόχο του την ανατροπή της καπι­ταλιστικής τάξης πραγμάτων. Πρόκει­ται για ένα περιεχόμενο που προσεγγίζε­ται από ορισμένες δυνάμεις της εργατικής πολιτικής συνειδητά και ολο­κληρωμένα και από άλλες «αυθόρμη­τα» και εμβρυακά.

Η αναγκαιότητα για ένα τέτοιο πε­ριεχόμενο πηγάζει από τις εξελίξεις του σύγχρονου καπιταλισμού και των αντι­θέσεων του, από την αδυναμία του ρεφορμισμού να αναμετρηθεί έστω και στοιχειωδώς με το νεοσυντηρητικό ο­δοστρωτήρα, από τις εμπειρίες της ερ­γατικής και νεολαιίστικης πάλης ενά­ντια στον κοινωνικό πόλεμο του κεφα­λαίου, από τη διπλή πείρα των αλμά­των και των καταρρεύσεων του επανα­στατικού κινήματος, από την ίδια ανάγκη για ανατροπή του σημερινού συ­ντριπτικά αρνητικού συσχετισμού δυ­νάμεων.

Σε ό,τι αφορά την τακτική και τη σχέση με τη στρατηγική, η εργατική πο­λιτική φέρνει στο κέντρο της την αντι­παράθεση με τη βασική αντίθεση που καλείται να λύσει το εργατικό κίνημα, την προσπάθεια σύνδεσης στη σημερινή πάλη των επιμέρους αντιθέσεων με τη βασική. Έτσι ώστε μέσα από τη σύ­γκρουση με τις κύριες —σε κάθε περίο­δο— επιλογές του κεφαλαίου να ανα­δύεται, να εκφράζεται, και να ωριμάζει η ανάγκη και η πάλη για συνολική σύ­γκρουση-ανατροπή της αστικής εξου­σίας. Πρόκειται δηλαδή για μια τακτική που δεν αντιμετωπίζει την αντικαπιταλι­στική πάλη σαν «επαναστατικό βερμπαλισμό». Αλλά τη μετατρέπει σε μά­χιμη επαναστατική δύναμη στο βαθμό που ξεχωρίζει και ιεραρχεί σωστά τα βα­σικά ζητήματα μέσα από τα οποία εκδη­λώνεται η κυριαρχία του κεφαλαίου, αλ­λά και η αντικαπιταλιστική πάλη, έχει την ικανότητα μέσα από την πάλη σ' αυ­τά τα ζητήματα να φέρνει στην επιφά­νεια την ανάγκη της αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Αρκεί βέβαια να έχει σαν συνολικό πολιτικό στόχο αυτή την ανατροπή. Η σύνδεση της επαναστατικής τα­κτικής με τη στρατηγική του κομμουνι­σμού-διεθνισμού δεν αφορά τη σύνδε­ση του «σήμερα» με το «αύριο», δεν εί­ναι πάλη για την τακτική και προπαγάν­δα για το «όραμα». Αντίθετα είναι η αλληλοδιαπλοκή στο σήμέρα —με βάση τους συσχετισμούς δυνάμεων και την ε­ξέλιξη της αντικειμενικής πραγματικό­τητας— της κομμουνιστικής διεθνιστι­κής στρατηγικής με την ανατρεπτική α­ντικαπιταλιστική τακτική. Έτσι, ο συ­νολικός πολιτικός στόχος, αλλά και τα άμεσα αιτήματα θα παίρνουν υπόψη τους πολιτικούς συσχετισμούς για να τους «αναπροσαρμόσουν» με την πολι­τική πάλη ως το συνολικό αίτημα της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, και όχι για να «φυλακιστούν» στο «εφικτό των σημερινών συσχετισμών», για να «προ­σαρμοστούν» στις δυνατότητες και τα όρια της αστικής πολιτικής.

Σε ό,τι αφορά τους φορείς και τις μορφές, η εργατική πολιτική αναπτύσ­σεται σε ανταγωνιστική αντίθεση με τους μηχανισμούς, τις μορφές οργάνω­σης και τους θεσμούς επιβολής της α­στικής πολιτικής. Έτσι, «πεδίο αναφο­ράς» και συγκρότησης των φορέων και του περιεχομένου της δεν είναι οι αστικοί «κοινοβουλευτικοί θεσμοί» της κρατι­κής πολιτικής ή του «επίσημου» συνδι­καλιστικού κινήματος, αλλά τα αυθε­ντικά σκιρτήματα της ριζοσπαστικής εργατικής και νεολαιίστικης πάλης, που αμφισβητούν και υπερβαίνουν στη πράξη —από άποψη περιεχομένου και μορφών— τα όρια της αστικής πολιτι­κής και των θεσμών της.

III. Το Αριστερό Μέτωπο συμπυκνώ­νει στις σημερινές συνθήκες την πολιτι­κή πρόταση του ΝΑΡ και ευρύτερα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και των πρω­τοπόρων δυνάμεων της εργατικής πολι­τικής. Αποτελεί τον κύριο φορέα άσκη­σης της εργατικής-αντικαπιταλιστικής πολιτικής και των συμμαχιών της.

Το Αριστερό Ριζοσπαστικό Μέτωπο αποτελεί συσπείρωση των πιο διαφορε­τικών αντικαπιταλιστικών τάσεων, ό­λων όσων παλεύουν εμβρυακά ή ολο­κληρωμένα για την αντικαπιταλιστική ανατροπή. Είναι η πολύμορφη συμμα­χία και αλληλεπίδραση των δυνάμεων της συνολικής και συνειδητής εργατι­κής πολιτικής (που δρουν σε όλα τα κοι­νωνικά μέτωπα και τους χώρους με συ­νειδητό περιεχόμενο και στόχο την ανα­τροπή της αστικής κυριαρχίας) με εκεί­να τα τμήματα, τις τάσεις και τους αγώ­νες της εργατικής τάξης που κατά περίπτωση, κατά διαστήματα, από δια­φορετικούς δρόμους και με διαφορετι­κούς όρους στρέφονται αντικειμενικά κατά των κυρίαρχων επιλογών και της ίδιας της εξουσίας του κεφαλαίου. Ταυ­τόχρονα, είναι το κύριο πεδίο των πολι­τικών συμμαχιών της εργατικής πολιτι­κής με τις αντικαπιταλιστικές ανατρε­πτικές τάσεις και τμήματα των μη εργα­τικών και ενδιάμεσων στρωμάτων.

Έτσι, στόχος του Αριστερού Ριζοσπαστικoύ Μετώ­που είναι να συνενώνει και να μετασχηματίζει πολιτικά τα κινήματα και τις τάσεις που αναπτύσσονται ασύμμετρα ε­νάντια στην πολιτική του κεφαλαίου ως το επίπεδο ενός γενικού μετωπικού κι­νήματος αντικαπιταλιστικής πάλης και ανατροπής. Σε αυτά τα πλαίσια αναζη­τά τους πρωτοπόρους πολιτικούς αγω­νιστές στα διάφορα μέτωπα της αντικα­πιταλιστικής πολιτικής πάλης και όχι στα πεδία του αστικού πολιτικού συστή­ματος. Και επιδιώκει να προωθήσει τις πολιτικές συμμαχίες των αντικειμενικά αντικαπιταλιστικών κοινωνικών δυνά­μεων, μέσα από την προώθηση της δι­κής τους πολιτικής πάλης που αναπτύσ­σεται με λιγότερο ή περισσότερο πολιτι­κά προωθημένα τμήματα. Με το περιεχόμενο και συνολικότερα με την πολιτική του Αριστερού Μετώ­που διαμορφώνεται μια πολιτική λογική και πρόταση που αφορά το σύνολο των καθηκόντων ενός επαναστατικού ρεύματος και όχι μόνο την «οικονομική-συνδικαλιστική» πάλη. Και απαντιέται το πρόβλημα των μορφών οργάνωσης της αντικαπιταλιστικής πολιτικής πά­λης, με έναν τρόπο που δε «φυλακίζει» το Αριστερό Μέτωπο σε κάποια στατι­κά σχήματα, αλλά ταυτόχρονα ενισχύει τις διαδικασίες συγκρότησης αυτοτε­λών μορφών οργάνωσης της εργατικής πολιτικής και της εξωκοινοβουλευτικής πάλης των εργαζομένων.

