Σχετικά με την πρόταση του ΥΠΕΣ για την αναμόρφωση του «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ»

Το παρόν σημείωμα έχει στόχο την ενημέρωση για τις αλλαγές που προτείνονται από την πρόταση για την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου των οργάνων του τοπικού κράτους (σύμφωνα με την ορολογία τους της τοπικής «αυτοδιοίκησης») στο πόρισμα[1] της σχετικής επιτροπής που σύστησε το Υπουργείο Εσωτερικών βάσει του άρθρου 5 του Ν.4368/2016. Το πόρισμα αυτό 443 σελίδων, που δημοσιοποιήθηκε από το  ΥΠΕΣ αρχές Μαρτίου του 2017, έχει τίτλο: «Τελική πρόταση αναθεώρησης προς τον κ. Υπουργό Εσωτερικών» (!!) και θα αποτελέσει βάση για το νομοσχέδιο που έχει εξαγγείλει να φέρει η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στη Βουλή, χωρίς όμως να έχει σαφείς αναφορές για το ακριβές περιεχόμενο που αυτό θα έχει. Ωστόσο, η συμφωνία της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ στην πλειοψηφία των προτάσεων που κατατίθενται υποδηλώνει ότι το τελικό νομοσχέδιο δεν θα έχει σημαντικές διαφορές ως προς τις κατευθύνσεις των αλλαγών.

Το νομοσχέδιο αναμένεται να κατατεθεί το επόμενο διάστημα και η Επιτροπή χώρου-πόλης αποφάσισε την έκδοση ενός πρώτου ενημερωτικού σημειώματος με τις επεξεργασίες που έκανε στο ζήτημα, ώστε να υπάρχει βάση για μια πρώτη τοποθέτησή των δυνάμεων μας. Θα επανέλθουμε με τα σημειώματα που θα χρειαστούν για το νομοσχέδιο και το νόμο που  θα ψηφιστεί.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Βρισκόμαστε ήδη στον έβδομο χρόνο επιβολής της μνημονιακής πολιτικής και η κοινωνική πλειοψηφία βιώνει τις επιπτώσεις μιας ανεπανάληπτης κρίσης, που ξεπερνάει σε μέγεθος, επιπτώσεις και διάρκεια όλες τις προηγούμενες. Καθένα από αυτά τα χρόνια παρατηρούμε την χρηματοδότηση των δήμων να στραγγαλίζεται ακόμα περισσότερο, φέρνοντας την οικονομική κατάρρευση των πόρων τους, και την μη εκπλήρωση των πλέον στοιχειωδών κοινωνικών υποχρεώσεων.

Σήμερα,  η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μετά το 3ο μνημόνιο που φόρτωσε στις πλάτες του λαού, ετοιμάζεται να φέρει το νέο Καλλικράτη. Το πλαίσιο  που προτείνει η Επιτροπή του  ΥΠΕΣ για την αναθεώρηση του «Καλλικράτη» δεν έχει το χαρακτήρα της δημιουργίας μιας, βελτίωσης του προηγούμενου με ενίσχυση θεμάτων δημοκρατίας, όπως κυρίως θέλει να προβάλλει η κυβέρνηση, αλλά  της εμβάθυνσης των αντιδραστικών χαρακτηριστικών του. Το κύριο χαρακτηριστικό της εμβάθυνσης αυτής είναι η ακόμα στενότερη συνύφανση των δήμων με τα επιχειρηματικά συμφέροντα και η επιχειρηματική δράση των φορέων του τοπικού κράτους, η οποία προβάλλεται και ως μοναδική διέξοδος για τα χρηματοδοτικά κενά.

Στο επίπεδο των εξαγγελιών η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρουσιάζει τους δήμους «ως λαϊκό θεσμό εξουσίας και κοινωνικού ελέγχου», τον οποίο οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις του πλαισίου τους -τα σχέδια «Καποδίστριας» και «Καλλικράτης- και οι «μνημονιακές πολιτικές» έχουν μετατρέψει σε «μικρογραφία του κεντρικού κράτους». Ο στόχος λοιπόν των «μεταρρυθμίσεων» όπως προβάλλεται είναι η αποκατάσταση του πραγματικού χαρακτήρα της δήθεν Τ«Α» και για αυτό το Υπουργείο Εσωτερικών συγκρότησε μια επιτροπή για την επεξεργασία της αναθεώρησης του «Καλλικράτη», το πόρισμα της οποίας δόθηκε στη δημοσιότητα τον Μάρτιο.

