Ρυθμίζουμε το GPS στη σωστή κατεύθυνση μιας νέας κομμουνιστικής προοπτικής

Ομιλία του Μανώλη Καμηλάκη, μέλος της ΟΒ Ιδιωτικών Υπαλλήλων της Οργάνωσης Αττικής του ΝΑΡ στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για την Προγραμματική Διακήρυξη, 15/12/2018

Διανύουμε μια σημαντική, κατά την γνώμη μου περίοδο, όπου το ΝΑΡ βρίσκεται μπροστά στην πρόκληση να συμπυκνώσει την ιστορική εμπειρία της 30-χρονης πορείας του στο κομμουνιστικό – επαναστατικό κίνημα μετουσιώνοντας τη σε μια πρόταση προγραμματικής διακήρυξης μιας νέας κομμουνιστικής προσπάθειας.

Ποιος είναι όμως πραγματικά ο στόχος αυτής της συνδιάσκεψης και της κουβέντας που θα προκύψει μέσα από τις διαδικασίες της; Είναι μήπως απλά να δημιουργηθεί ένα κόμμα ;

Όχι σύντροφοι, δεν είναι αυτός ο στόχος και νομίζω ότι αυτό θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε. Το ΝΑΡ γεννήθηκε και εκκολάφτηκε μέσα από γεγονότα που απαιτούσαν τότε να συγκρουστεί για να κρατήσει ανοικτή την συζήτηση για την κομμουνιστική χειραφέτηση απέναντι στον εκφυλισμό και την υποταγή. Η ιδέα που μπόλιασε τους συντρόφους που τότε «ΔΕΝ ΥΠΑΚΟΥΣΑΝ» έδωσε αξία στην έννοια της ανυπακοής και ουσία στην έννοια της ρήξης κρατώντας ζωντανή μέχρι σήμερα την φλόγα των ιδεών κάθε «Ανυπάκουου» επαναστάτη.

Γι αυτόν ακριβώς το λόγο και για να συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε αυτό το κεκτημένο της δημιουργίας , για να μην ξεχνάμε τις στιγμές της υπέρβασης, όπως πολύ εύστοχα είχε αναφέρει ο σ. Π. Παπαν. στο πρόσφατο συνέδριο, είμαστε εδώ για να επαναφέρουμε την κομμουνιστική αντίληψη όχι με μια αρχειακή και νοσταλγική λογική όπως κάνουν άλλοι, θεωρώντας ότι το εμβόλιο κατά του καπιταλισμού έχει ανακαλυφθεί άρα συνεχίζουμε εμμονικά την θεραπεία ενάντια στον ιό χωρίς να παρακολουθούμε τις μεταλλάξεις, την προσαρμοστικότητα και τα αντισώματα που έχει αναπτύξει με την πάροδο των χρόνων. Είμαστε εδώ για να γράψουμε τις γραμμές και παραγράφους που λείπουν διαμορφώνοντας μια διακήρυξη την οποία επιδιώκουμε να επεξεργαστούμε στο επόμενο διάστημα, ίσως να δοκιμάσουμε και τις αντοχές της. Είναι ένα νέο μανιφέστο που χωρίς την συζήτηση και την ανάπτυξη του δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Το να μετατρέψουμε την οργάνωση σε κόμμα δεν λέει απολύτως τίποτα, άλλωστε υπάρχουν αρκετά, το να ιεραρχήσουμε όμως στο ψηλότερο επίπεδο την δημιουργία ενός ιδεολογικού εργαλείου για τον σύγχρονο κομμουνισμό είναι εξαιρετικά σπουδαίο.