Η πολιτική του Αριστερού Ριζοσπαστικού Μετώπου και ιδιαίτερα η βασική πλευρά του, η πολιτική πάλη για τα οικονομικά και κοι­νωνικά δικαιώματα των εργαζομένων και της νεολαίας, αποτελεί την κύρια μορφή επικοινωνίας της εργατικής πο­λιτικής με την πλειοψηφία των εργαζομένων, με τα διαφορετικά επίπεδα και τις αντιφάσεις της συνείδησής τους και με τους ασύμμετρα αναπτυσσόμενους αγώνες τους, τον κύριο δρόμο για την μετατροπή της σε πλειοψηφία σε επιμέρους μέτωπα και γενικότερα σε πλειο­ψηφικό ανατρεπτικό κίνημα. Αποτελεί τον κρίκο σύνδεσης, το πεδίο συνάντη­σης της πάλης για τις ανάγκες και τα δι­καιώματα. για τα «συμφέροντα», με το «συμφέρον» τις ιδέες και τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και του κομμουνισμού, στο καθοριστικό μέτωπο της σημερινής πολιτικής πάλης.

Έτσι, το Αριστερό Ριζοσπαστικό Μέτωπο αναδει­κνύεται σε ιδιαίτερη και αυτοτελή πλευ­ρά της επαναστατικής εργατικής πρω­τοπορίας, συνδέεται με την επανίδρυση της εργατικής κομμουνιστικής οργάνω­σης, με τη μετωπική εργατική πολιτική και με την αριστερή πτέρυγα του κοινω­νικού κινήματος. Αποτελεί το βασικό μοχλό ανατροπής των συντριπτικά αρ­νητικών συσχετισμών, οι οποίοι κρίνο­νται στο επίπεδο αντιπαράθεσης του πε­ριεχομένου, των προγραμμάτων πάλης και των μορφών οργάνωσης της εργατι­κής και της αστικής πολιτικής. Τέλος, η συμβολή των όποιων επαναστατικών τάσεων ή δυνάμεων —και του ίδιου του ΝΑΡ— στις διαδικασίες και τη συγκρό­τησή του αναδεικνύεται σε καθοριστικό κριτήριο της κομμουνιστικής τους πρα­κτικής.

IV. Βασική πλευρά του Αριστερού Ριζοσπαστικού Μετώπου είναι η πάλη για τα οικονομι­κά και κοινωνικά ζητήματα των εργαζό­μενων και της νεολαίας και η μετεξέλιξη-σύνδεση αυτής της πάλης με ένα συνο­λικό πολιτικό μετωπικό κίνημα που θα διεκδικεί την ουσιαστική και σταθερή βελτίωση της θέσης τους. Αυτού του εί­δους η πολιτική πάλη για τα δικαιώματα είναι η ανώτερη πλευρά της συνολικής πολιτικής πάλης για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας, είναι η αφετηρία, αλλά και το ανώτερο σημείο «επιστρο­φής» της εργατικής πολιτικής στην προσπάθειά της να αναδείξει την αναγκαιό­τητα της αντικαπιταλιστικής πάλης και ανατροπής, είναι το κέντρο βάρους και όχι το προοίμιο της πολιτικής δράσης, η βασική κατεύθυνση κι όχι η προϋπόθε­ση της πολιτικοποίησης των διεκδικητι­κών αγώνων.

Έτσι, η πολιτική του Αριστερού Ριζοσπαστικού Με­τώπου επιχειρεί να εκφράσει και να επι­κοινωνήσει με τις τάσεις χειραφέτησης της εργατικής τάξης. Αυτές οι τάσεις εκδηλώνονται στην οικονομική πάλη σαν αγώνας που διεκδικεί ουσιαστικές ρήξεις στην αστική πολιτική, βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και σήμερα αδυνατούν να προβάλουν επιθετικούς στόχους, μένοντας καθηλωμένες στον αμυντικό αγώνα για την υπεράσπιση της θέσης των εργαζομένων από τη νεοσυντηρητική λαίλαπα. Στην πολιτική πά­λη εκδηλώνονται σαν επαναστατικός πολιτικός αγώνας που περικλείει το σπέρμα της κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας.

Σ' αυτά τα πλαίσια:

• Αναδεικνύεται σε βασικό καθήκον του Αριστερού Μετώπου η απελευθέρω­ση των διεκδικητικών οικονομικών α­γώνων από τα δεσμά, το περιεχόμενο, τις δομές, τις διαδικασίες του σημερι­νού συνδικαλιστικού κινήματος που δρα σαν καθεστωτικός πολιτικός μηχα­νισμός εξουδετέρωσης της αυτοτελούς ταξικής πάλης, σαν μηχανισμός διοχέ­τευσης και επιβολής της αστικής πολιτι­κής. Η ενίσχυση των σύγχρονων δυνα­τοτήτων ανάπτυξης αυτοτελών οικονο­μικών αγώνων πολιτικοποίησης και ευ­ρύτερης εκπροσώπησης τους. Η ενίσχυ­ση των πλατιών αυτοτελών διαδικασιών που γίνονται με όρους μαζικού κινήμα­τος και ανταγωνίζονται το «επίσημο» συνδικαλιστικό κίνημα. Η συμβολή στη δημιουργία νέων πλατιών ευέλικτων α­ναπτυσσόμενων φορέων και μορφών οργάνωσης του οικονομικού αγώνα. Μ' αυτή τη λογική αντιμετωπίζουμε και τη συμμετοχή στις διαδικασίες του σημερι­νού συνδικαλιστικού κινήματος.

• Προβάλλουμε μια λογική για την πο­λιτικοποίηση της οικονομικής πάλης, για την πολιτική πάλη για τις ανάγκες και τα δικαιώματα, που δεν εξαντλείται απλά στον πολιτικό χρωματισμό των διεκδικητικών αγώνων με ριζοσπαστι­κές, αντιΕΟΚικές κλπ αιχμές. Αλλά ση­μαίνει, πάνω απ' όλα το πέρασμα στην πολιτική πάλη των εργαζομένων για τον «εαυτό τους», για την αλλαγή των συσχετισμών ανάμεσα στο περιεχόμενο και τα «όργανα» της εργατικής και της αστικής πολιτικής, για την αλλαγή των ίδιων των σχέσεων εξουσίας. Αυτή η πο­λιτική πάλη και συσπείρωση συνδέεται απαραίτητα με τους διεκδικητικούς α­γώνες, αλλά υπερβαίνει τα «στενά» πλαίσιά τους. Συνδέεται με την πάλη στους επιμέρους χώρους, για να συμπυ­κνώσει και να μεταφέρει την πολιτική δύναμή τους «έξω», στη σφαίρα της α­ντιπαράθεσης της εργατικής πολιτικής και πάλης με την αστική πολιτική και τους θεσμούς της. Συνδέει την εργατική τάξη με το συνολικό πολιτικό αγώνα, ε­πιχειρώντας να διαμορφώσει μια νέα ενότητά της, έξω από τα πλαίσια της α­στικής πολιτικής, των συσχετισμών της, του κομματικού συστήματος, των κρατικών, ιδεολογικοπολιτικών και «συνδικαλιστικών» θεσμών και οργά­νων της.

• Προωθούμε τη διαμόρφωση μιας αρι­στερής πτέρυγας των διεκδικητικών α­γώνων σ ΄όλους τους βασικούς χώρους και τα μέτωπα πάλης. Αυτή η πτέρυγα αποτελεί αφετηρία, θεμέλιο της πολιτι­κής συσπείρωσης και πάλης για τα δι­καιώματα, με κυρίαρχο στοιχείο της τη δυνατότητα να αναπτύσσει δεσμούς με την πλειοψηφία των εργαζόμενων και της νεολαίας και των αγώνων τους. Δεν είναι μια πιο ριζοσπαστική παράταξη στα πλαίσια του «συνδικαλιστικού κοι­νοβουλίου», αλλά πολιτική μορφή ορ­γάνωσης και διεξαγωγής της πολιτικής πάλης για τις ανάγκες, ιστός πολιτικής συνένωσης και συντονισμού των αγωνι­στικών σκιρτημάτων της εργατικής τά­ξης και της νεολαίας, που συγκρατείται με συγκέντρωση των διάσπαρτων πρω­τοπόρων δυνάμεων μέσα και έξω από τους χώρους παραγωγής, μέσα και έξω από τους αγώνες που αναπτύσσονται στα πλαίσια του σημερινού συνδικαλι­στικού κινήματος —αλλά πάντα σε α­ντιπαράθεση με τον κοινοβουλευτικό χαρακτήρα, τους θεσμούς και τις διαδι­κασίες του σημερινού σ.κ. και γενικά της αστικής πολιτικής. Είναι ακόμα μια συνιστώσα της εργατικής πολιτικής πρωτοπορίας που συμβάλλει με τον τρό­πο της στην παραγωγή πολιτικής και ι­δεολογίας και στον επαναστατικό μετα­σχηματισμό των εργατικών συνειδή­σεων.