Η προβαλλόμενη κατεύθυνση των «μεταρρυθμίσεων» που έχει το πόρισμα είναι η «ενδυνάμωση» των δήμων, μέσω της ανάληψης περισσότερων και καλύτερα προσδιορισμένων αρμοδιοτήτων και ο «εκδημοκρατισμός» τους με περισσότερους θεσμούς «λαϊκής συμμετοχής» τοπικά.  Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο γίνονται προτάσεις για τοπικά δημοψηφίσματα, θεσμούς διαβούλευσης και συχνότερες εκλογές. Σχετικά με τις εκλογές, προτείνεται: i) η απλή αναλογική με κατανομή του συνόλου των εδρών από τον πρώτο γύρο, ii) η επαναφορά του 50%+1 ως προϋπόθεση εκλογής από τον πρώτο γύρο, iii) η αποσύνδεση των δημοτικών εκλογές από τις εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο και iv) η μείωση της θητείας της δημοτικής αρχής στα 4 χρόνια.

Ταυτόχρονα,  δημιουργούνται περισσότεροι θεσμοί «κοινωνικής συμμετοχής» χωρίς κανέναν ουσιαστικό ρόλο, με στόχο την νομιμοποίηση των βάρβαρων αντιλαϊκών πολιτικών και την προαναφερθείσα αποπολιτικοποίηση της Τ«Α». Η κούφια δημοκρατία που προωθούν αφορά τη γνωμοδότηση το αν ο δήμος και η περιφέρεια χρειάζονται περισσότερα ή καινούργια απορριμματοφόρα και τη «συμμετοχική χρηματοδότηση», δηλαδή την άμεση εμπλοκή των επιχειρηματικών ομίλων στις αποφάσεις.

Στην πραγματικότητα όμως οι προτάσεις που γίνονται στοχεύουν στη μεγαλύτερη διασύνδεση με τις ανάγκες του κεφαλαίου και τους στρατηγικούς σχεδιασμούς της ΕΕ και του κεντρικού κράτους. Κατ’ ουσίαν, το πόρισμα της επιτροπής για την αναθεώρηση του «Καλλικράτη» εστιάζει : α) στην προσέλκυση επενδύσεων και συγκέντρωση  πόρων ( ΕΣΠΑ κλπ)  σε  έργα και υποδομές που θα υπηρετούν  στρατηγικούς σχεδιασμούς των επιχειρηματικών  ομίλων, β) στην θεσμική ενδυνάμωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών των δήμων, την «παροχή κινήτρων» για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην είσπραξη των τοπικών φόρων, την επιβολή νέων φόρων και την συλλογή του ΕΝΦΙΑ και την αύξηση των δημοτικών υπηρεσιών που θα πρέπει να έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα. Τα κίνητρα αφορούν χρηματικές επιβραβεύσεις των δήμων ανάλογα με την συμβολή τους στην «φορολογική προσπάθεια». Σε αυτό το πλαίσιο θα αξιοποιηθεί η διασύνδεση των δήμων με τις βάσεις δεδομένων της ΓΓ Πληροφοριακών Συστημάτων, ώστε οποιαδήποτε οφειλή να συνδέεται με την εφορία. γ) την καταγραφή ολόκληρης της περιουσίας των δήμων με σκοπό την ληστρική εκμετάλλευση-«αξιοποίησή» τους της από επιχειρήσεις, προφανώς και από ΤΑΙΠΕΔ και Νέο Υπερταμείο δ) την περαιτέρω ΜΚΟ-ποίηση των κοινωνικών και δημοτικών υπηρεσιών με πρόσχημα την προώθηση μιας «κοινωνικής οικονομίας», ε) στην διευκόλυνση λήψης δανείων από το τραπεζικό σύστημα.

Στο πλαίσιο  αυτής  της  στρατηγικής  προβάλλεται και η ανάγκη «απλοποίησης  του θεσμικού πλαισίου των ΣΔΙΤ»[2] ώστε οι φορείς της τοπικής διοίκησης να γίνουν ξανά ελκυστικοί σε ιδιώτες επενδυτές. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές συνδέονται, λοιπόν, με τις προβλέψεις του Αναπτυξιακού Νόμου –την χρηματοδότηση από το ΣΕΣ, την ΕΤΕ , το πακέτο Γιούνκερ κλπ- και έχουν ως στόχο την «διασφάλιση σταθερού πλαισίου και μακροοικονομικού περιβάλλοντος, αφού τέτοιες συμβάσεις που  εκτείνονται σε 20-25 έτη»  και «την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου σε έργα δημοτικής περιουσίας». Παράλληλα, το «μνημονιακό» «Παρατηρητήριο   Οικονομικής  Αυτοτέλειας» αντικαθίσταται από την «Επιτροπή Οικονομικής Ανασυγκρότησης ΟΤΑ» που θα λειτουργεί ως προληπτικός «δημοσιονομικός κόφτης» για τους δήμους. Σκοπός είναι η προληπτική συμμόρφωση των ΟΤ«Α» στα μέσα δημοσιονομικής προσαρμογής και πειθάρχησης και τους στόχους του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος και των μνημονίων.

