Μια αναγκαία απάντηση από την Αριστερά: πως θα ανατρέψουμε την επίθεση;

Τα συνεχή μνημόνια των δύο τελευταίων ετών αποτελούν τα πιο βάναυσα μέσα εξαθλίωσης του λαού. Όμως δεν είναι παρά κορύφωση των αντεργατικών πολιτικών που υλοποιούνται εδώ και χρόνια· βασικές πλευρές μιας επίθεσης των οικονομικά και πολιτικά ισχυρών ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων και της νεολαίας. Που γίνεται παγκόσμια, καθώς αντίστοιχα μέτρα υιοθετούνται σε όλο τον κόσμο, κι έχει μετατραπεί σε έναν πραγματικό κοινωνικό πόλεμο στα χρόνια της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης.

Άρα η απάντηση, η πολιτική πρόταση του κινήματος, των εργαζομένων, για να είναι νικηφόρα δεν πρέπει να αρκείται στην καταδίκη του μνημονίου, που είναι ασφαλώς αδιαπραγμάτευτη· πρέπει να στοχεύει στην πολιτική που γεννάει τα μνημόνια και στους εκφραστές της. Ο λαός δεν μπορεί να παλεύει μόνο ενάντια στα καταστροφικά αποτελέσματα. Χρειάζεται να ανατρέψει την πηγή, την ίδια την πολιτική του κεφαλαίου, του ΔΝΤ, της Ε.Ε. και των κυβερνήσεων, χρειάζεται τελικά να ανατρέψει τον ίδιο τον καπιταλισμό, ένα σύστημα που στηρίζεται στην εκμετάλλευση των πολλών για τα κέρδη των λίγων.

 

Ακριβώς επειδή στοχεύει στην καρδιά του «τέρατος», η πάλη για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης είναι η μόνη ικανή να σταματήσει την επέλαση των αέναων μνημονίων, να ανακόψει την λαίλαπα που ετοιμάζεται για αμέσως μετά τις εκλογές. Ο πιο αποτελεσματικός αντιμνημονιακός αγώνας είναι ο αγώνας που στρέφεται κατά της κυβέρνησης, της Ε.Ε., του ΔΝΤ, του κανιβαλικού καπιταλισμού και του σάπιου πολιτικού του συστήματος..

Αυτό καθιστούν σαφές πρώτα και κύρια οι ίδιοι οι κυβερνώντες και οι χειροκροτητές τους στα ΜΜΕ σε κάθε τους κουβέντα. Συνδέουν τα μνημόνια, με τα δάνεια, με την ομαλότητα του Ευρώ, την παραμονή της Ελλάδας στην Ε.Ε. και εν τέλει με την ίδια την επιβίωση του πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Το κάνουν για να τρομοκρατήσουν το λαό, ώστε να δέχεται πειθήνια κάθε μέτρο.
Όμως, ο αγωνιζόμενος κόσμος οφείλει να απαντά: Ναι, δε θέλουμε τα μνημόνια, δε θέλουμε τα δάνεια, δε θέλουμε το ευρώ και την Ε.Ε., δεν το θέλουμε αυτό το σάπιο σύστημα. Μπορούμε να ζήσουμε διαφορετικά με τον ίδιο τον πλούτο που παράγουμε -εμείς και οι εργαζόμενοι των άλλων χωρών- και με την εξουσία σε αυτούς που τον παράγουν.
.

Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για ένα νόμο που μπορεί να πέσει, έναν υπουργό που μπορεί να παραιτηθεί ή ακόμα και μια κυβέρνηση που μπορεί να φύγει, μόνο. Η ανατροπή των μνημονίων απαιτεί μια μάχη διαρκείας, που η νικηφόρα έκβασή της θα κλονίσει συθέμελα το καθεστώς, την κυριαρχία των δυνάμεων του κεφαλαίου, την ηγεμονία της αγοράς, θα ανοίξει δρόμους για κοινωνικούς μετασχηματισμούς και αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης υπέρ των δυνάμεων της εργασίας και της Αριστεράς. Θα φέρει, όχι απλά σταμάτημα της επίθεσης αλλά και κατακτήσεις για μια καλύτερη ζωή για την πλειοψηφία. Και βέβαια, θα είναι μια νίκη επαναστατικής πνοής που θα φέρει πιο κοντά την προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης.