Γ. ΤΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΜΕΤΩΠΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΛΗΣ

Η πρόταση του Αριστερού Ριζοσπαστικού Μετώπου είναι η απάντηση στους συγκεκριμένους δρόμους με τους οποίους εκφράζονται οι μορφές και το περιεχόμενο που παίρ­νει η καπιταλιστική κυριαρχία σήμερα. Έτσι το πολιτικό περιεχόμενο του Α­ριστερού Μετώπου έχει σαν βάση του έ­να πολυεπίπεδο και εξελισσόμενο πρό­γραμμα στόχων που αντιστέκεται σης κύριες κατευθύνσεις που παίρνει η καπι­ταλιστική ανασυγκρότηση και συνολι­κά στην εξουσία του κεφαλαίου. Που παλεύει για την- ουσιαστική βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και δη­μιουργεί ρήγματα στη συντηρητική επί­θεση και συνολικότερα στην αστική πο­λιτική. Που διεκδικεί και προβάλλει τις γνήσιες και πολύπλευρες ανάγκες των εργαζομένων και της νεολαίας, την ανά­γκη απελευθέρωσης των δικαιωμάτων τους από τους νόμους της κοινωνίας του κέρδους και της ΕΟΚικής ολόκληρωσης. Που αποκτά, στην κίνηση του μέσα στην πάλη συνολικά αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, συνδέεται και αναδεικνύει την ανάγκη της ανατροπής της αστικής κυριαρχίας σαν συνολικού πολιτικού στόχου, συνδέεται με το πρόγραμμα της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και εξουσίας.

Το πρόγραμμα του Αριστερού Ριζοσπαστικού Μετώ­που πρέπει να' ναι ενιαίο και συνεκτικό. Ωστόσο η ασύμμετρη και σ* ένα βαθμό αυτοτελής ανάπτυξη των ξεχωριστών μετώπων, κάνει αναγκαία τη διαμόρφω­ση και ξεχωριστών προγραμμάτων πά­λης, ταυτόχρονα με τη μάχη για την α­νατρεπτική πολιτική συνοχή τους ειδι­κά σήμερα που η αλληλοδιαπλοκή των διάφορων μετώπων είναι εντεινόμενη. Τα προγράμματα που παραθέτουμε πα­ρακάτω είναι ένα βασικό πολιτικό πλαίσιο προς το οποίο πρέπει να τείνουν τα προγράμματα πάλης του μαζικού κινήιατος και δεν αποτελούν προφανώς προαπαιτούμενο των διεκδικητικών αγώνων που αναπτύσσονται στους χώρους, ούτε ταυτίζονται με τους αναγκαί­ους κρίκους-αιχμές αυτών των αγώνων. Χρειάζεται ολόκληρη τέχνη για τη σύν­δεση των αιχμών και των άμεσων διεκ­δικήσεων που πυροδοτούν τους αγώνες, με τα προγράμματα και την αντικαπιταλιστική λογική που διαπερνά το Αριστε­ρό Ριζοσπαστικό Μέτωπο.

α) Η πάλη για τα κοινωνικοοικονομι­κά δικαιώματα της εργαζόμενης πλειο­ψηφίας. 

Το κεφάλαιο εξαπολύει απανωτά κύ­ματα εκμεταλλευτικής λεηλασίας. Η ο­λοκλήρωση των αντιδραστικών τομών που εγκαινίασε η καπιταλιστική ανασυ­γκρότηση (ιδιωτικοποιήσεις, πακέτα λι­τότητας, χτύπημα των κοινωνικών δι­καιωμάτων), συνδέεται πιο άμεσα με την μονιμότητα της ανεργίας, της εργα­σιακής περιπλάνησης και της περιθω­ριοποίησης, σαν μόνιμων στοιχείων της καπιταλιστικής ανάπτυξης της πε­ριόδου.

Στο επίκεντρο της επίθεσης μπαίνει περισσότερο από κάθε άλλη φορά ο ερ­γαζόμενος άνθρωπος και η σπουδάζου­σα νεολαία, αυριανή εργατική τάξη. Ή­δη βρίσκεται σε εξέλιξη μια πιο εκμε­ταλλευτική τομή στο εργασιακό καθε­στώς, που συνιστά μια ποιοτική αλλαγή στις παραγωγικές σχέσεις. Το νέο εργα­σιακό καθεστώς δεν περιορίζει μόνο κά­ποια δικαιώματα, αλλά χτυπάει στη ρί­ζα τους τις δυνατότητες οικονομικής και πολιτικής αντίστασης της εργατι­κής τάξης. Ταυτόχρονα ενισχύει τη δύ­ναμη του κεφαλαίου, μέσα από τις νέες μορφές οργάνωσης των κοινωνικών του συμμαχιών και μέσα από την συνύφανση της δύναμης εθνικού, διεθνικού και κρατικού κεφαλαίου. Ο κόσμος της μισθωτής εργασίας κατακερματίζεται και διασπάται, τόσο στο επίπεδο της εργασίας, με βάση ατέ­λειωτες κατηγορίες ειδικοτήτων, όσο και στο επίπεδο συνολικά της κοινωνι­κής ζωής, καθώς αυξάνονται και τα φαι­νόμενα του ρατσισμού. Οι αναδιαρθρώσεις που προωθεί το κεφάλαιο στην παραγωγή, απλώνονται σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζω­ής, συγκροτούν μια ενιαία, πιο αντιδρα­στική αλλαγή των εκμεταλλευτικών κοινωνικών σχέσεων. Η εξωπαραγωγική δραστηριότητα και οι λειτουργίες που σχετίζονται με την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, αποχτούν αυ­ξανόμενο βάρος στην κοινωνική ζωή. Να γιατί πρέπει να αναπτυχθεί ενιαία το κίνημα για τα συνολικά κοινωνικά οικο­νομικά δικαιώματα της εργατικής τά­ξης.

Ειδικά στην Ελλάδα, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο συνεχούς πτώ­σης του βιοτικού επιπέδου των εργαζο­μένων, προωθείται άλλη μια με βάση τις δεσμεύσεις του Μάαστριχτ, της ΕΟΚ και τις επιλογές των κυρίαρχων δυνάμεων της ολιγαρχίας.

Σ' αυτές τις συνθήκες το όριο ανάμε­σα στην πολιτική που κινείται στα πλαί­σια του συστήματος και στην εργατική πολιτική του Αριστερού Μετώπου, είναι η προώθηση ρηγμάτων στην αστική πο­λιτική, ώστε να διεκδικείται συνολικά η ουσιαστική βελτίωση της θέσης των ερ­γαζομένων και η ουσιαστική μείωση του ποσοστού εκμετάλλευσης, να δυναμώ­νει η ενότητα και η πολιτική ικανότητα της τάξης, να επιτυγχάνεται η ουσιαστι­κή αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών προς όφελος των εργαζομένων, και όχι μόνο η διαπραγμάτευση του ποσοστού και του ρυθμού επιδείνωσης της θέσης τουςΑυτό το πολιτικό όριο αποτελεί τη βάση για ένα πρόγραμμα που θα «βλέ­πει» στη ριζική ανατροπή, στην κατάρ­γηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα βα­σικά μέσα παραγωγής, στην ουσιαστι­κή κοινωνικοποίηση, στο χτύπημα των πολυεθνικών μονοπωλίων, σε μια κοι­νωνία που η εργασία θα 'ναι μέσο και ο άνθρωπος σκοπός κι όχι ο άνθρωπος μέ­σο και το κέρδος αυτοσκοπός. Στοιχεία ενός τέτοιου προγράμματος πάλης είναι:

• Αντίσταση και ανατροπή της λιτό­τητας. Αυξήσεις με κριτήριο τις ανάγκες των εργαζομένων. Πάγωμα τιμών στα είδη πρώτης ανά­γκης και στα τιμολόγια των ΔΕΚΟ. Νομοθετική κατοχύρωση γνήσιας Α­ΤΑ σαν αφετηρία ελευθέρων συλλογι­κών διαπραγματεύσεων. 'Οχι στην τρομοκρατία των ελλειμ­μάτων. Άμεση μείωση των στρατιωτι­κών, κατασταλτικών και γραφειοκρα­τικών δαπανών. Κατάργηση των παρο­χών στο κεφάλαιο, των υπερτιμολογήσεων και υποτιμολογήσεων. Όχι στη λεηλασία των τοκοχρεολυσίων και των διεθνών τραπεζών. Επανα­διαπραγμάτευση του χρέους.