Επιπλέον, το πλαίσιο που προτείνεται συνεχίζει την «καλλικρατική» τάση για ισχυροποίηση των υπερ-περιφερειαρχών και μητροπολιτικών δημάρχων και ενισχύεται ή «διαβαθμική συνεργασία» μεταξύ μικρότερων και μεγαλύτερων δήμων, οι οποίοι θα μπορούν πλέον να μοιράζονται εργαζόμενους και υπηρεσίες -έτσι ώστε να εξοικονομούνται θέσεις εργασίας- και να κάνουν επενδυτικά σχέδια μεγαλύτερης κλίμακας. Έτσι οι δήμοι και οι περιφέρειες ανάγονται σε θεσμικό «κλειδί» για την αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας προσανατολίζοντας τις κρατικές δομές και λειτουργίες στις ανάγκες της ανταγωνιστικότητας και της διαδικασίας συσσώρευσης κεφαλαίου.

Οι δήμοι αποκτούν ολοένα και περισσότερες αρμοδιότητες στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας και της κοινωνικής πρόνοιας, «διασπώντας» την ενιαιότητα των  κοινωνικών τομέων, μέσα από την διαμόρφωση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου, ενώ η το πλαίσιο με βάση το οποίο οι τομείς αναπτύσσονται και  (υπό-)λειτουργούν καθορίζεται από το κράτος, την ΕΕ και τους επιχειρηματίες που θα τα χρηματοδοτούν.

Συνεπώς, πρώτον, οι αλλαγές στον Καλλικράτη συνεχίζουν και βαθαίνουν την τάση ένταξης της τοπικής διοίκησης σε ουσιαστικό επίπεδο στη διαχείριση των κεντρικών πολιτικών, εφόσον οι στρατηγικές πολιτικές που θα ακολουθηθούν σχεδιάζονται αποκλειστικά από την ΕΕ και το κράτος και δεν υπάρχει δυνατότητα αμφισβήτησής τους στο τοπικό επίπεδο. Δεύτερον οι προτεινόμενες αλλαγές, που μετά χαράς δέχεται η ΚΕΔΕ, θα μπορούσαμε να πούμε ότι «συνταγματοποιούν»  την επιχειρηματική λειτουργία των δήμων. Έτσι, ενώ στα χαρτιά «αναβαθμίζεται» η σημασία Δήμων και Περιφερειών, τελικά ή άσκηση πολιτικής από πλευράς τους συρρικνώνεται και απομειούνται σε μακρύ χέρι του κεντρικού κράτους/διαχειριστικό μηχανισμό/ εταιρία διαχείρισης- ιδιωτικοποίησης.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΟΡΙΣΜΑΤΟΣ

Πιο συγκεκριμένα οι μεταρρυθμίσεις που προτείνονται αφορούν τους παρακάτω τομείς: α) τις αρμοδιότητες των δήμων, β) την χωροταξική διάσταση και το μοντέλο διοίκησης, γ) το εκλογικό σύστημα, δ) τις συμμετοχικές διαδικασίες, ε) τους πόρους και τους προϋπολογισμούς των δήμων

α) Αρμοδιότητες δήμων-περιφερειών.

Σε ορισμένους τομείς προτείνεται ουσιαστικά η επιστροφή σε ένα  προηγούμενο μοντέλο άσκησης αρμοδιοτήτων σε κεντρικότερο επίπεδο (π.χ. μια Πολεοδομία στην έδρα κάθε Περιφέρειας, ένα πολεοδομικό γραφείο σε κάθε περιφερειακή ενότητα), με  φτωχή κριτική για τους λόγους της αποτυχίας του προηγούμενου μοντέλου μεταφοράς αρμοδιοτήτων με τον «Καλλικράτη». Στο πόρισμα δίνεται έμφαση σε οργανωτικού τύπου ζητήματα και προβλήματα (όπως η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και η διάρθρωση των υπηρεσιών) ενώ συνεχίζεται η αποσύνδεση από το ζήτημα των αντίστοιχων πόρων.

β) Χωροταξική διάσταση και μοντέλο διοίκησης:

Η κατεύθυνση που δίνει το πόρισμα είναι η μερική αναθεώρηση του χωροταξικού μοντέλου -κυρίως σε δήμους της επαρχίας, ορεινούς, μειονεκτικούς, νησιωτικούς- με αύξηση της αυτονομίας τους και ταυτόχρονη επιβολή ενός μοντέλου διαβαθμικής συνεργασίας. Οι περισσότεροι από τους σημερινούς δήμους θα είναι αυτόνομοι διοικητικά, αλλά θα ασκούν κάποιες αρμοδιότητες από κοινού με την περιφέρεια ή με μεγαλύτερους δήμους. Ουσιαστικά δηλαδή δεν υπερβαίνεται το σημερινό μοντέλο άσκησης αρμοδιοτήτων από μεγαλύτερες διοικητικές μονάδες.