Σαφώς δεν είναι εύκολος δρόμος, είναι όμως ο μόνος που μπορεί να σταματήσει το δρόμο προς την καταστροφή. Ο δρόμος αυτός απαιτεί μια μεγάλη τομή πρώτα και κύρια στους ίδιους τους μαζικούς αγώνες του λαϊκού κινήματος, σε κάθε αγωνιστή, σε κάθε εργαζόμενο και νέο.

Είναι αναγκαίο ένα αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής που θα συνενώσει όλα τα αγωνιζόμενα τμήματα σε ένα πλειοψηφικό ρεύμα. Την επίθεση μόνο το κίνημα μπορεί να την ανατρέψει, γιατί η ανατροπή δεν μπορεί να είναι ένας εύκολος εκλογικός περίπατος. Άρα μπροστά και οργανωμένος, ο λαός!
Δεν μπορεί στην ηγεσία αυτής της μάχης να βρίσκονται οι ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, οι Παναγόπουλοι που πια άνετα αισθάνονται όταν δειπνούν με τη Μέρκελ ή τον πρόεδρο του ΣΕΒ παρά σε μια απεργία. Είναι απαίτηση των καιρών, η ανεξάρτητη, από τα κάτω, οργάνωση των σωματείων, των λαϊκών συνελεύσεων, των αγωνιστικών επιτροπών. Για αυτό το στόχο είναι αναγκαία η, μεγαλύτερη από ποτέ, κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς, ενάντια στην υποταγή και τον μοναχικό δρόμο. Άρα, πρώτο ζητούμενο το πολιτικό, ταξικά ανασυγκροτημένο, εργατικό κίνημα και η «Βουλή των κάτω» ενάντια στα αστικά κοινοβούλια.

Για να γίνουν τα παραπάνω, είναι αναγκαία μια ισχυρή αντικαπιταλιστική Αριστερά, στους αγώνες και τις εκλογές. Μια Αριστερά που μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα πρώτα και κύρια στο ίδιο το κίνημα, επιβάλλοντας την αγωνιστική ενότητα και την ανυπότακτη πάλη. Αλλά και μια Αριστερά που μπορεί να δώσει συνέχεια, προοπτική και συνολικό περιεχόμενο. Μπορούν να εκφράσουν αυτόν τον αγώνα τα δύο κόμματα της διαχειριστικής Αριστεράς; Το ΚΚΕ που αρνείται την ανατροπή στο σήμερα, καταγγέλλει όσους αγώνες δεν ελέγχει, απουσιάζει από μεγάλες μάχες, όπως το κίνημα των πλατειών ή οι διαδηλώσεις στις παρελάσεις, και παραπέμπει τα πάντα σε μια θολή λαϊκή εξουσία. Ή μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ, του ευρώ και της Ε.Ε., που βλέπει το κίνημα μονάχα σαν τροφοδότη ή ψηφοφόρο κυβερνήσεων και αρνείται τον πρωτοπόρο-αυτοτελή ρόλο του, φτάνοντας έτσι να υποτάσσεται σε κρίσιμες στιγμές, όπως την 25η Μαρτίου ή στην απεργία για τους χαλυβουργούς στον Βόλο;

Όχι, χρειάζεται μια αριστερά που τα όνειρά της βρίσκονται σε μια άλλη κοινωνία και όχι σε έδρανα και κυβερνητικά οφίτσια. Μια Αριστερά του ίδιου του αγωνιστή, της δημοκρατίας, όχι των μηχανισμών και των μαχαιρωμάτων για τις θέσεις. Μια Αριστερά που δεν φοβάται να τα βάλει με τα θεμέλια του καπιταλισμού ούτε αρέσκεται στην αδιέξοδη διαμαρτυρία, αλλά μπαίνει μπροστά για να πάρει ο λαός τις τύχες του στα χέρια του.

Αυτή την Αριστερά εκφράζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μια αριστερά που χρόνια ζει μέσα στους αγώνες αλλά σήμερα εμφανίζεται πιο ισχυρή, πιο ενωτική και πιο μαζική από ποτέ. Έτσι, η στήριξη στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι στήριξη στην υπόθεση της ανατροπής της επίθεσης.