• Όχι στη φορολογική εξουθένωση των εργαζομένων. Φορολογία των κερδών και της ρε­μούλας. Καθιέρωση κατώτατου αφορολόγη­του ορίου με βάση τις σύγχρονες ανά­γκες των εργαζομένων. Μείωση της έμμεσης φορολογίας. Μηδενικός ΦΠΑ στα είδη πρώτης α­νάγκης. Αύξηση του φορολογικού συντελε­στή στα ψηλά εισοδήματα, εφαρμογή του «πόθεν έσχες», κατάργηση των φο­ροαπαλλαγών και των προνομιακών ρυθμίσεων στο κεφάλαιο.

• Όχι στην ανεργία, προστασία των α­νέργων. Μόνιμη δουλειά για όλους. Όχι στις απολύσεις. Υποχρεωτική επανακατάρτιση και επαναπρόσληψη όλων των α­πολυμένων από τις επιχειρήσεις που κλείνουν. Επίδομα ανέργων χωρίς προϋποθέ­σεις στο ύψος του κατώτερου μισθού. Πλήρης ασφάλιση και ιατροφαρμακευ­τική περίθαλψη σε όλους τους ανέρ­γους. Κατοχύρωση των γενικότερων ερ­γασιακών τους δικαιωμάτων (π.χ. μι­σθολογική και βαθμολογική εξέλιξη) στη διάρκεια της ανεργίας. Άμεση κατοχύρωση του 35ώρου —συνεχής μείωση του χρόνου εργασίας, σύνταξη στα 55. Όχι στο ρουσφέτι, στην πρόσληψη μέσω της κομματική και εργοδοτικής ε­πιλογής.

• Δημιουργική δουλειά - εργατικός έ­λεγχος. Όχι στην εργοδοτική ασυδοσία. Όχι στην «ομηρία» της ελαστικής εργασίας των «απελευθερωμένων» ωραρίων, των υπερωριών, της σύνδεσης μισθού-εκμε­τάλλευσης. Όχι στον κατακερματισμό και την κατηγοριοποίηση των εργαζομέ­νων. Ενιαίες συλλογικές συμβάσεις και εργασιακά δικαιώματα. Ίσα δικαιώμα­τα στις εργαζόμενες γυναίκες. Αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις με κριτήριο την ανθρώπινη ανάπτυξη. Εργατικός έλεγχος στους ρυθμούς δουλειάς, στην παραγωγική διαδικασία και στα κέρδη. Διεκδικούμε λόγο για το τι παράγεται και πώς. Μέτρα πρόληψης και προστασίας της υγείας στους χώ­ρους δουλειάς. Όχι στη «μαύρη εργασία» και την υ­περεκμετάλλευση των ξένων εργατών. Άμεση κατοχύρωση και αναγνώριση της εργασιακής και κοινωνική ς ισοτι­μίας των μεταναστών και των ξένων ερ­γατών.

• Αποφασιστική αντίσταση στις ιδιω­τικοποιήσεις. Όχι στις απολύσεις και στο χτύπημα των δικαιωμάτων στις υπό ιδιωτικο­ποίηση επιχειρήσεις. Όχι στο ξεπούλημα των ΔΕΚΟ, στην παράδοση κοινωνικών τομέων στο κεφάλαιο, στην εκχώρηση της διαχείρι­σης δημόσιων οργανισμών στην ιδιωτι­κή κερδοσκοπία, στην διεύθυνση τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Λαϊκή ανασυγκρότηση των δημό­σιων οργανισμών με κριτήριο τις ανά­γκες των εργαζομένων. Απελευθέρωσή τους από τη λογική του κέρδους, της «α­νταποδοτικότητας», των πριμοδοτήσε­ων στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, α­πό τον κρατικοκαπιταλιστικό έλεγχο.

• Ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Αύξηση των κοινωνικών δαπανών για την υγεία, την ασφάλιση, την παι­δεία, το περιβάλλον, με φορολόγηση των καπιταλιστικών κερδών κι όχι με ε­πιβάρυνση των εργαζομένων. Δημόσια δωρεάν και υψηλής ποιότη­τας περίθαλψη, με κύρια κατεύθυνση την πρόληψη. Αυξήσεις στις συντάξεις. Κανένας εργαζόμενος ή άνεργος χωρίς ασφάλιση και σύνταξη. Να καταργη­θούν οι αντιασφαλιστικοί νόμοι. Να πληρώσουν για τα ελλείμματα των τα­μείων οι υπεύθυνοι, η εργοδοσία, οι τρά­πεζες, το κράτος κι όχι οι εργαζόμενοι. Πάγωμα των ενοικίων, επιδότηση ε­νοικίου για ανέργους, νέα ζευγάρια και φτωχές οικογένειες, προγράμματα λαϊ­κής και σπουδαστικής κατοικίας.

• Παιδεία κοινωνικό δικαίωμα. Δωρεάν δημόσια παιδεία ανοιχτή στις κοινωνικές ανάγκες και στις σύγ­χρονες επιστημονικές δυνατότητες. Α­ντίσταση στην ιδιωτικοποίηση, στην υ­ποταγή της παιδείας στις ανάγκες του κεφαλαίου, στον «αυτόματο πιλότο» και τα εκπαιδευτικά προγράμματα της ΕΟΚ. Ενιαίο 12χρονο σχολείο με υποχρέω­ση της πολιτείας να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για τη φοίτηση όλων των νέων μέχρι 18 ετών. Όχι στους ταξικούς φραγμούς, όχι στις εξεταστικές κρισάρες, όχι στην κα­τηγοριοποίηση των αποφοίτων και στην «ειδίκευση-βίδα». Ενιαία εργασιακά και μορφωτικά δικαιώματα, ελεύθερη πρόσβαση σ' όλες τις βαθμίδες. Όχι στον αυταρχισμό, την πειθάρχη­ση, τον τεχνοκρατισμό, την καθηγητική αυθεντία και ιεραρχία. Ελεύθερη αναζή­τηση, δημιουργική γνώση, αντίσταση στον ασφυκτικό κρατικό, μονοπωλιακό και ΕΟΚικό έλεγχο της μόρφωσης. Συνεχής επανακατάρτιση-επιμόρφωση των εργαζομένων με βάση τις επι­στημονικές εξελίξεις, τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, κι όχι με οδηγό τις επιλογές των επιχειρήσεων. 6μηνη εκ­παιδευτική άδεια ανά 5ετία με πλήρεις αποδοχές. Άδειες και διευκολύνσεις (6ωρο κ.λπ.) στους εργαζόμενους σπουδαστές-φοιτητές.

• Πολύμορφο οικολογικό κίνημα. Αντίσταση στη λογική της ανάπτυ­ξης «πάση θυσία», στην ασυδοσία του κέρδους αλλά και των μικροσυμφερό­ντων, στις περιβαλλοντικές καταστρο­φές των «μεγάλων έργων» που προ­γραμματίζονται και επιβάλλονται από τις ανάγκες του δυτικοευρωπαϊκού και ελληνικού κεφαλαίου, στη λογική «ό­ποιος ρυπαίνει πληρώνει», στην «πράσι­νη βιομηχανία» προϊόντων και απατών. Ουσιαστικά μέτρα για την αντιμετώ­πιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, για την προστασία του εργασιακού περι­βάλλοντος, των δασών, των θαλασσών κ.λπ.

β) Για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες.

Η παραπέρα προώθηση της καπιτα­λιστικής ανασυγκρότησης απαιτεί ανα­βάθμιση του αυταρχισμού, χτύπημα των κατακτήσεων του κινήματος. Πρόκει­ται για έναν ολοκληρωτισμό, στον οποίο όσο θα υποβαθμίζεται η πραγματι­κή αξία των αστικών αντιπροσωπευτι­κών θεσμών τόσο θα αυξάνεται ο κοινο­βουλευτικός κρετινισμός. Όπου η απολιτικοποίηση των μαζών οδηγεί σε ακόμη πιο ουσιαστική πολιτική ομηρία, με κυρίαρχο το δικτατορικό ιδεολογικό ζυγό των Μ.Μ.Ε. Η ωμή κρατική και ερ­γοδοτική βία και καταστολή αναβαθμί­ζεται, ταυτόχρονα με την καταστολή που αναβλύζει από όλους τους κρίκους της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Το όριο εδώ της αστικής πολιτικής είναι η διεκδίκηση της αλλαγής των πο­λιτικών ισορροπιών ανάμεσα στους «α­ντιπροσωπευτικούς θεσμούς» του συ­στήματος και τα πολιτικά, διεκδικητι­κά όργανα της εργατικής πολιτικής και των λαϊκών αγώνων. Ένα τέτοιο πε­ριεχόμενο και γενικότερα η πάλη για τις λαϊκές ελευθερίες αποκτά σήμερα πιο έ­ντονο κοινωνικό περιεχόμενο και αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό, γίνε­ται οργανικό στοιχείο της συνολικής τα­ξικής πάλης. Τείνει προς την ανάδειξη της ανάγκης για εργατική εξουσία, για εργατική δημοκρατία, για την πολιτική αυτοοργάνωση και αυτοδιεύθυνση των «ελεύθερων παραγωγών», τελικά για την απελευθέρωση του ανθρώπου από κάθε εξουσία, κράτος, ιεραρχία και πο­λιτική.