Σημαντικότερη ίσως μεταβολή είναι η πρόθεση ανάθεσης μητροπολιτικού ρόλου στις Περιφέρειες Αττικής και Θεσσαλονίκης. Οι τομείς αρμοδιοτήτων της μητροπολιτικής διακυβέρνησης περιλαμβάνουν τα ζητήματα της αναπτυξιακής πολιτικής (ήδη οι Περιφέρειες παίζουν κεντρικό ρόλο μέσα από τη διαχείριση των ΠΕΠ), την περιβαλλοντική προστασία και ποιότητα ζωής (βλ. κεντρικό ρόλο στη διαχείριση των απορριμμάτων) και στην προαγωγή της κοινωνικής συνοχής (τομέας στον οποίο οι Περιφέρειες στην παρούσα φάση έχουνε απολύτως μηδενική παρουσία και σχεδιασμό, οπότε δημιουργούνται ερωτήματα ως προς το τι σκέφτονται να κάνουν ακριβώς). Το πιο «καυτό» ζήτημα φυσικά είναι η άσκηση της αρμοδιότητας της περιβαλλοντικής προστασίας σε μητροπολιτικό επίπεδο. Αυτή ενσωματώνει τη διαχείριση των απορριμμάτων, σε υπέρβαση του σημερινού μοντέλου που θέλει τους 2 βαθμούς τοπικής διοίκησης να κινούνται παράλληλα με διαφορετικές ή διασταυρούμενες σε διάφορα θέματα αρμοδιότητες. Πιθανότατα η επιλογή γίνεται για την υπέρβαση των βέτο και των «τοπικοτήτων» στα σχεδιαζόμενα μοντέλα διαχείρισης και η υιοθέτηση ενός πιο κεντρικού και αποφασιστικού μοντέλου.

Ειδικότερα για το μοντέλο διοίκησης προτείνεται η δημιουργία συμβουλίων ανά δημοτική ενότητα με διαδικασίες εκλογής ανεξάρτητα από κεντρικούς συνδυασμούς (κάποιος μπορεί να είναι υποψήφιος μόνο σε μια Δημοτική Ενότητα ή κεντρικά στο Δήμο, ρύθμιση η οποία θα καταστήσει ευκολότερη τη συμμετοχή των συνδυασμών σε σχέση με το σημερινό σύστημα). Επιπλέον, καταργείται η Επιτροπή Ποιότητας Ζωής και οι αρμοδιότητές της μεταβιβάζονται στα Συμβούλια Δημοτικών Ενοτήτων. Αντίστοιχα καταργείται και η Οικονομική επιτροπή και οι αρμοδιότητές της μεταβιβάζονται τόσο προς τα κάτω, στα Συμβούλια των Δημοτικών Ενοτήτων, όσο και προς τα πάνω, στο Δημοτικό Συμβούλιο.

Ενίσχυση της Εκτελεστικής Επιτροπής (Δήμαρχος και Αντιδήμαρχοι) και παραλληλισμός της με «υπουργικό συμβούλιο». Ουσιαστικά το μοντέλο διοίκησης επιστρέφει πάνω κάτω στο πλαίσιο που ίσχυε πριν από τον Καλλικράτη. Με την τότε αναθεώρηση του Kώδικα T.A. (2006)  το «ισχυρό» όργανο μετά το Δημοτικό Συμβούλιο ήταν η Δημαρχιακή Επιτροπή στην οποία συμμετείχε εν μέρει και η αντιπολίτευση, ενώ στο προτεινόμενο μοντέλο διατηρείται και ενισχύεται η Εκτελεστική Επιτροπή η οποία απαρτίζεται από το Δήμαρχο και τους Αντιδημάρχους.

Καινούργιο στοιχείο αποτελεί η πρόβλεψη για συμμετοχή εκπροσώπου των εργαζομένων των ΟΤΑ με δικαίωμα λόγου στην Ε.Ε. και στο Δημοτικό Συμβούλιο.  Εντούτοις, η πρόβλεψη έχει μάλλον επικοινωνιακό χαρακτήρα, εφόσον τα ΔΣ είναι έτσι κι αλλιώς ανοιχτά και οι εκπρόσωποι εργαζομένων μπορούν να πάρουν το λόγο. Αντίστοιχα και στην Εκτελεστική Επιτροπή, που είναι πιο κλειστή διαδικασία, ένα σωματείο μπορεί να ζητήσει και να πετύχει την παρουσία του. Για τις Περιφέρειες ισχύει το αντίστοιχο μοντέλο διάρθρωσης, αλλά καταργείται η θέση του «τοπικού» Αντιπεριφερειάρχη και διατηρούνται μόνο οι καθ’ ύλην Αντιπεριφερειάρχες σε αντιστοιχία με τους Αντιδημάρχους των Δήμων.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η συγκρότηση του Συμβουλίου Ένταξης Μεταναστών στο οποίο  προστίθεται και το Προσφύγων και το με αιρετούς εκπροσώπους των μεταναστευτικών κοινοτήτων (δεν διευκρινίζεται πως θα γίνεται αυτό, αφού δεν έχουν δώσει δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές εκλογές σε πολίτες τρίτων χωρών) και με εκπροσώπους των φορέων αλληλεγγύης.