Απαντάμε λοιπόν στην ανάγκη ενώ ταυτόχρονα πιστεύουμε και στην δυνατότητα που δημιουργεί η εποχή μας καθώς αν και η κοινωνία διαρκώς συσσωρεύει αγανάκτηση και θυμό προσπαθώντας να αντιδράσει, βρίσκεται να ταξιδεύει στο πέλαγος είτε χωρίς όργανα πλοήγησης είτε ακόμα χειρότερα με πειραγμένη πυξίδα. Η προσπάθεια μας ξέρουμε ότι έχει πεδίο ανάπτυξης, περιεχόμενο και μορφή. Επανατοποθετούμε την θεωρία μας στις νέες συνθήκες με παρακαταθήκη την πορεία μας στο κίνημα, των επαναστάσεων που άλλαξαν την ροή της ιστορίας και των κεκτημένων από τους κοινωνικούς αγώνες που σήμερα δεν είναι καθόλου δεδομένα . Έχοντας κάνει περισσότερα βήματα προς τα εμπρός παρά προς τα πίσω, προσεγγίζουμε την στρατηγική αλλά πλέον χρειαζόμαστε το άλμα.

Δημιουργώντας σήμερα το «manual», ρυθμίζοντας το GPS προς την σωστή κατεύθυνση η διακήρυξη απαντά με απλά λόγια στο ΓΙΑΤΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ, παρέχει συνεπώς τα θεωρητικά εργαλεία που χρειάζεται μια πρωτοπορία για να απευθυνθεί πλατιά, χωρίς δυσκολία και χωρίς να κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια διανοουμενίστικη ελίτ που στοχάζεται και οραματίζεται το, κατά ορισμένους, ανέφικτο.

Αναμφισβήτητα όμως ανοίγοντας αυτή την συζήτηση πρέπει να δούμε το πώς και εδώ σύντροφοι νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε ανοικτά. Είναι μεγάλο το βάρος και ίσως αυτή την στιγμή να θέλουμε να ξεπεράσουμε τους εαυτούς μας. Εκτιμώ ότι πέρα από την προγραμματική διακήρυξη έχουμε ένα μακρύ δρόμο προς την συνεπέστερη οργανωτική μας συγκρότηση. Ακριβώς για να μην θεωρούμε ότι οι αδυναμίες που αναμφισβήτητα υπάρχουν σε αυτό ζήτημα δεν αφήνουμε να λυθούν από μόνες τους, ούτε αναθέτουμε αόριστα τη λύση τους στην μελλοντική προοπτική δημιουργίας ενός κόμματος αλλά πρέπει να αντιμετωπισθούν με όρους ποιοτικής, πολυεπίπεδης ανασυγκρότησης του ΝΑΡ και της ΝΚΑ με μεγάλο βάρος να πέφτει στο κομμάτι της νεολαίας και εδώ θα ήθελα να αναφέρω 2 πράγματα.

Παρατηρώ κάποιες φορές αυτό που ειπώθηκε και από ένα σύντροφο, ότι δηλαδή η νεολαία αδυνατεί να επικοινωνήσει τις θεμελιώδεις αρχές του κομμουνισμού στον ηλικιακό της περίγυρο και αναρωτιέμαι πως είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο αναλογιζόμενοι το μέσο όρο μόρφωσης και αντίληψης. Είναι σύντροφοι ζήτημα επικοινωνίας ή κάτι άλλο;

Μήπως είναι και ζήτημα διάθεσης πραγματικής στράτευσης; μήπως πρέπει να συζητήσουμε ξανά τα όρια της αυτοτελής παρέμβασης της νεολαίας; η υπόθεση της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης και αυτό που κάνουμε σήμερα εδώ είναι μόνο για μια ενδιαφέρουσα, μεταξύ μας , κουβέντα στα αμφιθέατρα, ή πρέπει να την μεγαλώσουμε και να την κάνουμε πιο πλατιά ειδικά στη νέα γενιά ;

Εκτιμώ ότι είναι καιρός να αναπτύξουμε όργανα ιδεολογικής κατάρτισης ακόμα και εκπαίδευσης εργατικών στελεχών, ενώ θα πρέπει να μπαίνει με ίσους όρους στη συζήτηση μας και η λειτουργική αξιοποίηση του δυναμικού μας ώστε να δημιουργήσουμε ιδεολογικά κίνητρα που θα ενισχύουν την ανάγκη της στράτευσης στην κομμουνιστική προοπτική που περιγράφουμε.