Στοιχεία ενός άμεσου προγράματος πάλης είναι:

Διάλυση των ΜΑΤ-ΜΕΑ-ΕΚΑΜ, κα­τάργηση του «τρομονόμου» και του «η­λεκτρονικού φακελώματος. Καμιά συμ­μετοχή στα TREVI, EUROPOL, Σένγκεν και πάλη για την κατάργησή τους. Διάλυση της ΕΥΠ, ξήλωμα όλων των μηχανισμών παρακολούθησης.

Δημοκρατία στους τόπους δουλειάς, ελευθερία συνδικαλιστικής δραστηριό­τητας, κατάργηση των αντιαπεργιακών-αντεργατικών νόμων. Όχι στις συλλή­ψεις και καταδίκες αγωνιστών.

Διαμόρφωση δυνατοτήτων για ριζο­σπαστικό εναλλακτικό δίκτυο πληρο­φόρησης του κινήματος ενάντια στην «πολυφωνική» μονοφωνία των ΜΜΕ. Προσπάθεια εργατικού ελέγχου στην α­συδοσία των ΜΜΕ.

Αναβάθμιση του ρόλου του κινήμα­τος, «νόμος είναι το δίκιο των αγώνων» για όλα τα ζητήματα.

Καθιέρωση της απλής αναλογικής ως μόνιμου εκλογικού συστήματος στο κοινοβούλιο και τα συνδικάτα.

Αντίσταση στον καταπιεστικό ρόλο του στρατού τόσο απέναντι στους στρα­τευμένους, όσο και στους λαϊκούς αγώ­νες. Δημοκρατικά δικαιώματα, συνδι­καλισμός, ανθρώπινες συνθήκες ζωής, μείωση της θητείας σε 12μηνο για τους στρατευμένους.

γ) Αντίσταση στην ΕΟΚ και τις καπι­ταλιστικές ολοκληρώσεις

Η ΕΟΚ αποτελεί την συνασπισμένη δύναμη των ευρωπαϊκών πολυεθνικών στην πάλη τους ενάντια στο εργατικό κίνημα καταρχήν και στους ανταγωνι­στές κατά δεύτερο. Μετά το 1992 και το Μάαστριχτ ο ρόλος αυτός ενισχύεται ποιοτικά.

Οι αντιπαραθέσεις και οι τριγμοί στα πλαίσια των ολοκληρώσεων, αποτυπώ­νουν ακόμα πιο αντιλαϊκές ισορροπίες. Το Μάαστριχτ που αμφισβητείται, αξιο­ποιείται από τις ολιγαρχίες για ένα νέο γύρο επίθεσης στα λαϊκά δικαιώματα. Ειδικά στην Ελλάδα γίνεται πιλότος και σημαία του συντηρητικού οδοστρω­τήρα.

Το όριο σε αυτό το μέτωπο είναι η συ­νολική εναντίωση στις επιλογές της Ε­ΟΚ, στις διαδικασίες των καπιταλιστι­κών ολοκληρώσεων και των ιμπεριαλι­στικών εξαρτήσεων κάθε μορφής, η διεκδίκηση του «απεγκλωβισμού», της «αποδέσμευσης» των λαϊκών δικαιω­μάτων από τα πλαίσια της ιμπεριαλιστι­κής ολοκλήρωσης και της κυριαρχίας του κεφαλαίου, εγχώριου και πολυε­θνικού.

Η πάλη αυτή τείνει στην συνολική ρήξη με την ΕΟΚ, στην αποδέσμευση απ' αυτήν, στην αντικαπιταλιστική επα­νάσταση σε εθνικό και διεθνικό επί­πεδο.

Το αντιΕΟΚικό μέτωπο πάλης, εκ­φράζεται με αντίσταση στα μέτρα της Ε­ΟΚ, που διαπερνούν όλα τα άλλα μέτω­πα, και με ειδική εναντίωση στους μη­χανισμούς της ΕΟΚ για οικονομική, νο­μισματική, πολιτική και στρατιωτική ε­νοποίηση.

δ) Η πάλη κατά του ιμπεριαλισμού, της «νέας τάξης» του πολέμου και του εθνικισμού.

Το σύστημα διεθνών σχέσεων γίνεται πιο άδικο αλλά ταυτόχρονα και πιο πε­ρίπλοκο καθώς η ανάπτυξη του πολυε­θνικού, πολυκλαδικού μονοπωλίου ε­ντείνει την εκμετάλλευση και στις ανε­πτυγμένες χώρες και τομείς. Κάνει την ε­ξάρτηση των χωρών πιο άμεση και κα­ταπιεστική αλλά και πιο εσωτερική και οργανικά συνδεδεμένη με την αστική κυριαρχία σε εθνικό επίπεδο.

Ο καπιταλισμός αποτυγχάνει σαν διεθνές σύστημα καθώς τα παγιωμένα προβλήματα αναπτύσσονται ραγδαία (π.χ. οικολογική καταστροφή, φτώ­χεια).

Ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνι­σμός δημιουργεί τρομερές εντάσεις, φέρνοντας στο προσκήνιο και την εξωοικονομική βια. Δημιουργούνται πολε­μικές εμπλοκές, πραγματοποιούνται πολεμικοί τυχοδιωκτισμοί. Αναπτύσ­σονται οι νεοεθνικισμοί που είναι η άλλη όψη του ιμπεριαλιστικού κοσμοπολιτι­σμού.

Σ' αυτές τις συνθήκες απαιτείται έ­νας νέος ισότιμος διεθνής καταμερι­σμός εργασίας, που μπορεί να προωθεί­ται μόνο με την ρήξη της ιμπεριαλιστι­κής κυριαρχίας, με τη δημιουργία ενός σύγχρονου εργατικού διεθνισμού, με την αντικαπιταλιστική επανάσταση και την διεθνιστική της κατεύθυνση.

Σημεία ενός άμεσου προγράμματος πάλης είναι:

• Έξω από ΔΕΕ, ΝΑΤΟ, «Δυνάμεις ταχείας επέμβασης». Όχι στα ΝΑΤΟικα στρατηγεία και τη μεραρχία στη Θεσσα­λονίκη. Άμεση απομάκρυνση των βά­σεων και των πυρηνικών όπλων.

• Όχι στην πολεμική εμπλοκή στα Βαλκάνια, όχι στην «καταιγίδα των Βαλκανίων», σταμάτημα του πολέμου, όχι στην υποκίνηση των εθνικιστών απ' όλες τις πλευρές.

• Όχι στην εθνικιστική υστερία, το σο­βινισμό, το ρατσισμό, το φασισμό. Δι­καιώματα σ' όλες τις μειονότητες και στη χώρα μας. Τα ζητήματα του εθνικι­σμού, του ρατσισμού και των μειονοτή­των πρέπει να γίνουν αντικείμενο ειδι­κών συζητήσεων στο ΝΑΡ και ευρύτερα στη ριζοσπαστική Αριστερά.

• Ουσιαστική βοήθεια στον «τρίτο κό­σμο».Κατάργηση του χρέους. Όχι στην ασφυκτική τοκογλυφία των τραπεζών.

ε) Η μάχη των αξιών ―για την ελευθε­ρία της σκέψης και της ανατρεπτικής συνείδησης.

