Επαναστατική Αριστερά και εργατικό κίνημα

Του Κώστα Τζιαντζή

Στην τελευταία σκηνή του «1900» του Μπ. Μπερτολούτσι, οι δύο ήρωες του έργου, που συμβολίζουν τις δύο αντίπαλες τά­ξεις του αιώνα μας, σε έσχατα πλέ­ον γερατειά, συνεχίζουν με πάθος τον ατέλειωτο καβγά τους, όσο και αν είναι ήδη γνωστό ότι τα πάντα έχουν από δεκαετίες κριθεί. Ξαφνι­κά το τρένο των παιδικών τους χρό­νων έρχεται από το μέλλον και τους μεταμορφώνει ξανά σε εφήβους, ό­χι μόνο με τη μαγεία της τέχνης, αλ­λά και με την «τέχνη» της ιστορίας. Το μήνυμα είναι ότι το «παιχνί­δι» θα μπορούσε προφανώς να τε­λειώσει με εντελώς διαφορετικό τρόπο και με άλλον νικητή. Και κά­τι πιο σπουδαίο ακόμα: το «παιχνί­δι» ξεκινά απ’ την αρχή κάθε φορά που το τρένο σφυρίζει μια νέα επο­χή.

Στην ιστορία έρχονται ακριβώς τέτοιες στιγμές όπως σήμερα που τα πάντα ξεκινούν απότομα πάνω σε μια νέα τροχιά.

Το εργατικό κίνημα του 20ού αι­ώνα από «σοφό», ξεδοντιασμένο, γερόντιο, μπορεί να μεταμορφωθεί σε απρόβλεπτο έφηβο. Τίποτε πα­ραπάνω. Αλλά και τίποτε δεν μπο­ρεί να είναι περισσότερο απ’ αυτό.

Όσοι σ’ αυτή την ανεξερεύνητη περίοδο της μεγάλης μεταμόρφω­σης απαιτούν από την πρώτη στιγ­μή την αίγλη της ωριμότητας ή το στόμφο της επαναστατικής παντο­γνωσίας ας βουλιάξουν απελπισμέ­νοι στην πολυθρόνα τους. Όσοι ε­πιχειρούν να συγκρίνουν τα σύγ­χρονα πολιτικά και ιδεολογικά με­γέθη και τις ανάγκες της νέας εργα­τικής εφηβείας με τα παλιά μέτρα της αριστερής πολιτικής γίνονται δεσμώτες μιας χρεοκοπημένης πο­ρείας και όχι σκαπανείς της επανα­στατικής αναζήτησης.

Ποιο μπορεί να είναι σήμερα το μέτρο ή το επαρκές όριο της άμε­σης πολιτικής παρέμβασης της Α­ριστεράς, με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς; Και μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια ποιος μπορεί να είναι ο ά­μεσος στόχος της επαναστατικής Αριστεράς που επιχειρεί να γεννη­θεί μέσα απ’ τα συντρίμμια του υπο­ταγμένου εργατικού κινήματος; Ποιο είναι το πολιτικό όριο που απ’ τη μια να αποκλείει την πολιτική της ενσωμάτωσης και του εκφυλι­σμού των εργαζομένων και απ’ την άλλη να αποκρούει τον κίνδυνο της πολιτικής ανυπαρξίας και της πο­λιτικής διάλυσης;

Όσο κι αν ψάξει κανείς, και μά­λιστα υποκύπτοντας στις γνωστές γεροντικές ασθένειες, δεν πρόκει­ται να βρει διέξοδο απ’ αυτό το γρί­φο αποκλειστικά στο πεδίο της πο­λιτικής. Ούτε φυσικά αποκλειστι­κά στο πεδίο της επαναστατικής θεωρίας και της ιδεολογίας υπάρχει η λύση.

Για να απαντήσει κανείς σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει να πάρει υπόψη του ότι στη σημερινή Αριστερά τί­ποτε δε θα ήταν πιο παρεξηγημένο απ’ την έννοια της πολιτικής, αν δεν υπήρχε η ακόμα μεγαλύτερη παρεξήγηση γύρω από την έννοια της θεωρίας και της ιδεολογίας. Και γι’ αυτό η περίφημη σύνδεση της πολιτικής με την ιδεολογία ή της άμεσης πρότασης με τον επα­ναστατικό στόχο δεν αποτελεί για το μεγαλύτερο μέρος της Αριστε­ράς την απλή συνένωση αυτών των δύο μεγάλων «παρεξηγήσεων», αλ­λά τη συνολική εξουδετέρωση κάθε επαναστατικής   προοπτικής   στο παρόν και στο «άπειρο».

Στη μακρόχρονη διαδρομή του εργατικού κινήματος, η ανισότητα ανάμεσα στην παραγωγή θεωρίας και στην παραγωγή πολιτικής και διεκδικητικής δράσης σημαδεύτηκε απ’ τους όρους εξέλιξης της ί­διας της εργατικής τάξης. Αρχικά υπήρξε η «πρωτογενής» περίοδος, όπου η πολιτική πρακτική «καθο­δηγούσε» και τροφοδοτούσε, έστω και μισά, την ιδεολογία.