γ) Εκλογικό σύστημα

Προτείνεται η απλή αναλογική με κατανομή του συνόλου των εδρών από τον πρώτο γύρο και η επαναφορά του 50%+1 ως προϋπόθεση εκλογής από τον πρώτο γύρο. Κάθε δήμος αποτελεί μια εκλογική περιφέρεια όσον αφορά την ανάδειξη του ΔΣ. Επίσης, προτείνεται η αποσύνδεση των δημοτικών εκλογές από τις εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο, καθώς κρίνεται πως  δεν εξοικονομούνται επαρκείς πόροι, και η μείωση της θητείας της δημοτικής αρχής στα 4 χρόνια. Αυτά είναι και τα μόνα ζητήματα στα οποία διαφωνεί η ΚΕΔΕ, συνεπώς αναμένεται να μονοπωλήσουν την τεχνητή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο κυβερνητικών πόλων. 

δ) Συμμετοχικές διαδικασίες

Προτείνεται μεγάλος αριθμός διαφόρων ad hoc τοπικών διαβουλεύσεων, τοπικών συμβουλίων διαβούλευσης με τοπικούς φορείς κτλ. Οι προτάσεις αυτές έχουν στην πραγματικότητα επικοινωνιακό χαρακτήρα, όπως έδειξε και η εμπειρία των αντίστοιχων συμβουλίων, που θεσμοθετήθηκαν με το σχέδιο «Καλλικράτης» τα οποία δεν λειτούργησαν ουσιαστικά και ούτε δέσμευαν σε κάτι τα αποφασιστικά όργανα. Πάλι, οι λεγόμενοι θεσμοί κοινωνικής συμμετοχής πχ οι τοπικές συνελεύσεις για τις κοινότητες δεν έχουν κάποιες αρμοδιότητες, αλλά  αναφέρεται ότι μπορεί να τους ζητείται παροχή γνώμης. Επίσης, συνδέουν την καθιέρωση του θεσμού των τοπικών δημοψηφισμάτων από την πρόβλεψή τους με την αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά ταυτόχρονα σημειώνουν ότι χρειάζεται οριοθέτηση των θεμάτων για τα οποία δεν θα επιτρέπεται πάλι να διεξάγεται δημοψήφισμα. Γίνεται φανερό ότι παρά την επίκληση της κοινωνικής συμμετοχής και του ελέγχου είναι προδιαγεγραμμένο ότι αυτά είναι προπέτασμα καπνού για τη συγκεντρωτική αντιδημοκρατική λειτουργία του τοπικού κράτους, ενώ δίνει βαρύνοντα ρόλο στις επιχειρήσεις με το ρόλο τους ως κοινωνικοί εταίροι. Στο συνέδριο του ΤΟΜΔΑ (Τομέας Μάνατζμεντ Δημόσιας Διοίκησης και «Αυτοδιοίκησης) τονίστηκε ιδιαίτερα και επανειλημμένα ότι οι συμμετοχικοί προϋπολογισμοί περιλαμβάνουν και την ενεργή εμπλοκή φορέων του ιδιωτικού τομέα και του «τρίτου τομέα της οικονομίας» (των ΜΚΟ).

ε) Πόροι και προϋπολογισμοί

Σημαντική θέση στις προτεινόμενες αλλαγές κατέχει το ζήτημα των πόρων. Η βασική παραδοχή που γίνεται στις κατατιθέμενες προτάσεις είναι ότι η κρίση δεν επιτρέπει πλέον την κρατική χρηματοδότηση των δήμων και συνεπώς το τοπικό κράτος θα πρέπει να αναζητήσει έσοδα από άλλες πηγές, «νέα εργαλεία εσόδων» -στην τεχνοκρατική διάλεκτο του πορίσματος. Τα νέα αυτά «εργαλεία εσόδων» μπορούν να χωριστούν σε εργαλεία ξεζουμίσματος των λαϊκών νοικοκυριών και σε εργαλεία ενίσχυσης-τόνωσης του «επενδυτικού ενδιαφέροντος».

Στην πρώτη κατηγορία εντάσσεται η κατεύθυνση που δίνεται σχετικά με την αύξηση των ίδιων πόρων των δήμων. Καταρχάς, διαπιστώνεται αδυναμία ισοσκέλισης του ανταποδοτικού σκέλους του προϋπολογισμού, ιδιαίτερα των πιο μικρών και μειονεκτικών δήμων. Αντί, ωστόσο, να κινηθεί κατά της διαδικασίας ισοσκέλισης, η οποία δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες, εισάγει τεχνικές «δημιουργικής λογιστικής», ώστε να επιτυγχάνεται η ισοσκέλιση με τεχνητό τρόπο, με την θέσπιση δηλαδή ενός Γενικού Δείκτη Επιβάρυνσης Ανταποδοτικών Υπηρεσιών. Παράλληλα, επιδιώκεται η ένταση της ανταποδοτικής λειτουργίας των δήμων, με κατεύθυνση την ένταξη και άλλων υπηρεσιών –όπως η διαχείριση πρασίνου- στην ανταποδοτική σφαίρα (π.χ. η διαχείριση πρασίνου), ώστε να αυξηθούν τα έσοδα των ανταποδοτικών υπηρεσιών.