Όσο η αστική τάξη ενισχύει την αποπολιτικοποίηση και την αποϊδεολογικοποίηση, τόσο αναβαθμίζεται η σημασία της ιδεολογικής χειραγώγησης. Μπορεί να «λαχανιάζουν» τα δόγματα του νεοσυντηρητισμού και του ρεφορμισμού, αλλά αναπτύσσονται ο εθνικισμός, ο μυστικισμός, ο ανορθολογισμός, η θρη­σκοληψία. Ακόμα πιο σημαντική είναι η επίδραση της «κοινωνίας του θεάμα­τος» και της «ιδεολογίας της καθημερινότητας» που συντρίβει την κουλτούρα της εργατικής τάξης και κάθε πολιτι­σμική πρωτοβουλία ανεξάρτητη, αντα­γωνιστική, ανατρεπτική. Την ίδια ώρα που έχουν συγκεντρω­θεί τεράστιες δυνατότητες για την «απο­γείωση» της ανθρώπινης προσωπικότη­τας και για την πλήρη ανάπτυξη του κοι­νωνικου ατόμου γίνεται μια τερατώδης αντιστροφή. Όλες αυτές οι δυνατότη­τες κατευθύνονται για τη διαμόρφωση ε­νός απλοποιημένου, εγωιστικού, τυπο­ποιημένου και τελικά υποταγμένου ατό­μου. Τα ΜΜΕ αλλά και η ίδια η τέχνη, οι μόδες, τα γούστα, παίζουν καταλυτι­κό ρόλο σε αυτή την πραγματικότητα και μάλιστα σε κολοσσιαία κλίμακα, διαμορφώνοντας μια ομογενοποιημένη παγκόσμια συνείδηση. Το Αριστερό Ριζοσπαστικό Μέτωπο και το ΝΑΡ πρέπει οποσδήποτε να δώσουν τη μάχη των αξιών και μάλιστα με αυτοτελή τρο­πο. Η ενίσχυση και προβολή της αυθε­ντικής και αντιστασιακής καλλιτεχνι­κής δημιουργίας, η δημιουργία στο χώ­ρο της παιδείας ενός πλατιού ρεύματος κριτικής αμφισβήτησης, το συγκροτη­μένο άνοιγμα ιδεολογικού μετώπου εφ' όλης της ύλης, η ξεχωριστή δουλειά στο χώρο της νεολαίας, αποτελούν κάποια αναγκαία βήματα σ'αυτή τη κατεύ­θυνση.

Για μια Αριστερή Λαϊκή Αντιπολί­τευση

Όλα αυτά τα μέτωπα πρέπει να συ­γκλίνουν και να συμπυκνώνονται στη συγκρότηση της Αριστερής Λαϊκής Α­ντιπολίτευσης «μακράς πνοής», για μια άλλη ανεξάρτητη, ανυπόταχτη, αντικα­πιταλιστική Αριστερά. Κεντρικός στόχος εδώ είναι: Να δη­μιουργηθούν ρήγματα στην προσπάθεια σταθεροποίησης της νέας κοινωνικής και πολιτικής αντεπανάστασης και της δεξιάς πολιτικής. Να βελτιωθούν ουσια­στικά οι πολιτικοί, ιδεολογικοί συσχετι­σμοί στη συνείδηση των εργαζομένων, από τη σκοπιά της επαναστατικής ανα­διοργάνωσης όλων των κοινωνικών σχέσεων.

Έτσι η απάντηση-πρόταση για το «τρέχον» πολιτικό πρόβλημα της περιό­δου είναι:

• Ανατροπή της δεξιάς κυβέρνησης «από τα κάτω», με αγώνες που θα επι­βάλουν ρήγματα στη συνολική δεξιά πο­λιτική. στη συνείδηση των εργαζομένων και στους πολιτικούς συσχετισμούς και θα εξασφαλίζουν κοινωνικά και κυρίως, πολιτικά «κέρδη» για τους εργαζόμε­νους.

• Καταδίκη του «ήπιου» νεοσυντηρητισμού των πράσινων και ροζ «κοινωνι­κών συμβολαίων», της «αλλαγής φρου­ράς» που προωθείται για σταθεροποίη­ση του καθεστώτος του κοινωνικού πο­λέμου.

• Συγκρότηση, μέσα από τους αγώνες αυτούς, μιας ανεξαρτητης Αριστερής Λαϊκής Αντιπολίτευσης που θα υπερα­σπίζεται το σήμερα και το αύριο της ερ­γατικής τάξης και θα συμβάλλει στην υ­πόθεση της κομμουνιστικής αναγέν­νησης.

Η συμβολή διαφόρων δυνάμεων σ'αυτή την προσπάθεια, δεν προϋποθέ­τει ιδεολογική συμφωνία εφ' όλης της ύ­λης για το παρελθόν του εργατικού κινή­ματος, για τις σημερινές αντιθέσεις ή για την προοπτική της κομμουνιστικής αναγέννησης. Απαιτεί όμως εκείνες τις ιδεολογικές και πολιτικές αφετηρίες που μπορούν να στηρίξουν μια αριστερή πρακτική σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.

Δ. ΔΡΟΜΟΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ

Η προώθηση του Αριστερού Μετώ­που και της εργατικής πολιτικής περνά­ει σήμερα μέσα από:

α) Τη συμβολή στην ανάπτυξη των αυτοτελών διεκδικητικών αγώνων των εργαζομένων και της νεολαίας, από την καλύτερη επαφή μ’ αυτά τα αγωνιστικά σκιρτήματα. Άμεσα πρέπει να δούμε την παρέμβαση μας σε μεγάλους χώ­ρους που βαδίζουν για ιδιωτικοποιήσεις π.χ ΟΤΕ, ΔΕΗ, ναυπηγεία, ΟΤΑ, ΟΣΕ ή σε χώρους που προβλέπονται συ­γκρούσεις π.χ. τράπεζες, παιδεία.

β) Την παραπέρα ενίσχυση-ενοποίη­ση και πολιτική συγκρότηση της αρι­στερής πτέρυγας του εργατικού και του νεολαιίστικου κινήματος. Την ανεξάρ­τητη παρέμβαση της ριζοσπαστικής Α­ριστεράς σ' όλες τις διαδικασίες του κι­νήματος (κι όχι μόνο στις εκλογές). Την ενοποίηση των διάσπαρτων συσπειρώ­σεων και αγωνιστών σε αυτοτελή πόλο, που θα παίζει πολιτικό ρόλο σε κάθε χώ­ρο αλλά και συνολικά.

γ) Τη δημιουργία του Κέντρου Εργα­τικής Παρέμβασης Πληροφόρησης και Αλληλεγγύης που μπορεί να βοηθήσει στη συσπείρωση διάσπαρτων δυνάμεων της εργατικής Αριστεράς, να προωθή­σει την πολιτικοποίηση τους, να συμβά­λει στην ανάπτυξη του προβληματισμού και των επεξεργασιών για κρίσιμα θέμα­τα του εργατικού κινήματος. Η πάλη ε­νάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, η σύγχρο­νη εικόνα της εργατικής τάξης, το νέο εργασιακό καθεστώς, η κατάσταση και η πάλη των ανέργων είναι μερικά βασι­κά θέματα που μπορούν να αναδειχθούν σε μια τέτοια προσπάθεια.

δ) Τη διαδικασία και τις μορφές που παίρνει η πολιτική ενοποίηση των ριζο­σπαστικών και αριστερών στοιχείων του κινήματος της νεολαίας, όπως προ­ωθεί η ΚΝΕ-ΝΑΡ, σύμφωνα και με τις αποφάσεις της πρόσφατης συνδιάσκε­ψής της.

ε) Μετωπικές πολιτικές πρωτοβου­λίες και συσπειρώσεις όπως αυτές ενά­ντια στον πόλεμο, την νέα τάξη και τον εθνικισμό, όπως η κίνηση ενάντια στην ΕΟΚ, ή όποος άλλες πιο ευκαιριακές, σαν την επιτροπή αλληλεγγύης στους 4 φυλακισμένους της ΕΑΣ. Αυτές οι πρω­τοβουλίες εξασφαλίζουν μια μάχιμη ριζοσπαστική παρέμβαση στα επίκαιρα μέτωπα, τροφοδοτούνται και τροφοδο­τούν, αναβαθμίζονται και αναβαθμίζουν τα αριστερά σχήματα και τις αντίστοι­χες αγωνιστικές πρωτοβουλίες των χώ­ρων, συσπειρώνουν αγωνιστές της ριζο­σπαστικής Αριστεράς.

Άμεσα μπορεί να δημιουργηθούν α­ντιπολεμικές πρωτοβουλίες σε πόλεις, σε ορισμένες γειτονιές της Αθήνας και χώρους, να επιτευχθεί ο πανελλαδικός συντονισμός καθώς και η συνεργασία με άλλα αντιπολεμικά αντιιμπεριαλιστικά ρεύματα. Να αναζωογονήσουμε και να ενισχύσουμε τη συγκρότηση και την παρέμβαση όσων έχουν συσπειρω­θεί στις μέχρι τώρα κεντρικές αντιΕΟΚικές μας πρωτοβουλίες (ΑντιΕΟΚική κίνηση).

στ) Πρωτοβουλίες διαλόγου της Αρι­στεράς, που θα ενισχύουν τη ριζοσπα­στική ανασύνθεσή της, την προσπάθεια για μια άλλη αντικαθεστωτική Αριστε­ρά.

Σε αυτό το διάλογο μπορεί να συμ­βάλλει το «ΠΡΙΝ», το Κέντρο Εργατι­κής Παρέμβασης, αυτοτελείς εκδόσεις και συζητήσεις, περιοδικά κλπ.

