Μαζική και ουσιαστική η πολιτική εκδήλωση του ΝΑΡ στην Αθήνα

Με ιδιαίτερη επιτυχία και μαζικότητα πραγματοποιήθηκε σε αμφιθέατρο της ΑΣΟΕΕ (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας) το βράδυ της Δευτέρας 25 Φλεβάρη 2019, η πολιτική εκδήλωση του ΝΑΡ και της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση

Σε μια περίοδο πυκνών και σύνθετων πολιτικών εξελίξεων και αναβαθμισμένων καθηκόντων για τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής Αριστεράς, το ΝΑΡ και η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση πραγματοποίησαν ανοικτή εκδήλωση τη Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου στις 7.30 μ.μ. στην ΑΣΟΕΕ.

Θέμα της εκδήλωσης ήταν: Η σύγχρονη κομμουνιστική Αριστερά στη νέα φάση. Σφήνα ανατροπής των ευρωμνημονίων, των πολεμικών κινδύνων, του αντιδραστικού διπολισμού.

Την εκδήλωση άνοιξε η Βαγγελίτσα Δινοπούλου, στέλεχος του ΝΑΡ που συντόνισε και την συζήτηση (δείτε εδώ video με το άνοιγμα). Εισηγητικά μίλησαν ο Παναγιώτης Μαυροειδής, μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ (δείτε εδώ video με την ομιλία του) και ο Σπύρος Ρούμπας, μέλος του ΚΣ της νΚΑ (δείτε εδώ video με την ομιλία του). Την οπτικοακουστική κάλυψη και τα video έκανε η ιστοσελίδα αντικαπιταλιστικής ενημέρωσης pandiera.gr την οποία ευχαριστούμε. 

Όπως ανακοινώθηκε, η εκδήλωση αυτή αποτέλεσε την έναρξη μιας σειράς πολιτικών εκδηλώσεων και συσκέψεων του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, με αφορμή τόσο την έκδοση της Προγραμματικής Διακήρυξης όσο και την πολιτική εξόρμηση με το προγραμματικό κείμενο στους εργαζόμενους, τους νέους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Επιδίωξη, όπως τονίστηκε στο άνοιγμα, είναι η συζήτηση με όλο το δυναμικό και τους αγωνιστές για την μάχιμη παρέμβαση μιας σύγχρονης κομμουνιστικής αριστεράς στο πολιτικό πεδίο, στους αγώνες και το κίνημα, αλλά και τα στρατηγικού χαρακτήρα βήματα της συγκρότησης της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα, με την ανάπτυξη πρωτοβουλιών για το σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα.

Ο κομμουνιστικός πολιτικός εξοπλισμός ενός ευρύτερου πρωτοπόρου δυναμικού αποτελεί ισχυρό εφαλτήριο για την αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων και την αποτελεσματική παρέμβαση σε όλα τα επίπεδα, υπογραμμίζει η ΠΕ του ΝΑΡ καλώντας παράλληλα σε μαζική συμμετοχή στις εκδηλώσεις και συσκέψεις του επόμενου διαστήματος και στην ενίσχυση των πρωτοβουλιών διαλόγου και συσπείρωσης για το αναγκαίο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα της εποχής μας.

Στην εκδήλωση παραβρέθηκε και μίλησε επίσης ο Γραμματέας του Εργατικού Επαναστατικού Κόμματος (ΕΕΚ) Σάββας Μιχαήλ. Παρεμβάσεις έκαναν επίσης ο Άγγελος Χάγιος και ο Αντώνης Δραγανίγος, μέλη της Π.Ε. του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, κ.ά.

Αναλυτικά οι ομιλίες:

Πρώτος ομιλητής στην εκδήλωση ήταν ο Παναγιώτης Μαυροειδής, μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ. Ολόκληρη η ομιλία του:

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Έχουμε -λένε- επιστρέψει στην κανονικότητα. Ποια είναι αυτή, αλήθεια;

Εκατοντάδες χιλιάδες και εκατομμύρια άνθρωποι στοιβάζονται στις ουρές για να πάρουν επίδομα θέρμανσης, διότι αδυνατούν να πληρώσουν πετρέλαιο,

Να πάρουν επίδομα ενοικίου διότι αυτό δε βγαίνει,

Να μπουν στο κοινωνικό τιμολόγιο, διότι δεν μπορούν να πληρώσουν το ρεύμα,

Άλλοι στριμώχνονται να συμπληρώσουν τα απαραίτητα μέσω του λεγόμενου κοινωνικού μερίσματος,

Εκατοντάδες χιλιάδες διαβάζουν με αγωνία τις ρυθμίσεις για τα λεγόμενα κόκκινα δάνεια και τον μεγαλύτερο πλέον κίνδυνο πλειστηριασμού και απώλειας του σπιτιού.

Νέοι άνθρωποι, αλλά και πολύ μεγαλύτεροι, τρέχουν από Δήμο σε Δήμο και γραφεία ΟΑΕΔ για τη μια ή την άλλη αίτηση, για τούτο και εκείνο το πρόγραμμα της μερικής απασχόλησης ή κάποιων μηνών απασχόληση των 500 ή και 400 ή και 300 ευρώ.

Μια έρευνα του ΙΟΒΕ της περασμένης βδομάδας μόλις, αναφέρει ότι 2 στους 3 πολίτες αδυνατούν να καλύψουν τα βασικά τους έξοδα.

Όσοι έχουν βυζαίνουν τις οικονομίες τους, άλλοι δανείζονται, άλλοι απλά δε συμπληρώνουν, καταφεύγοντας ακόμη και σε συσσίτια της εκκλησίας που καλά κρατούν… Η εργατική γενοκτονία σε εποχή ολοκληρωτικού καπιταλισμού, δικτατορίας των αιματηρών πλεονασμάτων και επιβολής του δημοσιονομικού σφαγείου της ΕΕ σε όλο της το μεγαλείο.

Υπάρχουν δύο εντελώς διαφορετικά διαβάσματα αυτής της πραγματικότητας.

Το πρώτο είναι αυτό της κορδωμένης αυταρέσκειας, όπως εύστοχα το αποκάλεσε η Μαριάννα Τζιαντζή σε μια επιφυλλίδα της στο ΠΡΙΝ, αναφερόμενη στην κυβερνητική ρητορική για δήθεν έξοδο από τα μνημόνια και επιστροφή στην κανονικότητα.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (όπως και οι προηγούμενες):

- Αποσιωπά τη μεγάλη εικόνα της οικονομικής δυσπραγίας, εστιάζοντας στα γλίσχρα συμπληρώματα που δήθεν δίνει φιλεύσπλαχνα.

- Παριστάνει τον καλοκάγαθο παππά που μοιράζει αντίδωρα, πληρωμένα από ένα παγκάρι όχι δωρεών, αλλά αιμοδοτημένα από τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους φτωχούς αγρότες, τους μικροεπαγγελματίες, μέσα από τα πλεονάσματα σύνθλιψης της εργατικής τάξης και σωτηρίας του ευρώ και της ΕΕ, τη διαρκή ευρωλιτότητα, τους μισθούς πείνας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, την άγρια περιστολή των κοινωνικών καλύψεων.

- Οι κυβερνώντες χαίρονται με την ταπείνωση των ανθρώπων, την τοποθέτηση τους σε αναξιοπρεπή θέση, θεωρώντας ότι έχοντας αυτοί την «ανάγκη» τους, θα σταθούν γονατιστοί, αλλά και κρατώντας τη μύτη τους θα φτάσουν και στην κάλπη, ενισχύοντας τους.

Αυτή είναι η εξέλιξη και κατάντια της κυβερνώσας «αριστεράς».

Από τη μια, συνεχίζουν και βαθαίνουν στην εφαρμογή μιας αντεργατικής ευρώδουλης μνημονιακής πολιτικής.

Από την άλλη, προκαλούν, ποντάρουν στην καλλιέργεια των μειωμένων προσδοκιών, με την απειλή του φόβου, εκθέτοντας κάθε έννοια αριστεράς, νομιμοποιώντας έτσι τα τέρατα της ακροδεξιάς.

Την ίδια στιγμή ο Μητσοτάκης, όλα αυτά τα αντίδωρα τα ονομάζει παροχές. Δηλαδή παραπανίσια χαρίσματα και μάλιστα “πλουσιοπάροχα”, δίνοντας έτσι το μέτρο της αντίληψης της ΝΔ: Συνέχεια και ένταση της μνημονιακής αντεργατικής πολιτικής σε όλα τα επίπεδα, υποσχόμενη παράλληλα απαλλαγή φόρων και κάνοντας και άλλους σχετικούς τεμενάδες στο μεγάλο κεφάλαιο και τα αφεντικά της στην ευρωζώνη.