Στο ίδιο πλαίσιο το πόρισμα της επιτροπής εστιάζει στην ενίσχυση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών, οι οποίοι θεωρούνται σήμερα αναποτελεσματικοί. Για το λόγο αυτό προωθείται η διασύνδεση των δήμων με τους εισπρακτικούς μηχανισμούς του κεντρικού κράτους, ώστε να βελτιωθεί η εισπραξιμότητα των τοπικών φόρων. Παράλληλα, προτείνεται πρώτον η  σταδιακή «μεταφορά φορολογικής εξουσίας» προς τους δήμους (φορολογική αποκέντρωση) η οποία θα εξασφαλίζει την χρηματοδότηση των δήμων και θα συμπληρώνεται από τους Κοινούς Αυτοτελείς Πόρους (ΚΑΠ). Για παράδειγμα, οι εισπράξεις του ΕΝΦΙΑ προτείνεται να κατανέμονται ανά δήμο.  Δεύτερον, προτείνεται και η παροχή κινήτρων –που δεν απαριθμούνται στο πόρισμα- για την επίτευξη μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας στην είσπραξη των τοπικών και γενικών εσόδων. Στο παράδειγμα του φόρου Ακίνητης Περιουσίας το κίνητρο που δίνεται θα είναι ένας μηχανισμός αναδιανομής και επιβράβευσης των δήμων μέσω των ΚΑΠ για την συμβολή τους στην «φορολογική προσπάθεια». Με απλά λόγια η κατεύθυνση που δίνεται είναι το περαιτέρω ξεζούμισμα των λαϊκών νοικοκυριών και το αποτελεσματικότερο κυνήγι όσων χρωστούν στο δήμο, ώστε να αυξηθούν οι πόροι του εις βάρος του ύψους της κρατικής χρηματοδότησης.

Στην δεύτερη κατηγορία εντάσσεται καταρχάς η πρόταση για «την αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας των ΟΤ«Α» για οικονομική εκμετάλλευση. Πρόκειται για πρόταση που καταργεί και τα ελάχιστα εμπόδια που έχουν απομείνει για τη ληστρική εκμετάλλευση της περιουσίας των δήμων από το κεφάλαιο. Στον παρακάτω πίνακα παραθέτουμε τις προϋποθέσεις που τίθενται για τις παραχωρήσεις ανάλογα με την διάρκειά τους.

Έτη παραχώρησης ακινήτου

Σκοπός         

Προϋποθέσεις

25

Δεν προβλέπεται

δυνατότητα παράτασης αν ο εκμισθωτής  αναλάβει το σύνολο ή  μέρος της δαπάνης ή ανακατασκευής ακίνητου

50

εγκατάσταση και εκμετάλλευση αθλητικών επιχειρήσεων

Δεν προβλέπεται

50

ίδρυση / επέκταση βιοτεχνικών /βιομηχανικών εγκαταστάσεων και επενδύσεων ανανεώσιμων πηγών Ενέργειας

Δεν προβλέπεται

99

τουριστικές δραστηριότητες

Δεν προβλέπεται


Ένα επιπλέον «κίνητρο» που προτείνεται να θεσμοθετηθεί είναι ένα σύστημα επιβραβεύσεων για τους φορείς της τοπικής διοίκησης που καταρτίζουν εγκαίρως τα Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΕΠ) και η διασύνδεσή τους με τα χρηματοδοτικά εργαλεία. Ειδικά το τελευταίο μένει να διευκρινιστεί ως προς το περιεχόμενό του, καθότι η διασύνδεση με τα χρηματοδοτικά εργαλεία, στο όνομα της εξεύρεσης και απορρόφησης πόρων, ουσιαστικά θα καθοδηγεί τη σύνταξη των Ε.Π. με βάση τις προτεραιότητες που θέτουν τα χρηματοδοτικά μέσα και όχι με προτεραιότητες που πρέπει να τεθούν βάσει των υφιστάμενων αναγκών κάθε δήμου.

Επιπλέον, γίνεται ειδική μνεία στην αντικατάσταση του Οικονομικού Παρατηρητηρίου με την «Επιτροπή Οικονομικής Ανασυγκρότησης των ΟΤ«Α»» και του 
«Λογαριασμού Εξυγίανσης» από τον «Λογαριασμό Οικονομικής Ενίσχυσης».  Ουσιαστικά μετονομασία των δύο θεσμών, με εμπλουτισμό της περιγραφής και των προθέσεών τους με διαδικασίες συμμετοχής και «συναίνεσης» του οικείου δήμου – περιφέρειας και των ΚΕΔΕ-ΕΝΠΕ, προληπτικής δράσης κτλ. Η βασική όμως διαφορά είναι ότι ενώ ως τώρα ο ρόλος αυτών των «μνημονιακών» μηχανισμών ήταν η κατασταλτική εποπτεία επί των ενδεχόμενων αποκλίσεων των προϋπολογισμών, μετά τη «μεταρρύθμιση» οι δήμοι-περιφέρειες θα συμμορφώνονται προληπτικά στα μέσα δημοσιονομικής προσαρμογής και πειθάρχησης και τους στόχους του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος και των μνημονίων.