ζ) Τις «συσπειρώσεις έκτακτης ανά­γκης». Δηλαδή τις συμμαχίες σε κά­ποια υπερεπείγοντα θέματα της αντι­δραστικής επίθεσης με δυνάμεις ρεφορ­μιστικές, τόσο του «συνδικαλισμού», ό­σο και της πολιτικής. Η κοινή δράση της επαναστατικής ανεξάρτητης Αρι­στεράς με τις δυνάμεις που μπορούν να επικοινωνούν με τάσεις διεκδικητικού ρεφορμισμού, με τμήματα που έχουν α­ριστερές, δημοκρατικές, αντισυντηρητικές αναφορές, αποτελεί απαραίτητη πλευρά για την ανασύσταση της εργατι­κής πολιτικής, και την αποδέσμευση ευ­ρύτερων λαϊκών τμημάτων από την επί­δραση της αστικής πολιτικής και των παραλλαγών της. Κι αυτό είναι το βασι­κό κριτήριο με το οποίο καθορίζουμε τη στάση μας, μαζί φυσικά με την πυροδότηση των αγώνων των εργαζομένων.

η) Τη συγκρότηση της Αριστερής Λαϊκής Αντιπολίτευσης και η παρέμβα­ση της στις κεντρικές πολιτικές αναμε­τρήσεις μαζί και στις εκλογικές αναμε­τρήσεις.

θ) Την ποιοτική ενίσχυση και επανα­στατική ανασυγκρότηση του ΝΑΡ, της οργάνωσης κομμουνιστικής αναφοράς.

ι) Την ενίσχυση του ΠΡΙΝ, όχι μόνο από την άποψη της κυκλοφορίας και των οικονομικών του (που οπωσδήποτε είναι πολύ σημαντικά). Αλλά κυρίως α­πό τη σκοπιά της ουσιαστικότερης σύν­δεσης του με τη «ζωή» και τις πρωτο­βουλίες του ΝΑΡ, της συμβρλής του στη συζήτηση για τα προβλήματα του εργα­τικού κινήματος και της επαναστατικής θεωρίας, της συνεισφοράς του στις δια­δικασίες της εργατικής μετωπικής πο­λιτικής, της αποτελεσματικότερης πα­ρουσίας του σαν φωνής της ανεξάρτη­της, αντικαθεστωτικής Αριστεράς.

Ε. Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Επιδιώκουμε την παρέμβαση μας στις ερχόμενες εκλογικές μάχες από τη σκοπιά προώθησης του Αριστερού Με­τώπου, από τη σκοπιά της δημιουργίας εκείνου,του περιεχομένου και των μορ­φών της εργατικής πολιτικής που θα στέκουν ανταγωνιστικά στον αστικό κοινοβουλευτισμό.

Η προσπάθεια συνένωσης των διά­σπαρτων πρωτοπόρων εργατικών δυνά­μεων σε ένα μέτωπο ανεξάρτητης εργα­τικής πολιτικής πρέπει να εκφράζεται αναγκαστικά σήμερα και στο κορυφαίο πεδίο της πολιτικής που υιοθετούν οι πλατιές μάζες και είναι οι κοινοβουλευ­τικές εκλογές. Αλλά με τρόπο, που θα αμφισβητεί το περιεχόμενο της τρέχουσας πολιτικής, αλλά και της επίσημης πολιτικής συνολικά, καθώς και του τρό­που άσκησης της.

Αυτό σημαίνει ότι οι εκλογικοί στό­χοι της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν θα πρέπει να ενισχύουν την εικόνα της «αντιπροσωπευτικότητας» του κυρίαρ­χου συστήματος, αλλά να αποβλέπουν κυρίως στη διάδοση του στόχου του δια­χωρισμού ενός στοιχειώδους έστω τμή­ματος της εργατικής τάξης από το «σύ­στημα» της επίσημης πολιτικής.

Τέλος, θα συνδέουν αυτές τις προ­σπάθειες, αυτή την ανεξάρτητη πολιτι­κή με την επιτακτική ανάγκη της ανα­γέννησης του κομμουνιστικού κινήμα­τος, του κομμουνιστικού κόμματος της εργατικής τάξης.

Επομένως οι πολιτικοί εκλογικοί στόχοι του ΝΑΡ θα πρέπει να εκφράζο­νται από. το τρίπτυχο:

Αριστερή Λαϊκή Αντοπολίτευση - Ε­νότητα και Πάλη για μια Άλλη Ανεξάρ­τητη, Ανυπότακτη Αριστερά - Για την Κομμουνιστική Αναγέννηση.

Οποιαδήποτε εξέλιξη στη συγκρότη­ση της εκλογικής συσπείρωσης πρέπει να εξασφαλίζει τις δύο πρωτες πλευρές του τρίπτυχου. Παράλληλα όμως, στη δουλειά του ΝΑΡ πρέπει να προβάλλε­ται και η επιδίωξη της κομμουνιστικής αναγέννησης.

Η εκλογική προσπάθεια θα κριθεί κυ­ρίως από το βαθμό που θα προωθηθεί μέ­σα και από τις εκλογικές μάχες η συνέ­νωση των δυνάμεων για την διαμόρφω­ση του Αριστερού Μετώπου και του πο­λιτικού υποκειμένου της κομμουνιστι­κής αναγέννησης.

Το ΝΑΡ απευθύνεται σ' όλους τους α­γωνιστές της Αριστεράς που παλεύουν για μια ανεξάρτητη ανατρεπτική παρέμ­βαση στους πρωτοπόρους των αγώνων της εργατικής τάξης, της αγροτιάς και της νεολαίας, σ' όλες τις αριστερές και ριζοσπαστικές κινήσεις, πολιτικές οργανώσεις, ομάδες και συσπειρώσεις που κινούνται ανταγωνιστικά στο κατεστη­μένο πολιτικό σκηνικό για να διαμορ­φώσουμε από κοινού τα ψηφοδέλτια της Αριστερής Λαϊκής Αντιπολίτευσης

Ε. ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ: Ο ΡΟΛΟΣ, Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΝΑΡ

Ι. Οι διαδικασίες της αντικαπιταλιστικής πάλης και ανατροπής, της κομ­μουνιστικής απελευθέρωσης δεν μπο­ρούν να αναπτυχθούν χωρίς την «επέμ­βαση» των πρωτοπόρων δυνάμεων της εργατικής πολιτικής και πάλης, χωρίς την οργανωμένη «έκφραση» της δράσης τους, χωρίς την αλληλοδιαπλοκή τους με την ίδια την κίνηση της εργατικής τάξης. Αυτή η ανάγκη έρχεται σήμερα στο προσκήνιο με επίκαιρο, δραματικό όσο και απαιτητικό τρόπο.

Η οργανωμένη «έκφραση και πρά­ξη» της εργατικής πολιτικής και πάλης, η αναγκαιότητα της αναγέννησης επα­νίδρυσης του κομμουνιστικού κινήμα­τος και συνολικά του επαναστατικού υποκειμένου αποκτά σήμερα πρωταρχι­κή σημασία όχι σαν υπεράσπιση μιας στενής κομματικότητας αλλά σαν αναγεννημένη διάθεση συλλογικής συζήτη­σης, πάλης και αλληλεγγύης —απ' τις εμβρυϊκές ως τις πολιτικά αναπτυγμέ­νες μορφές τους— απέναντι στον άκρα­το ατομισμό, τον κατακερματισμό, την αποξένωση και τη χειραγωγημένη συ­μπεριφορά που επιβάλλει η σύγχρονη κεφαλαιοκρατική κοινωνία.

II. Η προσπάθεια ανασύστασης του επαναστατικού εργατικού κόμματος που προβάλλει το ΝΑΡ αφορά:

α. Το κόμμα σαν αναγκαία, διαλε­κτική πλευρά του ευρύτερου αυτοτελούς πολιτικού φορέα της επαναστατικής πολιτικής πάλης.

β. Το κόμμα που θα συμβάλει με πρωτοποριακό τρόπο στη διαδικασία μετατροπής της πλειοψηφίας της εργα­τικής τάξης σε μαχόμενη πολιτική επα­ναστατική δύναμη, σε «τάξη για τον εαυτό της».

γ. Το κόμμα με ορίζοντα το μέλλον: τη διαδικασία κατάργησης των τάξεων, την απάλειψη της διαφοράς ανάμεσα σε «κυβερνώντες» και «κυβερνόμενους», την κατάργηση της εξουσίας γενικά, των κομμάτων και της πολιτικής και την αντικατάσταση τους από την κυ­ριαρχία του κοινωνικού ατόμου, την α­περιόριστη αυτοανάπτυξη της ανθρώπι­νης προσωπικότητας.