Η δική μας ματιά ωστόσο, δε βλέπει μόνο ανθρώπους που πάσχουν ή/και γίνονται αντικείμενο εξαπάτησης και αισχρής ψηφοθηρίας.

Βλέπουμε και ανθρώπους, ρεύματα ολόκληρα που στέκονται ολόρθοι και αντιστέκονται. Η ταξική πάλη, με ορατό ή υπόκωφο μοριακό τρόπο, είναι πάντα παρούσα. Πρέπει ωστόσο να έχει κανείς μάτια και αυτιά προς αυτήν. Αλλά και σκοπό και ενεργό ρόλο. Όχι θέση παρατηρητή και μισότυφλου ή βαρήκοου καταγραφέα.

Ξέρουμε καλά που βρισκόμαστε. Έχουμε προσωρινή ήττα και υποχώρηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος και της αριστερής κομμουνιστικής πολιτικής. Υπάρχουν πολιτικές αιτίες και ευθύνες για αυτό που δεν πρέπει να προσπερνιούνται.

Είμαστε, ωστόσο, σε αντιπαράθεση με τις απόψεις που ποντάρουν στην απογοήτευση, υστερόβουλα, για να δικαιολογήσουν τη δική τους, χαμηλών προσδοκιών, διαχειριστική πολιτική εντός του μνημονιακού πλαισίου και του καπιταλισμού γενικά.

Σε αντιπαράθεση και με όσους εύχονται κινηματική νηνεμία προσδοκώντας απλά εκλογικές ενισχύσεις και στηρίξεις πασπαρτού, χωρίς αρχές, συναθροίζοντας αλογοπορτόκαλα, από πρώην κυβερνητικούς ακολούθους του ΣΥΡΙΖΑ και υμνητές της ΕΕ, έως και ρετάλια από το ΠΟΤΑΜΙ.

Σε αντιπαράθεση με άλλους, που ονειρεύονται εκλογικούς συνεταιρισμούς στο πόδι, ακυρώνοντας έτσι την αναγεννητική, ανατρεπτική αύρα της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς.

Εμείς, ναι, εστιάζουμε περισσότερο στην πολιτική σημασία πρωτοβουλιών όπως αυτή της απεργίας της 1ης Νοέμβρη και τη μεγάλη συζήτηση που προκάλεσε ή στο δημιουργικό σοκ που αποτέλεσε η τοποθέτηση του ΝΑΡ ενάντια στη λεγόμενη «κοινωνική συμμαχία» της 30ης Μαίου πέρυσι.

Αντλούμε αισιοδοξία από την αποφασιστική αντιεθνικιστική αντιφασιστική δράση στα σχολεία από τους εκπαιδευτικούς του ΝΑΡ και των Παρεμβάσεων και μαθητών του "Ανυπότακτου", όταν άλλα ρεύματα της αριστεράς εθελοτυφλούσαν ότι το σύνθημα «η Μακεδονία είναι ελληνική», είναι εν δυνάμει αντιιμπεριαλιστικό ή έστω πολλών αναγνώσεων.

Σκύβουμε πάνω στα διδάγματα από τις μεγάλες κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών ενάντια στην ελαστική εργασία, αλλά και από τις καθημερινές μάχες στον ιδιωτικό τομέα ενάντια στις απολύσεις, για τα δώρα, για τις άθλιες διακρίσεις σε βάρος των γυναικών ή την εργοδοτική αυθαιρεσία κάθε είδους, σε μια εποχή που πράγματι το θεσμικό πλαίσιο και το λεγόμενο εργατικό δίκαιο είναι η χαρά του εργοδότη.

Δίνουμε απολογισμό για τις τοποθετήσεις μας για τα ελληνοτουρκικά, το Μακεδονικό και τις ΑΟΖ, τον κίνδυνο του πολέμου, την καλλιέργεια του εθνικισμού και σωβινισμού στο όνομα της πατρίδας, την οικοπεδοποίηση και παράδοση των θαλασσών στις πολυεθνικές εξόρυξης και τις φρεγάτες, σε μια προοπτική ενός νέου γύρου αιώνων οικονομίας του πετρελαίου, των ορυκτών καυσίμων και της περιβαλλοντικής καταστροφής. Θα σταθεί αναλυτικά ο σύντροφος ο Σπύρος.

σύντροφοι και συντρόφισσες,

Ο πήχης, όχι μόνο με τις αποφάσεις του 4ου συνεδρίου του ΝΑΡ, ή της πρόσφατης Προγραμματικής Συνδιάσκεψης, αλλά λόγω των γενικότερων εξελίξεων, είναι αλήθεια πως έχει ανέβει πολύ ψηλά.

Μας τυλίγει η συνθετότητα της ιστορικής περιόδου, όντας κινούμενοι εντός της και συχνά αδυνατούμε να δούμε ολόκληρη την εικόνα της. Είμαστε εντός της δίνης μιας αργοσερνόμενης κρίσης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, του φαντάσματος των απειλών από την εκτιμώμενη νέα παρόξυνσή της σε παγκόσμιο επίπεδο, την άνοδο των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών, αλλά κυρίως είμαστε εντός μιας εποχής που στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, επιχειρείται μια προληπτική αντεπανάσταση όχι μόνο για την υποβάθμιση της θέσης της εργατικής τάξης, αλλά και για την συντριβή της προοπτικής ενός νέου γύρου εργατικών και κομμουνιστικών επαναστάσεων. Έχει τη σημασία του όταν ο ίδιος Τραμπ δηλώνει μέσα στο Κογκρέσο ότι δε θα «επιτρέψει οι ΗΠΑ να γίνουν σοσιαλιστικές».

Πρέπει να ενώσουμε τις εικόνες, να βρούμε το συνδετικό τους νήμα, αλλά και το υπόβαθρο που τις ορίζει.

Το πεδίο των κοινωνικο-πολιτικών, αλλά και των πολιτισμικών-θεωρητικών αντιπαραθέσεων εντός του οποίου δρα η αντικαπιταλιστική κομμουνιστική αριστερά, αλλάζει ταχύτατα.

Ποτέ άλλοτε η πρόσληψη των διεθνών εξελίξεων στην εσωτερική πολιτική συζήτηση και αντιπαράθεση, δεν ήταν τόσο άμεση. Ας σκεφτούμε μόνο την κουβέντα για τη Βενεζουέλα και την επαπειλούμενη ανοιχτή επέμβαση των ΗΠΑ για ανατροπή του Μαδούρο, τη Βραζιλία και την επέλαση του ακροδεξιού Μπολσονάρου στο φόντο της τραγικής υποχώρησης της «ροζ παλίρροιας» των αριστερών κυβερνήσεων στην αμερικάνικη ήπειρο ή ακόμη για τα «κίτρινα γιλέκα» στη γειτονική μας Γαλλία.

Συχνά, υπάρχει μια απλουστευτική πρόσληψη στην κατανόηση της αναδιάταξης των πολιτικών ρευμάτων, ώστε να αναδεικνύεται ως κύριο και μοναδικό στοιχείο σε όλο τον κόσμο η άνοδος της ακροδεξιάς, νεοφασιστικών ή μεταφασιστικών κινημάτων. Στο φόντο αυτό, τίθενται διλλήματα αλλά και απαντήσεις της παλιάς εποχής, δηλαδή «μέτωπο όλων εναντίον της ακροδεξιάς για την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας ή/και της θεσμικής κατάχτησης της ενωμένης Ευρώπης».

Δεν είναι τυχαίο ότι αυτός ακριβώς είναι ο άξονας της πολιτικής στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ για τις ευρωεκλογές. Αυτό είναι και το μόνιμο ρεφραίν του Μακρόν στην προσπάθεια να περισωθεί από την βαθειά κοινωνική δυσαρέσκεια, αλλά και της Χριστιανοδημοκρατίας στη Γερμανία. Είναι μια θεώρηση όχι μόνο λαθεμένη αλλά και επικίνδυνη, καθώς αυτό το «αντι-νεοακροδεξιό μέτωπο» ως βασική ορίζουσα της πολιτικής συζήτησης αποτελεί συνταγή επιτυχίας και «νομιμοποίησης» της ακροδεξιάς από τη μια, και, από την άλλη, δρόμο πολιτικής ενσωμάτωσης και ουράς αριστερών δυνάμεων στον «δημοκρατικό» πόλο του συστήματος.

Το πρώτο στοιχείο της πολιτικής αναδιάταξης δυνάμεων, συνίσταται στο ότι τα κλασσικά αστικά συντηρητικά κόμματα σ’ όλο τον κόσμο, με διαφορετικές ταχύτητες, υπερσκελίζονται και μεταλλάσσονται σε μια νέα μορφή ριζοσπαστικής, επιθετικής ακροδεξιάς.

