Συνέδριο ΚΚΕ: Το μοναστήρι να είναι καλά ή σύγχρονη κομμουνιστική Αριστερά;

 

Κλειδώνω, αμπαρώνω, ο κλέφτης μέσα είναι. Την επόμενη Κυριακή το βράδυ η ηγεσία του ΚΚΕ θα πανηγυρίζει ότι το 19ο συνέδριο του ΚΚΕ επικύρωσε με συντριπτική πλειοψηφία τις Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής. Καμία έκπληξη. Τα συνέδρια στο παραδοσιακό κομμουνιστικό κίνημα σχεδόν πάντα έληγαν με την ανακοίνωσή τους. Αλλά αυτή τη φορά, μέσα σε μια κρίση ιστορικού χαρακτήρα του καπιταλισμού, που δοκιμάζει όλες τις πολιτικές δυνάμεις, η αμφισβήτηση, μαζί με τα αμείλικτα ερωτήματα που θέτει η ταξική πάλη, θα εισβάλλουν ξανά και ξανά μέσα στις όχι και τόσο συμπαγείς γραμμές του ΚΚΕ. Η ηγεσία του ΚΚΕ και η Αλέκα Παπαρήγα κατακεραύνωσε όσους έχουν διαφορετική άποψη, όσους αναζητούν, όσους κριτικάρουν την πολιτική της. Αφού άσκησαν για χρόνια τον τον πόλεμο καθαρότητας ενάντια σε κάθε άλλη αριστερή δύναμη και με ιδιαίτερη μοχθηρότητα ενάντια στις κομμουνιστικές δυνάμεις (πιο πρόσφατο παράδειγμα η ανήθικη και προβοκατόρικη επίθεση του ΚΚΕ κατά του ιστορικού στελέχους του ΝΑΡ και του εργατικού κινήματος στα Γιάννενα Νίκου Ηλία), μεταφέρουν τα πυρά τους μέσα στο κόμμα: οπορτουνιστές, αγράμματοι, εχθροί του κόμματος... Αλλά η λάσπη δεν αρκεί για να κλείσει τις ρωγμές από τα διαρκή κύματα των ερωτημάτων.

Ερωτήματα που προκύπτουν από την έλλειψη και άρνηση ουσιαστικά επαναστατικής τακτικής και ουσιαστικής σύνδεσης με την επαναστατική κομμουνιστική στρατηγική, την οποία επαίρεται ο Περισσός ότι την έχει κατακτήσει. Στην πραγματικότητα όμως από κει ξεκινούν τα προβλήματα, καθώς η στρατηγική του ΚΚΕ φέρει τα χαρακτηριστικά και την βαθύτερη ουσία του αντεπαναστατικού «υπαρκτού σοσιαλισμού», που προέκυψε από την ήττα του Οκτώβρη και αποτελεί δυσφήμηση για τα ιδανικά και τη σύγχρονη υλική δυνατότητα του κομμουνισμού. Αυτή η πολλαπλά ηττημένη στρατηγική, που θέτει πάνω από την εργατική τάξη το κόμμα, που δεν εμπιστεύεται τελικά την πρωτοπόρα δύναμη της εργατικής τάξης (όσα καντήλια κι αν ανάβει στο εικόνισμά της), είναι που γεννά όλα αυτά τα φαινόμενα της κατάργησης της εργατικής δημοκρατίας και της κανιβαλικής κουλτούρας απέναντι στη διαφωνία.

Γι’ αυτό δεν πείθει η δήθεν «αριστερή στροφή» του Περισσού. Όχι μόνο γιατί σε πολλές τοποθετήσεις θυμίζει κλασικό αριστερισμό, αλλά και γιατί στην πράξη, μέσα στο κίνημα και την πραγματική ταξική πάλη αποπνέει βαθύτατο συντηρητισμό. Που φαίνεται αυτό; Ας δούμε τρία σημεία:

Το πρώτο. Όποιος έχει συνείδηση του τι αντιμετωπίζει η εργατική τάξη και ο λαός και τι πρέπει να ανατρέψει για να νικήσει (και οι κομμουνιστές πρέπει να έχουν!), όποιος ξέρει ότι μέσα στην καπιταλιστική κρίση οι εργαζόμενοι έχουν να αντιμετωπίσουν τη συνασπισμένη και οργανωμένη δύναμη του ελληνικού και του διεθνούς κεφαλαίου, της ΕΕ, του ΔΝΤ, του ΝΑΤΟ και σύσσωμου του αστικού πολιτικού προσωπικού, δεν μπορεί παρά να αναζητά τη συγκρότηση μετώπου για την ανατροπή τους. Η μετωπική λογική, η συμβολή στη συγκρότηση μαχόμενου πολιτικοποιημένου κινήματος ανατροπής αποτελεί κριτήριο για το εάν οποιαδήποτε πολιτική δύναμη εννοεί πραγματικά όσα λέει και εάν θέλει να συμβάλλει στην ανατροπή της επίθεσης και του συστήματος από το οποίο γεννιέται. Και γι΄αυτό είναι βάσιμη και δικαιολογημένη η αναζήτηση μεγάλου μέρους της βάσης του ΚΚΕ μιας απάντησης στο θέμα του μετώπου.