Τέλος γίνεται αναφορά στο νόμο περί δημοκρατικού προγραμματισμού του 1986 και επανεισάγεται η έννοια του συμμετοχικού προϋπολογισμού[3]. Καταρχάς θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο «συμμετοχικός προϋπολογισμός» εφαρμόζεται ήδη από Δήμους (πχ. Δήμος Κηφισιάς) και συνεπώς υπάρχουν δείγματα γραφής σχετικά με το τι σημαίνει στην πράξη. Δεύτερον, η επαναφορά του «συμμετοχικού προϋπολογισμού» θα πρέπει να αντιμετωπίζεται εντός του ασφυκτικού δημοσιονομικού πλαισίου που περιγράφηκε στις προηγούμενες παραγράφους και της υποχρέωσης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Συν τοις άλλοις, η ρύθμιση αυτή αποτελεί αντίφαση εν τοις όροις  καθότι ακόμα και με τις ειλικρινέστερες προθέσεις δεν μπορεί να συνταχτεί πραγματικά συμμετοχικός προϋπολογισμός, με ταυτόχρονη  υποχρέωση ισοσκέλισής του, παρά μόνο σε ιδιαίτερα «πλούσιους» Δήμους. 

ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ ΘΕΣΕΙΣ

Από τη μεριά μας είμαστε αντίθετοι τόσο στην παλιά όσο και στη νέα εκδοχή αναθεώρησης του Καλλικράτη. Η αντίθεσή μας γίνεται από τη σκοπιά ενός άλλου τρόπου οργάνωσης της ζωής μας σαν εργαζόμενοι και κάτοικοι. Ενός τρόπου που θέτει στο κέντρο τα σύγχρονα κοινωνικά και εργατικά δικαιώματα και τη συγκρότηση σύγχρονων δημοκρατικών μορφών λαϊκής συλλογικής οργάνωσης, πάλης και επιβολής της λαϊκής θέλησης, με λόγο στην πολιτική που σχεδιάζεται και εφαρμόζεται στην πόλη. Συγκρουόμαστε με όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά θεσμικής οργάνωσης του τοπικού κράτους που τη διαπερνούν σαν κόκκινη γραμμή και όλα εκείνα τα στοιχεία που αναδεικνύουν το βαθιά αντιλαϊκό χαρακτήρα του τοπικού κράτους.

Προβάλλουμε ένα διαφορετικό μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας με πραγματική αυτοδιεύθυνση στους χώρους που εργαζόμαστε και ζούμε. Με μαζικές λαϊκές συνελεύσεις σε κάθε γειτονιά με αποφασιστικό ρόλο, αρμοδιότητες και δικαίωμα βέτο στις αποφάσεις που αφορούν τη συνοικία. Συνελεύσεις, που λειτουργούν με διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας και με αντιπροσώπευση για το συντονισμό μεταξύ τους και για την εκλογή των συμβουλίων ευρύτερων περιοχών. Με συμβούλια που θα εκλέγονται και θα είναι ανακλητά από τις συνελεύσεις, τις οποίες θα συγκαλούν και στις οποίες θα δίνουν λόγο. Δημοκρατικές μορφές λαϊκής συλλογικής οργάνωσης, πάλης και επιβολής της λαϊκής θέλησης. Πλήρη διαφάνεια και δυνατότητα κοινωνικού και εργατικού ελέγχου στο σχεδιασμό και την εκτέλεση κάθε δημόσιου έργου και λειτουργίας. 

Από την αντίληψη αυτή διαμορφώνεται το παρακάτω πλαίσιο στόχων πάλης :

1. Πάλη ενάντια στην αντιδημοκρατική θωράκιση του μηχανισμού Δήμων και Περιφερειών, την ανταποδοτική λειτουργία τους, το ρόλος τους ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός, την ιδιωτικοποίησή και επιχειρηματικοποίησή τους. Ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που προωθούνται στη δομή και τη λειτουργία του τοπικού κράτους.

2. Οι δήμοι και οι κοινότητες πρέπει να συγκροτούνται με τρόπο που να εξασφαλίζεται η άμεση συμμετοχή και δημοκρατία των κατοίκων. Με σεβασμό στους τοπικούς δεσμούς, ιστορική διαμόρφωση, κοινωνικές σχέσεις. Όχι με κριτήριο την τεχνοκρατική διαχείριση των έργων και του μηχανισμού των Δήμων ή την τεχνική επάρκεια. Υπό αυτό το πρίσμα δεν στηρίζουμε τις ψευδεπίγραφες και κενές περιεχομένου μορφές συμμετοχής των πολιτών που προωθεί το πόρισμα της επιτροπής του ΥΠΕΣ.