Η δεξιά της εποχής μας, ο συντηρητικός πόλος του αστικού διπολισμού, διαμορφώνεται με νέα προτάγματα και κύρια έμφαση στον εθνικισμό, τη στρατιωτική ισχύ, το ρατσισμό, τις συντηρητικές κοινωνικές αξίες αλλά και την πολεμική κραυγή στο όνομα της υπεράσπισης της πατρίδας από τους εχθρούς. Το γνωστό μας από τη χούντα, «πατρίς-θρησκεία- οικογένεια», βρίσκεται σε παγκόσμια άνθηση. Ακόμη και στην περίπτωση των ΗΠΑ που αναντίρρητα διατηρεί το ρόλο της πιο επιθετικής χώρας σε όλο τον κόσμο, μιλούν για άμυνα(!) ανακαλύπτοντας «εισβολή» και «απειλή», εννοώντας τους ξυπόλυτους μετανάστες και πρόσφυγες.

Και όμως, είχαμε δυνάμεις που μιλούν στο όνομα της αριστεράς, οι οποίες, στο όνομα της πάλης κατά της «παγκοσμιοποίησης» αφηρημένα και της «υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας» σε μια ανιστορική πρόσληψή της, είδαν, με επικίνδυνη αφέλεια, θετικά τόσο την άνοδο του Τραμπ, όσο και την ανάδυση του Σαλβίνι και τη δημαγωγική ρητορική του ενάντια στις Βρυξέλλες, την οποία φυσικά στη συνέχεια την έκανε γαργάρα.

Από μια ορισμένη άποψη, η εξέλιξη αυτή βάζει τέλος στην εποχή του «Δεν υπάρχει εναλλακτική», παρουσιάζοντας επιθετικά ως εναλλακτική, ακριβώς μια αντιδραστική εξέλιξη στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της εποχής μας, συντρίβοντας κοινωνικές κατακτήσεις και πολιτικές συμβάσεις που ήταν απότοκα της ταξικής πάλης στα προηγούμενα στάδια του, καθώς και της εποχής των εργατικών επαναστάσεων.

Απέναντι σε αυτή τη νέα ριζοσπαστική, δηλαδή απολύτως αντιδραστική κοινωνικά, δεξιά, διαμορφώνεται μια νέα μορφή του υποτιθέμενου διαμετρικού άκρου της, δηλαδή του λεγόμενου δημοκρατικού πόλου του αστικού διπολισμού.

Από την Κλίντον ως το SPD και το ΣΚ Ισπανίας, ο πόλος αυτός κυρίως αντιπροσωπεύει το κλασσικό νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, υποστηρίζοντας ιδεολογικά την ελεύθερη αγορά χωρίς «μονοπωλιακές ρυθμίσεις», την «παγκοσμιοποίηση»/καπιταλιστική διεθνοποίηση χωρίς «εθνικούς προστατευτισμούς». Συχνά έχει ακόμη πιο επιθετική πολεμική ρητορική, ταυτίζοντας το ΝΑΤΟ με τον στρατιωτικό επιτηρητή της «παγκοσμιοποίησης» και της καπιταλιστικής επέκτασης, με άρνηση των τάσεων «εθνικής περιχαράκωσης».

Το κύριο πεδίο διαφοροποίησης από το δεξιό/ακροδεξιό μπλοκ, βρίσκεται όχι στο πεδίο του κοινωνικού ζητήματος, αλλά στο πολιτισμικό πεδίο και σε αυτό του κοινωνικού φιλελευθερισμού.

Το τρίτο στοιχείο, είναι η υποχώρηση και διαλυτική κρίση της ρεφορμιστικής αριστεράς της προηγούμενης περιόδου. Από τη Βραζιλία και το Ελ Σαλβαδόρ, ως τους PODEMOS, τη DIE LINKE και το ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε αλλαγή υποδείγματος: Το τρίπτυχο «καπιταλισμός στην οικονομία/ουδέτερο εκδημοκρατισμένο κράτος/προοδευτικό πρόσημο στο πεδίο της αναδιανομής μέσω αριστερής κυβέρνησης» οδηγήθηκε σε αποτυχία παντού, από τη Βραζιλία ως την Ελλάδα, στο φόντο της καπιταλιστικής επιθετικότητας, της στασιμότητας στην καπιταλιστική ανάπτυξη και της ανόδου της ακροδεξιάς.

Κυριαρχεί πλέον στη γραμμή τους, η υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας, αλλά και των πολιτικών μορφών που αντιπροσωπεύουν την καπιταλιστική διεθνοποίηση όπως η ΕΕ, έναντι του κινδύνου της ακροδεξιάς. Από άποψη συμμαχιών, η ρεφορμιστική αριστερά ενσωματώνεται σχεδόν πλήρως στον αστικό «δημοκρατικό πόλο» όπως κάνουν με παραλλαγές οι Podemos στηρίζοντας τους Σοσιαλιστές στην κυβέρνηση στην Ισπανία, το ίδιο και το ΚΚ στην Πορτογαλία, η αριστερά των Εργατικών στους ενιαίους Εργατικούς του Κόρμπιν που τάσσονται ανοιχτά υπέρ της ΕΕ αλλά και του ΝΑΤΟ, το ρεύμα των σοσιαλιστών του Σάντερς στο Δημοκρατικό Κόμμα, που στηρίζει ακόμη και την επέμβαση των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα.

Σε άλλες περιπτώσεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, η δήθεν αριστερά αυτού του τύπου, καθίσταται ο φορέας συγκρότησης του αστικού «δημοκρατικού» πόλου, συσπειρώνοντας από τμήματα της Καραμανλικής δεξιάς έως και απολειφάδια του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ.

Όλα λοιπόν πάνε αναπότρεπτα δεξιά; Κατά τη γνώμη μας, η κοινωνία δεν μένει σε κατάσταση tabula rasa απέναντι σε όλα αυτά. Κινείται, μάχεται, συγκροτούνται ρεύματα κοινωνικής και πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης που δίνουν σκληρές μάχες, με εμφανές ωστόσο το πρόβλημα του πολιτικού μετασχηματισμού τους, της κατάκτησης πολιτικού ρόλου ικανού να λειτουργήσει ως σφήνα συνολικής ανατροπής σε αντικαπιταλιστική επαναστατική κατεύθυνση.

Εξ αιτίας, ακριβώς αυτής της διάταξης δυνάμεων και ειδικότερα της απουσίας επαναστατικής στρατηγικής στην αριστερά, τα ρεύματα κοινωνικής ριζοσπαστικοποίησης, συγκροτούνται σε απόσταση από την αριστερά, αν και όχι σε αντίθεση. Η αντιφατική πείρα από τα «κίτρινα γιλέκα» είναι χαρακτηριστική.

Το ζητούμενο δεν είναι μια εξωτερική προσπάθεια εκλογικού προσεταιρισμού με δημαγωγικές μεταμφιέσεις πχ να φορέσουν οι αριστεροί και κομμουνιστές κίτρινα γιλέκα για να τους μοιάζουν. Τα βλέπουμε και αυτά τα αστεία…

Το ζητούμενο είναι η στρατηγική ανασυγκρότηση της εργατικής πολιτικής, με όρους αντικαπιταλιστικού προγράμματος ρήξης και ανατροπής με κομμουνιστική έμπνευση και προοπτική.

Θέτουμε ανοιχτά σαν ΝΑΡ την ανάγκη μιας συνεκτικής απάντησης από μεριάς των μαχόμενων τμημάτων της εργατικής τάξης και της νεολαίας, βάζοντας τις απαραίτητες οριοθετήσεις και αποσαφηνίσεις.

Μια απάντηση με όρους εργατικής πολιτικής και όχι γενικής κοινωνικής διαταξικής σούπας για την «ανόρθωση» ή την «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας. Άλλο να μπαίνουν σε πρώτο πλάνο οι αυξήσεις μισθών και η μείωση των ωρών εργασίας, και άλλο η φλυαρία για τη «ρευστότητα».

Με όρους ταξικής πάλης και ανατρεπτικών αγώνων και όχι κυρίως κοινοβουλευτισμού.

Με όρους αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης προς και για την επανάσταση και όχι με όρους επίδειξης της δήθεν εφικτότητάς του εντός του πλαισίου.

Με όρους ρήξης με το καπιταλιστικό πλαίσιο, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ που κλυδωνίζεται από τη Βρετανία του Brexit ως την Ιταλία που πνίγει τους μετανάστες και από τη Γαλλία του Μακρόν της εργασιακής απορρύθμισης και της ακροδεξιάς Λεπέν, ως τη Γερμανία των mini jobs, και όχι με όρους αδύνατης συμβίωσης μαζί τους, όπως το βιώσαμε με το ΣΥΡΙΖΑ.