Η ηγεσία του ΚΚΕ αρνείται πεισματικά να συμβάλλει σε αυτή την αναγκαιότητα. Και βεβαίως δεν είναι απάντηση η Λαϊκή Συμμαχία, μια συμμαχία μεταξύ των κλαδικών οργανώσεων του ΚΚΕ με κουτσουρεμένο πολιτικό περιεχόμενο. Ο Περισσός δεν αρνείται συμμαχίες μόνο στο (αναγκαίο) πολιτικό επίπεδο, όπως ισχυρίζεται, αλλά και στο μαζικό κίνημα. Να τι είπε η Α. Παπαρήγα στην συνδιάσκεψη της Κ.Ο. Αττικής αναφερόμενη στις Λαϊκές Επιτροπές, που στήνει το ΚΚΕ με τις δυνάμεις του στις γειτονιές: «...βεβαίως το ξεκινήσαμε απότομα, και ενδεχομένως πριν εξαντλήσουμε τα περιθώρια να συζητηθεί σε όλο το κόμμα. Αλλά γιατί το ξεκινήσαμε έτσι; Γιατί έπρεπε να απαντήσουμε σ’ αυτό που λένε κάποιοι για συνεργασία στο κίνημα των αριστερών δυνάμεων στήνοντας ανάλογες επιτροπές από τα κάτω» («Ρ» 2/4/2013).

Όποιος δεν θέλει ανατροπή, στήνει κόμμα ενιαίο για να κερδίσει τα εύσημα από τους αστούς και τις εκλογές, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή κόμμα φρούριο για να πετά φωτοβολίδες εκ του ασφαλούς, όπως το ΚΚΕ.

Το δεύτερο, μέτωπο ενάντια σε ποιους; Η απάντηση δεν είναι θέμα επιλογής του στυλ καφές με γάλα ή όχι. Προκύπτει μέσα από την πραγματικότητα, από το ποιος μας επιτίθεται, τι χαρακτηριστικά έχει αυτή η επίθεση που πρέπει να ανατραπεί και τι πρέπει να καταργήσουμε για να απαντήσουμε στα ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού. Κι αυτό έχει όνομα: καπιταλισμός – αντικαπιταλιστικό μέτωπο. Αλλά αυτό δεν λύνει όλα τα προβλήματα. Χρειάζεται συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Ο Λένιν μελέτησε και έγραψε τον Ιμπεριαλισμό, όχι για να εφεύρει κάποιο άλλο στάδιο ή να δικαιολογήσει συμμαχίες με κάποια δήθεν αντιιμπεριαλιστική μερίδα της αστικής τάξης, αλλά για να δείξει την υπεραντιδραστική ουσία του καπιταλισμού της εποχής του και την αμεσότητα της σοσιαλιστικής επαναστατικής διεξόδου. Έτσι και σήμερα, οι κομμουνιστές πρέπει να μελετήσουν τον καπιταλισμό της εποχής μας, την βαθιά δομική κρίση που περνά (και όχι να την αντιμετωπίζουν ως μια συνήθη κυκλική κρίση, όπως ο Περισσός) και όλη την έκρηξη των αντιθέσεων που προκύπτουν από τη σύγχρονη αντίθεση κεφαλαίου – εργασία. Να δουν τους δρόμους ριζοσπαστικοποίησης των μαζών, να ανιχνεύσουν τα αδύνατα σημεία στους πυλώνες του συστήματος, να ατσαλωθούν πολιτικά απέναντι στα ισχυρά σημεία του αντίπαλου.

Το ότι είναι αντικαπιταλιστική η απάντηση και το μέτωπο δεν σημαίνει ότι δεν βλέπει την διπλή εκμετάλλευση των εργαζομένων στην Ελλάδα από το εγχώριο κεφάλαιο, αλλά και από τις πολυεθνικές των πιο ισχυρών καπιταλισμών. Το ότι η έξοδος από την ευρωζώνη ή και την ΕΕ χωρίς συνολική αντικαπιταλιστική τομή δεν είναι αρκετή, πρέπει να γίνει δύναμη για την αντικαπιταλιστική γραμμή και την ανάγκη της επανάστασης για εργατική εξουσία – δημοκρατία και όχι να οδηγεί σε δηλώσεις «η έξοδος από το ευρώ είναι καταστροφή»(!), που ρίχνουν νερό στο μύλο της αστικής προπαγάνδας.

Το ότι η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει τους μετασχηματισμούς του ιμπεριαλιστικού / μονοπωλιακού σταδίου του καπιταλισμού (κατά την άποψη του ΝΑΡ βρίσκεται ήδη στο στάδιο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού), δεν μπορεί να οδηγεί στο να μην βλέπεις το ρόλο των ηγεμονικών ιμπεριαλιστικών κρατών (των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Γαλλίας κλπ.), να μην προσπαθείς να μετασχηματίσεις την αυθόρμητη λαϊκή αντίδραση στην επιτροπεία της ΕΕ και του ΔΝΤ σε συνειδητή αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική πάλη ενάντια στην ιερή συμμαχία ντόπιου και ξένου κεφαλαίου.