Η ως τώρα πορεία του ΝΑΡ εμπεριεί­χε ταυτόχρονα τις πιο πρωτοπόρες απόπειρες ανασύστασης αυτής της έννοιας του «κόμματος της επανάστασης και του κομμουνισμού», μαζί με τις επιβιώ­σεις του «επίσημου» κομμουνιστικού κινήματος και τις επιρροές των τάσεων αποστράτευσης και μηδενισμού. Ηταν μια πορεία εμπειρική και αντιφατική σε μεγάλο βαθμό, που σήμερα καλούμαστε να την αναπτύξουμε αποφασιστικά, όχι πια σαν μια αριστερή διαμαρτυρία στο εκφυλισμένο κομμουνιστικό κίνημα —αυτά τα καύσιμα εξαντλήθηκαν— αλλά σαν προσπάθεια ριζικής επαναθεμελίωσης της εργατικής πολιτικής και του κομμουνισμού.

Σ' αυτά τα πλαίσια ο στόχος για ιδεο­λογική, πολιτική και οργανωτική ανα­σύσταση του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης αναδεικνύεται σε θεμελιακή πλευρά της πολιτικής πρότα­σης του ΝΑΡ.

Δεν μπορούμε να μιλάμε βέβαια με την έννοια του «κόμματος-εκπροσώ­που» της τάξης, μια έννοια βαθύτατα υ­ποτιμητική για τις πρωτοπόρες δυνά­μεις της εργασίας και τα χαρακτηριστι­κά της πολιτικής πάλης ειδικά στις ση­μερινές συνθήκες. Αυτή η απόρριψη δεν γίνεται από τη σκοπιά του «πολιτικο­ποιημένου κινηματισμού», που αδυνα­τεί ή αρνείται να κατανοήσει την σύνθε­τη διαδικασία πολιτικοποίησης της τά­ξης με προφυλακή αναγκαστικά τα πρωτοπόρο τμήματά της.

Για τη δική μας αντίληψη το Αριστε­ρό Μέτωπο αποτελεί το καθοριστικό πε­δίο της επαναστατικής πολιτικής σήμε­ρα. Το «κόμμα», η κομμουνιστική ορ­γάνωση αποτελεί την αναγκαία αφετη­ρία αυτής της προσπάθειας, εκφράζει την προτεραιότητα της σύνθεσης της ε­παναστατικής τακτικής με τη στρατηγι­κή του κομμουνισμού, είναι το κύριο πε­δίο του μαχόμενου υλισμού και της ανα­γέννησης της θεωρίας του κομμουνισμού, αποτελεί, τελικά, τον αποφασι­στικό κρίκο για τη διαμόρφωση του συνολικού επαναστατικού υποκειμέ­νου.

III. Επαναστατική ανασυγκρότηση της εργατικής πολιτικής και του κομ­μουνιστικού κινήματος δε μπορεί βέ­βαια να γίνει χωρίς την επαναστατική α­νασυγκρότηση της ίδιας της έννοιας του κομμουνισμού, που τόσο πολύ διαστρε­βλώθηκε από τις παραλλαγές της αστι­κής πολιτικής στο εργατικό και αριστε­ρό κίνημα.

Μια τέτοια ανασυγκρότηση προσεγ­γίζει τη μαρξιστική υλιστική αντίληψη για το κομμουνισμό, «όχι σαν προκατα­σκευασμένο μοντέλο αλλά σαν την πραγματική κίνηση που καταργεί την υ­πάρχουσα κατάσταση». Γι' αυτό θεω­ρούμε ότι το κομμουνιστικό αίτημα, της εποχής μας, θα είναι πρώτα από όλα το μεγάλο «όχι» στο σημερινό κοινωνικό και πολιτικό κανιβαλισμο, από τη σκο­πιά των αναγκών του εργαζόμενου αν­θρώπου για ελευθερία χωρίς όρια. Και ό­τι η κομμουνιστική πρόταση πρέπει να απαντά στο σήμερα καλύπτοντας, ταυτόχρονα, το χρόνο του μέλλοντος και του παρελθόντος,το χώρο του εθνικού και του διεθνικού σαν ολότητα.

Ο κομμουνιστικός αυτός χαρακτή­ρας της επαναστατικής πρότασης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σοβαρά , από τον οποιοδήποτε οπαδό της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, ιδιαίτερα στην ε­ποχή μας. Η χρεοκοπία των εκφυλισμέ­νων εκμεταλλευτικών καθεστώτων στην Ανατολή και των ενσωματωμένων κινημάτων στη Δύση, η ήττα των κοινω­νικών επαναστάσεων του 20ού αιώνα ο­φείλεται ακριβώς στην περιφρόνηση και τη συνειδητή, από ένα σημείο και.μετά, καταπολέμηση της κομμουνιστικής α­ναγκαιότητας σε όλη τη διαδικασία της αντικαπιταλιστικής επανάστασης. Πα­ράλληλα, η ίδια η εξέλιξη του καπιταλι­σμού και των αντιθέσεών του, δείχνουν ότι η αντικαπιταλιστική επανασταση, στην εποχή μας, δεν μπορεί να σταθεί ού­τε ένα λεπτό και, πάνω από όλα, δεν μπο­ρεί να νικήσει χωρίς να προχωρήσει από την πρώτη στιγμή στο δρόμο του κομμουνισμού-διεθνισμού.

Αυτές οι θέσεις δεν κλείνουν προφα­νώς τη συζήτηση. Αντίθετα πρέπει να παρθούν επί πλέον πρωτοβουλίες για την οργάνωση και αναζωογόνηση αυτής της συζήτησης για τα μεγάλα ζητήματα της θεωρίας, της τακτικής και της στρατηγικής.

ΣΤ. ΜΕΤΩΠΑ-ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΝΑΡ

Με την προσπάθεια ανασυγκρότη­σης του ΝΑΡ δεν επιδιώκουμε ένα «ορ­γανωτικό» μάζεμα, μια «γραφειοκρατι­κή τακτοποίηση» του ΝΑΡ. Ούτε μια εκ­βιαστική, «διοικητική» μετατροπή του σε εργατικό κόμμα. Στόχος μας είναι η συνολική ποιοτική αναβάθμιση του πε­ριεχομένου συγκρότησης και δράσης μας. Η ουσιαστική συνένωση της ιδεο­λογικής «παραγωγής», της πολιτικής πράξης και της μαζικής δράσης των δυνάμεων που συσπειρώνονται στο ΝΑΡ.

Πού θα κριθεί άμεσα αυτή η προσπά­θεια;

1) Εργατικός χαρακτήρας και προ­σανατολισμός.

Η εργατική φυσιογνωμία έχει πολλές πλευρές και πρέπει να διαπερνά όλες μας τις προσπάθειες. Ταυτόχρονα όμως αφορά και το πολιτικό «κέντρο βά­ρους» των οργανωτικών μας προσπα­θειών. Να στηρίξουμε την οργανωτική μας ανασύνταξη στους συντρόφους που είναι κοινωνικά ενταγμένοι στην παρα­γωγή, να αναπλάσουμε οργανωτικά το ΝΑΡ σε εργατική παραγωγική βάση. Ταυτόχρονα οι εργατικές επιτροπές πρωτοβουλίας, να μην δρουν απλά σαν πολιτικοσυνδικαλιστικές κινήσεις αλ­λά σαν πολιτικές ιδεολογικές οργανώ­σεις «εφ' όλης της ύλης».

2) Κομμουνιστική φυσιογνωμία και πρακτική

3) Πανελλαδική συγκρότηση. Σ' αυτά τα πλαίσια οπωσδήποτε πρέ­πει να δούμε και την πιο δημιουργική διαπλοκή των προσπαθειών του ΝΑΡ με αυτές της ΚΝΕ-ΝΑΡ, και ευρύτερα με το σύγχρονο νεολαιίστικο ριζοσπα­στισμό.

4) Μάχιμη πολιτική συγκρότηση και λειτουργία.

Εδώ χρειάζονται οι τολμηρότερες το­μές και αλλαγές. Για την μαχητική στράτευση σε ό,τι αποφασίζουμε και ε­πιλέγουμε, για το μαχητικό οργανωτικό προσανατολισμό, για την πολιτικοποιη­μένη, δημοκρατική λειτουργία.

Πρέπει να ενισχυθούν με κάθε τρόπο οι επιτροπές πρωτοβουλίας. Όχι με τη λογική κάποιων έτοιμων δυνάμεων, αλ­λά με την προσπάθεια να «συναντηθού­με» πολιτικά και οργανωτικά, να «πά­με» στους πρωτοπόρους αγωνιστές της πολιτικής πάλης.

Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι να δούμε με νέο πιο πλούσιο και αναβαθμι­σμένο τρόπο το ρόλο του μέλους του ΝΑΡ.

ΙΟΥΝΗΣ 1993