Τέλος, με όρους κομμουνιστικής προοπτικής, καθολικής απάντησης στα μεγάλα ζητήματα της ειρήνης, της δημοκρατίας, της εργασίας, του περιβάλλοντος σε εθνική και διεθνική κλίμακα.

Σύντροφοι και συντρόφισσες,

Τα παραπάνω έχουν πολύ συγκεκριμένα πολιτικά «δια ταύτα». Στην πολιτική γραμμή με την οποία στεκόμαστε στα μέτωπα των εργατικών αγώνων, στα μέτωπα του εθνικισμού, των δημοκρατικών ελευθεριών, των ελληνοτουρκικών, των ΑΟΖ, τη στάση απέναντι στο ζήτημα της αποδέσμευσης από την ΕΕ.

Επιτρέψτε μου μερικά σχόλια πάνω σε αυτά:

Πρώτο, είναι αλήθεια ότι διαχρονικά αλλά και με μια διαφορετική ποιότητα μετά το τελευταίο Συνέδριο μας, το ΝΑΡ, με την επιμονή του σε αυτή την επαναστατική οπτική, έχει ξεσηκώσει την «αντισεχταριστική» οργή πολλών άλλων ρευμάτων. Αυτή τη συζήτηση την επιδιώκουμε.

Δεν τα κάναμε όλα σωστά. Αλλού είναι τα «αλάθητα» κόμματα που αναγνωρίζουν στραβοτιμονιές μετά θάνατον και μετά από 100 χρόνια.

Αν είχαμε ωστόσο «μασήσει» στο ζήτημα του ΣΥΡΙΖΑ και της «αριστερής κυβέρνησης», όπως πολλοί μας συμβούλευαν επιστρατεύοντας τόμους Λένιν και Γκράμσι -που τους διαβάζουν ανάποδα-, είναι ζήτημα αν θα μπορούσε να σταθεί σήμερα ΑΝΤΑΡΣΥΑ και επαναστατική αριστερά. Στο γενικό πεδίο, θα έκανε πάρτι η ακροδεξιά και η δεξιά, αν η κομμουνιστική αριστερά είχε ταυτιστεί με το ΣΥΡΙΖΑ.

Αν είχαμε υποχωρήσει στην ανάδειξη του καθοριστικού ρόλου της ΕΕ στο σχεδιασμό και υλοποίηση της συνολικής αστικής στρατηγικής των μνημονίων και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, ένας θεός ξέρει σε πιο ακόμη πιο μακρινό υπερπέραν θα είχε μεταφερθεί από το ΚΚΕ αυτός ο ζωτικός στόχος ανατροπής, αλλά είναι ένα ζήτημα αν θα υπήρχε και μια ΛΑΕ που να προσπαθεί έστω με μισό και μασημένο τρόπο να αναγνωρίσει την ανάγκη κάποιας παραλλαγής αυτού του στόχου. Κυρίως όμως θα ήμασταν σε τρομακτική απόσταση από τη μαζική κοινωνική εμπειρία για το ρόλο της ΕΕ, ειδικά το καλοκαίρι του 2015 με το Δημοψήφισμα.

Δεν ξεχνάμε την πίεση (και από δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ παλιότερα), για ταύτιση με τη δήθεν διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ και την κατανόηση του Δημοψηφίσματος του 2015 ως κορυφαίας «πράξης ρήξης» από μεριάς του. Χωρίς να βλέπουν τότε, ότι ναι μεν ο λαός με το ΟΧΙ του απαντούσε θετικά και θαρραλέα στο ερώτημα της ρήξης που έθετε η ΕΕ και όχι ο Τσίπρας, αλλά από την άλλη, υπήρχε η στρατηγική υποταγής του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που ο Τσίπρας πέρυσι ονόμαζε σε Γαλλική εφημερίδα με αφορμή τη γνωστή βράβευσή του για τη διατήρηση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, ως «αναγκαία βαλβίδα δημοκρατικής εκτόνωσης».

Αν δεν είχαμε αρνηθεί την συμπερίληψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ τότε, σε ένα συνονθύλευμα αρχηγικού μετώπου, δηλαδή με την υπεράσπιση του προκυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ αλλά και της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους Βαρουφάκη και λοιπούς, ας μας πει κάποιος, αν σήμερα, που αυτή η ΛΑΕ είναι κομμένη από μόνη της σε τρία αρχηγικά μορφώματα με Λαφαζάνη, Κωνσταντοπούλου και Βαρουφάκη, με πολλαπλές αποχωρήσεις οργανώσεων και κυρίως με την υπόκλιση στον εθνικισμό στην οποία ρέπει συστηματικά, θα μπορούσαμε να μιλάμε με αξιοπιστία για αντικαπιταλιστική κομμουνιστική αριστερά.

Δεύτερο, οι πολιτικές συμμαχίες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν εννοούμε μόνο τις εκλογικές, πρέπει να ακτινοβολούν την επιλογή για ανεξάρτητο πόλο της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς. Να ενισχύουν τις τάσεις ριζοσπαστικοποίησης στην κοινωνία και όχι να τις καθηλώνουν ή να τις ακυρώνουν, με συμπερίληψή τους στη βάση των δήθεν «κοινών σημείων» και μιας παλιάς κοπής «αντιμνημονιακού μετώπου» και τελικά στο κατώτερο σημείο του κοινοβουλευτικού ρεφορμισμού.

Υπάρχει μια μεγάλη ζώνη αγωνιστών και πολιτικών ρευμάτων που συγκροτούν ένα ευρύ χώρο της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, αντιΕΕ αριστεράς, επαναστατικής και κομμουνιστικής, και εκεί εμείς απευθυνόμαστε, σε σαφή διάκριση από το ΚΚΕ και τη ΛΑΕ.

Τρίτο, συχνά δεχόμαστε την κριτική ότι κυριαρχούν στον άμεσο πολιτικό μας λόγο τα «όχι» και τα «κάτω». Μα ποια θα μπορούσε να είναι η ακροτελεύτια αφετηρία μιας αριστερής εργατικής πολιτικής, παρά μόνο ακριβώς η άρνηση του προκαθορισμένου πλαισίου και μέλλοντος για τον ελληνικό λαό; Με χρέος που θα πληρώνεται ως το 2060, με πρωτογενή 3,5% ως το 2022 και 2,2% ως το 2060, με τη δημόσια περιουσία υποθηκευμένη έναντι του χρέους για 99 χρόνια, με το δημοσιονομικό σύμφωνα να επιβάλει λιτότητα και εργασιακή απορρύθμιση στο διηνεκές, ναι αυτό που ζητούμε και το βγάζουμε πάνω πάνω είναι, όχι ένα στενό λεγόμενο δημοσιονομικό χώρο για μικρά ή μεγαλύτερα αντίδωρα, αλλά την απελευθέρωση του χωροχρόνου για τη ζωή της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Την έξοδο από αυτή την ιδιότυπη σκλαβιά. Την απελευθέρωση από τη λογική του κεφαλαίου που επικάθεται ως καρκίνωμα στο σύνολο της κοινωνικής ζωής. Αυτό το «ΟΧΙ στην ΕΕ» και το «έξω από αυτήν και το καπιταλιστικό πλαίσιο» το δικό μας, είναι η αφετηρία, η ζωτική προϋπόθεση για το «ναι» και το «μέσα» σε ένα αντικαπιταλιστικό και σοσιαλιστικό δρόμο.

Τέταρτο: ακόμη πιο συχνά, ακόμη και από φίλους στην αριστερά, μας επισημαίνεται πως αυτά είναι «ιδεολογικοί διαχωρισμοί» που διασπούν και δεν ενώνουν. Εδώ πρέπει να εξηγηθούμε κάπως θεμελιακά. Βαφτίζουν περιφρονητικά ως «ιδεολογία», κάθε θέση που μιλά για άρνηση του κόσμου και του πλαισίου ως έχει, κάθε θέση που προτείνει έξοδο από αυτό το πλαίσιο, καθότι αυτό είναι ίσως δίκαιο, αλλά μη εφαρμόσιμο.

Έτσι, τα προγράμματα εξόδου, βαφτισμένα ως ιδεολογικά, συνιστούν βαριά κατηγορία και τελικά ενοχή! Αντίθετα, απόδειξη αθωότητας θεωρείται η αποδοχή του πλαισίου ΕΕ, ΝΑΤΟ κεφαλαίου ως αδιατάρακτου, επιδεχόμενο μόνο εσωτερικές αλλαγές που δεν αλλάζουν την εντροπία του. Όσο για το πρόγραμμα, πραγματικό πολιτικό και όχι «ιδεολογικό», θεωρείται εκείνο το πρόγραμμα που είναι εφικτό τώρα, εντός του πλαισίου.