Κι ακόμα το ότι αρνείσαι στα λόγια την αστική δημοκρατία (όσο την αρνείται βεβαίως ο Περισσός), δεν μπορεί να σε οδηγεί να κλείνεις τα μάτια στην αναίρεση και των τυπικών – στοιχειωδών κανόνων της, όπως και κάθε έννοιας λαϊκής κυριαρχίας. Αντικαπιταλιστικό μέτωπο σημαίνει να αναγνωρίζεις ότι ο σύγχρονος κοινοβουλευτικός ολοκληρωτισμός και η άθλια επιτροπεία των πολυεθνικών σε συνεργασία με την ελληνική αστική τάξη, είναι η αστική δημοκρατία της εποχής μας και γι΄ αυτό το αντικαπιταλιστικό μέτωπο γίνεται ο φορέας που θα σηκώσει τη σημαία της πάλης και για τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες και ενάντια στην ιμπεριαλιστική επίθεση της ΕΕ και των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών, από τη σκοπιά του συνολικού αγώνα για την ανατροπή της επίθεσης και της αστικής τάξης της χώρας μας. Χωρίς αυταπάτες για κυβερνήσεις διαχείρισης εντός του συστήματος και της ΕΕ, αλλά με λογική ανάπτυξης οργάνων της εργατικής τάξης (και όχι του κόμματος) για να συγκροτηθεί το αντίπαλο δέος.

Τρίτο, με ποιους θα γίνει το μέτωπο. «Οι οπορτουνιστές δεν μπορεί να γίνουν επαναστάτες, με τίποτα. Οι επαναστάτες δυστυχώς γίνονται και οπορτουνιστές, το αντίθετο όμως δεν γίνεται», είπε η Α. Παπαρήγα στην Κ.Ο. Αττικής. Το κύριο εδώ δεν είναι για το ΝΑΡ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που πάλι αποκλείστηκαν από κάθε συνεργασία (μόνο στα όργανα του μαζικού κινήματος μπορούμε να ψηφίζουμε «μ’ αυτούς», «εδώ ψηφίζουμε με πασόκους και νεοδημοκράτες», είπε η γ.γ. του ΚΚΕ με τον γνωστό της τρόπο). Το πιο σημαντικό είναι η αντίληψη που προκύπτει από αυτή την τοποθέτηση. Ένα πραγματικό κομμουνιστικό κόμμα θα έπρεπε να σκέφτεται ανάποδα. Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης σήμερα δεν έχει κόψει δεσμούς με το σύστημα, δεν είναι επαναστάτες, ούτε καν οπορτουνιστές ή ρεφορμιστές. Τι λέει λοιπόν η Παπαρήγα; Ότι αυτοί δεν γίνονται επαναστάτες; Ότι μόνο οι επαναστάτες μειώνονται; Μα το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα πρέπει να στοχεύει να αλλάξει τους ανθρώπους, να φτιάξει αγωνιστές και επαναστάτες μέσα από το σημερινό βάλτο της απελπισίας, του ανταγωνισμού, του ωχαδελφισμού. Με το πρόγραμμά του, με τον πολιτισμό του και κυρίως με την παρέμβαση στο κίνημα, μετατρέποντας την τάξη σε δρων υποκείμενο σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, για να κατακτήσει ταξική συνείδηση μέσα από την πείρα της. Αντί γι΄αυτό το ΚΚΕ κλείνεται στον εαυτό του, περιχαρακώνεται στο δικό του αποστειρωμένο και μη απειλητικό για το σύστημα κίνημα, βλέπει παντού οπορτουνιστές και εχθρούς, κατακεραυνώνει και μαλώνει το λαό, μετατρέπεται σε ιεροκήρυκα μιας κονσερβαρισμένης αλήθειας αντί για μια μάχιμη πολιτική δύναμη. Γι’ αυτό και δεν μπόρεσε να αντιληφθεί, αυτό το κόμμα με τους μεγάλους κοινωνικούς δεσμούς, την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές. Η ήττα που θα έρθει απ’ αυτή τη λογική είναι πολύ μεγαλύτερη από την εκλογική και θα επιδράσει αρνητικά σε όλη την κομμουνιστική Αριστερά.

Απέναντι σε όλα αυτά μεγάλο μέρος της εσωκομματικής διαφωνίας ακολουθεί τους δρόμους που πολλές φορές πήρε η διαφωνία στο ΚΚΕ. Αναζητά το σωστό στο προηγούμενο συνέδριο, στην προηγούμενη κατάσταση, που συχνά εξιδανικεύεται... Δεν είναι εκεί η απάντηση. Ο κομμουνισμός αντλεί την ποίησή του από το μέλλον. 

Γιάννης Ελαφρός, εφημερίδα ΠΡΙΝ, 7 Απρίλη 2013