Με την ολοκλήρωση του έργου του Μαρξ, η επαναστατική θεωρία της εργατικής τάξης έκανε ένα ανε­πανάληπτο άλμα στον ουρανό όχι μέσα απ‘ τους ανοιχτούς δρόμους της ποίησης, αλλά μέσα απ‘ τα σκληρά μονοπάτια της επιστήμης. Από τότε ξεκινά το πρώτο μεγάλο ρεύμα του επαναστατικού εργατι­κού κινήματος, με τη θεωρία να προηγείται κατά πολύ και να «κα­θοδηγεί» την πολιτική. Την ίδια πε­ρίοδο, για μια σειρά λόγους, η πολι­τική πράξη της εργατικής τάξης α­γκομαχά απέναντι στη θεωρία. Η «καθημερινή», η άμεση πολιτική συνείδηση «τραβιέται» απ‘ αυτήν, χωρίς να σταματά να την αμφισβη­τεί. Είναι η εποχή που η θεωρία ει­σάγεται αναγκαστικά «απ’ έξω» στο εργατικό κίνημα, όχι χωρίς με­γάλες δυσκολίες και σκληρές αντι­φάσεις, Ο Λένιν αποτελεί τον κορυ­φαίο εκπρόσωπο αυτής της εποχής. Η Οκτωβριανή Επανάσταση και τα πρώτα σοσιαλιστικά βήματα στη Ρωσία αποτελούν την πιο συγκλονιστική μέχρι τώρα έφοδο της θεω­ρίας στο πεδίο της πολιτικής. Την πιο αποφασιστική ανύψωση της μαζικής πολιτικής στο επίπεδο της πιο προηγμένης επαναστατικής συ­νείδησης. Έτσι γεννήθηκε η έννοια της επαναστατικής εργατικής πο­λιτικής. Από δω και πέρα, κριτήριο της επαναστατικής πράξης δεν είναι οι άμεσες πολιτικές κατακτή­σεις της, αλλά η προώθηση της ε­παναστατικής ταξικής συνείδησης σε περιεχόμενο και σε διεθνή διά­σταση.

Από ένα σημείο και μετά μέσα στο κίνημα που ξεπήδησε από την Οκτωβριανή Επανάσταση, η πολιτική πράξη πήρε ξανά το προβάδι­σμα απέναντι στη θεωρία. Η ιδεο­λογική παραγωγή δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τους απροσδιόρι­στους δρόμους των νέων πολιτικών καθηκόντων. Η επαναστατική «ερ­γατική πολιτική» κατακερματί­στηκε. Για μια σειρά λόγους, το δεύτερο αυτό μεγάλο ρεύμα του ε­παναστατικού εργατικού κινήμα­τος τελικά «καθορίστηκε» απ‘ την υποταγή στην άμεση πολιτική σκοπιμότητα. Το αποτέλεσμα δεν ήταν απλώς να υποταχθεί το μέλλον του εργατικού κινήματος στο παρόν του. Αλλά το χτες, το σήμερα και το αύριο του στο πιο βάρβαρο πα­ρελθόν.

Σήμερα ένα τρίτο ρεύμα του επα­ναστατικού εργατικού κινήματος διεκδικεί το δικαίωμα ζωής. Οι νέες εσωτερικές δυνατότητες της εργα­τικής τάξης και οι σύγχρονες συν­θήκες του καπιταλισμού οδηγούν σε μια πιο άρρηκτη σύνδεση της οι­κονομίας της πολιτικής και της ι­δεολογίας.

Διαμορφώνονται δυνατότητες όχι απλώς κάποιας επιστροφής στην εποχή που η θεωρία καθοδη­γούσε την πολιτική ή η πολιτική τροφοδοτούσε τη θεωρία. Αλλά δη­μιουργούνται νέες πολιτικές συνθή­κες για τη συνολική προώθηση της επαναστατικής εργατικής πολιτι­κής. Για την άρρηκτη δηλαδή δια­λεκτική καθημερινή ανάπτυξη απ’ τα «μέσα» της ιδεολογικής παρα­γωγής, παρέμβασης και αντίστα­σης, της άμεσης πολιτικής πράξης και της διεκδικητικής πάλης της εργατικής τάξης. Αυτό το ενιαίο και αδιαίρετο τρίπτυχο θα εκφράζει την πορεία της επαναστατικής συ­νειδητοποίησης των πρωτοπόρων εργατικών τμημάτων και θα συμπυ­κνώνεται στη μορφή της συγκέ­ντρωσης, οργάνωσης και ενοποίη­σης των δυνάμεων τους σε ένα με­ταβατικό επαναστατικό υποκείμε­νο νέου-«νέου τύπου».