Με τη συλλογιστική αυτή, και την οποία ζήσαμε πολύ καλά μέσω του ΣΥΡΙΖΑ (ποιος θυμάται το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης κλπ), αλλά δεν έχουμε ξεμπερδέψει μαζί της, τα κοινωνικά αδιανόητα εμπεδώνονται ως λογικά και «φυσικά».

Με αυτή όμως τη λογική, εμείς σαν ΝΑΡ θα αναμετρηθούμε στα ίσα και θα εργαστούμε πρακτικά σε όλα τα επίπεδα. Αυτό αποτελεί δημόσια δέσμευσή μας. Θα συμβάλουμε ώστε να συμπυκνώνονται σε ανώτερο επίπεδο οι κινηματικές, πολιτικές, θεωρητικές μάχες και τομές και να συγκροτείται η πρωτοπορία σε όλα τα επίπεδα:

Για να ηγεμονεύσει στο ταξικό κίνημα η λογική της ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική, αλλά και τον υποταγμένο συνδικαλισμό. Για να συγκροτηθεί αυτοτελές ρεύμα εργατικής χειραφέτησης που θα υπερβεί προωθητικά τη σημερινή κατάσταση της αριστερής πτέρυγας και θα ανταποκριθεί σε άλλου επιπέδου μάχες, παίρνοντας πρωτοβουλίες Δυναμικό υπάρχει και έχει δράσει ενωτικά στις κρίσιμες μάχες, καμπές και τομές και μπορεί να συγκροτηθεί συλλογικά

Θα συμβάλουμε για να αναδειχτεί, θεωρητικά πολιτικά και πρακτικά, με τους όρους της νέας περιόδου, η υπόθεση μιας άλλης αριστεράς, του πόλου της αντικαπιταλιστικής, κομμουνιστικής αριστεράς. Με αυτή τη λογική διεκδικούμε ένα ποιοτικό άλμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με αποφασιστική υπέρβαση των προβλημάτων και των αδιέξοδων επιλογών είτε διάλυσής της σε ένα θολό αντιμνημονιακό μέτωπο με τελευταία εκδοχή αυτού την πρόταση για «κεντρική εκλογική και πολιτική συνεργασία με τη ΛΑΕ» που δε μπορεί πλέον να σταθεί, είτε σε κακέκτυπα περί ενιαίου μετώπου με τον αστικοποιημένο ΣΥΡΙΖΑ, στο όνομα του αντιφασισμού. Εμείς είμαστε με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ των αποφάσεων της 4ης Συνδ/ψης, των τοπικών επιτροπών που παλεύουν, συνεδριάζουν, αποφασίζουν συλλογικά όπως έκαναν σε κρίσιμες φάσεις του μετώπου. Θα πρωτοστατήσουμε, θα συμβάλουμε η επόμενη μέρα των εξελίξεων, εκλογών κλπ να βρει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενισχυμένη εκλογικά και πολιτικά και με μεγαλύτερο κύρος που θα αντλείται από την ωρίμανση της συνολικής της φυσιογνωμίας.

Θα συμβάλουμε για ένα αποφασιστικό βήμα στο ζήτημα των ζητημάτων, δηλαδή την ανάγκη για σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα. Έχουμε πίσω μας αρκετές πρωτοβουλίες που στηρίξαμε από κοινού με άλλους αγωνιστές. Την πετυχημένη Ημερίδα στο Μολύβι που καταπιάστηκε με ζητήματα της ιστορικής διαδρομής του κομμουνιστικού κινήματος. Τη συγκρότηση Προσωρινής Πρωτοβουλίας για το συντονισμό και κλιμάκωση των προσπαθειών. Τη συμβολή μας ως ΝΑΡ στο θεωρητικό εγχείρημα των Τετραδίων Μαρξισμού με την πολύτιμη συνεισφορά τους με το δικό τους αυτοτελή τρόπο. Κάποιοι σύντροφοι μας λένε ότι βιαζόμαστε, βασικά ωστόσο η κριτική είναι πως αργούμε.

Σε κάθε περίπτωση, σήμερα, φιλοδοξούμε σε ένα νέο σημαντικό βήμα δημόσιας ανακοίνωσης/δέσμευσης μέσω υπογραφών σε σχετικό κάλεσμα δυνάμεων και αγωνιστών, με την αναγκαία κοινωνικοταξική, γεωγραφική και πολιτική σύνθεση, για συντονισμό και επιτάχυνση των διαδικασιών, βάζοντας άξονες προγραμματικής συζήτησης, αλλά και διαδικασίες πανελλαδικής συγκέντρωσης αυτού του δυναμικού. Παράλληλα με νέα θεωρητικοπολιτική πρωτοβουλία και ημερίδα στα τέλη Μαρτίου για τη στάση της κομμουνιστικής αριστεράς απέναντι στην ΕΕ και τις καπιταλιστικές ολοκληρώσεις.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Δεν έχουμε δίλλημα κόμμα ή μέτωπο!

Οι στόχοι για μια νέα ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως συνεκτικού πόλου της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς, με μεγάλη τομή στη σημερινή της κατάσταση και για ένα νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους.

Και τα δύο εντάσσονται στη βασική στόχευση για συλλογική ανασυγκρότηση και συγκέντρωση σε ανώτερο προγραμματικό επίπεδο των πρωτοποριών του εργατικού κινήματος και της κομμουνιστικής αναζήτησης στην εποχή μας.

Άλλωστε -και εδώ είναι το ψαχνό-, συνδετικό κρίκο μεταξύ τους, αποτελούν ακριβώς εκείνοι οι αγωνιστές και αγωνίστριες, κομμουνιστές και κομμουνίστριες, οι ίδιοι λίγο ως πολύ, με διαφορετικές ταχύτητες και ιεραρχήσεις, που δίνουν τις μάχες παντού, στο εργατικό κίνημα, στα πολυποίκιλα πεδία των κοινωνικών μαχών, στην προσπάθεια του αντικαπιταλιστικού πολιτικού μετώπου, στο πεδίο της οργανωμένης κομμουνιστικής στράτευσης ή της θεωρίας.

Την αναβαθμισμένη προγραμματική και ισότιμη συνάντηση αυτού του δυναμικού προτείνουμε. Αν το πετύχουμε, θα έχουμε κάνει ένα τεράστιο βήμα που θα επιδράσει θετικά στα πάντα και τελικά στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης, θα ενισχύσει την υπόθεση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, αλλάζοντας τους συσχετισμούς στην αριστερά και γενικά στην κοινωνία.

_________________________________________________

Στη συνέχεια μίλησε ο Σπύρος Ρούμπας, μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση. Ολόκληρη η ομιλία του:

Συντρόφισσες & σύντροφοι,

Είναι κοινός τόπος πως διαμορφώνεται μια νέα πολιτική κατάσταση, έχουμε προχωρήσει σε μια νέα πολιτική φάση της περιόδου όπως διεξοδικά αναφέρθηκε ο Παναγιώτης. Από αυτή τη σκοπιά εξετάζουμε και προσπαθούμε να αναγνώσουμε τα νέα καθήκοντα του χώρου της επαναστατικής αριστεράς στο τοπίο αυτό. Είναι πιο καθαρό από ποτέ πως απαιτείται νέα πνοή στο πολιτικό πρόγραμμα, νέα ποιότητα καθηκόντων, νέα πνοή στους αγώνες και το κίνημα.