3. Κατοχύρωση του λαϊκού και εργατικού ελέγχου στο σχεδιασμό των συνολικών προτεραιοτήτων μιας περιοχής, την εκτέλεση, το κόστος κάθε εκτελούμενου έργου (υποδομών, υπηρεσιών κλπ) από τους άμεσα ενδιαφερόμενους λαϊκούς φορείς και τις οργανώσεις τους. Καθιέρωση, στην πράξη, βέτο για τοπικά ζητήματα από τις αντίστοιχες συνελεύσεις κατοίκων ή άλλα λαϊκά όργανα και θεσμούς.

4. Είμαστε ριζικά αντίθετοι με το θεσμό των Συμπράξεων Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), σε όλες τις κοινωφελείς λειτουργίες των Δήμων που οδηγεί την παραχώρησή τους στο κεφάλαιο.

5. Είμαστε αντίθετοι στα εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα και χρηματοδοτήσεις που προωθούν την ευέλικτη απασχόληση και την κερδοφορία-ανταποδοτικότητα, σε βάρος των κοινωφελών αναγκών. Παλεύουμε για μέτρα και υποδομές που εξυπηρετούν τις κοινωνικές ανάγκες.

6. Είμαστε αντίθετοι στην «μεταφορά αρμοδιοτήτων» που αφορούν δικαιώματα, όπως η εκπαίδευση, η υγεία κλπ στους Δήμους, γιατί γίνεται δρόμος για την ανάπτυξη της ταξικής διαφοροποίησης ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς Δήμους, απαλλαγής του κεντρικού κράτους και των κυβερνώντων από το βάρος των κοινωνικών υπηρεσιών και προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στην προσαρμογή τους στις ανάγκες του κεφαλαίου.

7. Είμαστε αντίθετοι και παλεύουμε για την κατάργηση των Δημοτικών Επιχειρήσεων (Αναπτυξιακών, Κοινωφελών, ΔΕΥΑ κλπ) με διασφάλιση των θέσεων εργασίας των εργαζομένων στο πλαίσιο των δημοτικών υπηρεσιών. Οι αντίστοιχοι τομείς πρέπει να  αποτελούν τμήματα των Δήμων με λαϊκό και εργατικό έλεγχο και σε καμία περίπτωση τομείς που θα αποφέρουν κέρδος.

8. Γενναία επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό και άμεση επιστροφή στους δήμους των κονδυλίων που έχουν παρακρατήσει οι κυβερνήσεις. Αυξημένη φορολογία στις τοπικές επιχειρηματικές δραστηριότητες και στη μεγάλη ακίνητη περιουσία με αντίστοιχη μείωση-κατάργηση των δημοτικών φόρων-τελών για τις κατοικίες των λαϊκών νοικοκυριών. Καμία σύνδεση των εσόδων των δήμων με ΦΠΑ και ΕΝΦΙΑ.

9. Διεκδικούμε πλήρεις και αξιοπρεπείς, δωρεάν για τα λαϊκά στρώματα, κοινωνικές υπηρεσίες των Δήμων στις κοινωνικές υποδομές, την κοινωνική πρόνοια (π.χ παιδικοί σταθμοί, ΚΑΠΗ), τον πολιτισμό, τον αθλητισμό κλπ. και εναντιωνόμαστε σε κάθε συρρίκνωση, υποβάθμιση, παροχή τους από τους δήμους με αντίτιμο.

10. Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους τους εργαζόμενους σε δήμους και περιφέρειες. Είμαστε αντίθετοι με τις χιλιάδες απολύσεις στις δημοτικές επιχειρήσεις, και θα παλέψουμε να μην υλοποιηθούν.

Απρίλης 2017, Επιτροπή για θέματα πόλης-χώρου-περιβάλλοντος του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση


[1] Ολόκληρο το πόρισμα μπορεί να βρεθεί στην διεύθυνση: http://www.ypes.gr/UserFiles/f0ff9297-f516-40ff-a70e-eca84e2ec9b9/TelPorEpitrAnatheorisis-030317.pdf

[2] Η διαδικασία «απλοποίησης» των ΣΔΙΤ έχει ήδη ξεκινήσει με τους νόμους 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών» και 4413/2016 «Ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης - Εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ…».

[3] Συμμετοχικός προϋπολογισμός είναι η «συμμετοχή» των πολιτών μέσα από επιτροπές τους, στην κατάρτιση του προϋπολογισμού. Εκπρόσωποι των κατοίκων καλούνται να γνωμοδοτήσουν σχετικά με το ποια έργα θέλουν να γίνουν και ποιες θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες του προϋπολογισμού.