Να ποιος μπορεί να είναι λοιπόν ο άμεσος συνολικός στόχος της ση­μερινής Αριστεράς. Να ποιες μπο­ρεί να είναι οι άμεσες πολιτικές δυ­νατότητες του επαναστατικού κι­νήματος που πάει να γεννηθεί. Μπορεί η Αριστερά με τους δοσμέ­νους συσχετισμούς να ματαιώσει τις επιλογές της καπιταλιστικής α­νασυγκρότησης και να επιβάλει τη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της κοινωνίας; Αυτή θα ήταν φυσικά μια γενική αριστερή διέξοδος, κα­θόλου βέβαια εφικτή για το σήμερα.

Μήπως όμως είναι πιο εφικτή η πραγματοποίηση ενός συνολικού ενδιάμεσου στόχου προοδευτικής διεξόδου, στα πλαίσια της καπιτα­λιστικής εξουσία, της κυριαρχίας της ΕΟΚ και των πολυεθνικών; Μα αν το πρώτο είναι δύσκολο, ακόμα και να το φανταστεί σήμερα κανείς, το δεύτερο είναι εντελώς παράλογο και παρανοϊκό, είναι απάτη. Και είναι ακριβώς εκείνη η απάτη που υποτάσσει όχι μόνο την επα­ναστατική συνείδηση αλλά και τις άμεσες διεκδικήσεις της εργατικής

-τάξης στην πλαστή εικόνα ενός καπιταλισμού «αντικαπιταλιστικής» Κατεύθυνσης.  Και τότε τι μένει λοιπόν στην Αριστερά για την πολιτική;

Από τη μια μεριά απορρίπτουμε την Αριστερά που ξορκίζει τα φα­ντάσματα του περιθωρίου με μι­κρές πλεξούδες από άμεσες προτά­σεις προοδευτικής διεξόδου με σκληρότερο ή απαλότερο Μάαστριχ. Και απ’ την άλλη απορρί­πτουμε την Αριστερά που θεωρεί ό­τι το πρόβλημα της επαναστατικής αναγέννησης θα κριθεί απ’ την πα­ραγωγή ιδεολογίας από μικρότερες ή μεγαλύτερες αυτόνομες ομάδες ή μεμονωμένα άτομα. Και που συνή­θως το ζήτημα της πολιτικής το λύ­νει ακαδημαϊκά ή συγκυριακά, α­νάλογα με τις «κλίσεις» της. Είτε με πρόσδεση στον κινηματικό κα­τακερματισμό είτε με την αποδοχή της «φιλοξενίας» συγγενών και μη χώρων, «φόρουμ» και «μέσων» που οδηγούν σε διάφορα φανταστικά ταξίδια προς το «πλατύ κοινό» και το περίφημο κέντρο της πολιτικής ζωής.

Άμεσος στόχος της επαναστα­τικής Αριστεράς μπορεί να είναι μόνο η διαμόρφωση μιας ενιαίας αυτοτελούς ζώνης αριστερών εργα­τών και νεολαίων σε παγκοινωνικό και πανελλαδικό επίπεδο.

Η συγκρότηση μιας ενωμένης ανεξάρτητης αριστερής εργατικής πτέρυγας, από άποψη ιδεολογίας, πολιτικής πρακτικής και μαζικής παρέμβασης θα πραγματοποιηθεί ουσιαστική τομή με το παρελθόν της υποταγμένης Αριστεράς και έ­να τολμηρό βήμα προς το μέλλον του νέου εργατικού κινήματος. Αυ­τός ο στόχος επιβάλλει στην επανα­στατική Αριστερά να δρα στο όνο­μα της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, να έρχεται σε ε­παφή με το «πλατύ κοινό» της Αρι­στεράς και του εργατικού κινήμα­τος, με τη βάση και τις ηγεσίες όλης της Αριστεράς από θέσεις υπερά­σπισης των εργαζομένων. Όσο «λί­γος» κι αν φαντάζει αυτός ο στό­χος, μας φέρνει ωστόσο σε επαφή με τη μόνη άμεση δυνατή επανα­στατική επιλογή της εποχής μας, με τη μόνη άμεση δυνατή αριστερή πολιτική. Μας βοηθά παράλληλα να παλεύουμε ουσιαστικά γύρω α­πό άμεσα προγράμματα, να προω­θούμε μέτρα και προτάσεις που θα ανακουφίζουν την εργατική τάξη, θα διαμορφώνουν ρήγματα στους κυρίαρχους συσχετισμούς και την επίσημη ιδεολογία. Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο, με τη διαμόρφωση ενός «δικού του» αυτοτελούς πολιτι­σμού, με την πλατιά έννοια, το νέο επαναστατικό ρεύμα μπορεί να προϋπαντήσει με κάποια αισιοδοξία τις κοινωνικές εκρήξεις και τα μεγάλα – γεγονότα που προοιωνίζο­νται όχι μόνο σε εθνική κλίμακα.

Κώστας Τζιαντζής, 22-3-1992, εφημερίδα ΠΡΙΝ