Προσπαθήσαμε έγκαιρα να αναδείξουμε τα στοιχεία της νέας φάσης. Βάσει αυτής της ανάλυσης ήδη στις πρώτες μάχες της «μεταμνημονιακής» περιόδου δείξαμε τι θεωρούμε πως έχει ανάγκη η νέα εποχή των αγώνων και της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Όλη μας η δράση, η πάλη στα επιμέρους μέτωπα και αγώνες λειτουργούν κάτω από αυτό το πρίσμα ή τουλάχιστον αυτό επιδιώκουν. Έτσι για παράδειγμα στο κρίσιμο μέτωπο του εργατικού κινήματος στηρίξαμε την πρωτοβουλία των σωματείων για απεργία από τα κάτω που πήρε μορφή του μπλοκ της 1ης Νοεμβρίου. Ήταν μια πρώτη αναγκαία τομή και ταυτόχρονα αφορμή για τη μεγάλη συζήτηση της εποχής μας, δηλαδή της ανάγκης ενός νέου εργατικού κινήματος ενάντια στον υποταγμένο συνδικαλισμό της ΓΣΕΕ & της ΑΔΕΔΥ. Καθοριστική επίσης ήταν η εμπειρία του αγώνα των αναπληρωτών, που έδωσαν την μάχη για δουλειά και αξιοπρέπεια. Προφανώς δεν έχουμε αυταπάτη πως η πρωτοβουλία αυτή στο επίπεδο στο οποίο βρίσκεται είναι επαρκής. Παρόλα αυτά, η πολιτική της ουσία εκτιμούμε πως είναι πολιτικά επικίνδυνη για το αστικό μπλοκ εξουσίας και δυνάμει πλειοψηφική γιατί:

  • Συγκρούεται με την προσπάθεια γονιδιακής μετάλλαξης του εργατικού κινήματος από πρωτοπόρα δύναμη εξελίξεων σε τμήμα του εθνικού κορμού, κοινωνικό εταίρο, παροπλισμένο, αδύναμο. Από αυτή τη σκοπιά ήρθαμε σε σύγκρουση με τη πανεθνική μέρα δράσης και την λογική της κοινωνικής συμμαχίας.
  • Είχε μεγάλα ποσοστά συμμετοχής στους κλάδους που την στήριξαν και έβαλαν πλάτη για την ανάπτυξη της. Ο λόγος της μαζικότητας της είχε να κάνει κατά βάση με την προοπτική της. Ο εργαζόμενος θα χάσει το μεροκάματο του σε μια απεργία που θα αφήνει παρακαταθήκες και θα έχει προοπτική.
  • Είχε στο κέντρο της τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης και ειδικά τη νεολαία. Δεν υποστηρίζουμε φυσικά κάποιον επιπλέον διαχωρισμό της τάξης ανάμεσα σε «γκριζομάλληδες» και νεότερους, είναι όμως καθαρό πως χωρίς την φρεσκάδα και την ζωντάνια της νέας εργατικής βάρδιας οι αγώνες δεν μπορούν να πάνε μακριά. Είχαν δικές τους μορφές και όργανα έξω και πέρα από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία
  • Ειδικά ο αγώνας των αναπληρωτών είχε μαχητικότητα, διάρκεια, ανεβασμένες μορφές και διεκδικητικότητα.

Πολύ σημαντική μάχη -στο πεδίο της νέας φάσης- αποτέλεσε και αποτελεί η πάλη του αντιπολεμικού κινήματος. Ο ρόλος της ελληνικής αστικής τάξης γίνεται πρωταγωνιστικός στην περιοχή και ταυτόχρονα τυχοδιωκτικός πυροδοτώντας κλίμα πολέμου και συγκρούσεων. Δυστυχώς, ενώ το σύνολο της αριστεράς και του κινήματος ασχολούνταν μόνο με τη στάση απέναντι στο ενδεχόμενο πολέμου εμείς με την παρέμβαση μας θέσαμε ένα άλλο πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης αυτό της αποτροπής του πολέμου και της προετοιμασίας του.

  • Έτσι φτιάξαμε πολιτικούς στόχους που να συγκρούονται με την κυβέρνηση, την επιθετική στάση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και προσπαθήσαμε να συγκροτήσουμε αντίστοιχη πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
  • Βάλαμε τη βάση συζήτησης για το χαρακτήρα του ανταγωνισμού Ελλάδας-Τουρκίας. Εκεί ήρθαμε σε αντιπαράθεση με την μονοδιάστατη αποθέωση της τουρκικής επιθετικότητας, αναδείξαμε, τις ευθύνες τις ελληνικής αστικής τάξης και διατυπώσαμε ξεκάθαρα πως ο ανταγωνισμός αυτός είναι επιθετικός για τους λαούς και αντιδραστικός από τις 2 πλευρές. Όλα γίνονται για την παράδοση των θαλασσών στις πολυεθνικές της ενέργειας και τις πολεμικές βιομηχανίες που θησαυρίζουν από τέτοιου είδους ανταγωνισμούς.
  • Στο κρίσιμο πεδίο των εξελίξεων γύρω από Μακεδονικό δεν υποταχθήκαμε ούτε στο ηγεμονικό -δυστυχώς- πατριωτικό -και ανοιχτά ακροδεξιό ρεύμα, που ενισχύει το φασισμό τη διχόνοια μεταξύ των γειτονικών λαών ούτε στο αστικό κοσμοπολιτικό ρεύμα που αποθέωσε το όνομα και δεν έβλεπε τη Νατοϊκή ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας και τη στοίχιση του στο επιθετικό μπλοκ του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Συγκρουστήκαμε με τις λογικές που έβλεπαν αλυτρωτισμούς στις γειτονικές χώρες είτε θεωρούσαν πως η συμφωνία είναι εθνικά επιζήμια και μειώνει την θέση της Ελλάδας στην περιοχή. Ήδη η Ελληνική Αεροπορία ανέλαβε την εναέρια επιτήρηση της Βόρειας Μακεδονίας σε συνέχεια της Αλβανίας και του Μαυροβουνίου.

Η υπάρχουσα αριστερά βρίσκεται πολύ κάτω από τον πήχη των απαιτήσεων.

Η ΛΑΕ επιμένει σε μια αδιέξοδη γραμμή που υποτάσσει τα πάντα στην μάχη των εκλογών και την είσοδό της στη βουλή. Π.χ. η στάση της στο ζήτημα του Μακεδονικού, των πολεμικών εξελίξεων και τον αντιδραστικό ανταγωνισμό Ελλάδας – Τουρκίας δεν πρέπει να ιδωθεί ως λάθος της γραμμής της. Είναι το αποτέλεσμα μιας γραμμής που από τη μια δεν αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις στα πλαίσια του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και από την άλλη επιμένει σε μια διαχειριστική γραμμή παραγωγικής ανασυγκρότησης χωρίς σύγκρουση με το κεφάλαιο την ΕΕ. Για αυτό γίνεται ουρά του εθνικισμού (δεν καταγγέλλει τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία), βλέπει αλυτρωτισμούς στους γείτονες λαούς και μονομερή επιθετικότητα της Τουρκίας βουτώντας βαθιά στα βρώμικα νερά της ακροδεξιάς για πιάσει ψήφους. Δεν συμβάλλει στην αναγκαία πάλη του εργατικού κινήματος καθώς συμπλέει πλήρως με την γραμμή των ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ.

Από την άλλη το ΚΚΕ υποτάσσεται και αυτό στους υπάρχοντες συσχετισμούς και δεν μπορεί να γίνει δύναμη ανατροπής. Δεν μπορεί να υπερβεί το καλεντάρι της ΓΣΣΕ, συντάσσεται με το παπαδαριό και τα αφεντικά στη Σάμο στα πλαίσια μιας εφικτής λύσης για το μεταναστευτικό, αναπαράγει και οξύνει το πολιτισμό της εξόντωσης κάθε κοντινού αριστερού. Μιλάει διαρκώς για τη μη ύπαρξη μακεδονικού έθνους, λαού και γλώσσας. Με τον ισχυρισμό ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια που έθεσε ο Στάλιν στο αντίστοιχο έργο του. Όλα τα κομμουνιστικά κόμματα αναγνωρίζουν σύγχρονο μακεδονικό έθνος, λαό και γλώσσα όταν ακόμα και σήμερα αδελφά κόμματα του ΚΚΕ όπως το ΝΚΡ στη Σερβία τοποθετείται στη σύγχρονη διαμάχη θεωρώντας σοβινιστικές τις ελληνικές θέσεις και επίθεση ενάντια στο δικαίωμα εθνικής αυτοδιάθεσης του Μακεδονικού λαού.

Αντιθέτως το ΚΚΕ μιλάει διαρκώς για απώλεια εθνικής μας κυριαρχίας, κίνδυνο στα σύνορα σπέρματα αλυτρωτισμού.

Συνεπώς υπάρχει ανάγκη για αλλαγή ρότας. Ουσιαστικό βήμα θεωρούμε πως έγινε στο πρόσφατο συνέδριο μας και την προγραμματική μας συνδιάσκεψη. Ένας από τους βασικούς μας στόχους ήταν η ανάγκη για μια πιο ώριμη και τεκμηριωμένη απάντηση των κομμουνιστικών δυνάμεων στη φάση αυτή. Δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατικό σχέδιο όσο αυτό δεν δένεται με μια σύγχρονη κομμουνιστική απάντηση. Όποιο σχέδιο δεν συνδέεται με ένα τέτοιο στόχο οπισθοχωρεί, τσακίζεται και ενσωματώνεται τάχιστα. Αναμφίβολα, εκείνος ο παράγοντας που απουσίασε σε μεγάλη κλίμακα όλα αυτά τα χρόνια, ήταν μια στρατηγικά εξοπλισμένα πολιτική πρωτοπορία. Απουσίασε, με άλλα λόγια, ένα τεκμηριωμένο και σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και σχέδιο. Η έλλειψη ενός τέτοιου στοιχείου, ήταν καταλυτική στο να ηγεμονευθεί το λαϊκό κίνημα από τις κυβερνητικές αυταπάτες που έσπειρε ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη λογική των ενδιάμεσων λύσεων και του «άμεσα εφικτού στόχου». Αλλά επίσης, η έλλειψη αυτή ήταν καταλυτική και στο επίπεδο των αγώνων, οι οποίοι σε όλες τις περιπτώσεις δεν μπορούσαν να ανέβουν επίπεδο στη διεκδικητικότητά τους, στις μορφές και στο περιεχόμενο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων από το αστικό στρατόπεδο και τον κυβερνητικό συνδικαλισμό.