Επίσης αν επιδιώκουμε να έχει αποτέλεσμα αυτό που κουβεντιάζουμε πρέπει με διάθεση αυτοκριτικής να είμαστε έτοιμοι να αναμετρηθούμε και με τις αδυναμίες μας. Πρέπει να βγάζουμε συμπεράσματα από την μέχρι τώρα πορεία μας, Το κάνουμε , αλλά όχι σε όλα τα επίπεδα και εκτιμώ ότι μαζί με την περιγραφή του σχεδίου που επεξεργαζόμαστε πρέπει να δούμε και αν η οργάνωση μπορεί να ανταποκριθεί με τις τωρινές πρακτικές ή πρέπει κάποιες μεθοδολογίες να τις επανεκτιμήσουμε.

Δεν μπορεί σύντροφοι να μην μας απασχολεί το υψηλό ποσοστό αποστράτευσης που παρατηρείται στην μετάβαση από την νεολαία στο ΝΑΡ, δεν μπορεί να μην μας απασχολεί το χαμηλό ποσοστό αποδοχής των θέσεων του τελευταίου συνεδρίου που παρατηρήθηκε στην νκα , δεν μπορεί να μην μας απασχολούν τα λιγοστά κείμενα συμβολής σε αυτή την τόσο σημαντική συνδιάσκεψη.

Εδώ θα ήθελα να φέρω και μια εικόνα. Νοιώθω πάρα πολύ συχνά, και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην νεολαία , ότι αντιμετωπίζουμε φοβικά την έκθεση μας και την τριβή μας όπου δεν ελέγχουμε ή όπου θεωρούμε ότι η δική μας αντίληψη είναι πολύ ξένη. Επιδιώκουμε να λειτουργούμε παράλληλα και να προσεγγίζουμε το δικό μας ακροατήριο μόνο που δυστυχώς στο τέλος καταλήγουμε να μιλάμε στους εαυτούς μας ανακυκλώνοντας διαρκώς τις δικές μας «φανέλες». Ανακαλύπτουμε κάθε φορά νέες, όχι μορφές παρέμβασης, αλλά οχήματα, κυρίως στη δράση μας στο εργατικό κίνημα . Δημιουργούμε συλλογικότητες πολύ εύκολα απορρίπτοντας ή σνομπάροντας παραδοσιακές μορφές συγκρότησης εξειδικεύοντας θεματικά και αποκλειστικά στην ανάγκη να υπάρχουμε κάπου αλλά με τους δικούς μας όρους. Πρέπει σύντροφοι να βρεθούμε όμως κι εκεί που δεν είναι εύκολη η αντιπαράθεση, εκεί που δεν γίνεται η συζήτηση όπως θέλουμε, εκεί που μας θεωρούν εχθρούς γιατί αν δεν το κάνουμε μαζικά και συγκροτημένα, ο κύκλος μεταξύ μας όλο και θα μικραίνει.

Όλα αυτά τα ζητήματα δείχνουν το σημείο εκκίνησης και το βαθμό της ανασυγκρότησης που χρειαζόμαστε για να ανταποκριθούμε στα νέα καθήκοντα που αναμφίβολα προκύπτουν από αυτή την διαδικασία.

Αν σύντροφοι μείνουμε μόνο στο να περιγράψουμε το σχέδιο και δεν προχωρήσουμε στον επαναπροσδιορισμό της δημιουργίας οργανωτικών όρων και συνθηκών για την εφαρμογή του θα έχουμε πάει ακόμα μερικά βήματα παραπέρα χωρίς όμως να έχουμε κάνει το άλμα που αναζητάμε, που υπάρχει η ανάγκη, που υπάρχει η δυνατότητα.