Η τάση για το ξεπέρασμα της καπιταλιστικής κοινωνίας ξεπροβάλλει ακόμα και σε μια εποχή φαινομενικής παντοδυναμίας του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε οι εκμεταλλευτικές παραγωγικές σχέσεις του καπιταλισμού να δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να προσαρμοστούν. Φαίνεται πλήρως ανορθολογικό στην σημερινή εποχή της ελεύθερης διακίνησης μέσω ίντερνετ, το καπιταλιστικό κέρδος να απαιτεί copyright και αντίτιμο για την μουσική, τις ταινίες, τα βιβλία. Η σύγκρουση αυτή, που καθιστά τις καπιταλιστικές κρίσεις όλο και πιο συχνές - όλο και πιο σφοδρές, φτάνει σε τόσο οξυμένο επίπεδο, ώστε να αναδεικνύει με πιο εμφανή τρόπο το σύγχρονο δίλημμα: είτε θα υποταχθούμε στην ανορθολογικότητα αυτού του συστήματος, που η εμμονή του για κέρδος οδηγεί τον άνθρωπο και την φύση στα όρια της καταστροφής είτε θα ανατρέψουμε το σύστημα της εκμετάλλευσης και θα βαδίσουμε προς μια κοινωνία της απελευθέρωσης. Ενδιάμεσος δρόμος δεν υπάρχει!

Έτσι, στο κρίσιμο μέτωπο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ:

Κατά αρχάς θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε πως έχουμε την φιλοδοξία κι την στόχευση το σχέδιο μας -ειδικά στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ- να αποτελέσει πρωταγωνιστικό σχέδιο στη κοινωνία και όχι άλλο ένα σχέδιο στο σουπερμάρκετ της αριστερής πολιτικής.

Αν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ άντεξε πάνω από δέκα χρόνια, αν έχει γίνει ένα πανελλαδικά αναγνωρίσιμο πολιτικό ρεύμα με παρέμβαση σε εκατοντάδες χώρους δουλειάς και γειτονιές και πρωταγωνιστικό ρόλο στην νεολαία οφείλεται τόσο στην αγωνιστικότητα του δυναμικού της, όσο και σε ένα ισχυρό θεμέλιο στρατηγικής ενότητας, και επαναστατικής στόχευσης που χωρίς αυτό δεν μπορεί να σταθεί αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και μέτωπο σήμερα.

Δείτε για παράδειγμα την στάση απέναντι στην ΕΕ. Η αναγνώριση του βαθιά ταξικού και ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της ΕΕ, και η υιοθέτηση της ανάγκης για αντικαπιταλιστική ρήξη / αποδέσμευση αποτελεί σταθερό θεμέλιο που μας επιτρέπει να αποφεύγουμε την ταύτιση του αγώνα κατά της ΕΕ με τον «εθνικισμό». όπως κάνουν πολλά ρεύματα στην Ευρώπη, χαρίζοντας το δικαιολογημένο μίσος των λαών στον αστικό «ευρωσκεπτικισμό». Η την στάση της απέναντι στην Συμφωνία των Πρεσπών που προαναφέρθηκε.

Στόχος μας είναι να «πατήσουμε» πάνω στις κατακτήσεις αυτές για να πάμε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ακόμα πιο μακριά, στον δρόμο για το αντικαπιταλιστικό μέτωπο

Για να πάμε όμως πιο μακριά πρέπει να υπερβούμε τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Βλέπουμε τα προβλήματα αυτά όμως ως διπλή πρόκληση και όχι σαν βάρος. Από τη μια να καταφέρουμε να αντιστρέψουμε την αρνητική κατάσταση προς μια πιο στρατηγική ωρίμανση του μετώπου με ενίσχυση της ηγεμονίας των επαναστατικών ιδεών στο εσωτερικό της και από την άλλη μέσα από την αναγκαία διαπάλη-σύγκρουση να βγούμε πιο ισχυροί συνολικά στην κοινωνία την επόμενη ημέρα των αγώνων.

Δεν το κρύβουμε πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ όπως και συνολικά η Αριστερά χρειάζεται ΑΛΜΑ στη προγραμματικής της συγκρότηση. Στη συνείδηση του κόσμου ωριμάζει δυστυχώς ολοένα και περισσότερο η ιδέα της μνημονιακής σταθερότητας και η λαίλαπα της προηγούμενης δεκαετίας μοιάζει κανονικότητα. Σε αυτά τα νέα δεδομένα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να συνδέει καλύτερα, πειστικότερα πιο ολοκληρωμένα την μάχη για ψωμί, δουλειά, ειρήνη, ελευθερία με την πάλη για την διαγραφή του χρέους και την ρήξη έξοδο από την ΕΕ, τις εθνικοποιήσεις και τον εργατικό έλεγχο, την λαϊκή κυριαρχία και τις μορφές οργάνωση του αγωνιζόμενου λαού. Να σφυρηλατεί την επαναστατική προοπτική πολεμώντας πιο πειστικά τις κυβερνητικές και κοινοβουλευτικές αυταπάτες, που δυστυχώς ακόμα επανέρχονται, σαν φάρσα πλέον μετά την τραγωδία της εμπειρίας ΣΥΡΙΖΑ. Επιδιώκουμε πάνω σε αυτή την βάση να διαμορφώσουμε έναν μαζικό πολιτικό ενωτικό πόλο. Το έδειξαν οι πρωτοβουλίες που πήραμε για το Μακεδονικό, στην αντιπολεμική δουλειά και στο μαζικό κίνημα.

Δεν θέλουμε επίπλαστη ενότητα πόσο μάλλον εκλογική συγκόλληση στα πλαίσια της κλασικής λογικής της ενότητας για την ενότητα. Υποβάθμιση του αναγκαίου προγράμματος, ελάχιστος κοινός παρονομαστής κλπ. Τα παραδείγματα αυτού του σχεδίου δεκάδες.

Λένε διάφοροι καλόπιστοι και κακόπιστοι ότι το ΝΑΡ είναι σεχταριστικό και αυτό επιδρά διαλυτικά και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και κλείνουν την «ενότητα» σε όλες τις πτώσεις.

Τα ίδια μας λέγανε πριν από λίγα μόλις χρόνια όταν μας έλεγαν να συμπορευτούμε με το ΣΥΡΙΖΑ στο όνομα της «άμεσης λύσης» και της «πρώτης φορά αριστερής κυβέρνησης» που θα άνοιγε δρόμους κλπ. Τα ίδια μας λένε και τώρα. Όμως ας σταθεί ο καθένας και ας απαντήσει.

  • Γιατί οι άλλες δυνάμεις της αριστεράς δεν ανταποκρίθηκαν στα καλέσματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να δώσουν την μάχη ενάντια στα εθνικιστικά συλλαλητήρια; Γιατί ήτασν «στενά»; Η γιατί η λογική τους υποχωρούσε στην πίεση και τα ιδεολογήματα του ελληνικού εθνικισμού; Και τι θα λέει τώρα ένα εκλογικό κατέβασμα στην Θεσσαλονίκη η την Δυτ Μακεδονία ότι η Συμφωνία είναι κακή γιατί ενισχύει τον αλυτρωτισμό των γειτόνων ή γιατί βάζει την Β Μακεδονία στο ΝΑΤΟ επιβάλλοντας η Ελλάδα ανισότιμούς όρους; Η τίποτα;
  • Τι θα λέει μια εκλογική συμμαχία για τις ευρωεκλογές; Ότι θέλουμε ρήξη-αποδέσμευση από την ΕΕ σαν δρόμο και κρίκο για την συνολικότερη ρήξη με τον καπιταλισμό ή έξοδο από το ευρώ σαν μέσο για την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας δηλαδή της ανάπτυξης του καπιταλισμού;

Η γραμμή ρήξης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού και η γραμμή του «αντιμνημονιακού- πατριωτικού μετώπου» είναι δύο αντιλήψεις ασύμβατες. Δεν μπορούν να «ανασυντεθούν» στο μέσο όρο τους.

Αντίθετα σήμερα υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες αγωνιστές αλλά και δυνάμεις και ρεύματα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κινούνται πέρα από τα παλιά ρεφορμιστικά όρια. Όλον αυτόν τον κόσμο θέλουμε να βρούμε, να συνεργαστούμε, να παλέψουμε μαζί του, και με σταθερή πολιτική σχέση να επιλέξει το χαράκωμα της αντικαπιταλιστής αριστεράς.

Αλλά για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε ένα μέτωπο ριζοσπαστικό, δημοκρατικό, ενωτικό, ανοιχτό σε κάθε αγωνιστή που θέλει να παλέψει. Δεν μπορεί με τίποτα να είναι μια σημαία ευκαιρίας, αυθαίρετων και μονομερών επιλογών που τραυματίζουν, χώρος ζύμωσης για το ξεδίπλωμα και την επιβολή πολιτικών σχεδίων ενάντια στην εκφρασμένη πλειοψηφία, τόσο στην κατεύθυνση της επιβολής μιας συμμαχίας με τον ρεφορμισμό όσο και κομματικής καταγραφής στο όνομα του μετώπου  και ενάντια στο μέτωπο.

Στην υπόθεση μιας τέτοιας ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι δεσμευμένο το ΝΑΡ και μια τέτοια υπόθεση υπηρετεί ερχόμενο σε ρήξη εφόσον χρειαστεί με λογικές και πρακτικές που οδηγούν πίσω το μέτωπο.

Πιστεύουμε ακράδαντα ότι στηριγμένοι στην βάση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουμε δυνατότητα όχι μόνο να υπερβούμε τα προβλήματα, αλλά να κάνουμε ένα σοβαρό βήμα συγκέντρωσης δυνάμεων, να αλλάξουμε το τοπίο στην αριστερά και την κοινωνία

Μέσα σε όλο αυτό τον κυκεώνα των εξελίξεων και τις καταιγιστικές αλλαγές στην Αριστερά και το κίνημα ο ρόλος της νεολαίας είναι ιδιαίτερα κρίσιμος. Η νεολαία έχει μπροστά της χοντρά 2 δρόμους-μονομάτια:

  • από την μια να υποτάξει την προοπτική της στα αιματηρά πλεονάσματα και τους δημοσιονομικούς στόχους, στη ζωή λάστιχο, στα «τρελά» ωράρια, στην αμορφωσιά, στο πόλεμο, στη μετανάστευση, στο εσμό του φασισμού
  • είτε να οργανώσει απάντηση επαναστατική – άλμα και διέξοδο στη πορεία αυτή.

Ένα πρόσφατο παράδειγμα ενός τέτοιου σταυροδρομιού ήταν η εμπειρία της διαπάλης που έγινε στους μαθητές και στα σχολεία για το Μακεδονικό. Υπήρξε έντονη προσπάθεια η μαθητική νεολαία να γίνει δεκανίκι του εθνικισμού και του φασισμού, να πάρει ενεργό πολιτικό ρόλο αντίδρασης. Από την άλλη πλευρά όμως μέσα σε λίγες μέρες διαμορφώθηκε -και με τον καταλυτικό ρόλο της νΚΑ- το ανυπόταχτο μαθητικό κίνημα έστησε αντίπαλο δέος και έριξε αντιφασιστική σφαλιάρα.

Μέσα στη μιζέρια, τα αδιέξοδα και το μετεωρισμό που φαινομενικά βρίσκεται η νεολαία, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία στην κινητοποίηση της, ενάντια στην κρατική καταστολή για τη δολοφονία του νεαρού Νιγηριανού πρόσφυγα Εμπουκά μέσα στο ΑΤ ομόνοιας ή παλιότερα για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλο ή τη φυλάκιση της Ηριάνας.

Δεν φτάνει όμως μόνο αυτό. Υπάρχει ανάγκη στρατηγικής θετικής τοποθέτησης:

ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΑΛΛΙΩΣ!

Πρέπει να αναδείξουμε τις τεράστιες αντιθέσεις:

«Σήμερα οι 62 πλουσιότεροι άνθρωποι κατέχουν περισσότερο πλούτο απ’ ό,τι τα φτωχότερα 3,6 δισ. των ανθρώπων στη Γη». Ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός ένα σύστημα παράδοξο και σάπιο.

Ζούμε στην εποχή που υπάρχουν εκρηκτικές δυνατότητες με βάση την εξέλιξη της τεχνολογίας, της επιστήμης και της παραγωγικότητας των εργαζομένων. Όμως, με απαράβατο κανόνα την κερδοφορία του καπιταλισμού και όχι τις ανάγκες μας, ο καπιταλισμός συνεχίζει να παράγει «στρατιές των ανέργων» για να πέσουν τα μεροκάματα, και να ενισχυθεί ο «εμφύλιος των φτωχών».

Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να μας υποσχεθεί κανένα «αμερικάνικο όνειρο» που θα ξυπνήσει τη γενιά του πρόζακ, καμιά γη επαγγελίας που δε θα πουλιούνται φτηνά ναρκωτικά για να πεθαίνει η νεολαία, καμιά ζωή καριέρας και ψεύτικη κοινωνική καταξίωση. Το μόνο που μας υπόσχεται είναι η κουτσουρεμένη μόρφωση στα μέτρα των επιχειρήσεων, η καταστολή και ο κοινοβουλευτικός ολοκληρωτισμός, η ανεργία, ο πόλεμος και η μετανάστευση. Μια ζωή δίχως κανένα νόημα. Ο καπιταλισμός σαπίζει και δεν πρέπει να μας σύρει στο βούρκο του. Μπορεί και πρέπει να πάει αλλιώς!

Υπάρχει ανάγκη επαναστράτευσης και ενεργούς συστράτευσης στην υπόθεση αυτή. Γνωρίζουμε πολύ καλά πως μεγάλο κομμάτι του αριστερού δυναμικού της νεολαίας βιώνει τα αποτελέσματα των αδιεξόδων της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Οπισθοχωρεί και απογοητεύεται ταυτόχρονα με την υποχώρηση των αγώνων. Θέλουμε να ανατρέψουμε την κατάσταση αυτή. Θέλουμε στη θέση της πολιτικής ανυμπόριας, του «δεν μπορούμε», του «παλέψαμε και χάσαμε», της αποχής, της ψήφου διαμαρτυρίας-εξαγνισμού στο ισχυρό του αριστερού συσχετισμού, του απομονωτικού «εμείς εμείς οι μόνοι συνεπείς» να πάρει θέση η ενεργή πολιτική δράση μέσα στην ρίζα, την καρδιά του πιο βασανιστικού, δύσκολου αλλά αναγκαίου σύγχρονου «τι να κάνουμε;».

Αντί επιλόγου

Δεν πιστεύουμε ότι κατέχουμε την απόλυτη αλήθεια. Ούτε παρουσιάζουμε έναν έτοιμο αλγόριθμο επιτυχίας. Δεν αναπολούμε παλιές καλές εποχές, και δεν κάνουμε μια αέναη επίκληση στο κόμμα-φρούριο. Δεν πιστεύουμε ότι η τεράστια μάχη που καλούμαστε να δώσουμε εξαντλείται απλά σε μια επαναστατική φρασεολογία και σε κινήσεις εντυπωσιασμού. Δεν πιστεύουμε ότι η βία είναι αυτοσκοπός, αλλά μονάχα ένα από τα πολλά μέσα που καλούμαστε να επιλέξουμε. Δεν προτείνουμε δρόμους εύκολους και έτοιμες συνταγές. Τουναντίον, αντιλαμβανόμαστε πλήρως τη δυσκολία των παραπάνω και ξέρουμε ότι υπόθεση στην οποία στρατευόμαστε δε θα κριθεί σε μια ζαριά. Εμείς, δεν έχουμε να προσφέρουμε παρά την άχαρη γοητεία της καινούργιας προσπάθειας, την ιστορική βεβαιότητα για το σκοπό, την πάλη για τον ποιοτικό εμπλουτισμό του μαζί με την αδιάκοπη κριτική για τα μέσα, τη στράτευση σε μια υπόθεση που χρειάζεται μαχητές, αλλά θέλει να καταργήσει τους στρατιώτες. Θέλουμε να βαδίσουμε αυτούς τους δρόμους αχαρτογράφητους και δύσβατους, ώστε να χαράξουμε την ιστορία και να οικοδομήσουμε την κοινωνία που μας αξίζει και ονειρευόμαστε. Μια κοινωνία χωρίς φτώχεια, εκμετάλλευση, καταπίεση και πολέμους. Μια κοινωνία απελευθερωμένη από τα δεσμά του κεφαλαίου, μια κοινωνία που συλλογικά θα ορίζουμε την τύχη μας. Την κοινωνία του κομμουνισμού του 21ου αιώνα.